Η επιστημονική έρευνα έχει ενταχθεί στην παραγωγική διαδικασία και στην κυκλοφορία των αγαθών, με συνέπεια:

Ads

α) την υπαγωγή της έρευνας στις νόρμες της ηγεμονεύουσας αγοραίας νεοφιλελεύθερης ατζέντας,

β) την πρωτοφανή μαζικοποίηση του ερευνητικού προσωπικού και γ) την τρομακτική ποσοτική μεγέθυνση της παραγόμενης νέας ερευνητικής γνώσης και καινοτομίας.

Ωστόσο, για τον ερευνητή και πανεπιστημιακό η έρευνα αποτελεί καθοριστικό διακριτό γνώρισμα, στοιχείο ταυτότητας του, σε μια σχεδόν υπαρξιακή σχέση, που τον διαφοροποιεί από τους εκπαιδευτικούς των άλλων βαθμίδων εκπαίδευσης.

Ads

Ο πανεπιστημιακός ερευνητής του Ενιαίου Χώρου Ανώτατης Εκπαίδευσης και Έρευνας διδάσκει αυτό που ο ίδιος παράγει μέσα από τη διαδικασία της έρευνας (βιβλιογραφική ενημέρωση, τυποποίηση, σύγκριση, ταξινόμηση της πρωτογενούς επιστημονικής πληροφορίας). 

Οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές που προτάσσουν την ιδιώτευση και την ατομικότητα, σε μια προσπάθεια χειραγώγησης της έρευνας και της διδασκαλίας, έχουν επιβάλει καινοφανή χαρακτηριστικά στην ερευνητική πρακτική στο δημόσιο πανεπιστήμιο. Ειδικότερα:

1. Υποβαθμίστηκαν οι βαθμοί ελευθερίας στην έρευνα, με την επιλογή των ερευνητικών αντικειμένων και των ερευνητικών στόχων να καθορίζονται συχνά με αγοραία αντί ακαδημαϊκά κριτήρια, από την κρατική γραφειοκρατία/χρηματοδότη και όχι ανεξάρτητα ή έστω σε συνεργασία με την ακαδημαϊκή κοινότητα.

2. Το δημόσιο λειτουργεί υπό την ηγεμονία του ιδιωτικού, με κυρίαρχο δόγμα τη σύμπραξη του δημόσιου με το κρατικοδίαιτο ιδιωτικό, που εξυπηρετεί κυρίως οικονομικά οφέλη του ιδιωτικού και αποτελεί μια ακόμη οδό χαριστικής διοχέτευσης κρατικού χρήματος στον ιδιωτικό τομέα. 

3. Η παραγόμενη γνώση μετατρέπεται σε αγοραίο εμπόρευμα, δεν διαθέτει επαρκή χρόνο ωρίμανσης, παύει να έχει αξιώσεις επιστημονικής γνώσης και υποβαθμίζεται σε αναλώσιμη επιστημονική πληροφορία, της οποίας ο «χρόνος ημιζωής» στις περιοχές αιχμής μετριέται σε μήνες.

4. Τα ερευνητικά αποτελέσματα κοινοποιούνται έμμεσα και καθυστερημένα στην ακαδημαϊκή κοινότητα μέσω δημοσιεύσεων, εάν αυτές υπάρξουν, και άμεσα μόνο στην πηγή της χρηματοδότησης.

5. Η αξιολόγηση των ερευνητικών προτάσεων και το πολύ μικρό ποσοστό αυτών που τελικά λαμβάνει χρηματοδότηση επί του συνόλου των υποβαλλόμενων προτάσεων, δημιουργεί καχυποψία και αφήνει περιθώρια ανάπτυξης πελατειακών σχέσεων.

6. Η δημοσίευση των ερευνητικών αποτελεσμάτων ακολουθεί διαδικασίες πλήρους παραλογισμού: μέσω των περιοδικών ανοιχτής πρόσβασης που πλέον κυριαρχούν σε πολλές επιστημονικές περιοχές, ο ερευνητής παραγωγός της νέας γνώσης πληρώνει αδρά ο ίδιος αυτόν ο οποίος θα χρησιμοποιήσει τη νέα γνώση. Δηλαδή, είναι σαν να πληρώνει ο γεωργός τον καταναλωτή για να καταναλώσει τα προϊόντα που ο γεωργός παράγει. Επιπλέον, οι κρίσεις των άρθρων είναι συχνά προσχηματικές, καθώς οι εκδοτικοί οίκοι των περιοδικών αντιμετωπίζουν τον ερευνητή ως «πελάτη», λόγω και της πληθώρας των εργασιών που υποβάλλονται προς δημοσίευση.

7. Η αξιολόγηση της ποιότητας της έρευνας γίνεται με βάση ποσοτικούς δείκτες και βιβλιομετρικά κριτήρια (αριθμός δημοσιεύσεων σε περιοδικό με υψηλό συντελεστή απήχησης, αριθμός αναφορών με βάση διάφορους δείκτες κατά Google, Scopus ή Web of Sciences, αριθμός και σειρά των συγγραφέων που συμμετέχουν στην δημοσίευση, έρευνα άμεσα συνδεδεμένη με την παραγωγή, κτλ). Η πρακτική αυτή μετατρέπει την ποιότητα σε ποσότητα κατά παράβαση κάθε λογικής δεοντολογίας. Πρόκειται για καταστρατήγηση των κανόνων της ακαδημαϊκότητας και κατά περίεργο λόγο αυτός ο ανορθολογισμός φαίνεται να γίνεται αποδεκτός από τους πανεπιστημιακούς και τους ερευνητές, εάν δεν υποστηρίζεται κιόλας.

8. Οι ποσοτικές μετρήσεις ανάγονται σε ποιοτικά χαρακτηριστικά και μάλιστα αποτελούν κριτήρια για τη διεκδίκηση ανταγωνιστικών ερευνητικών προγραμμάτων συνεχίζοντας και ενισχύοντας το φαύλο κύκλο του ανορθολογισμού. 

9. Η πολιτεία αφήνει αδρανές και αναξιοποίητο το ανθρώπινο ερευνητικό δυναμικό, μη παρέχοντας τα εργαλεία και τα μέσα (όπως χρηματοδότηση) στους πανεπιστημιακούς και ερευνητές, ώστε αυτοί να ασκήσουν το ερευνητικό τους έργο. Αυτή είναι μια αντιπαραγωγική κατάσταση με δυσμενείς συνέπειες για τους ίδιους τους ερευνητές, την επιστήμη, την κοινωνία και την οικονομία.

10. Ο υπέρμετρος ανταγωνισμός για χρηματοδότηση θολώνει την υγιή ερευνητική κουλτούρα της συνεργασίας, της δημιουργικότητας και της κριτικής στάσης και ενισχύει τη διαπλοκή και τις σχέσεις εξουσίας.

11. Οι ερευνητές αποτελούν ευάριθμη κοινωνική κατηγορία με παγκόσμια εξάπλωση, επιφορτισμένη με την «αξιοποίηση» του τεράστιου όγκου πρωτογενών ερευνητικών δεδομένων που, χάρη στην ανάπτυξη της τεχνολογίας, συσσωρεύτηκαν και αποθηκεύτηκαν σε τεράστιες ηλεκτρονικές βάσεις. 

12. Η παραγωγή νέας ερευνητικής γνώσης έχει μαζικοποιηθεί και αποπροσωποποιηθεί, με αποτέλεσμα ο πανεπιστημιακός να έχει μετατραπεί από ελεύθερο παραγωγό γνώσης σε προλετάριο ενταγμένο σε μια αλυσίδα παραγωγής και μεταφοράς πληροφορίας. Κάτι σαν τον εργάτη στην εμβληματική ταινία του Τσάρλι Τσάπλιν «Μοντέρνοι Καιροί» (1936). 

13. Αυτή η αλυσίδα διακίνησης της πληροφορίας διαμόρφωσε τη διαστρωμάτωση των ερευνητικών ομάδων σε τρεις κατηγορίες, αναπτύσσοντας σχέσεις εξουσίας και ενισχύοντας τις ανισότητες ως προς τη χρηματοδότηση, την κοινωνική και την επαγγελματική καταξίωση, ως εξής: α) ερευνητές που εκτελούν πειραματική εργασία «φασόν» με στόχο τον εμπλουτισμό των βάσεων δεδομένων σε πληροφορία, β) ερευνητές που διαχειρίζονται τα εργαλεία επεξεργασίας και συστηματοποίησης των πρωτογενών δεδομένων και παράγουν στοιχειώδη πρωτογενή γνώση, γ) ερευνητές που επεξεργάζονται στοιχειώδεις γνώσεις και δημιουργούν γνωστικά σχήματα και θεωρίες.

14. Το ιδεολογικό στοιχείο της επιστήμης και έρευνας έχει υπαχθεί στην υπηρεσία του τεχνοκρατικού οπτιμισμού. Ο τεχνοκράτης, δήθεν αίρεται έξω από την κοινωνία και τις σφοδρές κοινωνικές διαμάχες που λαμβάνουν χώρα εντός του αγοραίου νεοφιλελεύθερου πλαισίου των κοινωνικών ανισοτήτων και επομένως, δήθεν ελεύθερος κοινωνικών δεσμεύσεων και πολιτικών σκοπιμοτήτων, προτείνει «αντικειμενικές λύσεις» για τα διάφορα ζητήματα. Με τον τρόπο αυτό ο τεχνοκράτης αναλαμβάνει τη νομιμοποίηση της κοινωνίας των ανισοτήτων στο όνομα του επιστημονικού τεκμηρίου. Το θλιβερό σε αυτή την ιστορία είναι ότι οι άμεσα θιγόμενοι, πανεπιστημιακοί, μοιάζουν να έχουν ελάχιστη συνείδηση αυτής της κατάστασης και δεν αντιδρούν, εάν δεν υπερθεματίζουν κιόλας, ενώ ελάχιστοι αποτραβιούνται στο περιθώριο.

Ωστόσο, το δημόσιο πανεπιστήμιο εξακολουθεί να είναι δημόσιο και πανεπιστήμιο. Στο βαθμό που επιδιώκεται να διατηρηθεί ο δημόσιος χαρακτήρας του και ο πανεπιστημιακός ερευνητής να παραμείνει αξιοπρεπής ελεύθερος παραγωγός νέας γνώσης, πρέπει να απαιτηθούν μέτρα που θα ενισχύουν:

1) τον ακαδημαϊκό χαρακτήρα της έρευνας,
2) την αύξηση της χρηματοδότησης της έρευνας,
3) τη διαφάνεια στη χρηματοδότηση των ερευνητικών προγραμμάτων,
4) τη δημόσια αξιολόγηση της ποιότητας με βάση ακαδημαϊκά κριτήρια,
5) τη λογοδοσία του χρηματοδοτούμενου ερευνητή,
6)  το δημόσιο έλεγχο των προϊόντων της έρευνας, καθώς και
7) την ελεύθερη χρήση των ερευνητικών αποτελεσμάτων.

Οι παραπάνω άξονες χρήζουν περαιτέρω εξειδίκευσης.

  • Ο Γ. Στάμου είναι ομότιμος καθηγητής στο ΑΠΘ, η Ε. Παπαθεοδώρου είναι καθηγήτρια στο ΑΠΘ, ο Α. Κυπάρος είναι καθηγητής στο ΑΠΘ