Η ιδεολογική ηγεμονία της Δεξιάς στη σημερινή κοινωνία είναι αδιαμφισβήτητη και αυτό έχει δραματικές συνέπειες για την Αριστερά η οποία έχασε το δικαίωμα στο αυτονόητο. Το δικαίωμα στο αυτονόητο ανήκει πια στο χώρο δεξιάς.

Ads

Έτσι, σε πρόσφατη συνέντευξή του ο υπουργός Επικρατείας, Άκης Σκέρτσος, τονίζει χωρίς κανένα δισταγμό ότι η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να υλοποιήσει τις τολμηρές μεν, πλην αυτονόητες αλλαγές, που απέφυγαν να υλοποιήσουν οι προηγούμενες κυβερνήσεις.

Ένα απλό παράδειγμα: η δεξιά προβάλει επίμονα την έννοια της αριστείας, επειδή αυτή θεωρείται αυτονόητα καλό πράγμα και δεν επερωτάται από την συντριπτική πλειονότητα. Αντίθετα η έννοια της αλληλεγγύης που προβάλει η αριστερά δεν γίνεται μέσα και θετικά αποδεκτή ως αυτονόητο. Αν μη τί άλλο εγείρει ερωτηματικά και ζητά επεξηγήσεις.

Η αριστερά οφείλει να πείθει και για να το κάνει αυτό χρειάζεται ο κάθε ισχυρισμός της να αποτελεί συγκεκριμένη και εφαρμόσιμη πρόταση. Θα πρέπει για παράδειγμα να περιγράψει με ακρίβεια τα γιατί και τα πώς, ώστε να κάνει καθαρό το τι ακριβώς σημαίνει αλληλεγγύη για τους εργαζόμενους στο σπίτι, τους ενοικιαζόμενους τραπεζοϋπάλληλους, τους εργαζόμενους με μπλοκάκια στο πανεπιστήμιο που σήμερα τείνουν να ξεπεράσουν σε αριθμό τα υπηρετούντα μόνιμα μέλη ΔΕΠ.

Ads

Ο ιδεολογικός μηχανισμός που γεννά τα αυτονόητα είναι το κοσμοείδωλο, δηλαδή μια σχετικά συνεπής εικόνα για τον κόσμο που ζει κανείς, τις ευκαιρίες που παρέχει και τις προσδοκίες που γεννά αυτός ο κόσμος στον καθένα.

Σε μια παλιότερη απογραφή της σύνθεσης των ψηφοφόρων της ΝΔ διαπιστώθηκε ότι πλειοψηφικά αυτοί ανήκουν επαγγελματικά στους ελεύθερους επαγγελματίες, τους αγρότες με μεσαίο και ανώτερο κλήρο, στους βιοτέχνες και τους μικρομεσαίους επιχειρηματίες.

Στην πλειονότητά τους είναι πτυχιούχοι ΑΕΙ και ΤΕΙ, αρκετοί διαθέτουν μεταπτυχιακά διπλώματα και διδακτορικά. Επιπρόσθετα, έχουν συγκριτικά στενότερες σχέσεις με την Εκκλησία ή επηρεάζονται σε μεγάλο βαθμό από αυτήν και ενημερώνονται κυρίως από την τηλεόραση και το ραδιόφωνο με ιδιαίτερη προτίμηση στους κρατικούς σταθμούς, το Αλτερ, το Σκάι και το Star.

Αυτή η σύνθεση δεν φαίνεται να έχει αλλάξει, ούτε το  κατά βάση συντηρητικό κοσμοείδωλο που συγκροτείται με ακρογωνιαίους λίθους τη νοικοκυροσύνη και την ασφάλεια. Η κυβέρνηση προπαγανδίζει επίμονα ένα σχέδιο για το πού θέλει να πάει, με ποιους πόρους θα το πετύχει και με ποιες διαδικασίες. Τα δύο προπαγανδιστικά σλόγκαν είναι “δεν κινούμαστε με τον αυτόματο πιλότο, έχουμε σχέδιο” και “η κυβέρνηση ξέρει πού να οδηγήσει το καράβι”.

Ένα άλλο στοιχείο του κοσμοειδώλου  ̶  αποτέλεσμα και αυτό επίμονης προπαγάνδισης  ̶ είναι και η προοπτική συνεχούς και ομαλής οικονομικής ανόδου, πράγμα που υποτίθεται ότι ανοίγει την πόρτα για ακόμη περισσότερες και καλύτερες επενδύσεις, περισσότερες θέσεις εργασίας, υψηλότερες αμοιβές, υψηλότερα δημόσια έσοδα, επιστροφή δηλαδή στην κοινωνία του πρόσθετου μερίσματος μιας ανάπτυξης για τους πολλούς που έρχεται.

Άλλα στοιχείο του κοσμοειδώλου είναι η αποφασιστικότητα, όταν για παράδειγμα πριν καν αναθεωρηθεί το Άρθρο 16, η κυβέρνηση προχωρά με βάση τη “δυναμική ερμηνεία” του Συντάγματος και του ευρωπαϊκού δικαίου και της αντίστοιχης νομολογίας.

Άλλο στοιχείο αναφέρεται στους υφιστάμενους αναχρονισμούς και τον εκμοντερνισμό ή/και εξευρωπαϊσμό, όπως είναι για παράδειγμα η επιτάχυνσης στην απονομή δικαιοσύνης ώστε να μειωθεί η πολυετής ταλαιπωρία των διαδίκων στις αίθουσες των δικαστηρίων ή τα ιδιωτικά πανεπιστήμια η λειτουργία των οποίων αποτελούσε εκκρεμότητα που κρατούσε τη χώρα σε απόσταση από τον υπόλοιπο κόσμο.

Βασικός μηχανισμός συγκρότησης αυτού του κοσμοειδώλου είναι η αντιστροφή της πραγματικότητας. Για παράδειγμα, υποστηρίζουν ασύστολα οι διάφοροι υπουργοί ότι νίκησαν το τέρας του λαϊκισμού όταν εφαρμόζουν συστηματικά λαϊκίστικες πολιτικές όπως τα κατά περίπτωση pass.

Μιλούν για δίκαιη και συμπεριληπτική ανάπτυξη την ώρα που μεγιστοποιούνται οι απ’ ευθείας αναθέσεις. Απελευθερώνουν τη ανώτατη εκπαίδευση από το κρατικό μονοπώλιο και αυτό δικαιολογείται στη βάση της αντίφασης ότι η απελευθέρωση του ιδιωτικού σημαίνει ενίσχυση του δημόσιου πανεπιστήμιου.

Εισάγονται επίσης και ψευδείς ισχυρισμοί όπως εκείνος ο μάλλον προσβλητικός που θέλει τη λειτουργία των ιδιωτικών πανεπιστημίων να βελτιώνει το επίπεδο των παρεχόμενων σπουδών λες και αυτές υστερούν, να επιτυγχάνει την εξωστρέφειά του πανεπιστήμιου λες και αυτή δεν υπάρχει.

Να αναπτύσσει συμπράξεις με ξένα πανεπιστήμια, λες και αυτές είναι απούσες, να μειώνει τη γραφειοκρατία, λες και αυτή είναι εγγενές χαρακτηριστικό του δημόσιου πανεπιστημίου την ώρα που οι γραμματείες έχουν αποδεκατιστεί και η δουλειά φορτώθηκε στο ΔΕΠ.

Από τους μηχανισμούς δεν λείπουν και τα ψευδώνυμα όταν η αυθαιρεσία με την οποία παραβιάζεται το άρθρο 16 του συντάγματος μετονομάζεται σε “δυναμική ερμηνεία”, η εργασιακή επισφάλεια μετονομάζεται σε “βελτίωση της αγοράς εργασίας” για τους νέους, τις γυναίκες, τους άνεργους και τα ιδιωτικά πανεπιστήμια μετονομάζονται σε “Ελεύθερα Πανεπιστήμια”.

Τέλος, στους προπαγανδιστικούς μηχανισμούς ανήκει και η απόκρυψη των πώς και των γιατί μέσω γενικολογιών του τύπου “…. για την  πράσινη οικονομία και την πράσινη μετάβαση πολύ βασικός μεταρρυθμιστικός στόχος είναι η διαχείριση των απορριμμάτων και η διαχείριση της ανακύκλωσης” ή “ …. οργανώσαμε ένα πολύ φιλόδοξο σχέδιο πολλών δημόσιων επενδύσεων και πολλών μεταρρυθμίσεων που θα κάνουν τη χώρα μας πιο παραγωγική, πιο κοινωνική, πιο δίκαιη, πιο πράσινη και ψηφιακή και, εν τέλει, πιο ισχυρή για όλους…..”.

Το κοσμοείδωλο υπηρετείται και από ένα πολιτιστικό παράδειγμα που συναρθρώνει χυδαία στοιχεία όπως αμφιλεγόμενες σατιρικές εκπομπές και αναρτήσεις, τραπ μουσικές παραστάσεις, κινηματογραφικές βιαιότητες, αυθαίρετα δημοσιεύματα και αμφιλεγόμενες ιστοσελίδες.

Απέναντι στη χυδαιότητα του δημόσιου χώρου πρώτιστης σημασίας για την αριστερά είναι η επανάκαμψη του φοιτητικού κινήματος. Για να συμβεί αυτό ένα άλλο πολιτιστικό παράδειγμα αναζητείται επειγόντως. Δεν φτάνουν ή καλύτερα δεν έχουν καμιά αξία σήμερα η μουσική θούριοι και τα μαρσάκια του Θεοδωράκη και του Λοΐζου. Ούτε τα τάχαμ’ δήθεν λαϊκά καψουροτράγουδα του οποιουδήποτε Καρρά.

Λαϊκή μουσική υπήρξε και συνεχίζει να υπάρχει. Σήμερα και σε αντίθεση με την τραπ χυδαιότητα, η μουσική σκηνή προβάλει και παραστάσεις που έχουν τη μορφή απαγγελίας και αφηγήματος κάτι σαν σύγχρονη ραψωδία δηλαδή. Ό Άλεξ που συγκεντρώνει τεράστια πλήθη στα γήπεδα, ο Μαύρος του Μοριά με την πρωτοτυπία του, ο Εισβολέας που καταφέρνει να συνδυάσει τη ραπ με το ρεμπέτικο, ο Μπλάντυ Χωκ με την ευαισθησία του είναι μερικοί από αυτούς.

Η δεξιά είχε δει τον κίνδυνο από τις νέες μουσικές εκδοχές και έτσι εκτέλεσε τον Παύλο Φύσσα. Δεν ήταν τυχαίο, ήταν προσχεδιασμένο. Προδήλως , η αλλαγή είναι δύσκολη απαιτεί ανοιχτό μυαλό, πολύ δουλειά και επίμονη στήριξη το προτάσεων ώστε να γίνουν αυτές αποδεκτές.

*O Γιώργος Στάμου είναι Ομότιμος Καθηγητής στο ΑΠΘ.