Μια ταινία 9 λεπτών την οποία (σχεδόν) κανείς δεν έχει παρακολουθήσει αρκούσε για να προκληθεί ένας «ηθικός πανικός».

Ads

Η επιλογή της δασκάλας να προβάλλει την βραβευμένη παιδική ταινία μικρού μήκους «Αγόρια στο ντους» σε παιδιά Δ’ Δημοτικού, προκάλεσε αντιδράσεις, κατά βάση ακροδεξιάς προέλευσης, οι οποίες όμως βασίζονταν σε μύθους, όπως άλλωστε συμβαίνει με τέτοιου είδους αντιλήψεις.

Γράφτηκε και λέχθηκε λοιπόν ότι η δασκάλα έδειξε «ταινία ερωτικού περιεχομένου», «πορνό», «ερωτική ταινία», ή «ταινία με ομοφυλοφιλικές περιπτύξεις δύο αγοριών στο μπάνιο». Η δασκάλα ρίχτηκε στην πυρά, ενώ γονείς κινούνται νομικά εναντίον της. Ο δικηγόρος Χαράλαμπος Κατσιβαρδάς, που εκπροσωπεί κάποιους από τους γονείς, έκανε λόγο για «προπαγάνδα υπέρ της ομοφυλοφιλίας».

Ο ίδιος είναι παράλληλα και υποστηρικτής του Κασιδιάρη…

Ads

Το ζήτημα εδώ δεν είναι να εξετάσουμε εάν η δασκάλα είχε δικαίωμα να προβάλλει την ταινία κλπ (που είχε, και καλά έκανε). Το ζήτημα είναι να δούμε πως κινητοποιήθηκε ένας ολόκληρος «στρατός», για μια ταινία που αμφιβάλλω εάν έχει δει, για να εξαπολύσει επίθεση κατά της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας.

Όταν κανείς θεωρεί και διαδίδει πως ένα παιδί θα γίνει ομοφυλόφιλο επειδή θα δει μια ταινία, τότε προφανώς δεν αντιλαμβάνεται ή δεν θέλει να το κάνει, πως ο σεξουαλικός προσανατολισμός δεν είναι κάτι που «προωθείται» ή «διαφημίζεται». Ακόμη και η ιδέα πως ένα παιδί μπορεί να «τραυματιστεί» από τη θέαση μιας τέτοιας ταινίας, συνιστά εργαλειοποίηση των ΛΟΑΤΚΙ/κουήρ παιδιών, όπως τόνισε και σε ανακοίνωσή της η οργάνωση Orlando LGBT+.

Και για να αντιληφθούμε πως τα ΛΟΑΤΚΙ άτομα δεν αντιμετωπίζονται ως ισότιμα, γενικότερα μέσα στην κοινωνία αλλά και ειδικότερα στο σχολείο, οι αντιδράσεις λαμβάνουν ως δεδομένο πως όλα τα παιδιά που παρακολούθησαν στην τάξη την ταινία, είναι «κανονικά»: τα αγόρια νιώθουν αγόρια, τα κορίτσια νιώθουν κορίτσια, τα αγόρια γουστάρουν κορίτσια, και τα κορίτσια γουστάρουν αγόρια. Τελεία και παύλα.

Μόνο που γνωρίζουμε πως κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει στην πραγματικότητα (είπαμε, η ακροδεξιά θέλει μύθους). Δεν αποτελεί κανόνα. Υπάρχουν παντού δίπλα μας άτομα της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας, τα οποία όμως δεν «βλέπουμε» διότι καταπιέζονται. Είναι ενδεικτικός της κατάστασης λοιπόν και ο «διάλογος» που άνοιξε με αφορμή την προβολή της συγκεκριμένης ταινίας.

Βέβαια, όπως προαναφέρθηκε, οι περισσότεροι «οργισμένοι» δεν έχουν δει την ταινία. Επειδή εγώ λοιπόν έκατσα να τη δω (9 λεπτά είναι άλλωστε, όσο κάνετε να γράψετε ένα ποστ γεμάτο ομοφοβία), για να μπορώ να έχω και μια άποψη, η ταινία πραγματεύεται το ζήτημα της τοξικής αρρενωπότητας και γενικότερα τα έμφυλα στερεότυπα. Για παράδειγμα, η ταινία ξεκινά με τον προπονητή των παιδιών, ο οποίος ουσιαστικά τους λέει πως για να είναι «άνδρες», πρέπει να είναι σκληροί. Σε όλη την ταινία λοιπόν παρακολουθούμε δύο αγόρια να προβληματίζονται, καθώς δεν ακολουθούν τα συγκεκριμένα «πρότυπα» (δεν είναι ιδιαίτερα σκληροί, άλλωστε πρόκειται για 12χρονα αγόρια, δεν έχουν βγάλει τρίχες κλπ).

Η απάντηση που αναγκάστηκε να δώσει ο σκηνοθέτης της ταινίας, είναι ενδεικτική: «Οι ταινίες πρέπει να συζητιούνται και να υπάρχει διάλογος, μα είναι αναμφισβήτητα προβληματικό όταν γίνονται ισχυρισμοί πάνω σε μία ολωσδιόλου λανθασμένη βάση. Ελπίζουμε πως το ελληνικό κοινό θα δείξει την κριτική σκέψη, φιλτράροντας τις πληροφορίες που ανακινούνται αυτή τη στιγμή, και ότι οι άνθρωποι θα βρουν χρόνο να παρακολουθήσουν την ταινία εάν τους δοθεί η ευκαιρία».

Κρατήστε τη «λανθασμένη βάση»: Δεν υπάρχει τρόπος να συζητήσεις με ανθρώπους που νιώθουν ότι δέχονται κάποιου είδους επίθεση από το αίτημα για ελευθερία κάποιων άλλων ανθρώπων.

Αυτό το κλίμα «ηθικού πανικού» που προκλήθηκε, είναι ξεκάθαρα ακροδεξιάς προέλευσης. Όπως διαβάζουμε στο SimplePsychology, «ο ηθικός πανικός είναι μια κατάσταση στην οποία η αναφορά των μέσων ενημέρωσης έχει δημιουργήσει έναν “λαϊκό διάβολο”, μιας συγκεκριμένης κοινωνικής ομάδας και το κοινό απαιτεί από τις αρχές να κάνουν κάτι γι’αυτό».

Γιατί περιγράφεται ως ηθικός πανικός: «…επειδή βασίζεται σε μια αίσθηση προσβολής κοινών προτύπων συμπεριφοράς». Στην πραγματικότητα, καμία σχέση δεν έχει όλο αυτό με την ηθική. Όπως γράφει και ο καθηγητής Φιλοσοφίας Jason Stanley στο βιβλίο του «Πώς λειτουργεί ο φασισμός», «η φασιστική πολιτική αντικαθιστά τον λογικό διάλογο με τον φόβο και τον θυμό. Όταν τα καταφέρνει, το ακροατήριό της απομένει με μια αποσταθεροποιημένη αίσθηση απώλειας, όπως και με μια πηγή καχυποψίας και θυμού σε εκείνους που η φασιστική πολιτική του παρουσιάζει ως υπεύθυνους γι’ αυτή την απώλεια».

Προφανώς εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με μια ολόκληρη πολιτική, αλλά με μεμονωμένες αντιδράσεις, οι οποίες ίσως και να πέτυχαν αυτό που ήθελαν:

Ποια δασκάλα θα τολμήσει τώρα να προβάλλει κάτι που θα έχει στόχο να ευαισθητοποιήσει τα παιδιά, ακόμη και δημοτικού, πάνω σε τέτοιου είδους θέματα, όπως αυτά που πραγματεύεται η ταινία;

Μήπως τελικά πρέπει η ίδια η κοινωνία να μπει στο ντους, για να διώξει τις προκαταλήψεις της, οι οποίες σε τελική ανάλυση αφορούν τις ίδιες τις ζωές πολλών παιδιών;

Των δικών μας παιδιών.