Οι αιτίες που μας έφεραν ως εδώ και κυρίως «τι πρέπει να κάνουμε;» είναι το αντικείμενο της ακτιβιστικής έρευνας για την κρίση της Κρυσταλίας Πατούλη -από τον Αύγουστο του 2010 μέχρι σήμερα- ερωτήματα στα οποία δίνουν τη δική τους απάντηση γνωστές προσωπικότητες των γραμμάτων, των επιστημών και των τεχνών. Σήμερα, δημοσιεύουμε τις απαντήσεις του Κώστα Ντάρα* ο οποίος επέλεξε να είναι μέσα από τους στίχους των τραγουδιών του Νικόλα Άσιμου, σε μία φανταστική συνομιλία – συνέντευξη μαζί του:

Ads

Καλησπέρα Νικόλα, είναι αλήθεια πως δυσκολεύτηκα πολύ να σε βρω, ούτε στον Παράδεισο απαντούσες ούτε στην κόλαση…

Ο παράδεισος εμένα δε με θέλει πια και στη κόλαση σαν πήγα πάθανε ζημιά, κουβαλάω τους αιώνες κι όλους σας ξανά. Δεν θέλω άνθρωπο να δω, aller-retour ζωής ταξίδια θανάτου, άγγελος είμαι του κόσμου, την έχω κάνει τη ζημιά. Συμβόλαιο δεν έχω πια με τη ζωή ετούτη.

Να με συγχωράς πάντως για το θράσος μου να χρησιμοποιήσω, έτσι αυθαίρετα, τα στιχάκια σου για να απαντήσουν στις ερωτήσεις που θα σου θέσω σε τούτη τη φανταστική συνέντευξη.

Ads

Είναι αυτο-δύναμη και αδυναμία μου κι έγινε πια ύπαρξη με την πάροδο του πόνου η ανυπαρξία μου. Δε μου ‘χει μείνει φωνή, δε μου ‘χει μείνει λαλιά και μου χρειάζεται καινούργια καρδιά. Μετενσαρκώνομαι σε δάδα κι έλαμψα στο πουθενά. Έπιασα και το δρεπάνι και ο Χάρος τάχει κάνει.

Όσο ζούσες αγωνιζόσουν να αλλάξεις τα πράγματα γύρω σου. Με τον τρόπο σου και με τα μέσα που διέθετες. Νομίζεις πως κατάφερες κάτι; Βλέπεις κάποια δικαιώση για αυτόν σου τον αγώνα;

Το χαμένο μου αγώνα, τ’ αστεράκια μείναν μόνα να τον κλαίν’. Δεν αποκαρδιώθηκα, και νεκρός θα πολεμάω δεν είμαι ραγιάς εγώ, δεν υπήρξα κατεργάρης, δεν είμαι κουραμπιές. Πάνω στα ματωμένα πουκάμισα των σκοτωμένων εμείς καθόμασταν τα βράδια και ζωγραφίζαμε σκηνές απ’ την αυριανή ευτυχία του κόσμου.

Αλήτη μ’ ανεβάζανε, φρικιό με κατεβάζαν, Υπήρξα αλήτης και χίπυς και ο τρομοκράτης ο πρώην, ο πιο φοβερός καραγκιόζης των δρόμων και έγκλειστος ψυχιατρείων μα έγινα τώρα καλός!. Στον πόνο, πείνα, δίψα και στο χρόνο άντεξα χωρίς βοηθό. Απ’ το πολύ που με βασάνισα έπαθα ανοσία. Στις κακουχίες γυμνώθηκα και στο κορμί μου σας χώρεσα, τα κρίματά σας συγχώρεσα.

Έμαθα αμαρτίες ν’ αφαιρώ των ανθρώπων που δεν ξέρουν πως επέζησα εγώ. Αντίς να φτιάξουνε σε μένα εκκλησίες, να με λατρέψουν σαν συμπέρασμα γυμνό, χωρίς θεόλογα και παπαδοπορδίες, παν και τις φτιάχνουνε στον ίδιο το θεό.

Αυτό που λες είναι αλήθεια, οι εκκλησίες πληθαίνουν ενώ τα σχολεία και οι βιβλιοθήκες λιγοστεύουν. Όπως θα ξέρεις ίσως, η Ελλάδα περνάει μεγάλη κρίση. Η κατάσταση, απ’ ότι φαίνεται, φτάνει στο απροχώρητο.

Όλα τα ‘χαμε, παρά δεν είχαμε. Εποχή της ρόδας και των πυρηνικών. Πολλά περίεργα πράμματα συμβαίνουνε στον κόσμο κι η επαναφομοίωση στο σύστημα αρχινά. σοφά κεφάλια κάνουνε για μας το δικηγόρο και πα να προσαρμόσουν τ’ απροσάρμοστα. Η μιζέρια κι η δουλεία, ένα κι ένα κάνουν δυο. Πώς γίνεται στον ένα παλαβιάρη, εξήγησέ μου, κουτόχορτο χιλιάδες να βοσκάν;

Κι απ’ ότι φαίνεται δεν είναι μόνο ένας ο παλαβιάρης που μοιράζει κουτόχορτο. Η σημερηνή βουλή πως σου φαίνεται;

Ο σάλιαγκας κι ο μάλιαγκας για ένα χαζό καβούκι μάλωσαν. Των ετερωνύμων αι καρδίαι έλκονται και εξ ευωνύμων τα πασόκια έρχονται. Θα ερωτευτώ τον Παπαντρέο, τον Ποπάυ, τον Ζορρό. Πρασινοαίματος καιρός. Πως να παίξουμε κρεμάλες;

Ξέχασές το στυλό, στον επήρα τις προάλλες, πράσινο. Είν’ το άλλοθί σου κόσμε, για να κρύβεις την ψευτιά να στηρίζεις τις σφαγές σου και τη νόμιμη κλεψιά. Κι αυτοί που μας μιλούν πως θέλουν το καλό μας, ποτέ τους δεν ακούν το δίκιο το δικό μας. Τρομοκράτες όσοι αρνιούνται να υποταχθούν. Φιλελεύθεροι όσοι καίνε και γεννοκτονούν.

Νομίζεις πως η αριστερά μπορεί να παίξει κάποιο ρόλο σήμερα;

Σαν μας ντύνεσαι και τον αριστερό ονειρεύεσαι τον ιστορικό συμβιβασμό. Συντηρητικιά παράρα κουκουέδικη. Την βρίσκω λίαν σπαστική του Λένιν τη μουτράκλα. Κουκουέξ κουκές και κινεζμπά, παράλληλα σκατά. Οι κουμμουνιστές είναι υλιστές.

Κάθε δέσμευση είν’ ολιγωρία ʼμα θες δεσμά φάε ιδεολογία. Μα συ δεν έπαιρνες χαμπάρι τι θα πει, τον εργατικό σου μύθο είχες καταπιεί. Different συχνότητες για μας, τα ιερά τσιτάτα σας κι οι λαϊκοί αγώνες σας ποτέ τους δεν με γέμισαν γιατί λαός δεν έμεινα. Παράτα το το κόμμα, μη θες να κουβαλάς το κουρδιστό σου πτώμα, της κεντρικής γαϊδάρας να είσ’ ερμηνευτής. Αρνήσου να ‘σαι χάφτης και καθοδηγητής. Κουκουκουκουέ το πτώμα σου λαέ.

Πάντως γίνονται διαδηλώσεις, διαμαρτυρίες, πορείες, ο κόσμος αντιδράει, πολλές φορές δυναμικά.

Δρεπανηφόρα άρματα περνάν, μία διαδήλωση δέκα μικρόφωνα και τα μεγάφωνα στη διαπασών, χιλιάδες δίποδα με μαγνητόφωνα κι έχουν λουστεί με την ίδια λοσιόν. Οι πληροφορίες για κατακλυσμούς πιάσανε στους μάγους μα και στους τρελλούς κι έτσι κάνουν τη δουλειά τους όλοι οι ισχυροί. Και οι θεοί σαν πείθονται εάν υπάρχει ανάγκα, δεν τρώγεται το χρυσαφές χρυσάφι.

Η επανάσταση αποδείχτηκε ένα όνειρο, μια βολεμένη και ευφυής δικαιολογία, διατηρούμε την εσώτερη τη βρώμα μας μ’ επαναστατική φρασεολογία. Όλοι αντιστασιασθείτε, πιο καλά έτσι να τακτοποιηθείτε, ποιος στο τέλος θα μπορέσει βουλευτή ν’ αρπάξει θέση. Η επανάσταση η όλη του πλανήτη, ούτε ένα ράφι να μου φτιάξει δεν μπορεί.

Στους πολιτικούς ηγέτες τι θα συμβούλευες; Θα ήθελες να τους στείλεις κάποιο μήνυμα;

Τους πολιτικούς σιχάθηκα. Αν ο έρωτας ελεύθερα κυλάει δεν χρειάζεται κανείς να κυβερνάει. Πα να κάνεις άλλη μια ζαβολιά, την μπαμπεσιά σου δεν υποφέρω δεν θα σ’ αφήσω να με μολύνεις, αντίς να παίρνεις μάθε να δίνεις. Νομίζω πως τα θέλετε μονά ζυγά δικά σας. Ό,τι κι αν λέτε δε μ’ ακουμπάτε, αναμασάτε λόγια θολά και ψεύτικα.

Τι θα έλεγες στον σημερινό μέσο νεοέλληνα για την κατάσταση αυτής της χώρας;

Ανεξαρτησία γύρευες κι εσύ, τρέχεις μ’ όποιον φτάνεις κι όποιον σου βρεθεί. Και στα ντουβάρια ακόμα κι αν μιλάω. Σε ζελοφάν τα ομοιόμορφα μυαλά σας περπατάν. Μισοτιμής σου έχουν κλέψει τη φαρέτρα της ζωής. Όλα εδώ θα τα πληρώστε, για των μπουρζουάδων τα μεράκια για των μπουρζουάδων τα σαγόνια. Δεν χαμπαριάζετε ρε μόμολα, όταν σας έδινα τα πόμολα να διαλύστε τον τοίχο.

Κολλήσατε στο μποτιλιάρισμα κι ας σας το ‘χα κάνει χάρισμα να ξεπεράστε τον φρίκο. Ανυπερθέτωσαν αι δυσκολίαι. Βάλτε την ουρά κάτ’ απ’ τα σκέλια, πιο καλά περνάνε οι χαζοί. Την εσωτερική μιζέρια σας σκοτώστε. Στους λαβύρινθους που πάτε μάθετε να μην βρωμάτε καταναγκασμό. Ίσια το κορμί κρατάτε μάθετε να πολεμάτε το ραγιαδισμό. Γεννήθηκες, βαφτίστηκες χριστιανός ορθόδοξος και πολιτογραφήθηκες ως Έλληνας υπήκοος.

Το παιδικό σου σύμβολο ήταν η γαλανόλευκος και δεν σε ρώτησε κανείς πως θες να σε φωνάζουνε αν θες να σε σφραγίζουνε, σαν κρέας να σε σφάζουνε. Κι ήθελες όλο το φαί, λαγούς και πετραχήλια και νόμιζες πως θα ‘πιανές και τον παπά απ’ τ’ αρχίδια. Όλα τα ‘χαμε κι αρχίδια είχαμε βρεθήκαμε και με μουνί. Κουρδιστέ χαμάλη, μαύρο έχεις χάλι, σε χορεύουν ώπα, μύρια καθεστώτα. Ρηχά τα όνειρά σου, όπως αυτοί που βίδωσαν τη μαλθακή καρδιά σου. Στην καρδιά σου βάλαν φρένα, το μυαλό σου παίρνει βύσμα για χιλιάδες σαν εσένα θα αρκέσει μια πρίζα. Ηρωίνωσες το LSD απ’ την άγνοιά σου.

Σου μαθαίνουν να είσαι μάζα, να συζητάς πολιτικά, το ποιος βοσκός θα σε βοσκήσει, ν’ αποφασίζεις μαζικά. το ύφος σου είναι πάντα το ίδιο όπως προβάτου και χοίρου και κότας και βόειδου. Στα ‘λεγα, δε μ’ άκουγες τραβάς για την αγχόνη. Αν μ’ άκουγες μπουμπούνα θα ψήφιζες κουδούνα και ξέρει παραπάνω και ξέρει αυτή να κουδουνά. Μα συ δεν έπαιρνες χαμπάρι τι θα πει γιατί φοράς κλουβί.

Οι δικαιολογίες είναι περιττές κι από εμπειρίες είχες αρκετές ε, άιντε, ξεκαθάρισε τι θες. Αν η ζωή σου θέλει βλήματα, τελειώσανε τα θύματα. Μια απόφαση χρειάζεσαι και μην πολύ παραμυθιάζεσαι. Να είσ’ αφεντικό του εαυτού σου πάλι, να μη σ’ αγγίζει η φθορά και να μπορείς ν’ αναταράζεις τα νερά. Αργά να τρως τ’ αγγούρι, μπας και σου φέρει γούρι. Αν σου πέσει το λαχείο ξεφορτώσου τα λεφτά. η ζωή είναι ένα αστείο και ο θάνατος γελά. Σαν περπατάς σ’ αυτούς τους δρόμους να προσέχεις να μην πατήσεις τη σκιά σου, εκτός εάν και τούτη δεν την βλέπεις, οπότε πας και στη δουλειά σου!

Έχω παρατηρήσει πως χλευάζοντας το σύστημα προβάλλεις συνεχώς μια τάση για ρήξη με όλους και με όλα. Πιστεύεις πως μια τέτοια στάση μπορεί να αλλάξει κάτι, να έχει έστω κάποιο θετικό αποτέλεσμα ή απλά πρόκειται για μια γραφική εμμονή σου;

Αν δεν μπορείτε πια να με σκοτώστε με λέτε γραφικό. Μη μου τη βγαίνεις με προσωπείο, ισοπεδώνεις και το τοπίο. Αν δεν σου αρέσω να βάλεις γυαλιά. Οι μέρες αποφράδες, με ξόρκισαν παπάδες κι αμαρτωλό με βγάλανε και βλάσφημο. Αν το πολύ το κύριε ελέησον το βαριέται κι ο θεός, εγώ τι φταίω; Να περιγράψω θέλω το στοιχειό. Την εικόνα αυτού του κόσμου δεν μπορώ ούτε μέσα στη σκιά του θα χαθώ.

Εντάξει, τότε να σε ρωτήσω κάτι άλλο. Πως νομίζεις πως θα μπορούσαμε να βγούμε από την κρίση. Τί πρέπει να γίνει;

Μόνο ένας σεισμός μας σώζει, φοβερός κατακλυσμός, μαϊντανός να γίνουν όλα, να χαθεί ο πολιτισμός. Όπως η Ατλαντίς. Τι μου κλαίγεσαι το τι θα γίνει. Εμείς έχουμε ιστορία, πολεμήσαμε στην Τροία. Τα μονοπάτια είναι πολλά μα είναι λίγα τα αυτά που ‘χουν καρδιά. Με δίχως σημαίες και δίχως ιδέες, δίχως καβάντζα καμιά.

Δίχως καβάτζα καμιά πως θα μπορέσουμε να βγούμε από το τούνελ, χωρίς δουλειά, χωρίς λεφτά…;

Μην παρανοείς τα λόγια που ‘χω πει, είναι η πιο απλή του κόσμου συνταγή. Θες ν’ αγγίξεις την αλήθεια, για βγες απ’ έξω απ’ τη συνήθεια. Αντίστροφα κι ανάλογα τα λογικά και τα παράλογα. Η κατάσταση είναι για γέλια είναι και για κλάματα μαζί. Φταίμε όλοι που έχει ο παπάς περβόλι. Στην κοινωνία αυτή σαπίσαμε στ’ αλήθεια, απάνθρωποι θεσμοί μας γίνανε συνήθεια. Άμα βγάζαμε τις μάσκες θα ‘ταν διαφορετικά.

Δεν ξέρει ο κόσμος να ζει. Τα ανθρωπάκια ζούνε δίχως τη ζωή. H φαντασία μας έχει χαθεί. Μας εκτελούνε με σφαίρες «ντούμ-ντούμ» κι εμείς ξεπουλιώμαστε στο γιουσουρούμ. Τα μαύρα χρόνια ο δύσμοιρος Ρωμιός εγελάστη αμέτρητες φορές κι ωσότου να του λείψει το φαΐ, εκοιμάτω. Άμα δε σου πέσει η μούρη πως μωρέ θ’ αντιληφθείς τι σου λέει ένας σαμάνος κι ένας οραματιστής. Η μοντέρνα φαντασία πάει να σπάσει τα δεσμά, είναι όμως οπτασία, δεν πατάει πουθενά. Σε σουσπανσιόν κοιμάται η σύγχρονη Πυθία των χρησμών.

Από που πρέπει να αρχίσουν οι αλλαγές;

Να διαδώσουμε σ’ αυτούς τους γκαντεμιάρικους καιρούς να μη σκοτώνουνε τους διαφορετικούς. Άλλος μασάει κι άλλος σωπαίνει κι ο σκυφτός λαός να περιμένει. Για τα δεσμά μας, δεν φταίει πάντα η σκλαβιά, μα η υποταγμένη μας καρδιά. Στο φαλημέντο του κόσμου αυτού νάταν να μετακούναγα ολόκληρο πλανήτη. Στις αποθήκες υλικών, θεσμών και σούπερ αγαθών να βάλω δυναμίτη.

Βαρέθηκα να λέω πως θα αλλάξει το σύστημα μας έχει επιτάξει, απόκληρα απομείναμε πουλάκια, κυνηγημένα, με ξεπουπουλιασμένα τα φτερά. Τα λόγια, μοναχά, μας απομείναν κι οι θεωρίες στην πράξη μας χαλάνε οι θεσμοί. Ανηφόρησε και προχώρησε φτάσε ως το γκρεμό καρδιά κι άμα βαρεθείς τηλεφώνησε στον πρωθυπουργό ξανά. Θα τον βρεις αν θες κι αν σου τα μασά πως όλα παν καλά αδιαφόρησε και προχώρησε και δως του μια μπουνιά.

Δεν μου απάντησες ξεκάθαρα πάντως. Πιστεύεις πως μπορεί ν’ αλλάξει κάτι; Πως βλέπεις το μέλλον;

Θα σου ‘λεγα τίποτ’ άλλα άστο τώρα. Πια δεν έχω χρόνο, να σου εξηγώ… Δώδεκα παρά δέκα, φεύγω για ταξίδι διασπώντας τον καιρό.

Έχεις δίκαιο, να μην το παρακάνουμε. Αυτή η φανταστική συνέντευξη πρέπει να τελειώσει κάπου εδώ. Έχεις να πεις κάτι τελευταίο;

Ω εποχή μού θυμίζεις τον Καίσαρα κι οι μελλοθάνατοι σε χαιρετούν. Καταμεσίς στη θάλασσα απά σε μια σχεδία γουστάρω να ‘μαι ναυαγός σε θεία κωμωδία., Αγαπώ, αγαπώ και γυρνάω σε μένα κι όσα πέταξα τα ξαναμάζεψα.

Είναι αυτο-όραση και αναγκαιότητα, είναι παλιννόστηση είναι και η λαφυριά μου στην αιωνιότητα. Φύτρα μου και μνήμα μου κι ακόμα περιμένω να ‘ρθεις να με βρεις κάνα βραδάκι όταν θα ‘μαι πάλι ζωντανός.

Σ’ευχαριστώ πολύ Νικόλα.
Κώστας Ντάρας


*Ο Κώστας Ντάρας ζει και εργάζεται στη Γαλλία ως Πολιτισμολόγος – Παιδαγωγός Ανθρώπων με Ειδικές Ανάγκες.