Είναι φορές που εμφανίζεται στη γη κάποιος που είναι μισός δαίμονας και μισός άγγελος  και μπερδεύεται κανείς κοιτάζοντας πότε το φωτοστέφανο στο κεφάλι του και πότε τη φιδίσια ουρά στον κώλο του.

Ads

Εκείνος όμως γνωρίζει ότι ήρθε εδώ για φέρει την ομορφιά και τη χάρη, για να κλέψει και να βοηθήσει, να στείλει τους ανθρώπους στα ουράνια και τον εαυτό του στη κόλαση.

Γνώριζει καλά ότι η πραγματικότητα είναι σκληρή, όμως μέσα στο γήπεδο όλα εξαφανίζονται, τα προβλήματα, η καθημερινότητα ακόμα και ο ίδιος που κοιτάει απο ψηλά απολαμβάνοντας, το σώμα του να χορέυει με  τη μπάλα και τους γύρω του.

Είναι ο Ντίεγκο λοιπόν που για να μαζέψει χρήματα για την εγχείρηση ενός παιδιου οργανώνει ποδοσφαιρικό αγώνα σε χωμάτινο γήπεδο γεμάτο λακκούβες και λάσπες και είναι ο Μαραντόνα που ξοδεύει ασύστολα όλα του τα χρήματα στις γυναίκες και στα ναρκωτικά.

Ads

Αυτός που σε ένα ματς χρησιμοποιεί το χέρι του Θεού εξαπατώντας και μετά το πόδι του διαβόλου σκοράροντας, συμφιλιώνοντας τελικά τις δυο προαιώνιες δυνάμεις και πλάθοντας ένα μύθο.

Οι φτωχοί της Νάπολης είχαν την εικόνα του δίπλα στη Παναγία, στην Αργεντινή βάφτιζαν τα παιδιά με το όνομα του όμως εκείνος συνέχιζε να κερδίζει στην  αλάνα των ονείρων του και να χάνει στο γήπεδο των παθών του.

Με τον Ντιέγκο έλεγε ο προπονητής του πάω μέχρι τη άκρη του κόσμου με το Μαραντόνα ούτε μέχρι το περίπτερο να πάρω τσιγάρα. Είναι φορές που το ταλέντο αδυνατεί να προσκομίσει τα  κατάλληλα έγγραφα και χρειάζεται την ασεβή σπατάλη του εαυτού του για να μπορέσει να σταθεί στα ξυλοπόδαρα του.

Μπροστά στην συντριπτική έλευση της ομορφιάς ο κοινός θνητός είναι έτοιμος να δώσει συγχωροχάρτι στη αμαρτία που τη συνοδεύει, ίσως γιατί βαρέθηκε να κοπιάζει κάθε μέρα για την ηθική που του λείπει ενώ τελικά αυτό που λαχταρά είναι η υπέρβαση.

Εξεγερμένος απέναντι στην αδικία τα έχωνε στον Πάπα, κουνούσε το δάχτυλο στους Αμερικάνους, ταυτίζονταν με τους παρίες του συστήματος, μιλούσε για επανάσταση, συναντούσε τον Φιντέλ, και το ίδιο βράδυ προσπαθούσε να δαμάσει το Μαραντόνα  με τη λευκή παραμύθα.

Παρόλο που εξαπατούσε το κόσμο στο ποδόσφαιρο-  προσποιείσαι διαρκώς έλεγε ότι θα πας από εδώ, ενώ πας από την άλλη-  στη ζωή του όμως αδυνατούσε να υποκριθεί, μοναχά ξεστόμιζε χωρίς φραγμό, και το φίλτρο του πολιτικαλ κορεκτ, την άτσαλη αλήθεια του.

Πότε δεν ταίριαξε στα κοστούμια που του ράψαν, στις προσδοκίες που είχαν για αυτόν, στα μεγάλα όνειρα που τον συνόδευαν καθώς ο ίδιος το μόνο που λαχταρούσε ήταν να ντριπλάρει τη ζωή και αλήτικα να της κλείσει το μάτι. 

Mέσα στην αρένα της δημόσιας κουλτούρας που η οποιαδήποτε απόκλιση είναι διαχειρίσιμη και όλα μοιάζουν να έχουν την απάντηση που τους πρέπει, η αλάνα με το ξερό γήπεδο και τις λακκούβες μεταμορφώθηκε σταδιακά σε στιλάτο γήπεδο 5×5 με ψεύτικο γρασίδι και γκολποστ.

Όμως αυτές οι αλάνες είναι εκεί στα περιθωριοποιημένα όνειρα των ασυμβίβαστων παιδιών που γνωρίζουν ότι στο τόπι κρύβονται όλα τα μυστικά του κόσμου.

Όπως άλλωστε λέει ο προφήτης Ντιέγκο: «Όλη η ζωή είναι ένα λασπωμένο γήπεδο. Δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο από το να παίζεις εκεί μέσα μαζί με τους κολλητούς σου. Ακόμα κι αν φορούσα ένα κατάλευκο κουστούμι, αν ερχόταν κατά πάνω μου μια λασπωμένη μπάλα, θα γύριζα να τη στοπάρω με το στήθος» .

* O Στρατής Βογιατζής είναι σκηνοθέτης, φωτογράφος