Το ευκταίο είναι αυτό που ευχόμαστε να γίνει, που είναι επιθυμητό και θέλουμε να συμβεί. Είναι ένα γεγονός που έχει μελλοντική αναφορά. Το εφικτό είναι εκείνο που μπορεί να επιτευχθεί, είναι κατορθωτό, έχει τη δυνατότητα να πραγματοποιηθεί. Στην πολιτική, το ευκταίο και το εφικτό δε βρίσκονται πάντοτε σε συμβατή πορεία. Ενώ για τους περισσότερους η έξοδος από τα μνημόνια είναι ένα ευκταίο γεγονός, αρκετοί είναι δύσπιστοι έως και αμφιβάλουν ότι αυτό είναι εφικτό. Για κάποιους είναι ευκταίο να υπάρξει μια κυβέρνηση της Αριστεράς (γι’ άλλους είναι ένα απευκταίο συμβάν), πολλοί όμως θεωρούν ότι κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό και δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί. Μια δίκαιη κοινωνία που παρέχει ασφάλεια, υγεία, παιδεία, κοινωνική προστασία και ισονομία είναι ευκταίο για όλους, ελάχιστοι όμως τη θεωρούν εφικτή. Στην πολιτική οι έννοιες του ευκταίου και του εφικτού αναφέρονται κύρια σε μελλοντικές καταστάσεις και εν πολλοίς, ανήκουν στη ρητορική των πολιτικών και των κομμάτων.

Ads

Πόσο όμως μας ενδιαφέρει να ασχολούμαστε και να συγκρουόμαστε για κάτι που θέλουμε να γίνει στο μέλλον, όπως και για κάτι που θεωρούμε ότι μπορεί να πραγματοποιηθεί; Με την τρέχουσα πολιτική, την πολιτική αντιπαράθεση για τα καθημερινά, αυτά που απασχολούν τους πάντες, συγκρούονται οι διαφορετικές πολιτικές που στοχεύουν να παράσχουν λύσεις στα προβλήματα και τα αιτούμενα. Ως εκ τούτου, οι προτεινόμενες επιλογές και οι επιλεχθείσες πολιτικές εμπίπτουν στο εφικτό, σε αυτό που μπορεί να γίνει, που έχει τη δυνατότητα να υλοποιηθεί. Το εφικτό όμως δε συνεπάγεται ότι εν τέλει είναι το επιτυχημένο. Πολύ δε περισσότερο, δεν είναι ευκταίο σε όλους. Αν μια πολιτική επιλογή κριθεί ως επιτυχής, ακόμα και σε αυτή τη κατάσταση, δε σημαίνει ότι είναι καθολικά αποδεκτή. Κάποιοι θα θεωρήσουν ότι δεν είχαμε όση έπρεπε επιτυχία, άλλοι θα την αναγάγουν στην τύχη ή τη συγκυρία, ενώ μερικοί δε θα την αποδεχτούν ολωσδιόλου. Η πολιτική φραστικά αναφέρεται στο ευκταίο, αλλά πρακτικά ασχολείται με το εφικτό. Το ευκταίο όμως είναι εκείνο που θέλγει. Αρεσκόμαστε να μας περιγράφουν το μέλλον με ζωηρά χρώματα και να προσδοκούμε ότι, σε κάποιον απροσδιόριστο μελλοντικό χρόνο, η καθημερινότητά μας θα είναι καλύτερη, αυτή που επιθυμούμε και σκεφτόμαστε στις μοναχικές μας στιγμές. Το εφικτό είναι πεζό, ενδεχόμενα μη αρεστό και πιθανά ανεπιθύμητο. Το ευκταίο, το γεγονός που θα θέλαμε να μας συμβεί στο μέλλον, έχει ρίζες στον προτεσταντικό καπιταλισμό: «Πίστεψε, δούλεψε και εφόσον υπακούς· οι πολιτικοί θα σου λύσουν τα προβλήματά σου. Το μέλλον σου θα είναι ομορφότερο από το παρόν». Η λογική του προτεσταντικού καπιταλισμού έχει εμφιλοχωρήσει σε κοινωνίες που δεν είναι κατ’ ανάγκη προτεσταντικές, ούτε η κουλτούρα και οι πολιτισμικές τους παραδόσεις συνάδουν με το δόγμα της προτεσταντικής ηθικής και του δυτικότροπου καπιταλισμού. Ο προτεσταντικός καπιταλισμός καθοδηγεί τους Έλληνες αστούς πολιτικούς και κυριαρχεί στη σκέψη και τις επιλογές τους. Λειτουργούν και αποφασίζουν ως πειθαρχημένοι μαθητές των Αγγλοσαξονικών σχολείων.

Από την άλλη πλευρά, το ευκταίο δεν μπορεί να είναι Αριστερό. Η Αριστερά δεν εύχεται κάτι να γίνει· το παλεύει και αγωνίζεται γι’ αυτό. Η Αριστερά είναι στο παρόν και με τις πολιτικές της επιλογές επιδιώκει να πετύχει τους σκοπούς της. Σε αυτό το πλαίσιο, οι αποφάσεις και οι κινήσεις της ενσωματώνουν και το εφικτό. Μέσα από την κατάκτηση αυτού που μπορούν, που είναι πραγματοποιήσιμο, το ευκταίο γίνεται παροντικό και όχι μελλοντικό. Το μέλλον παύει να είναι ο αυτοσκοπός για τις πολιτικές αποφάσεις και κινήσεις, αλλά το μέσον για την επίτευξη των στόχων. Και αυτό το μέλλον δεν μπορεί να φαντασιώνεται μέσα από την πολυθρόνα. Το ευκταίο γίνεται επιθυμητό μέσα από την καθημερινή δράση, τη δρώσα πολιτική και τη μαζικοποίηση των πολλών. Όσο το ευκταίο παραμένει μελλοντική επιθυμία, τόσο κρατείται δεμένο στην πολυθρόνα και εκείνοι που ασκούν την πολιτική θα μας παραμυθιάζουν με εσχατολογικές προσδοκίες και ουτοπιστικά ευχολόγια του τύπου: «τελειώνουν τα βάσανα και βλέπουμε να υπάρχει φως στο βάθος του τούνελ». Το ευκταίο πρέπει να συναντήσει στο δρόμο της ζωής και στις λεωφόρους της κοινωνίας το εφικτό, ώστε αντάμα να διαμορφώσουν το νέο παρόν. 

*Ο Γιάννης Μάρκοβιτς κατέχει διδακτορικό δίπλωμα στο μάνατζμεντ (Aston Business School, Βρετανία) και είναι οικονομικός επιθεωρητής στο Υπουργείο Οικονομικών. Έχει εμπλακεί σε έρευνες για υποθέσεις οικονομικών εγκλημάτων και διαφθοράς και διατέλεσε ειδικός εμπειρογνώμονας σε θέματα δίωξης και καταπολέμησης οικονομικού εγκλήματος.

Ads