Ήταν τέλη του 1992, λίγες μέρες μετά την εκλογή Κλίντον στην προεδρία των ΗΠΑ, όταν ο Άλαν Γκρίνσπαν, τότε επικεφαλής της Ομοσπονδιακής Τράπεζας,  πήγε να δει τον νέο πρόεδρο. Πριν ακόμα αναλάβει τα καθήκοντά του ο νέος πρόεδρος, ο τεχνοκράτης οικονομολόγος και φορέας της νεοφιλελεύθερης οικονομίας της απορύθμισης, έσπευσε να προειδοποιήσει τον Κλίντον να αποσύρει τις προεκλογικές του υποσχέσεις για κοινωνικές παροχές καθώς, όπως υποστήριζε, το έλλειμμα βρισκόταν σε επικίνδυνα επίπεδα. Ο Γκρίνσπαν είπε στον Κλίντον ότι θα έπρεπε να κόψει τα κυβερνητικά έξοδα, καθώς έτσι τα επιτόκια θα έπεφταν και οι αγορές θα ευημερούσαν. Πεποίθησή του ήταν ότι οι αγορές θα  μεταμόρφωναν την Αμερική, όχι η πολιτική. Ήταν η αφετηρία της πλήρους απορυθμισμένης αγοράς για τις ΗΠΑ και για όλο τον κόσμο.Του System Failure. 

Ads

 
Η άνοδος των υπολογιστών την δεκαετία του 90 έκανε πολλούς να πιστέψουν ότι οι μηχανές θα μπορούσαν να δημιουργήσουν έναν σταθερό κόσμο χωρίς την ανάγκη πολιτικής παρέμβασης. Οικονομολόγοι και τραπεζίτες είδαν τον κόσμο σαν ένα γιγάντιο οικονομικό σύστημα που τώρα κυριαρχούσε απέναντι σε όλες τις κυβερνήσεις της Δύσης. Πίστευαν ότι ο τρόπος για μια παγκόσμια οικονομική σταθερότητα ήταν το άνοιγμα των εθνών στην ελεύθερη ροή κεφαλαίων. Οι υπολογιστές έφτιαξαν μαθηματικά μοντέλα που μετοχοποιούσαν τα δάνεια, και μετά τα ασφάλιζαν και τα ισορροπούσαν ώστε να μηδενίζουν το ρίσκο. Εμφανίστηκαν πολλά παρόμοια χρηματοπιστωτικά «εργαλεία» όπως τα περίφημα πλέον CDS που «ανακάλυψε» η JP Morgan το 1997.
 
Το μεγάλο εργαστήριο που επέλεξαν οι γκουρού της ελεύθερης αγοράς για να διεξάγουν το νέο πείραμά τους ήταν η ΝΑ Ασία. Κάτω από την Αμερικανική πίεση, χώρες όπως η Νότια Κορέα και η Ταϋλάνδη γκρέμισαν κάθε περιορισμό και επέτρεψαν την εισροή κεφαλαίων από τη Δύση. Αυτό βοήθησε στο αποκαλούμενο «Ασιατικό θαύμα».
 
Αλλά ήδη μια ομάδα οικονομολόγων στον Λ. Οίκο, με επικεφαλής τον Γιόζεφ Στίγκλιτς, ανησυχούσε ότι το πολύ χρήμα από τη Δύση θα χρηματοδοτούσε μια τεράστια κερδοσκοπική φούσκα στην αγορά ακινήτων και όταν θα έσκαγε η φούσκα, το χρήμα θα χάνονταν, καταστρέφοντας χώρες όπως η Ταϋλάνδη και η Νότια Κορέα. Κατά τον Στίγκλιτς, όλη αυτή η ροή χρήματος δεν ήταν για το συμφέρον της Κορέας και των ΗΠΑ, αλλά για το συμφέρον μιας πολύ μικρής ομάδας ανθρώπων που έβγαζαν λεφτά από αυτές τις μεσοπρόθεσμες ροές κεφαλαίων, ορισμένοι τραπεζίτες και hedge funds.
 
Όμως η επιτροπή ήρθε αντιμέτωπη με τον τότε υπουργό οικονομικών Ρόμπερτ Ρούμπιν, έναν άλλο θιασώτη της απορυθμισμένης αγοράς. Ο Ρούμπιν, πρώην επικεφαλής της  Goldman Sachs, φρόντισε να μην φτάσουν ποτέ στον πρόεδρο οι προειδοποιήσεις της επιτροπής.
 
Η Ασιατική κρίση ξεκίνησε από την Ταύλάνδη. Εκατοντάδες χιλιάδες γραφεία και διαμερίσματα χτίστηκαν, αλλά κανένας δεν τα ήθελε, και οι μεσίτες πτώχευσαν υπό το βάρος των δανείων. Οι επενδυτές από τη Δύση πανικοβλήθηκαν και βιάστηκαν να βγάλουν τα λεφτά τους εκτός της χώρας. Ο πανικός άρχισε να εξαπλώνεται πρώτα στη Νότια Κορέα. Οι νοικοκυρές σχημάτισαν ουρές για να δώσουν το περίσσευμά τους στην κυβέρνηση για να σώσουν τη χώρα, αλλά αυτό δεν ήταν αρκετό.
 
Τότε, κατέφθασαν ομάδες τεχνοκρατών του ΔΝΤ και προσέφεραν δισεκατομμύρια δολάρια σε δάνεια για να σταθεροποιήσουν τις οικονομίες. Το ΔΝΤ υποστήριζε ότι ο λόγος της κρίσης ήταν επειδή οι Ασιατικές οικονομίες δεν ήταν αρκετά δυτικοποιημένες. Σε αντάλλαγμα για τα δάνεια θα έπρεπε να στραφούν σε μοντέλα της ελεύθερης αγοράς. Αυτό σήμαινε περικοπές στα κυβερνητικά έξοδα και εξαφάνιση της διαφθοράς και του νεποτισμού των εξουσιαστικών ελίτ. Η κρίση χειροτέρεψε και εξαπλώθηκε στην Ινδονησία, της οποίας ο τότε πρόεδρος Σουχάρτο, ήταν ένας «αυτοκράτορας» περικλειόμενος από μια διεφθαρμένη κλίκα συμβούλων και οικογενειακών μελών. Στην αρχή αρνούνταν να κάνει αυτό που ήθελε το ΔΝΤ και έτσι το ΔΝΤ στράφηκε στον Ρούμπιν.
 
Ο Ρούμπιν και το υπουργείο οικονομικών ήταν διατεθειμένοι να πιέσουν τον Σουχάρτο να κάνει αυτό που ήθελαν. Τον Ιανουάριο του 1998 ο Σουχάρτο υποχώρησε στις πιέσεις και υπέγραψε συμφωνία με το ΔΝΤ. Η Ινδονησία έλαβε ένα τεράστιο δάνειο για να σταθεροποιήσει την οικονομία το οποίο δούλεψε για λίγο. Αλλά αργότερα, το Ινδονησιακό νόμισμα κατέρρευσε και έχασε το 80% της αξίας του καταστρέφοντας την οικονομία. Η συναλλαγματική ισοτιμία της χώρας κατέρρευσε και η οικονομία μπήκε σε τροχιά ελεύθερης πτώσης. Η Ινδονησία δεν ήταν η μόνη. Σε κάθε χώρα που το ΔΝΤ έδωσε δάνεια, όπως η Ταϋλάνδη και η Νότια Κορέα, για ένα διάστημα υπήρχε σταθερότητα και μετά η ροή συναλλάγματος κατέρρευσε. Δισεκατομμύρια δολάρια δόθηκαν στις Ασιατικές τράπεζες από το ΔΝΤ, αλλά πολλά από αυτά χρησιμοποιήθηκαν αμέσως για να αποζημιώσουν τους δυτικούς επενδυτές που ήθελαν να βγάλουν τα λεφτά τους έξω από τη χώρα. Και όταν συνέβη αυτό η οικονομία κατέρρευσε.
 
Παρέχοντας δάνεια πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων, το ΔΝΤ διέσωζε τους δυτικούς επενδυτές και έσπρωχνε τους φορολογούμενους στις χώρες βαθύτερα στο χρέος, επειδή έπρεπε να αποπληρώσουν το ΔΝΤ. Το αποτέλεσμα των περικοπών ήταν η καταστροφή της περιοχής. Στην Ινδονησία οι κυβερνητικές επιδοτήσεις αποσύρονταν καθώς κατευθύνονταν από τους δυτικούς τραπεζίτες. Οι τιμές εκτοξεύθηκαν και μέσα σε λίγους μήνες, σε μια χώρα 200 εκατομμυρίων, το 15% της ανδρικής εργατικής δύναμης έχασε τη δουλειά του. Η οικονομική παραγωγή έπεσε κατά 14%. Η οικονομία διαλύθηκε και άρχισε φυλετική και θρησκευτική διαμάχη. Το ίδιο συνέβη στην Ταϋλάνδη και την Νότια Κορέα. Εκατομμύρια ανθρώπων επέστρεψαν στη φτώχια από την οποία νόμιζαν ότι είχαν ξεφύγει για πάντα. Ως τα μέσα του 1998 οι Ασιατικές οικονομίες κατέρρευσαν. Ήταν η μεγαλύτερη καταστροφή χωρών μετά την ύφεση του 30.
 
Αυτή ήταν η πρώτη έξωθεν παρέμβαση στην απορυθμισμένη αγορά που υποτίθεται ότι θα επέφερε αυτόματα σταθερότητα και ευημερία. Και η παρέμβαση φυσικά ήταν προς όφελος των κερδοσκόπων και σε βάρος της μεγάλης πλειοψηφίας των λαών.
 
Στις αρχές της περασμένης δεκαετίας, όταν κατέρρευσαν οι πύργοι του Διεθνούς Κέντρου Εμπορίου κατά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, η αγορά υπέστη την μεγαλύτερη πτώση στην ιστορία. Δύο εβδομάδες αργότερα αποκαλύφθηκε το σκάνδαλο “Enron” και έγινε γρήγορα ξεκάθαρο ότι ήταν μόνο η κορυφή του παγόβουνου της τεράστιας απάτης των εταιριών. Από τις αρχές του 90, πολλές σημαντικές επιχειρήσεις παρουσίαζαν ψεύτικα κέρδη και έκρυβαν τα χρέη τους βοηθούμενες από τις μεγαλύτερες εταιρίες λογιστικής διαχείρισης. Το παράδοξο είναι ότι και τότε, στα μέσα της δεκαετίας του 90, ο Γκρίνσπαν είχε αντιληφθεί ότι κάτι δεν πήγαινε καλά στην οικονομία, αλλά τελικά θεώρησε ότι οι υπολογιστές αύξαναν την παραγωγικότητα με τρόπους πολύ νέους για να ανιχνευθούν στα δεδομένα.
 
Μετά την 11η Σεπτεμβρίου, και με δεδομένη την μεγάλη κερδοσκοπική φούσκα που είχε δημιουργηθεί την προηγούμενη δεκαετία, φαινόταν ότι ίσως η Αμερικανική οικονομία κατέρρεε. Τότε ο Γκρίνσπαν ανέλαβε δράση μειώνοντας δραστικά τα επιτόκια πολλές φορές. Ο στόχος του ήταν απλός: να ενθαρρύνει τους Αμερικανούς καταναλωτές να δανειστούν και να ξοδέψουν. Οι καταναλωτικές επιθυμίες τους θα γίνονταν η μηχανή που θα σταθεροποιούσε το σύστημα. Ήταν ένα τεράστιο ρίσκο καθώς ρίχνοντας τα επιτόκια σχεδόν στο μηδέν, ο Γκρίνσπαν απελευθέρωσε πλημμύρα φθηνού χρήματος στην οικονομία, και αυτό στο παρελθόν οδηγούσε πάντα σε πληθωρισμό και επικίνδυνη αστάθεια. Αλλά αυτή τη φορά δεν συνέβη κάτι τέτοιο. Μια τεράστια καταναλωτική έκρηξη ξεκίνησε, μεγαλύτερη από οποιαδήποτε προηγούμενη στην ιστορία, χωρίς πληθωρισμό. Όλα παρέμεναν σταθερά και φαινόταν ότι το σύστημα μπορούσε να διαχειριστεί τον εαυτό του χωρίς άμεσο πολιτικό έλεγχο.
 
Αλλά τελικά, ο λόγος αυτής της ασυνήθιστης έκρηξης ήταν το εντελώς αντίθετο. Συνέβη λόγω της τεράστιας άσκησης πολιτικής ισχύος μιας ελίτ χιλιάδες μίλια μακριά, στην άλλη άκρη του κόσμου. Η Κινεζική εκτελεστική εξουσία κρατούσε σκόπιμα την συναλλαγματική ισοτιμία  της χώρας σε χαμηλό επίπεδο. Αυτό σήμαινε ότι οι Κινεζικές εξαγωγές ήταν φθηνές και τα Κινεζικά προϊόντα πλημμύρισαν την Αμερική. Και για την αποπληρωμή τους, τα Αμερικανικά δολάρια πλημμύρισαν την Κίνα. Αλλά αντί να ξοδεύουν τα λεφτά τους για τον πληθυσμό, οι Κινέζοι ηγέτες δάνεισαν αμέσως πίσω τα λεφτά στην Αμερική αγοράζοντας κρατικά ομόλογα. Ήταν ένα τέλειο σύστημα φθηνών αγαθών και φθηνού χρήματος που εισέρρεαν στην Αμερική, όλα ελεγχόμενα από την Κινεζική εξουσία. Και αυτό ήταν που δημιουργούσε σταθερότητα. Από αυτό προήλθε ένα όργιο δανεισμού από τις τράπεζες στους φτωχότερους και πιο αναξιόπιστους δανειζόμενους στις ΗΠΑ. Αυτή τη φορά, η απορυθμισμένη αγορά σταθεροποιήθηκε χάρη στην πολιτική παρέμβαση της Κίνας.
 
Αλλά τελικά, το 2008 το όνειρο κατέρρευσε. Το όραμα του Γκρίνσπαν για ένα νέο κόσμο και η υπόσχεση του Γκόρντον Μπράουν ότι δεν θα υπάρξουν άλλες φούσκες και σκασίματα αποδείχθηκαν φαντασιώσεις βασισμένες σε ένα κύμα χρηματιστηριακής κερδοσκοπίας. Η κερδοσκοπία συνέβη επειδή αυτοί που έλεγχαν την οικονομία σε Αμερική και Βρετανία υποσχέθηκαν ότι θα φτιάξουν ένα νέο είδος δημοκρατίας των αγορών που θα ήταν σταθερό. Αλλά ξανά και ξανά οδήγησε στο αντίθετο, σε χάος και αστάθεια σε όλο τον κόσμο. Και τώρα τελικά αυτό συνέβη στην καρδιά της Δύσης. Αλλά και πάλι, όπως στην ΝΑ Ασία δέκα χρόνια πριν, αυτοί που έλεγχαν την οικονομία ενεργοποίησαν αυτή τη φορά την πολιτική δύναμη για να σωθούν και να προστατέψουν την κυριαρχία τους. Ζήτησαν από τους πολιτικούς να τους διασώσουν με λεφτά και εκείνοι συμφώνησαν. Και ξανά, όπως ακριβώς στην ΝΑ Ασία, το τίμημα πληρώθηκε από τους απλούς πολίτες των χωρών.
 
Και πάλι, η έξωθεν παρέμβαση στην απορυθμισμένη αγορά, που υποτίθεται ότι από μόνη της θα έφερνε σταθερότητα και ευημερία, έγινε με γνώμονα την προστασία των κερδοσκοπικών συμφερόντων και σε βάρος της μεγάλης πλειοψηφίας των λαών.
 
Και το έργο έχει παιχτεί από τότε τόσες πολλές φορές, που μέχρι να φτάσει στην Ελλάδα,  δεν θα ήταν και τόσο δύσκολο να μαντέψει κανείς πως θα εξελίσσονταν τα πράγματα. Η Ιρλανδία εκθειάζονταν ως πρότυπο οικονομίας και  ο «Κέλτικος τίγρης» πήρε την θέση του «Ασιατικού θαύματος». Όμως όπως ήταν φυσικό πέθανε και αυτός. Το 22% του ΑΕΠ μιας ολόκληρης χώρας δόθηκε για να σωθεί μόνο μία τράπεζα. Σήμερα η Ιρλανδία βρίσκεται υπό στενή επιτήρηση και με ένα τερατώδες συνολικό χρέος. Στην Ελλάδα, το 2008, πριν ακόμα προλάβει το τσουνάμι της κρίσης να έρθει από την Αμερική, η τότε κυβέρνηση έσπευσε να ενισχύσει με 28 δισεκατομμύρια τις τράπεζες και αυτό ήταν μόνο η αρχή.
Λίγο πριν τις πρόσφατες πρώτες εκλογές στην Ελλάδα, ο τραπεζίτης Παπαδήμος φρόντισε να εξασφαλίσει άλλα 18 δισεκατομμύρια για μόλις 4 τράπεζες. Αμέτρητα δισεκατομμύρια έχουν δοθεί στο μεταξύ στις Ελληνικές τράπεζες. Πόσο αστείο μοιάζει άραγε το ποσό των 1,4 δισεκατομμυρίων ευρώ ως το 2015, που ανακοίνωσε η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων για ολόκληρο τον μικρομεσαίο κλάδο στην Ελλάδα;
 
Ποιο το αποτέλεσμα; Αύξηση της ανεργίας, απολύσεις, φτώχια, περικοπές μισθών και συντάξεων, καταστροφή του κοινωνικού κράτους, αύξηση του χρέους και του ελλείμματος.
 
Μετά απ’όλα αυτά και με την κρίση να απειλεί χώρες όπως η Ιταλία και η Ισπανία, στις οποίες οι τράπεζες συνεχίζουν να δέχονται τεράστια πακέτα διάσωσης, οι πλειοψηφίες των λαών πληρώνουν και πάλι το τίμημα. Όπως έγινε τόσες και τόσες φορές. Απλά για να διατηρηθεί ένα αποτυχημένο οικονομικό μοντέλο και να συνεχίσουν να κερδίζουν τεράστια ποσά οι κερδοσκόποι.