Οι ευρωεκλογές της 9ης Ιουνίου θα έχουν δυσανάλογα ισχυρό μήνυμα αναφορικά προς την πρακτική επίπτωση τους. Γι’ αυτό θεωρούνται κατάλληλες για ψήφο διαμαρτυρίας πράγμα που φοβάται, μεταξύ άλλων, ο κ Μητσοτάκης. Θεωρεί ότι όσο περισσότερο αυτές προσομοιάσουν με τις δημοτικές εκλογές και τον θρίαμβο Δούκα, τόσο το χειρότερο κι όσο περισσότερο προσομοιάσουν με εθνικές εκλογές, τόσο το καλύτερο γι’ αυτόν.

Ads

Τεχνητή αναβάθμιση

Ο κ Μητσοτάκης προσπαθεί διακαώς να πείσει ότι οι Ευρωεκλογές δεν είναι κάτι σαν μια μεγάλη δημοσκόπηση αλλά είναι μια κεντρική κρίσιμη μάχη:
• Σε αυτό αποσκοπεί η δήλωση του ότι πίσω από τα 42 ονόματα των υποψηφίων της ΝΔ βρίσκεται «το δικό του».
• Σε αυτό αποσκοπεί ο ζήλος του να εμφανιστεί, ο απορριφθείς το 2019 κ Αυτιάς, εξ αρχής με σκληρή δήλωση ιδεολογικής διακήρυξης (πατρίς-θρησκεία-οικογένεια!), αντί να περιοριστεί στις γνωστές εύπεπτες σαχλίτσες του.
• Σε αυτό αποσκοπεί η επαναλαμβανόμενη θεωρία της «αποσταθεροποίησης», αν τυχόν η ΝΔ κακοπέσει κι εκλέξει 7 αντί για 8 … Παρομοίως ο ΓΑΠ είχε επιχειρήσει να αναβαθμίσει σε οιωνεί εθνικές, τις περιφερειακές του Νοέμβρη του 2010, προκειμένου να επιτύχει μια έμμεση αναβάπτιση στην λαϊκή ψήφο μετά την μνημονιακή στροφή. Είχε μάλιστα δηλώσει ότι τυχόν αποδοκιμασία σε αυτή την δευτερεύουσα κάλπη θα οδηγούσε άμεσα σε προκήρυξη προώρων εκλογών. Ο χειρισμός εκείνος, ουδόλως επέφερε αναβάπτιση ωστόσο οδήγησε στην εκλογή αρκετών πράσινων περιφερειαρχών.
• Πάνω από όλα τον σκοπό αυτό υπηρετεί η εργαλειοποίηση της ελληνικής μειονότητας στην Βόρειο Ήπειρο, προκειμένου να λειτουργήσει η υποψηφιότητα Μπελέρη ως ένας εθνικός στόχος-σημαία και να αποκτήσει επιτέλους αυτή η κάλπη μια κάποια ψυχολογική διακύβευση για τους νεοδημοκράτες, που εμφανίζανε μέχρι τώρα πολύ αδύναμο εκλογικό reason why.

Μπελέρης

Η υποψηφιότητα του φυλακισμένου δημάρχου λίγα προσθέτει όσον αφορά στην εκπροσώπηση αυτού του τμήματος του ελληνισμού στην ήδη υφιστάμενη υποψηφιότητα, του καταξιωμένου Πύρρου Δήμα. Υποτίθεται όμως ότι προσελκύει την διεθνή προσοχή στα υφιστάμενα προβλήματα του κράτους δικαίου στην Αλβανία, πράγμα ωφέλιμο για μας.

Η υπόθεση των δικαιωμάτων της μειονότητας κι ευρύτερα του κράτους δικαίου, είναι αμφίβολο αν συμφέρει την ίδια την μειονότητα το να περιορίζεται σε ένα διακρατικό πλαίσιο, με την απειλή διαφόρων βέτο. Προκρίνεται έτσι η γλώσσα της ισχύος κι όχι των πανανθρώπινων αξιών και μάλιστα με απροσχημάτιστο τρόπο.

Ads

Επιπλέον είναι αμφίβολης σωφροσύνης η εκ νέου εμπλοκή της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής στο βαλκανικό παζάρι, κατά το συγκεκριμένο momentum.

Τέλος, είναι βλαπτική η απροκάλυπτη κομματικοποίηση μιας τέτοιας υπόθεσης, που μεταφερόμενη στην εσωτερική πολιτική σκηνή καθίσταται αντικειμενικώς πεδίο πολιτικής διαμάχης.

Πλεονέκτημα

Παρότι η πρόθεση του κ Πρωθυπουργού είναι εμφανώς τυχοδιωκτική κι ανεύθυνη, δεν σημαίνει ότι εκλογικά δεν θα του αποδώσει. Αν μάλιστα του γίνει η χάρη της δαιμονοποίησης του προσώπου του Μπελέρη, τότε θα έχουμε μια νέα περίπτωση Κιμπουρόπουλου-Πολάκη, όπου ο πολιτικός αντίπαλος θα φανεί ως ο ανάλγητος που, εν προκειμένω, κατηγορεί έναν αδίκως φυλακισμένο πατριώτη.

Το βέβαιο είναι ότι ο αδίστακτος κ. Μητσοτάκης επιχειρεί να ρίξει στην μάχη της υφιστάμενης ευρωελαφρότητας, μια σειρά από «βαριά χαρτιά», προκειμένου να προσδώσει στην αναμέτρηση την πολιτική βαρύτητα και διακύβευση που τον συμφέρει.

Οι πλείστοι των αντιπάλων του έχουν περιοριστεί μέχρι τώρα πράγματι σε ελαφρές μεθόδους, αποφεύγοντας την αντιπαράθεση παρατακτών δυνάμεων στο πεδίο κι αποφεύγοντας έτσι την έκκληση των βολικών αντισύριζα αντανακλαστικών. Με την έννοια αυτή, επιχειρούν να υποκλέψουν ένα θετικό αποτέλεσμα, που να αφορά αποκλειστικά στην δυσαρέσκεια του κοινού προς τα έργα και τις ημέρες του πράττοντος (κυβέρνηση) κι όχι των δικών τους.

Είναι χαρακτηριστικό της διαφοράς στην φύση των πολιτικών κινήσεων ότι ενώ ο Αρχιεπίσκοπος ευλογούσε την υποψηφιότητα Μπελέρη, στην ελαφρά ταξιαρχία του ΣΥΡΙΖΑ ασχολούντο ενδελεχώς με τα Άπαντα Παπανώτα εναλλάξ με θαύματα εξ απαλών ονύχων.

Η μάχη της ατζέντας

Η πείρα δείχνει ότι όποιος καταφέρει τελικώς να επιβάλει την ατζέντα του, συνήθως κερδίζει και την αναμέτρηση. Εμμέσως, αυτό εκφράζει το στρατηγικό πλεονέκτημα Μητσοτάκη (κυβερνησιμότητα). Εντέλει όσο κι αν αγανακτήσουν οι ψηφοφόροι του, δεν πρόκειται να απειληθεί από τον «κανέναν».

Αυτόν τον «κανένα» τον υπενθύμισε τόσο η αδυναμία περαιτέρω συνεννόησης των αντιπάλων του στο εσωτερικό, παρά την συνεννόηση των ευρω-ομάδων τους στο θέμα της ευρωκαταδίκης, όσο και η ανερμάτιστη παρουσία τους στην πρόταση μομφής. Το κυριότερο δε είναι ότι στο βάθος του κήπου, όλοι διακρίνουν πως τα θραύσματα που υποδύονται σήμερα τα πολιτικά κόμματα της αντιπολίτευσης, δεν συνομιλούν καν. Πολύ περισσότερο δεν σκέφτονται να συγκροτήσουν κάποια συμμαχία εγκάρδιας συνεννόησης, έτσι ώστε να επισείουν απέναντι του Μητσοτάκη μια κάποια κυβερνητική εναλλακτική, έστω και στα χαρτιά.