Ο πολιτισμικός δυϊσμός στην Ελληνική πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα είναι μια κατάσταση κατά την οποία υφίστανται δύο ─ αντίθετες μεταξύ τους ─ πολιτισμικές επιλογές.

Ads

Η μία είναι η Δυτικότροπη/εκσυγχρονιστική πολιτισμική επιλογή που, κατά καιρούς και επιλεκτικά, προτάσσεται από τις πολιτικές ηγεσίες (εμφανίζεται είτε σε περιόδους ευημερίας, είτε οικονομικών κρίσεων και επιβαλλόμενων περιοριστικών μέτρων). Η άλλη, είναι η Ανατολίτικη/παρωχημένη πολιτισμική επιλογή που διαχέει οριζόντια την Ελληνική κοινωνία και αξιοποιείται οποτεδήποτε η Πολιτική δυσκολεύεται να επιβάλει τα εκσυγχρονιστικά/μεταρρυθμιστικά προτάγματά της, ή επιλέγονται πολιτικές με εύηχα, λαϊκιστικού περιεχομένου, συνθήματα, οπότε η Πολιτική υποτάσσεται στην υπηρέτηση της ιδιωτικής/ομαδικής επιθυμίας και ανάγκης.

Για παράδειγμα, ένα οργανωμένο και αντικειμενικά διαμορφούμενο πολιτικό σύστημα που παραμένει σταθερό και συνεχές, ανεξάρτητα από το κόμμα που κυβερνά τη χώρα (Δυτικότροπη/εκσυγχρονιστική πολιτισμική επιλογή), συγκρούεται με τη ξεκάθαρη απαίτηση ή το υπονοούμενο αίτημα πολιτών ή κοινωνικών ομάδων, για επιλογή στις θέσεις ευθύνης του κρατικού μηχανισμού στελεχών που θέλουν να εξυπηρετούν την εκάστοτε πολιτική (Ανατολίτικη/παρωχημένη πολιτισμική επιλογή).

Μια άλλη περίπτωση που συγκρούονται αυτές οι δύο επιλογές, είναι η επιβολή διοικητικών ποινών για παραβάσεις που οφείλουν οι κρατικοί μηχανισμοί να καταλογίζουν σύμφωνα με τους νόμους και τις οικείες διατάξεις (Δυτικότροπη/εκσυγχρονιστική πολιτισμική επιλογή). Αυτό όμως το γεγονός, οδηγεί με διάφορους τρόπους (εκβιαστικά, επιτακτικά, προτρεπτικά, συμβουλευτικά) σε αλλαγή ή ακύρωση της διοικητικής πράξης, ευχαριστώντας κατ’ αυτό τον τρόπο κάποιους ψηφοφόρους ή κοινωνικές ομάδες (Ανατολίτικη/παρωχημένη πολιτισμική επιλογή).

Ads

Μπορούν να αναφερθούν πολλές άλλες περιπτώσεις που ο παραπάνω πολιτισμικός δυϊσμός διαχέεται στις επιλογές και πρακτικές της Ελληνικής κοινωνίας. Συνήθως, στο όνομα του κοινωνικού συμφέροντος ή της ικανοποίησης των πολλών, η Πολιτική «διολισθαίνει» με ευκολία στην πλειοδοσία υποσχέσεων μέσω λαϊκιστικών διακηρύξεων (Ανατολίτικη/παρωχημένη πολιτισμική επιλογή), ενώ άλλες φορές με αυταρχικό και ετσιθελικό τρόπο, επιβάλλει τις προαποφασισμένες και εξωγενώς καθοριζόμενες πολιτικές αλλαγών και μεταρρυθμίσεων (Δυτικότροπη/εκσυγχρονιστική πολιτισμική επιλογή).

Αυτός ο πολιτισμικός δυϊσμός φέρνει σε δύσκολη θέση την πολιτική ηγεσία. Η αιτία είναι ότι ο πολιτικός ηγέτης οφείλει να ισορροπεί σε ένα εύθραυστο σχοινί, που άλλοτε «τεντώνει» προς τη μία πολιτισμική επιλογή και άλλοτε, προς την άλλη. Προϋπόθεση για την καλή ισορροπία, είναι η ύπαρξη της κοινωνικής ταυτότητας του ηγέτη, η οποία «εισπράττεται» από τους πολίτες και την κοινωνία ως διαμοιραζόμενη ταυτότητα (το συλλογικό/ομαδικό αίσθημα του «εμείς» και του «εμάς») μεταξύ του ηγέτη και των ακολούθων.

Εφόσον συμβαίνει αυτό, ο ηγέτης κινητοποιεί και επηρεάζει τους ψηφοφόρους, καθώς εκείνοι αντιλαμβάνονται ότι: (α) ο ηγέτης ενσαρκώνει τα αιτούμενα/ενδιαφέροντα της κοινωνικής ομάδας (ταυτότητα προτυπικότητας), (β) ο ηγέτης προωθεί κατά προτεραιότητα τα συμφέροντά της (ταυτότητα προαγωγής), (γ) ο ηγέτης συνδέει τα μέλη της κοινωνικής ομάδας γύρω από κοινές αξίες, κανόνες και στόχους (ταυτότητα επιχειρηματικότητας) και (δ) ο ηγέτης δημιουργεί δομές και διαδικασίες που βοηθούν την κοινωνική ομάδα να αναπτυχθεί (ταυτότητα εντυπωσιασμού).

Στο πλαίσιο αυτό, το διαμοιραζόμενο αίσθημα του «εμείς» και του «εμάς», γεννά θετικές στάσεις, όπως είναι η εμπιστοσύνη στον πολιτικό ηγέτη, αλλά και οι σχετικές συμπεριφορές τους, όπως είναι η ιδιότητα του πολίτη που εμπλέκεται και ενδιαφέρεται για τα κοινά και το κοινωνικό σύνολο. Ως εκ τούτου, ο πολιτικός ηγέτης που εκλαμβάνεται από τους ψηφοφόρους ως πρότυπο, επιδοκιμάζεται από εκείνους (ακόμα και όταν καταπατώνται κανόνες του διαδικαστικού δικαίου), ή τον δικαιολογούν με μεγαλύτερη ευκολία, όταν ο ηγέτης αποτυγχάνει να επιτύχει κάποια από εκείνα που έχει υποσχεθεί.

Σε επίπεδο κοινωνίας, οι πολίτες που εμπλέκονται στα κοινά, έχουν την τάση να αντιγράφουν την ταυτότητα του πολιτικό τους ηγέτη, π.χ., διαμορφώνουν οικονομικές δομές/σχέσεις μέσα από τις οποίες λειτουργούν και συμβάλλουν στην οικονομική ανάπτυξη (ταυτότητα εντυπωσιασμού), αποσκοπούν στην προαγωγή των συλλογικών συμφερόντων της κοινωνίας, σε αντιδιαστολή με τα ατομικά συμφέροντα (ταυτότητα προαγωγής), ή συμμετέχουν στη διαμόρφωση μιας εθνικής ταυτότητας (το αίσθημα ότι όλοι μοιραζόμαστε μια κοινή αξία), ως συνέχεια της υπάρχουσας διαμοιραζόμενης κοινωνικής ταυτότητας.

Αυτή η ταυτότητα του πολιτικού ηγέτη, διαμορφώνει ένα αίσθημα εμπιστοσύνης στους πολίτες, ακόμα και σε περιόδους οικονομικών κρίσεων και έντονων κοινωνικών ανισοτήτων. Το αποτέλεσμα είναι να δικαιολογείται η επιβολή δύσκολων μέτρων και να διατηρείται η συνοχή στην κοινωνία, μειώνοντας την πιθανότητα αντιδράσεων και συγκρούσεων. Αυτή η δυναμική που αναπτύσσεται μεταξύ πολιτικού ηγέτη και πολιτών, «λειτουργεί» ως συνδετικός κρίκος, οδηγώντας σε μια μορφή ταύτισης των δύο πλευρών: οι στόχοι και οι αξίες τους συμπλέουν, με αποτέλεσμα εάν υπερισχύει η Δυτικότροπη/εκσυγχρονιστική πολιτισμική επιλογή, τότε είναι ευκολότερη η προώθηση οικονομικών/κοινωνικών μέτρων ή αλλαγών που μπορεί να είναι δύσκολες ή επώδυνες (διαφορετικά θα υπήρχαν σφοδρές αντιδράσεις και αντιστάσεις). Στην περίπτωση που κυριαρχεί η Ανατολίτικη/παρωχημένη πολιτισμική επιλογή, ο πολιτικός ηγέτης φροντίζει να ικανοποιεί τις επιθυμίες και τις ανάγκες τους, είτε με υποσχέσεις για παροχές, είτε με μέτρα που ευχαριστούν τους πολλούς.

Εν κατακλείδι, στην ερμηνεία του αποφθέγματος του Αμερικάνου προέδρου Τζον Κέννεντυ, «Μη ρωτάς τι μπορεί να κάνει η χώρα σου για σένα, αλλά τι μπορείς να κάνεις εσύ για τη χώρα σου», ο στόχος έμπνευσης και κινητοποίησης των πολιτών προς ένα κοινό καλό ή έναν εθνικό σκοπό (με άλλα λόγια η αντιμετώπισή τους ως μέλη μιας δεμένης ομάδας με κοινά αποδεκτούς στόχους), επιτυγχάνεται μέσω της ταυτότητας πολιτικής ηγεσίας. Αυτή είναι η διαμοιραζόμενη ταυτότητα, η οποία έχει τη δυνατότητα να διατηρεί μια δυναμική και ευέλικτη ισορροπία στον πολιτισμικό δυϊσμό. Καταφέρνει δηλαδή, να βρίσκει τη λειτουργική κατάσταση κατά την οποία, η Ελληνική ιδιαιτερότητα συνύπαρξης της Δυτικότροπης/εκσυγχρονιστικής πολιτισμικής επιλογής, με την Ανατολίτικη/παρωχημένη πολιτισμική επιλογή δεν δημιουργούν προβλήματα στην υλοποίηση των αποφάσεων του πολιτικού ηγέτη.

*Ο Γιάννης Μάρκοβιτς έχει διδακτορικό στην οργανωτική/εργασιακή ψυχολογία και εργάζεται ως οικονομικός ερευνητής/επιθεωρητής και επαγγελματικός εκπαιδευτής εργαζομένων. Έχει γράψει πολυάριθμα άρθρα για την απάτη, τη διαφθορά, τη φοροδιαφυγή, το λαθρεμπόριο και την πολιτική.