Το πρώτο μήνυμα από τα αποτελέσματα των αυτοδιοικητικών εκλογών προέρχεται αναμφίβολα από τη μεγάλη αποχή.

Ads

Δεν μπορεί κανείς να εξάγει συμπεράσματα για εκλογές, στις οποίες οι μισοί ψηφοφόροι επέλεξαν να μην ψηφίσουν, χωρίς να εξηγεί με πολιτικούς όρους αυτή τη μεγάλη αποχή.

Η αποχή, ακόμη και εκεί όπου εκφράζει αδιαφορία, συνιστά μια συνειδητή πολιτική επιλογή. Που στέλνει ένα ηχηρό μήνυμα αποτυχίας του πολιτικού συστήματος στο σύνολό του. Όποιος απέχει από τις εκλογές στέλνει μήνυμα δυσαρέσκειας τόσο απέναντι σε αυτούς που διαχειρίζονται την κυβερνητική εξουσία, όσο όμως και σε εκείνους που ασκούν αντιπολίτευση.

Όταν ο ένας στους δυο ψηφοφόρους δεν δέχεται να μπει στη λογική να επιλέξει ποιος περιφερειάρχης και ποιος δήμαρχος θα τον διοικήσουν τα επόμενα χρόνια, όπως αντίστοιχα δεν μπήκε και στη λογική να επιλέξει πριν λίγους μήνες αυτούς που θέλει να τον κυβερνήσουν, τότε κάτι σοβαρό συμβαίνει που πρέπει να απασχολήσει όλους.

Ads

Η μεγάλη αποχή στέλνει το μήνυμα ότι οι πολίτες που δεν ψηφίζουν δεν βλέπουν τίποτε καλό στη δημόσια ζωή. Που σημαίνει ότι δεν βλέπουν καμία ελπίδα η πολιτική να διορθώσει τα πράγματα ούτε στην πλευρά της κυβέρνησης, ούτε όμως και στην πλευρά της αντιπολίτευσης.

Κι αυτό είναι πάρα πολύ κακός δείκτης για το επίπεδο της δημόσιας ζωής, αλλά και ήχος συναγερμού για την ποιότητα των θεσμών της δημοκρατίας.

Οποιοσδήποτε πανηγυρισμός για επικράτηση και για θριαμβευτικό ποσοστό στους μισούς ψηφοφόρους που προσήλθαν να ψηφίσουν, ακυρώνεται κάτω από το πρίσμα της ταυτόχρονης αποδοκιμασίας από το σύνολο όσων απείχαν.

Κάτι δεν πάει καλά στη δημόσια ζωή και κανείς δεν δικαιούται να θριαμβολογεί γι’ αυτό.

Το δεύτερο πολιτικό μήνυμα των εκλογών προέρχεται ασφαλώς από την επικράτηση των υποψηφίων του κυβερνώντος κόμματος. Η ΝΔ, έχοντας εξ αρχής επιλέξει να πολιτικοποιήσει τις αυτοδιοικητικές εκλογές, ερμηνεύει τώρα τα αποτελέσματα σαν δικό της πολιτικό θρίαμβο.

Η επικράτηση κυβερνητικών υποψηφίων πάντως, συχνά με μεγάλα ποσοστά, μειώνεται στο μισό, αν λάβει κανείς υπόψη του την αποχή ως ψήφο πολιτικής δυσαρέσκειας.

Ο περιφερειάρχης Κεντρικής Μακεδονίας, για παράδειγμα, αλλά και άλλοι κυβερνητικοί υποψήφιοι, που κατήγαγαν θρίαμβο και εξελέγησαν με ποσοστά 60% ή και μεγαλύτερα, με δεδομένη την αποχή στο 50%, έλαβαν στην πραγματικότητα μόλις το 30% των ψήφων επί του συνόλου του εκλογικού σώματος. Ένα αποτέλεσμα που μόνο για θρίαμβο δεν είναι.

Αντίστοιχα, βεβαίως, μειώνεται και η επιρροή της αντιπολίτευσης στο μισό των καταγεγραμμένων αποτελεσμάτων, αν ληφθεί υπόψη το σύνολο των ψηφοφόρων, συμπεριλαμβανομένης της αποχής ως ψήφου πολιτικής δυσαρέσκειας.

Σε κάθε περίπτωση πάντως, η επικράτηση των κυβερνητικών υποψηφίων έναντι εκείνων της αντιπολίτευσης, έστω και συρρικνωμένη λόγω αποχής, έχει τη δική της ξεχωριστή σημασία.

Εδώ το μήνυμα έχει δυο διαφορετικές αναγνώσεις.

Η πλευρά της ΝΔ το ερμηνεύει σαν επιτυχία της κυβέρνησης και σαν ένδειξη ικανοποίησης των πολιτών από την κυβερνητική πολιτική.

Η άλλη ανάγνωση είναι ότι οι κυβερνητικοί υποψήφιοι επικράτησαν γιατί είχαν στη διάθεσή τους περισσότερα μέσα, περισσότερους πόρους και περισσότερη επικοινωνιακή προβολή.

Δείτε τα χρήματα που ξόδεψαν οι κυβερνητικοί υποψήφιοι που επικράτησαν, δείτε τα εκλογικά κέντρα που είχαν στη διάθεσή τους, δείτε τα φυλλάδια που διένειμαν, το στελεχιακό δυναμικό των εκλογικών τους γραφείων και την οργάνωση που διέθεταν, καθώς και τον τηλεοπτικό χρόνο που είχαν στη διάθεσή τους για να προβληθούν. Κι αυτό όχι μόνο κατά την προεκλογική περίοδο, που και σε αυτήν ακόμη είχαν τη μερίδα του λέοντος στον χρόνο της τηλεθέασης, μια και είχαν ευκαιρία να εμφανιστούν σε όλα τα ΜΜΕ, αλλά και πριν από τις εκλογές.

Και στη συνέχεια, συγκρίνετε αυτές τις ευκαιρίες των κυβερνητικών με τις αντίστοιχες των υποψηφίων της αντιπολίτευσης, για να αντιληφθείτε τι σημαίνει άνισος εκλογικός αγώνας.

Μια παρατήρηση που έρχεται να στείλει ακόμη ένα μήνυμα, μαζί με αυτό της αποχής, για την ποιότητα των δημοκρατικών θεσμών.

Καθώς με σαφήνεια υποδηλώνει ότι σε αυτή τη χώρα όλοι έχουμε ίσες ευκαιρίες, σύμφωνα με το Σύνταγμα, να εκλεγούμε στις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές. Όσοι όμως στηρίζονται από την κυβέρνηση Μητσοτάκη, αποδεικνύεται ότι έχουν πολύ περισσότερες…

Η παρατήρηση αυτή εξηγεί πλήρως τη θριαμβευτική επανεκλογή Μπέου στο Βόλο, αλλά και την με μεγάλο ποσοστό επικράτηση Αγοραστού στη Θεσσαλία. Καθώς είναι οι φιλοκυβερνητικοί αυτοδιοικητικοί που, ενώ η αδράνειά τους να θωρακίσουν αντιπλημμυρικά τις περιοχές τους έγινε αιτία για να πνιγούν άνθρωποι, να καταστραφούν περιουσίες και να υπονομευτεί το μέλλον της οικονομικής ανάπτυξης στις περιοχές ευθύνης τους, παρόλα αυτά επικράτησαν άνετα στις εκλογές.

Τα παραδείγματα επεκτείνονται και σε πολλούς ακόμη αποτυχημένους δημάρχους και περιφερειάρχες που επικράτησαν επειδή στηρίζονταν από την κυβέρνηση.

Ακόμη και ο δήμαρχος Ναυπλιέων, που συνελήφθη να αφήνει περιττώματα έξω από το σπίτι του πολιτικού του αντιπάλου, επιβραβεύτηκε και επικράτησε στις εκλογές.

Για να το κάνουμε σαφές οι πολίτες, υπερψηφίζοντας τους εκπροσώπους της κυβέρνησης στους δήμους και τις περιφέρειες, δεν μπορεί να εξέφρασαν την ικανοποίησή τους από την πολιτική της ακρίβειας και της φτωχοποίησης των πολλών, ούτε και από την απουσία έργων αντιπυρικής και αντιπλημμυρικής προστασίας που έγινε αιτία να καεί και να πνιγεί η μισή Ελλάδα. Και που αν η κυβέρνηση συνεχίσει με την ίδια πολιτική, θα καεί και θα πνιγεί και η υπόλοιπη μισή που γλίτωσε αυτό το καλοκαίρι.

Γιατί, ως γνωστόν, η κλιματική κρίση είναι μπροστά μας, ενώ τα έργα προσαρμογής σε αυτήν και μετριασμού των συνεπειών των φυσικών καταστροφών, με ευθύνη των κυβερνώντων και των διοικούντων δήμους και περιφέρειες, έχουν μείνει τραγικά πίσω.

Το κεντρικό μήνυμα από τις αυτοδιοικητικές εκλογές επιβεβαιώνει τη ρήση του Γεωργίου Παπανδρέου. Ο οποίος είχε πει ότι όταν οι αριθμοί ευημερούν, οι άνθρωποι υποφέρουν. Στη δική μας περίπτωση αυτό ισχύει ακόμη και με τους αριθμούς των αποτελεσμάτων των πρόσφατων εκλογών.

Ούτε οι πολίτες εκφράστηκαν ελεύθερα στις εκλογές, αφού οι μισοί δεν προσήλθαν να ψηφίσουν. Κι από την άλλη, η ελεύθερη έκφραση των άλλων μισών που προσήλθαν, όπως εκ του αποτελέσματος προκύπτει, επηρεάστηκε καθοριστικά από τον πακτωλό των κρατικών χρημάτων, από την απροκάλυπτη κυβερνητική στήριξη και από την γενναία επικοινωνιακή προβολή στα ΜΜΕ.

Και βέβαια, ούτε και εξελέγησαν τελικά οι καλύτεροι, αλλά όσοι υποστηρίχθηκαν με μέσα, πόρους και επικοινωνιακή προβολή από την κυβέρνηση.

Η μεγάλη αποχή από τις εκλογές, η ανισότητα των ευκαιριών και η αξιοποίηση των κρατικών μέσων και πόρων υπέρ των κυβερνητικών υποψηφίων δεν είναι καθόλου καλοί δείκτες για την ποιότητα των θεσμών της δημοκρατίας. Κι αυτό είναι ένα μήνυμα που μόνο απαρατήρητο δεν μπορεί να περάσει…

*Ο Γιάννης Μυλόπουλος είναι Καθηγητής, πρώην Πρύτανης ΑΠΘ, Μέλος ΚΕ ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ