Το 2022, χρονιά θλιβερού συνδυασμού πανδημίας και πολέμου ΝΑΤΟ-Ρωσίας (Ουκρανίας-Ρωσίας σύμφωνα με τα δυτικά ΜΜΕ), η φτώχεια παγκοσμίως άρχισε πάλι να αυξάνεται μετά από 25 χρόνια καθοδικής πορείας.

Ads

Τη χρονιά αυτή, σύμφωνα με τον ΟΗΕ, περίπου 75 εκατομμύρια επιπλέον ανθρώπων εξωθήθηκαν σε ακραία φτώχεια με το συνολικό αριθμό να ξεπερνάει τα 650 εκατομμύρια. Έντονη όμως είναι και η φτωχοποίηση των εργαζομένων καθώς, σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, περίπου 8 εκατομμύρια εργαζομένων πέρασαν σε καθεστώς ακραίας φτώχειας το 2022.  

Παράλληλα, αυτή τη χρονιά, παρατηρήθηκε εκ νέου αύξηση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, η συγκέντρωση των οποίων πλέον στην ατμόσφαιρα έχει διπλασιαστεί σε σχέση με την προβιομηχανική εποχή. Με αυτήν την προοπτική θεωρείται αδύνατον να επιτευχθεί ο στόχος της Συμφωνίας του Παρισιού για το κλίμα, δηλαδή συγκράτηση της αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη στους δύο βαθμούς Κελσίου. Εξάλλου ακόμα και αν από θαύμα επιτευχθεί αυτός ο στόχος, οι αρνητικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στον πλανήτη και την ανθρώπινη ζωή θα είναι τεράστιες αλλά ενδεχομένως, και σε κάποιο βαθμό, διαχειρίσιμες.

Ωστόσο, στον αντίποδα των παραπάνω, το 2022, οι μεγάλοι πετρελαϊκοί κολοσσοί ξεδιάντροπα ανακοινώνουν κέρδη δεκάδων δισεκατομμυρίων (40 δισ. η Shell, 56 δισ. η Exxon και 36 δισ. η Chevron ενώ παρομοίως αναμένετε για τις υπόλοιπες εταιρείες του κλάδου) που μάλιστα ξεπερνούν δικά τους ρεκόρ πολλών χρόνων. Τα κέρδη αυτά προέρχονται από τις πολύ υψηλές τιμές των καυσίμων τη προηγούμενη χρονιά που ώθησαν και συνεχίσουν να ωθούν τους φτωχούς στο θάνατο και τους μικρομεσαίους στη φτωχοποίηση.

Ads

Το ίδιο ξεδιάντροπα η Shell ανακοίνωσε ότι δεν θα αυξήσει τις επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και ενεργειακές λύσεις, που πέρυσι κυμάνθηκαν στα 3,5 δισ. και τα οποία, αν και αποτελούν ρεκόρ για την εταιρεία, αντιστοιχούν σε λιγότερο από τις μισές επενδύσεις της σε έρευνα και εξόρυξη πετρελαίου και φυσικού αερίου. Φυσικά το περιβαλλοντικό, οικονομικό και κοινωνικό κόστος της εξόρυξης δεν το επωμίζεται η εταιρεία αλλά οι κάτοικοι της, συνήθως φτωχής, ευρύτερης περιοχής.

Οι παραπάνω αντιφάσεις φανερά καταδεικνύουν το γεγονός ότι τα κέρδη κάποιων λίγων μετόχων και μεγαλοστελεχών προέρχονται από τα κόστη κάποιων, υπερβολικά πολλών, ανθρώπων. Των σημερινών γενεών που επιβαρύνονται με φτώχεια και υποβάθμιση περιβάλλοντος και των μελλοντικών που απειλούνται από την κλιματική αλλαγή. Για αυτό, χωρίς όριο και αναδιανομή των υπερκερδών δεν υπάρχει καμία ελπίδα για την αντιμετώπιση της περιβαλλοντικής και της ανθρωπιστικής κρίσης αντίστοιχα.