Οι επιπτώσεις της υφεσιακής πολιτικής της κυβέρνησης των «Άριστων» καταγράφονται πριν από τις επιδράσεις της πανδημίας. Η πορεία της οικονομικής δραστηριότητας της Ελλάδας όπως αυτή αποτυπώνεται στο Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν (ΑΕΠ) για το πρώτο τρίμηνο του 2020 έκλεισε με ύφεση 1,6% σε σχέση με το 4ο τρίμηνο 2019, ενώ σε σύγκριση με το 1ο τρίμηνο 2019 παρουσίασε μείωση κατά 0,9%.

Ads

Οι δυόμιση μήνες (από την αρχή του έτους έως την κήρυξη της πανδημίας από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας στις 11 Μαρτίου) κύλησαν με ανοιχτά σύνορα και σε πλήρη λειτουργία σε αεροδρόμια, Δημόσιο και επιχειρήσεις και με τη χώρα μας λιγότερο εκτεθειμένη στις επενδυτικές αβεβαιότητες από ό,τι οι περισσότερες χώρες της Ε.Ε. Αυτό φαίνεται και στο γεγονός ότι η Ελλάδα άντλησε τέλος Ιανουαρίου, εκδίδοντάς το μέσα στον Φεβρουάριο, ομόλογο δεκαπενταετούς διάρκειας. Ως εκ τούτου, δύσκολα μπορεί να ισχυριστεί κάποιος πως το πρώτο τρίμηνο του 2020 η μεταβολή του ΑΕΠ θα είχε θετικό πρόσημο αν δεν είχε παρουσιαστεί η πανδημία.

Το ανησυχητικό είναι πως με αρνητική οικονομική μεγέθυνση 1,6% το πρώτο τρίμηνο του 2020 και με lockdown ενός δεκαπενθημέρου, η συρρίκνωση του ΑΕΠ στο δεύτερο τρίμηνο του 2020 που κύλησε στο μεγαλύτερο μέρος του σε πλήρη αρχικά και ακολούθως σε εκτεταμένη καραντίνα αναμένεται να είναι σημαντικά υψηλότερη του πρώτου τριμήνου. Επίσης, η ελληνική οικονομία εμφανίζει έντονη εποχικότητα λόγο της συνεισφοράς του τουριστικού ΑΕΠ, συνεπώς οι προβλέψεις για τα επόμενα δύο τρίμηνα φαίνονται δυσοίωνες.

Παρά τις προβλέψεις για μεγαλύτερη ύφεση τα επόμενα τρίμηνα του 2020, η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη αυτό που κάνει σήμερα είναι να επιδίδεται σε πανηγυρισμούς για τις προτάσεις ανάσχεσης των επιπτώσεων της πανδημίας της Κομισιόν για τα έτη 2021-2024. Ενώ οι εξαγγελίες της κυβέρνησης για ρευστότητα ευρωπαϊκών δισεκατομμυρίων απαγγέλλουν παιάνες για την ανάκαμψη που έρχεται, η πολύ μικρή και μικρομεσαία επιχειρηματικότητα και ο κόσμος της εργασίας έρχεται καθημερινά αντιμέτωπος με τις συνέπειες της οικονομικής ύφεσης.

Ads

Δεδομένου της επιχειρηματικής δομής ( εκτεταμένος μικρομεσαίος τομέας) και της φύσης ( τουριστική εποχικότητα) της ελληνικής οικονομίας, μη λαμβάνοντας η κυβέρνηση ένα συνολικό γενναίο εμπροσθοβαρές πρόγραμμα για τις πολύ μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις και την εργασία οδηγεί την αγορά σε ασφυξία. Μέσα σε αυτό το οικονομικό κλίμα, πολλές από τις πολύ μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις της χώρας οδηγούνται ουσιαστικά σε κλείσιμο με αποτέλεσμα να κινδυνεύουμε η εργασιακή επισφάλεια και η ανεργία να εκτοξευτούν στα ύψη.

Η επανεκκίνηση για τους πληγέντες από την οικονομική ύφεση και τις πολιτικές της κυβέρνησης μέσω του ευρωπαϊκού σχεδίου ανάκαμψης 2021 -2024 (εφόσον και με τους όρους που θα εγκριθεί) δεν θα είναι εύκολη υπόθεση διότι είναι ζήτημα ποιες από τις επιχείρησης και τους εργαζόμενους θα έχουν σταθεί στα πόδια τους έως την εφαρμογή του προγράμματος. Επίσης, είναι ζήτημα εάν η πολυδιαφημισμένη πρόταση χρηματοδοτικής ανάκαμψης της Κομισιόν κατευθυνθεί, σε ποιό ύψος και με ποιούς τρόπους, στην πολύ μικρή και μικρομεσαία επιχειρηματικότητα ή λειτουργήσει ως εργαλείο περαιτέρω αναδιάρθρωσης της αγοράς με μνημονιακής έμπνευσης δέσμευσης.

Αυτό που θα συγκρατούσε την οικονομική ύφεση είναι η άμεση δημόσια παρέμβαση και ο σχεδιασμός για τη ενίσχυση της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητάς και της εργασίας.

Για αυτό, η κυβέρνηση καλείται :

• να αναθεωρήσει ριζικά την οικονομική πολιτική της (του τύπου
βλέποντας και κάνοντας) για τις επιπτώσεις της πανδημίας,

• να λάβει άμεσα ουσιαστικά μέτρα στήριξης βάσει της δομής και της φύσης της ελληνικής οικονομίας για την πολύ μικρή και
μικρομεσαία επιχειρηματικότητα και τον κόσμο της εργασίας,

• να σχεδιάσει και να διεκδικήσει η χρηματοδοτική στήριξη μέσω του κοινού ευρωπαϊκού ταμείου ανάκαμψης να οδηγηθεί στους τομείς που έχει ανάγκη η ελληνική οικονομία χωρίς αιρεσιμότητες και δεσμεύσεις μνημονικής κοπής.

* Μενέλαος Μαλτέζος, Οικονομολόγος , Μέλος κεντρικής Διοίκησης Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος