Το όχι και πολύ μακρινό  καλοκαίρι της μεταναστευτικής κρίσης του 2015 είχε βαθύ αντίκτυπο στις κοινωνίες σε όλη την Ευρώπη. Ανεξάρτητα από τη γεωπολιτική τους θέση, στις χώρες που είτε ήταν σημεία άφιξης, είτε σε διαδρομές διέλευσης ή ήταν τελικοί προορισμοί, προέκυψε ένα μεγάλο και διαφοροποιημένο σύνολο στάσεων και πρακτικών.

Ads

Υπήρξε ευτυχώς, ένα άνευ προηγουμένου κύμα αλληλεγγύης από Ευρωπαίους που δεν ήταν στο παρελθόν ενεργοί υποστηρικτές των αιτούντων άσυλο ή ζητημάτων που σχετίζονται με τη μετανάστευση. Ταυτόχρονα η κρίση των δομών υποδοχής οδήγησε στη δημιουργία, εδραίωση, αλληλεπίδραση και εξέλιξη ετερογενών οργανώσεων, πρωτοβουλιών πολιτών και δικτύων σε εθνικό και διεθνές επίπεδο.

Καθώς λοιπόν η κοινή γνώμη αρχικά παρακολουθούσε μουδιασμένη, η τεράστια κινητοποίηση της κοινωνίας των πολιτών απέδωσε πολύ θετικά και άμεσα αποτελέσματα,  αλλά παράλληλα δεν αποφεύχθηκε η δημιουργία  πόλωσης στις ευρωπαϊκές χώρες. Μια πόλωση από τις ακροδεξιές οργανώσεις και το αντιμεταναστευτικό ρεύμα που υπήρχε σε αυτές τις κοινωνίες και ενσωμάτωνε ξενοφοβικές και εθνικιστικές ρητορικές.

Από την άλλη, οι ενέργειες που ανέλαβαν οι πολίτες, είτε αρνητικές είτε θετικές, που είχαν σκοπό να απορρίψουν ή να καλωσορίσουν τους νεοφερμένους πολίτες, έκαναν ορατή τη δυσαρέσκεια και την κριτική τους για τον τρόπο με τον οποίο οι πολιτικές ελίτ και οι θεσμοί τους προσπάθησαν να διαχειριστούν την κατάσταση. Με τον καιρό έγιναν συστηματικοί και δομημένοι, αμφισβητώντας τελικά τη σχέση μεταξύ πολιτών και πολιτικών θεσμών. Έδωσαν έτσι μια αίσθηση του τι σημαίνει πολιτική συμμετοχή σήμερα.

Ads

Η ανθρωπιστική αλληλεγγύη είναι ο ισχυρότερος καταλύτης και έχει σημαντικό αντίκτυπο στις δραστηριότητες υποστήριξης. Οι δωρεές και η βοήθεια έκτακτης ανάγκης, όπως η διανομή τροφίμων και ρούχων, είναι οι πιο κοινές πρακτικές μεταξύ μεμονωμένων εθελοντών και ομάδων της κοινωνίας των πολιτών. Αυτό ισχύει επίσης και σε εκείνα τα πλαίσια όπου η κοινή γνώμη είναι πιο επικριτική για τη μετανάστευση, όπου τα θεσμικά όργανα υιοθετούν μια πιο περιοριστική προσέγγιση ή όπου η κοινωνία των πολιτών είναι γενικά λιγότερο προνοητική.

Στον αντίποδα, αυξήθηκαν οι αρνητικές κινητοποιήσεις, εμπνευσμένες από τροπάρια σχετικά με τη δημογραφική απειλή, συμπεριλαμβανομένων των θεωριών συνωμοσίας για την «εθνοτική υποκατάσταση», την αντίθεση στην «εξωτερίκευση», την αντίληψη της εθνικής επικράτειας ως «ιδιωτική ιδιοκτησία» και την απεικόνιση των εθνών ως θύματα μιας «εισβολής». Σε όλη τη διάρκεια της κρίσης υποδοχής, οι αντιληπτές πολιτιστικές απειλές που περιστρέφονται γύρω από την εθνική ταυτότητα, τα πολιτιστικά πρότυπα και τις αξίες, έχουν πληθύνει σημαντικά ειδικά στην Ανατολική και Νότια Ευρώπη.

Πολύ σύντομα στην επόμενη φάση της κρίσης υποδοχής, ομάδες με κίνητρο την αλληλεγγύη μεταπήδησαν σε πολιτικά καθοδηγούμενη κινητοποίηση, δείχνοντας ότι οι κοινωνικοπολιτισμικές και οι πολιτικές μορφές κινητοποίησης δεν είναι αποκλειστικές ή συγκρουσιακές, αλλά αλληλοκαλυπτόμενες.

Έτσι είδαμε οι πρωτοβουλίες ομάδων και πολιτών, συχνά στόχευαν να διορθώσουν ή πιο συγκεκριμένα, να προτείνουν διορθώσεις στις κρατικές πολιτικές. Όταν κατευθυνόταν πολιτικά, η θετική κινητοποίηση αγκάλιασε το ζήτημα της επίσημης πρόσβασης στα δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένων ζητημάτων ιθαγένειας και αναγνώρισης ατόμων χωρίς έγγραφα.

Στόχος του ήταν να έχει άμεσο αντίκτυπο στην εθνική πολιτική, στη διαδικασία χάραξης πολιτικής και στις επιτόπιες πρακτικές, καθώς και σε εκείνα τα πλαίσια όπου οι θεσμοί δείχνουν σχετική ανοχή προς τους αιτούντες άσυλο. Ομοίως, η κινητοποίηση κατά των αιτούντων άσυλο, επεδίωξε να ενσωματώσει περιοριστικές πρακτικές της κυβέρνησης στο πεδίο, όπως ο έλεγχος των συνόρων και της πρόσβασης.

Τι συνέβη όμως σε τοπικές κοινωνίες;

Εθελοντικές ομάδες, πρωτοβουλίες πολιτών και οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών άνοιξαν το δρόμο για περιεκτικές προσεγγίσεις έναντι των αιτούντων άσυλο και της μετανάστευσης γενικότερα. Αυτές οι προσεγγίσεις αφορούν συχνά, συγκεκριμένες περιφέρειες, δήμους και τοπικές κοινότητες και περιοχές.

Ένα νέο παράδειγμα ολοκλήρωσης καθιερώθηκε σε αυτά τα πλαίσια και σηματοδότησε μια «τοπική στροφή» στη διαχείριση του σύγχρονου μεταναστευτικού ζητήματος. Η κρίση δημιούργησε ευκαιρίες στους πολίτες να μετατρέψουν την αυθόρμητη κινητοποίηση, αρνητική και θετική, σε μορφές πολιτικής δράσης και υπεράσπισης. Σε αρκετές περιπτώσεις σε τοπικό επίπεδο, ομάδες πολιτών και εθελοντών που εργάζονταν δίπλα στους καθορισμένους από το κράτος φορείς υποδοχής ανέλαβαν μια επίσημη οργανωτική δομή και συμμετείχαν στη διαδικασία λήψης αποφάσεων.

Ενώ η ισχυρή κινητοποίηση της κοινωνίας των πολιτών παρείχε μια εναλλακτική λύση στη ρητορική και τη βία κατά των μεταναστών, δεν είχε πάντα θετικές πολιτικές επιπτώσεις. Αυτό αντικατοπτρίζεται στις στρατηγικές των αντιμεταναστευτικών κυβερνήσεων να αμφισβητήσουν την ηγεσία μη θεσμικών παραγόντων, καθώς και στις προσπάθειες ποινικοποίησης και παρεμπόδισης των υποστηρικτικών τους δραστηριοτήτων.

Μπορούμε να πούμε, πώς ίσως, κυβερνητικές τάσεις στη μεταχείριση των προσφύγων και μεταναστών προβλέπουν τον τρόπο με τον οποίο οι μορφές κοινωνικού ελέγχου και τα νομικά μέτρα σχεδιάζονται για να απευθύνονται στους γηγενείς πολίτες τους στο άμεσο μέλλον.

Στο αποκορύφωμα της ευρωπαϊκής προσφυγικής κρίσης, εθελοντές παρέδωσαν αγαθά σε αυτοσχέδιους καταυλισμούς, δημιούργησαν κουζίνες και βοήθησαν στις αφίξεις στα νησιά μας. Άτομα χωρίς απαραίτητα προηγούμενη εμπειρία, επικεντρώθηκαν στη νεολαία, την εκπαίδευση, την αναπηρία, την υποστήριξη υγείας, την σίτιση, τον ρουχισμό, την στέγαση.

Πολλοί ακόμη και σήμερα, αξιοποιούν την ενθουσιώδη αυτή υποστήριξη μέσω των κοινωνικών τους δικτύων.

Εθελοντικές δομές και σωματεία αλληλεγγύης όπως η «Αλληλεγγύη για όλους» στην Αθήνα, το «Σωματείο Εθελοντών Αλληλεγγύης albatros» στην Θεσσαλονίκη, το Ανοιχτό Σχολείο Μεταναστών Πειραιά, το Αλληλέγγυο Σχολείο  Ετεροτοπίας Θεσσαλονίκης, το Αλληλέγγυο Σχολείο Μεσοποταμίας στην Αθήνα, το Εναλλακτικό Πολιτιστικό Εργαστήρι Κέρκυρας κ.ά., έχουν δείξει και δείχνουν τον δρόμο για αυτή την εξαιρετική δουλειά που μπορούν να κάνουν απλοί πολίτες.

Βλέπουμε λοιπόν μια νέα εποχή αναπτυξιακής βοήθειας, που δεν κυριαρχείται από τους «μεγάλους παίκτες», όπως διεθνείς ΜΚΟ ή μεγάλα παγκόσμια ιδιωτικά ιδρύματα. Είναι η βοήθεια των πολιτών το μέλλον της ανάπτυξης, καθώς οι απλοί πολίτες παίρνουν την κατάσταση στα χέρια τους.

Χαρακτηριστικό αυτής της βοήθειας των πολιτών και σωματείων αλληλεγγύης, είναι η λαϊκή βάση της, η αποκεντρωμένη φύση της. Αυτό σημαίνει ότι κανένα ίδρυμα ανώτερου επιπέδου, όπως ένας κυβερνητικός οργανισμός ή φιλανθρωπικό ίδρυμα, δεν είναι υπεύθυνος για τη χάραξη πολιτικής ή την εκταμίευση κεφαλαίων.

Αντίθετα, η βοήθεια πολιτών παρέχεται από άτομα, τα οποία αποτελούν μέρος, συμμετέχουν σε μία κοινότητα, ανταποκρίνονται και δρουν σε μια συγκεκριμένη αιτία ή γεγονός που παρουσιάζεται και χρήζει υποστήριξης. Συχνά μάλιστα αποφασίζουν από την παρόρμηση της στιγμής να εμπλακούν. Αυτές οι πρωτοβουλίες είναι συχνά σε ροή και διαρκή κίνηση. Με την πάροδο του χρόνου, ορισμένες πρωτοβουλίες, όπως δωρεάν μαθήματα, δημιουργική απασχόληση, εκμάθηση δεξιοτήτων, τοπικών συνηθειών, πολιτισμού, φαγητού, κουλτούρας κλπ., μεγαλώνουν και γίνονται καθιερωμένες.

Ένα βασικό χαρακτηριστικό που ξεχωρίζει αυτά τα έργα από την «κύρια» πρακτική ανάπτυξης είναι οι προσωπικές ανθρώπινες σχέσεις,  ψυχής και καρδιάς. Είναι σχέσεις ενσυναίσθησης και ευαισθησίας. Περιλαμβάνουν αφοσιωμένους και πολλές φορές χαρισματικούς ανθρώπους, που μοιράζονται ένα όραμα για μία πράξη αλληλεγγύης, όπως π.χ. μια λέσχη για γυναίκες που δεν είχαν επαρκή δικαιώματα στην πατρίδα τους.

Οι προσωπικές σχέσεις που δημιουργούνται μεταξύ εκείνων που υποστηρίζουν και όσων ωφελούνται και οι άμεσες, ορατές ανταμοιβές των προσπαθειών τους, αποτελούν βασικά κίνητρα για όσους προσφέρουν βοήθεια. Αυτό ισχύει και για τους υποστηρικτές τους στο εξωτερικό, οι οποίοι πιστεύουν ότι ξέρουν πού πάνε τα χρήματά τους, και τα άτομα που ωφελούνται.

Αυτή η εγγύτητα όμως δεν είναι πάντα διαθέσιμη για τους «επαγγελματίες» εργαζόμενους στον τομέα της βοήθειας, οι οποίοι μπορεί να κατευθύνουν μεγάλους προϋπολογισμούς, αλλά δεν έχουν επαφή με τους ανθρώπους στο άκρο υποδοχής.

Αναρωτιόμαστε. Είναι άραγε η βοήθεια των πολιτών και καθενός από εμάς, μία νέα ανάπτυξη; Ασφαλώς. Αυξάνεται διαρκώς σε σημασία και έργο. Προσφέρει στους απλούς πολίτες τη δυνατότητα να παρέμβουν, όταν η παγκόσμια ή εσωτερική πολιτική μπορεί να τους κάνει να αισθάνονται θυμωμένοι και περιορισμένοι.

Αντίθετα, έτσι νιώθουν ικανοί να κάνουν τη διαφορά. Είναι η απάντηση στην «οργανωμένη ανευθυνότητα» που χαρακτήρισε τη θεσμική προσέγγιση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην προσφυγική – μεταναστευτική κρίση και στην αδιαφορία πολλών χωρών. Αντί λοιπόν να την απορρίπτουμε κατηγορηματικά ως βραχύβιο ερασιτεχνισμό, η βοήθεια των πολιτών μπορεί να είναι κάτι που πρέπει να παροτρύνουμε και να αγκαλιάσουμε. Γιατί το κοινωνικό κράτος, προϋποθέτει  την συμμετοχή των πολιτών.