Ως κοινοτοπία του θανάτου (banality of death) έχει ονομαστεί από κάποιους φιλοσόφους η εσωτερίκευση της αποδοχής του «αφού είναι ένα προδιαγεγραμμένο φαινόμενο».

Ads

Βέβαια η αποδοχή του δεν γίνεται στην βάση της φυσικότητάς του αλλά η τελευταία χρησιμοποιείται χειριστικά για να καλύψει τις μη φυσικές, τις πρόωρες -πέρα από την ηλικία ή το είδος της ύπαρξης- αιτίες του.

Πχ ενώ οι θάνατοι που προέρχονταν από την πολιτική διαπάλη θεωρούνται πως έχουν πρόθεση οι θάνατοι από την οικονομική κυριαρχία με σκοπό το κέρδος, αυτοί που έχουν αποκληθεί   «economic deaths» αποσυνδέονται από την πρόθεση και θεωρούνται παράπλευρες απώλειες μιας διαδικασίας που έχει, παρά την αγριότητά της, «φυσιολογικοποιηθεί».

Κι αυτό ενώ είναι επίσης είδος «πολιτικών θανάτων». Αρχέτυπο όμως της κυριαρχίας είναι όχι η θρησκευτικότητα αλλά ο δογματισμός της μόνης σωστής θρησκείας, που είναι προφανώς «η δική μας».

Ads

Αποκομμένη από την υπαρξιακή φιλοσοφία και ένα ταξίδι γεμάτο ερωτηματικά, επιβάλει έναν ηθικισμό που δρα στην ρίζα της σκέψης, έναν έλεγχο που έχει αποκληθεί «προσδοκώμενος», αφού στοχεύει να καταργήσει την  ερώτηση που δεν έχει εξημερωθεί, να την ταυτίσει μέσω του ηθικού πανικού που όταν γενικεύεται εκφασίζει κάτω από «καθαρά νύχια» με την προσδοκία μέσα σου μιας «δίκαιης» τιμωρίας. (Όπως έχει επισημανθεί περισσότερη λογοκρισία στις αναπαραστάσεις που διαχέονται πχ μέσα από ταινίες δέχονται οι ερωτικές σκηνές συναίνεσης όταν έχουν πάθος παρά  τα πιστολίδια, η ασύμμετρη βία και οι λεκτικές ωμότητες, όπως και στα βιντεοπαίχνιδα της νεανικής κουλτούρας και σε τόσα άλλα).

Εάν στον Πειραιά ένας 38χρονος (πατέρας και 3 παιδιών) φονεύθηκε γιατί ο νταής της γειτονιάς διεκδικούσε θέση πάρκινγκ για το πολύτιμο αυτοκίνητό του, κι άρα για το ποιος είναι ο κυρίαρχος στη γειτονιά (ναι, αυτό που έχει αποκληθεί τοξική αρρενωπότητα προκαλώντας τις ειρωνείες πολύ ευχαριστημένων με τον εαυτό τους και τις ακίνητες θέσεις τους -τόσο στο υλικό όσο και στο γνωστικό- αποκοιμισμένων)  ο Κούγιας επανέφερε, κεντροποιώντας το δημόσια, μια από τις κερκόπορτες του πανταχού παρόντος φαινομένου: τον ηθικό πανικό.

Πώς θα αποκαλούν τον Κασελλάκη; Η Στέφανος ή ο Στέφανος;

Ειρωνεύτηκε γεμάτος με την αυτάρεσκη βεβαιότητα της αποδοχής του από το πυκνό σώμα των δήθεν «νοικοκυραίων». Μόνο που είχε φροντίσει τόσες φορές πριν να προωθήσει την κοινοτοπία του θανάτου. Και μία από τις κορυφαίες ήταν όταν δικαιολόγησε και προπαγάνδισε την θανάτωση των τετραπληγικών παιδιών.

«Ένα τετραπληγικό παιδί τι να το κάνεις;» είπε το κτήνος. Κι εγώ που έχω συγγένισσα που έγινε τετραπληγική στα 12 της και μαθαίνω από αυτήν αφού οι έξοχοι γονείς της φρόντισαν αντί για τον Καιάδα, αντί να την παραδώσουν σε μια στεγνή επιβίωση του «δεν μπορείς», να της γνωρίσουν τα Ηλύσια πεδία του «μπορείς» και να είναι σήμερα ένας από τις πιο εξαιρετικούς ανθρώπους που ξέρω, συγκρίνω την «ηθική» του, (ή μάλλον τον ηθικισμό του γιατί ηθική είχαν κι έχουν όσοι προσπαθούν όπως τα παιδιά με τετραπληγία και οι γονείς τους) με αυτήν του ατόμου που χρησιμοποίησε ως μπαμπούλα για τα χρηστά μας ήθη, και που αντί πολιτικής κριτικής (κι εκεί έχω πάμπολλες ενστάσεις δίχως όμως να θεωρώ την άποψη μου ως θέσφατο) δέχεται μπούλινγκ για την σεξουαλικότητα του, (την οποία μάλιστα παραδέχθηκε δημόσια όταν τόσοι άλλοι ξεγελάνε το ποίμνιο και τους οπαδούς τους) όταν δεν υπάρχει τίποτε μεμπτό σε αυτήν, (σε αντίθεση με την υπόλοιπη διαδρομή και την ξαφνική εμφάνισή του που μπαναλοποιεί με την σειρά της την πολιτική -και αυτό με την βοήθεια των προς αναζήτησιν «άφθαρτης» ελπίδας οπαδών, αλλά και το επίπεδο των υπέρ ή κατά σχολίων που έχουν δυστυχώς επικρατήσει απογυμνώνοντας το… «ήθος» πολλών κι εντός αριστεράς- συμβάλλοντας στον περαιτέρω θάνατό της) όταν είναι πανταχού παρούσα ως εναλλακτικό φαινόμενο στην φύση αποτελώντας μέρος του καμβά της.

Αλλά, βέβαια, είμαστε πολύ υπεράνω για να την παρατηρήσουμε δίχως να την ποδηγετούμε θεωρώντας «φυσικό» ό,τι έχει αποκοπεί από αυτήν λόγω της θρησκευτικής, πολιτικής και οικονομικής βίας. Η κυρίαρχη ηθική όλο και περισσότερο στις μέρες μας, από την οικονομική δραστηριότητα ως την πολιτική διαπάλη, κι από την καταστροφή της φύσης (μέσω της εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων και διατροφή) ως την πολιτιστική, κι άρα και θρησκευτική πρόσληψη του κόσμου, δεν νομιμοποιεί, απλώς, την κοινοτοπία του θανάτου, ταυτίζεται μαζί της.