Ο Νορβηγός δολοφόνος Μπρέιβικ κατάφερε να βρει στις πολιτικές συζητήσεις της Σκανδιναβίας αρκετό υλικό για να κόψει και να ράψει το 1.500 σελίδων μανιφέστο του, με το οποίο θέλει να δικαιώσει το έγκλημά του. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι δεξιοί πολιτικοί και συγγραφείς του Βορρά φέρουν την άμεση πολιτική ευθύνη γι’ αυτή τη μαζική δολοφονία. Ωστόσο, η πράξη του Μπρέιβικ αναγκαστικά γίνεται η αφορμή για να στοχαστούν οι Βόρειοι επί του σκληρού πολιτικού κλίματος που επικρατεί στην περιοχή τα τελευταία χρόνια.

Ads

Είναι ο Άντερς Μπέρινγκ Μπρέιβικ ένας μοναχικός τρελός ή είναι τρομοκράτης; Η αποτρόπαια πράξη του ξεπήδησε από το τρελαμένο του μυαλό ή ήταν το αποτέλεσμα πολιτικής ριζοσπαστικοποίησης; Το τι ακριβώς συμβαίνει στο μυαλό ενός άντρα που σκοτώνει εφήβους με σφαίρες ντουμ – ντουμ, δεν θα το καταλάβουμε ποτέ. Όμως από τις δηλώσεις του Μπρέιβικ προκύπτει ότι ο ίδιος αντιλαμβάνεται τις δολοφονίες που έκανε ως πολιτική πράξη. Και γι’ αυτό το μακελειό θα έχει πολιτικές επιπτώσεις, ανεξαρτήτως του τι θα αποφασίσει το δικαστήριο για την πνευματική κατάσταση του δράστη.

Το «μανιφέστο» του Μπρέιβικ στο Ίντερνετ είναι γεμάτο από τσιτάτα της λεγόμενης συζήτησης για το Ισλάμ. Πολλά από αυτά τα αναγνωρίζει κανείς αμέσως. Πολλά έχουν γραφτεί, πολλά έχουν ειπωθεί δημόσια, πολλά αποτελούν κομμάτια του προγράμματος ακροδεξιών κομμάτων. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι δεξιοί πολιτικοί και συγγραφείς, από τους οποίους ο Μπρέιβικ υιοθέτησε σελίδες ολόκληρες και τις ενέταξε στο παρανοϊκό πόνημά του, φέρουν την άμεση πολιτική ευθύνη γι’ αυτή τη μαζική δολοφονία. Οι λέξεις μόνες τους δεν σκοτώνουν, ωστόσο μπορούν να δημιουργήσουν μια επικίνδυνη άποψη για τον κόσμο και να ωθήσουν σε άσχημες πράξεις. Πρέπει, λοιπόν, να «μετρηθούν» οι κοινωνίες με αυτές τις εμπρηστικές λέξεις, που περισσεύουν στη σκανδιναβική ακροδεξιά σκηνή.

Τα δεξιά κόμμα έχουν μακρά παράδοση στις βόρειες χώρες. Τα προηγούμενα χρόνια, κόμματα και γκρουπούσκουλα υπό τον γενικό τίτλο «δεξιοί λαϊκιστές» σημείωσαν εντυπωσιακή άνοδο στη Σκανδιναβία. Οι «Σουηδοί Δημοκράτες» κατάφεραν το 2010 να μπουν στη Βουλή της Στοκχόλμης. Το νορβηγικό «Κόμμα της Προόδου» είναι από το 2009 το δεύτερο κόμμα στη βουλή του Όσλο. Σχεδόν 20% των Φινλανδών ψηφοφόρων εξέφρασαν πριν από λίγους μήνες την προτίμησή τους για τους «Αληθινούς Φινλανδούς». Και στη Δανία το «Λαϊκό Κόμμα» επηρεάζει εδώ και πάνω από δέκα χρόνια την κυβερνητική πολιτική.

Ads

Προφανώς μεταξύ αυτών των κομμάτων υπάρχουν διαφορές: οι «Σουηδοί Δημοκράτες» έχουν τις ρίζες τους στην πολιτική σκηνή των Νεοναζί, στη Νορβηγία και τη Δανία οι ακροδεξιοί ξεκίνησαν ως κόμματα με κύριο αίτημα τη μείωση της φορολογίας, ενώ οι «Αληθινοί Φινλανδοί» ήταν αρχικά ένα τοπικιστικό κίνημα, που σήμερα επωφελείται τα μέγιστα από την εχθρότητα απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Ωστόσο σε όλα αυτά τα κόμματα παγιώθηκε τα τελευταία χρόνια ένας κοινός παρονομαστής: η κριτική ενάντια στο Ισλάμ και η πεποίθηση ότι ο τρόπος ζωής και ο πολιτισμός των χωρών αυτών θα διαβρωθεί από τους μετανάστες, κυρίως τους μουσουλμάνους. Η πεποίθηση αυτή είναι ριζωμένη σε όλα τα δεξιά λαϊκιστικά κόμματα – και πλημμυρίζει το μανιφέστο του Μπρέιβικ.

Υπάρχουν πολλοί λόγοι που ευδοκιμούν τέτοιες ιδέες στη Βόρεια Ευρώπη. Η κρίση με τις γελοιογραφίες ή η επίθεση στον σκιτσογράφο Κουρτ Βέστεργκααρντ παίζουν κάποιο ρόλο, όπως και η σχετικά μεγάλη έλευση προσφύγων. Ωστόσο, συγκριτικά με άλλες χώρες το ποσοστό των ξένων στη Σκανδιναβία είναι είτε μέσος όρος είτε μικρό. Επιπλέον οι δεξιοί λαϊκιστές στο Βορρά σε μεγάλο βαθμό μιμούνται κόμματα που έχουν πετύχει αλλού.

Η εξέλιξη στον Βορρά ακολουθεί μια ευρωπαϊκή μόδα. Οι πολιτικοί επιστήμονες έχουν εντοπίσει στις έρευνές τους ικανά στοιχεία που δείχνουν ότι ο νεοναζισμός και ο κλασικός ρατσισμός χάνουν σταδιακά τη σημασία τους στην πολιτική σκηνή της Ευρώπης. Αντ’ αυτών τα ακροδεξιά σχήματα -τόσο οι εξτρεμιστές που είναι έτοιμοι για κάθε είδους βιαιότητα όσο και τα πολιτικά κόμματα- έχουν αναγάγει σε κύριο εχθρό το Ισλάμ. Η εικόνα τους για την ανώτερη φυλή αντικαθίσταται από την αντίληψη για την ανώτερη δυτική κουλτούρα, η οποία υποτίθεται ότι είναι ασύμβατη με τις αξίες των μεταναστών από τις μουσουλμανικές χώρες. Αυτή η στροφή έχει βοηθήσει τα ακροδεξιά κόμματα. Οι προειδοποιήσεις για τον κίνδυνο της «αποξένωσης», του «υφέρποντος εξισλαμισμού», της «πολυπολιτισμικότητας» δεν θεωρούνται ακραίες και βρίσκουν ευήκοον ους σε κατηγορίες ψηφοφόρων που παλαιότερα δεν θα έδιναν ποτέ την ψήφο τους στην ακροδεξιά.

Αυτή η δεξιά στροφή είναι από καιρό απτή στις πρωτεύουσες της Σκανδιναβίας και για πολύ καιρό αντιμετωπίστηκε με ελαφρότητα. Και άλλα κόμματα προσαρμόστηκαν σ’ αυτό το κλίμα – ακόμη και οι Σοσιαλδημοκράτες, που συχνά έβλεπαν την εκλογική τους δύναμη να συρρικνώνεται κυρίως στις εργατικές γειτονιές που αλώνιζαν οι ακροδεξιοί με τα φοβικά συνθήματά τους. Πιο προχωρημένη είναι η εξέλιξη στην Κοπεγχάγη, όπου συχνά πυκνά οι πολιτικοί του Αριστερού Κόμματος και του Λαϊκού Κόμματος διαγκωνίζονται για το ποιος θα ζητήσει σκληρότερα μέτρα για τους μετανάστες. Τελευταία, πριν από τις εκλογικές αναμετρήσεις δεν θεωρείται πλέον απίθανο το ενδεχόμενο του σχηματισμού κυβέρνησης συνασπισμού μεταξύ αριστεράς και άκρας δεξιάς, όπως, για παράδειγμα, πρόσφατα στη Φινλανδία.

Μετά το μακελειό στην Οτόγια θα τελειώσει αυτή η ιστορία, τουλάχιστον για ένα διάστημα. Τα δεξιά κόμματα προσπάθησαν αμέσως να αποστασιοποιηθούν από τις πράξεις του Μπρέιβικ. Όμως θα γίνουν μόνο τότε αξιόπιστα, εάν αλλάξουν άρδην τη ρητορική τους. Τα λόγια που χρησιμοποιούν -και ήταν ενταγμένα στο μανιφέστο του Μπρέιβικ- δημιουργούν ένα κλίμα εχθρότητας ενάντια σε όποιον σκέπτεται διαφορετικά. Γι αυτό και δεν είναι συμβατά με τη συζήτηση εντός των δημοκρατικών κομμάτων.

Το άρθρο δημοσιεύτηκε και μεταφράστηκε από την εφημερίδα Αυγή