Η καγκελάριος της Γερμανίας Μέρκελ και ο πρόεδρος της ΕΚΤ Ντράγκι

Ads

Το Βερολίνο δεν θέλει καν να ακούει για την έκδοση ευρωομολόγου. Η Φρανκφούρτη δεν εισέρχεται όσο θα έπρεπε στην αγορά ομολόγων. Ο κ. Γιώργος Παγουλάτος, καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής και Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, τονίζει ότι η συνοχή του Ευρώ απαιτεί την ανάληψη κόστους από τις πλεονασματικές χώρες, χαρακτηρίζει ανεπαρκή τη συμφωνία της 26ης Οκτωβρίου και τάσσεται με την άποψη ότι θα ήταν καταστροφική η έξοδος της Ελλάδας από την Ευρωζώνη. Αναφερόμενος στο ζήτημα του δικαίου το οποίο συνοδεύει τα ελληνικά ομόλογα, επισημαίνει πως στην περίπτωση εξόδου θα αποτελούσε θέμα νομικής ερμηνείας αν η χώρα θα συνέχιζε να πληρώνει το χρέος της σε ευρώ ή σε δραχμές.

 
Τι αντιμετωπίζει αυτές τις μέρες το εγχείρημα του ευρώ; Ποιοι είναι οι άμεσοι κίνδυνοι;
 
Το πρόβλημα είναι ότι η Ευρωζώνη αδυνατεί να πείσει πως μπορεί όχι απλώς να ξεπεράσει την τρέχουσα κρίση αλλά να εξασφαλίσει τις προϋποθέσεις για τη μεσομακροπρόθεσμη επιβίωση του Ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι οφείλει πρώτα να αντιμετωπίσει την κρίση χρέους που έχει πλέον επεκταθεί από την Ελλάδα σε χώρες οι οποίες είναι πολύ πιο μεγάλες για να μπορέσουν να στηριχθούν, αλλά επίσης πολύ μεγάλες για να «πέσουν» -αυτή θα ήταν μια καταστροφική εξέλιξη για τη συνοχή και τη συνέχεια του Ευρώ. Ειδικότερα, το κόστος δανεισμού της Ιταλίας και της Ισπανίας έχει ξεπεράσει το 6,5%.

Αφού αντιμετωπίσει αυτή την κρίση, την οποία μόνο η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μπορεί να διαχειριστεί, μεσοπρόθεσμα η Ευρωζώνη πρέπει να προχωρήσει σε μια αρχιτεκτονική η οποία θα εξασφαλίζει την αναγκαία συνοχή του Ευρώ. Αυτό σημαίνει και στενό μακροοικονομικό συντονισμό -προφανώς με δημοσιονομικούς κανόνες όπως ζητούν οι πλεονασματικές χώρες (Γερμανία, Ολλανδία, Φινλανδία κλπ)- αλλά και κάποιο είδος κοινής ευθύνης (common liability) όσον αφορά στο δανεισμό των κρατών – μελών η οποία μπορεί να διασφαλιστεί με κάποια μορφή ευρωομολόγου.
 
Άρα, η απάντηση είναι ένας άλλος ρόλος για την ΕΚΤ.
 
Ένας άλλος ρόλος ο οποίος δεν προβλέπεται μεν από το καταστατικό της, αλλά οι σχετικές ευρωπαϊκές συνθήκες αφορούσαν άλλες περιστάσεις. Τώρα, η Ευρώπη αντιμετωπίζει μια κρίση από αυτές που εμφανίζονται κάθε 70 χρόνια. Η ΕΚΤ πρέπει να αναλάβει ευθύνες που αρμόζουν στο ιδιαίτερα κρίσιμο και εξαιρετικό των συνθηκών.
 
Μιλάμε για πρωτοβουλίες όπως για παράδειγμα η «κοπή» χρήματος;
 
Μιλάμε για την είσοδο της ΕΚΤ στην αγορά ομολόγων, μιλάμε για την ανάγκη να πειστούν οι αγορές ότι θα γίνει ό,τι χρειάζεται. Αυτό είναι το κλειδί. Αν οι αγορές πειστούν ότι οσοδήποτε και αν υπάρχει ο κίνδυνος να ανεβούν τα επιτόκια του ιταλικού και του ισπανικού χρέους, η ΕΚΤ θα είναι εκεί για να τα αγοράζει, ότι οσεσδήποτε και αν είναι οι δανειακές ανάγκες εκείνη θα βρίσκεται εκεί για να τις καλύπτει, αυτό από μόνο του θα είναι δυνατό για να συμπιέσει τα επιτόκια και να καταστήσει το χρέος των μεγάλων χωρών ικανό να εξυπηρετηθεί. 
 
Όσον αφορά στο ευρωομόλογο;
 
Το ευρωομόλογο έχει διάφορες εκδοχές. Πλέον, τάσσεται επισήμως υπέρ του και η Κομισιόν, ως ομολόγου σταθερότητας. Η Γερμανία έχει αντιταχθεί σθεναρά απέναντι σε αυτή την προοπτική, αλλά νομίζω ότι θα είναι στο τέλος εξαιρετικά δύσκολο να την αποτρέψει. Φάνηκε, άλλωστε, πολύ πρόσφατα ότι η κρίση της Ευρωζώνης επιδρά στην ίδια τη Γερμανία. Ήταν χαρακτηριστική η αδυναμία της να εξασφαλίσει αγοραστές για τα ομόλογά της, καθώς προηγήθηκε η χειρότερη έκδοση 10ετούς ομολόγου των τελευταίων 10ετιών. Αυτό, προφανώς, οφείλεται στο γεγονός ότι οι αγορές δεν έχουν πειστεί ότι το Ευρώ θα είναι εκεί.
 
Γιατί η Γερμανία «ξορκίζει» το ευρωομόλογο;
 
Διότι το ευρωομόλογο σημαίνει μια άμεση ή έμμεση μεταφορά πόρων από τις χώρες υψηλής πιστοληπτικής ικανότητας στις χώρες χαμηλής πιστοληπτικής ικανότητας. Είναι, δηλαδή, μια έμμεση επιδότηση. Η Γερμανία θα μοιραζόταν το υψηλό status πιστοληπτικής ικανότητας με τις χώρες που έχουν χαμηλό. Άρα, θα δανειζόταν σχετικά ακριβότερα απ’ ό,τι δανείζεται τώρα. Αυτό, όμως, είναι ένα αναγκαίο κόστος που πρέπει να πληρώσει κανείς προκειμένου να διασφαλίσει τη συνοχή της Ευρωζώνης.
 
Σε ποιο βαθμό οι γενικότερες εξελίξεις στην Ευρωζώνη απειλούν την υλοποίηση της συμφωνίας για την Ελλάδα;
 
Ασφαλώς, αυτές οι εξελίξεις δεν είναι ευχάριστες, υπό την έννοια ότι το fund που έχει δημιουργηθεί για να διαχειριστεί την ελληνική κρίση, όπως και την ιρλανδική και την πορτογαλική, διαθέτει ένα πεπερασμένο ύψος κονδυλίων (440 δις ευρώ). Δεν έχει καταφέρει να μοχλεύσει τα κεφάλαιά του και να τα ανεβάσει στο 1 τρις ευρώ. Ούτως ή άλλως, η απόφαση της 26ης Οκτωβρίου ήταν μία κακή ιδέα, ήταν εξαιρετικά ανεπαρκής για να αντιμετωπίσει μια κρίση όπως αυτή της Ιταλίας και της Ισπανίας. Πλέον, αν αυτό το fund υποχρεωθεί ελλείψει άλλης εναλλακτικής να εισέλθει και στην αγορά του ιταλικού χρέους, τότε θα μειωθεί η δυνατότητα να μπορέσει να εξυπηρετήσει την Ελλάδα. Θεωρώ, πάντως, ότι δεν θα φτάσουμε εκεί και πως η ΕΚΤ θα συμμετάσχει πολύ πιο ενεργά για να στηρίξει το ιταλικό και το ισπανικό χρέος.
 
Είναι σε εξέλιξη μια συζήτηση γύρω από το δίκαιο το οποίο συνοδεύει τα ελληνικά ομόλογα, ιδίως σε σχέση με τη συμφωνία της 26ης Οκτωβρίου. Αν η Ελλάδα εξερχόταν σήμερα από την Ευρωζώνη, θα αποπλήρωνε το χρέος της σε ευρώ ή σε δραχμές;
 
Η κρατούσα άποψη είναι ότι θα συνέχιζε να το αποπληρώνει σε ευρώ. Αλλά υπάρχει και η αντίθετη άποψη.
 
Η οποία, μάλιστα, υποστηρίζει ότι μετά την υλοποίηση της πρόσφατης συμφωνίας θα έχει σημειωθεί μετατροπή του δικαίου και άρα σίγουρα η αποπληρωμή θα συνέχιζε σε ευρώ.
 
Αυτά είναι θέματα στα οποία οι νομικοί ερίζουν. Άλλωστε, δεν υπάρχει ιστορικό προηγούμενο αντίστοιχο της εξόδου μιας χώρας από μία νομισματική ένωση όπως η Ευρωζώνη. Σε μια τέτοια περίπτωση, όλα αυτά τα ζητήματα θα ήταν ανοιχτά σε ερμηνείες, η Ελλάδα θα εμπλεκόταν σε νομικές διαμάχες που θα διαρκούσαν επί πάρα πολλά χρόνια. Σημειωτέον, η έξοδος της χώρας από το Ευρώ δεν θα είχε επιπτώσεις μόνο στο δημόσιο χρέος. Υπάρχει και το ιδιωτικό χρέος, χιλιάδες επιχειρήσεις που απασχολούν εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενους οι οποίοι έχουν δανειστεί από ξένες τράπεζες, θυγατρικές κλπ. Αυτό επίσης σύμφωνα με την κρατούσα άποψη θα μετατρεπόταν σε ευρώ. Το βάρος θα ήταν πολύ μεγάλο.
 
Εκφράζετε την άποψη ότι η Ελλάδα δεν θα μπορούσε να αντιμετωπίσει την κρίση αποτελεσματικότερα έξω από το ευρώ. Γιατί;
 
Διότι θα ακολουθούσε μία άμεση υποτίμηση του νομίσματος κατά περίπου 50% που θα διέλυε την αγοραστική δύναμη του ελληνικού νοικοκυριού, ένας πολύ υψηλός και ανεξέλεγκτος πληθωρισμός που θα διέλυε ακόμη περισσότερο το πραγματικό εισόδημα, όπως επίσης και τις καταθέσεις, δηλαδή τις αποταμιεύσεις των Ελλήνων, οι οποίες θα μετατρέπονταν σε δραχμές από ευρώ. Βεβαίως, μέχρι εκείνη τη στιγμή όλοι οι μεγαλοκαταθέτες θα είχαν ούτως ή άλλως τα λεφτά τους «έξω», άρα το βάρος θα έπεφτε στα μεσαία και στα φτωχότερα στρώματα, θα οδηγούσε σε ανεργία πολύ υψηλότερη από αυτή που έχουμε σήμερα, πάνω από 20%, γιατί θα έπαυε η λειτουργία μιας σειράς από επιχειρήσεις. Σκεφτείτε, επίσης, ότι η Ελλάδα έχει έναν εκτεταμένο εισαγωγικό τομέα, όπως και ότι στις εξαγωγές της μεσολαβεί ένα πολύ μεγάλο ποσοστό εισαγωγών.

Ads

Επομένως, η Ελλάδα δεν θα επωφελείτο ούτε καν από τα πλεονεκτήματα ανταγωνιστικότητας, τα οποία είχε για παράδειγμα η Αργεντινή, μετά τη δική της στροφή στο εθνικό νόμισμα. Θα είχε τα μειονεκτήματα χωρίς να έχει τα πλεονεκτήματα. Θα περίμενε την Ελλάδα μια παρατεταμένη κρίση πολύ υψηλού και ανεξέλεγκτου πληθωρισμού, μεγάλης μείωσης των εισοδημάτων και βαριάς ύφεσης και ανεργίας. Νομίζω ότι η σημερινή κρίση θα φαινόταν σαν ένα ήπιο διάλειμμα, αν τη συνέκρινε κανείς με την κρίση που θα ακολουθούσε από την επιστροφή στη δραχμή.