Έμαθα ότι τη Δευτέρα 21 του μηνός ο Ευκλείδης Τσακαλώτος θα έρθει στα Γιάννενα. Λέω να πάω κι εγώ να τον ακούσω και να του θέσω δια ζώσης ένα-δυο πράγματα που έχουν κατά τη γνώμη μου μια σημασία.

Ads

Το πρώτο πράγμα που θέλω να του πω δεν έχει άμεση σχέση με τα πολιτικά -έχει έμμεση όμως. Πρόκειται για την παράσταση της «Εκάβης». Από ό,τι διάβασα, ο Τσακαλώτος είδε το έργο στην Επίδαυρο· εγώ το είδα στο Λαύριο. Σ’ αυτόν άρεσε ο χορός, ενώ εγώ βρήκα τα χορικά απαράδεκτα, εξεζητημένα και τελείως ασύνδετα με την υπόλοιπη σκηνοθεσία και τους διαλόγους (που είχαν αποδοθεί έξοχα, αλλά μάλλον «κλασσικά» από την Ελένη Βαροπούλου).

Φευ! Μια παράσταση δεν γίνεται πρωτοποριακή επειδή μετατρέπεις τους λυγμούς του χορού σε gasping, ούτε επειδή σερβίρεις ως (ατονική;) μουσική άναρθρες κραυγές και τυχαίες ριπές του ακορντεόν. Δεν λέω, ψυχωμένες οι ερμηνείες των ηθοποιών. Αλλά ένα έργο με αυτή τη βαρύτητα θέλει πολύ περισσότερη δουλειά για να δέσει.

Αυτό το τελευταίο με φέρνει στο δεύτερο θέμα που θα ήθελα να συζητήσω με τον Τσακαλώτο: τη «γραμμή» και το πρόγραμμα, το μελλοντικό πρόγραμμα, του ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά ας το κάνω «πενηνταράκια», όπως λέει κι εκείνος. Το «νέο ΕΣΥ», υπήρξε με απόσταση η πιο άρτια πρόταση που διατυπώθηκε από την αξιωματική αντιπολίτευση την τετραετία που προηγήθηκε. Το σχέδιο αυτό είχε κοστολογηθεί γύρω στα 3 δις, ένα μέγεθος που αξίζει να συγκρατήσουμε.

Ads

Ανάλογο κόστος είχε και μια άλλη πρόταση σχετική με την αναβάθμιση της ανώτατης εκπαίδευσης και την υποστήριξη της βασικής έρευνας. Η πρόταση αυτή περικόπηκε (το λέω ευγενικά) και δεν ανακοινώθηκε κοστολογημένη πριν τις εκλογές, πιθανότατα επειδή οι επιτελείς του ΣΥΡΙΖΑ δεν ήθελαν να φορτώσουν το προεκλογικό του πρόγραμμα και να δώσουν έτσι λαβές στη ΝΔ για περισσότερη κριτική.

Όπως και νάχει το ζήτημα, ακόμα κι αν περικόψει κανείς τα δύο αυτά προγράμματα, τα κονδύλια που χρειάζονται για τη στήριξη του κοινωνικού κράτους έχουν ένα κόστος όχι μικρότερο των 5-6 δις, χωρίς να συμπεριλαμβάνονται οι ανάγκες στη μέση και την πρωτοβάθμια εκπαίδευση ή οι δράσεις που αφορούν τον πολιτισμό (που δεν είναι πολυτέλεια, αλλά ζωτική ανάγκη). Για μείωση του ΦΠΑ και πιθανές ενισχύσεις/ελαφρύνσεις των οικονομικά ευάλωτων δεν συζητάμε. Διότι, αν συμπεριλάβει κανείς κι αυτά, συν τα του περιβάλλοντος κλπ, κλπ., καταλήγει σε δεκάδες δις. Η ερώτηση προκύπτει αβίαστα: που θα μπορούσαν να αναζητηθούν αυτοί οι πόροι;

Σε λίγο στενεύουν (πάλι) τα δημοσιονομικά περιθώρια, όπως ανακοινώθηκε αρμοδίως. «Αναπτυξιακό Κράτος» και άλλες ιδέες καλές ίσως, αλλά μάλλον μακροπρόθεσμες. Τι θα βγει να πει λοιπόν ο ΣΥΡΙΖΑ που οραματίζεται ο Τσακαλώτος για τους πυλώνες του κράτους προνοίας; Πως θα επανασυνδεθεί με τους φυσικούς. του συμμάχους και πως θα αποκαταστήσει την αξιοπιστία του; Πάλι με «εξοικονομήσεις» και «εξυγιάνσεις» θα πορευτεί; Η με το Ταμείο Ανάκαμψης, που πάει τέλειωσε μέσα στην επόμενη νεοδημοκρατική τετραετία;

Αν θέλουμε να συζητήσουμε σοβαρά, η κοινή λογική δείχνει προς δύο κατευθύνσεις. Η μια είναι η. επαναδιαπραγμάτεση του Συμφώνου Σταθερότητας. Με βάση όσα έχουν συζητηθεί, από το 2024 επιστρέφουμε σε πλεονάσματα γύρω στο 3%. Για χώρες δε με δημόσιο χρέος μεγαλύτερο του 60%, όπως εμείς, τα εθνικά μεσοπρόθεσμα σχέδια θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι η αναλογία χρέους/ΑΕΠ θα μειώνεται σταθερά. Είναι πρόδηλο ότι δεν βγαίνουμε έτσι.

Αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας έχει ζητήσει η Ιταλία, και προς την ίδια κατεύθυνση ενδέχεται να κινηθεί και η ελληνική κυβέρνηση. Αλλά πόσες πιθανότητες επιτυχίας έχει μια τέτοια στάση χωρίς «φασαρία» και πραγματικό muscle flexing; Τι θα πρότεινε λοιπόν επ’ αυτού ο νέος ΣΥΡΙΖΑ; Φοβάμαι ότι εδώ ισχύει το γνωστό «όποιος καεί στον χυλό φυσάει και το γιαούρτι».

Η άλλη κατεύθυνση για την εξεύρεση των απαραίτητων πόρων είναι, βέβαια, η φορολογία. Εκεί είναι όμως που ο («κεντρώος») ΣΥΡΙΖΑ διστάζει μέχρι σήμερα να πει ο,τιδήποτε πέρα από τα εντελώς στοιχειώδη -και προφανώς ανεπαρκή. Η λεγόμενη «καταπολέμηση της κερδοσκοπίας» μπορεί να δίνει ένα στίγμα κοινωνικής δικαιοσύνης, δεν αποτελεί όμως τη λύση για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των ανισοτήτων.

Να είμαστε λοιπόν σαφείς: στο μέλλον, ο ΣΥΡΙΖΑ ή θα κοιτάει προς τα μεσοστρώματα (που ιδεολογικά γοητεύονται από τα εισοδηματικώς ανώτερα στρώματα και διεκδικούν διαρκώς περισσότερες ελαφρύνσεις, ενώ ταυτόχρονα φοροδιαφεύγουν) ή θα εστιάζει την προσοχή του στους πραγματικά ευάλωτους, που δεν έχουν που την κεφαλήν κλίναι. Παρά τα όσα λέγονται, αυτά τα δύο δεν ταυτίζονται κατ’ ανάγκην, ούτε εξυπηρετούνται από τις ίδιες πολιτικές.

Αναφέρθηκα στην αρχή στην παράσταση της «Εκάβης» διότι στον δημόσιο χώρο αφθονούν πλέον τα παραδείγματα, όπου αναζητούνται εύκολες (και ενίοτε φαντασμαγορικές) λύσεις σε σοβαρά και από τη φύση τους δύσκολα προβλήματα. Όποιος όμως φιλοδοξεί να συμβάλει στην επανίδρυση του ΣΥΡΙΖΑ και την ενδυνάμωση της ελληνικής Αριστεράς θα πρέπει να γνωρίζει καλά (και να νοιώθει) τη διαφορά πραγματικού «έργου» και «παρέλασης». Τα ‘χει πει ο Σαββόπουλος  …