Ηττα με 9,5 μονάδες διαφορά είναι μεγάλη. Ένα μέρος της μπορεί να εξηγηθεί από τη «χαλαρή ψήφο», που παραδοσιακά πλήττει την κυβέρνηση στις ευρωεκλογές. Ένα άλλο κομμάτι έχει να κάνει με την τιμωρητική διάθεση που επέδειξε απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ η «σιωπηρή πλειοψηφία», η οποία επίσης βλέπει τις ευρωεκλογές ως μια ευκαιρία να εκφράσει την οργή της. Όχι, βέβαια, πάντα και την κοινωνικο-πολιτική της τοποθέτηση. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η διαφορά της κάλπης είναι μεγάλη.

Ads

Ερώτηση: Δύο μήνες πριν, τότε που ο Τσίπρας δεν είχε εξαγγείλει και νομοθετήσει τα μόνιμα μέτραελάφρυνσης, η διαφορά ήταν μικρότερη; Όχι, ήταν μεγαλύτερη βάσει των επιβεβαιωμένων πλέον δημοσκοπήσεων. Όπως, ακόμη μεγαλύτερη ήταν πριν από 6 μήνες. Αρα, το 9,5% διαφορά είναι το αποτέλεσμα της μείωσης της διαφοράς από τον ΣΥΡΙΖΑ, την τελευταία περίοδο. Υψηλή η τιμή μεν, πτωτική η τάση δε. Μια διαφορά, που φλέρταρε με το 15% πριν από ένα χρόνο, αλλά από την έξοδο της χώρας από τα μνημόνια και μετά μειώνεται.

Το πρόβλημα για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι μειωνόταν με πολύ αργό ρυθμό. Κάτι που θέλησε να βελτιώσει ο πρωθυπουργός, με την ανακοίνωση του μεγάλου πακέτου κοινωνικής στήριξης, ελπίζοντας ότι ο κόσμος θα λάβει το μήνυμα της πραγματικής εξόδου από τα μνημόνια. Και όντως, λειτούργησε και αυτό. Όλες οι δημοσκοπήσεις των τελευταίων ημερών κατέγραφαν μια κοινή τάση. Ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε έδαφος. Όμως, λίγο. Το χρονικό διάστημα ήταν σύντομο, η αφετηρία πολύ αρνητική. Δεν τα κατάφερε.

Τα αίτια της μεγάλης ήττας (των ευρωεκλογών) θα πρέπει να τα αναζητήσουμε στην πρώτη περίοδο διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, τότε που μπροστά σε ένα πρωτοφανές κύμα καταστροφολογίας και πλιατσικολογίας το οποίο αναπτύχθηκε εναντίον του, χωρίς δική του ασπίδα επικοινωνίας, δεν αντιστάθηκε, δεν διατήρησε δυνάμεις, δεν εμπόδισε το μιντιακό σύστημα να κατευθύνει τη γενική λογική. Τότε διαμορφώθηκε ένα κλίμα, το οποίο στη συνέχεια παγιώθηκε στην κοινωνία.

Ads

Ναι, από τότε άλλαξαν πολλά. Από την έξοδο της χώρας από τα μνημόνια και μετά, η κυβέρνηση βγήκε στην επικοινωνιακή αντεπίθεση, άρχισε να ξαναπλησιάζει τον κόσμο της, βελτίωσε κατά πολύ τη γενική εικόνα. Βέβαια, η ζημιά η οποία είχε προηγηθεί ήταν τόσο μεγάλη, που η τελική του αντεπίθεση δεν μπόρεσε να ρίξει τη διαφορά κάτω από τις 9,5 μονάδες (από τα διπλάσια επίπεδα που είχε φτάσει παλαιότερα). Όμως, ο Τσίπρας επιμένει.

Θέτει στο λαό για δεύτερη φορά το ίδιο ερώτημα, το ίδιο δίλημμα, τον καλεί να πάρει την ίδια απόφαση, που τον κάλεσε να πάρει και στις ευρωεκλογές. Μόνο που αυτή τη φορά ο λαός θα ξέρει ότι η απόφασή του έχει θεσμικές δεσμεύσεις. Σαν να θέλει να «ταρακουνήσει» συνειδήσεις, επιλέγει να οδηγηθεί άμεσα στη λαϊκή ετυμηγορία, επιλέγοντας κάτι διαφορετικό από αυτό που είχε κάνει ο Αντώνης Σαμαράς, το 2014. (Όπως αποδεικνύεται για άλλη μια φορά, δεν σκέφτονται όλοι το ίδιο).

Υπάρχει μια μεγάλη διαφορά 9,5 μονάδων. Όμως, υπάρχει και μια θετική δυναμική στην κοινωνία αυτή τη στιγμή, όσο χαμηλή και αν ήταν η αφετηρία της. Η εκλογική αποτύπωση λειτουργεί ανασταλτικά, όμως η τάση δεν θα αλλάξει, γιατί έχει σαφή ιδεολογικά χαρακτηριστικά.

Ο Τσίπρας ελπίζει σε ένα ιδεολογικό ντεμαράζ. Το επόμενο διάστημα θα επιδιώξει να ανοίξει στην ελληνική κοινωνία ένα μεγάλο πολιτικό διάλογο, ο οποίος στο τέλος της ημέρας θα κρίνει προγράμματα και θα επιλέξει ιδεολογική κατεύθυνση. Θα πάρει, δηλαδή, αποφάσεις ζωής. Και αυτή είναι μια άλλη συζήτηση, διαφορετική από την κουβέντα των ευρωεκλογών.  Ο Τσίπρας ελπίζει σ’ αυτό το διαφορετικό κριτήριο και εμπιστεύεται την αυθεντική κρίση του ελληνικού λαού, πέρα από κομματικούς τακτικισμούς. Στο παρελθόν, του βγήκε. Για να δούμε, αν του βγει και πάλι.

(*) Ο Γιώργος Χριστοφορίδης είναι δημοσιογράφος – οικονομολόγος.