Τα στοιχεία του Ευρωπαϊκού Συστήματος Πληροφοριών Δασικών Πυρκαγιών, (EFFIS), είναι κόλαφος για την πολιτική της προσαρμογής στις συνθήκες της κλιματικής κρίσης στη χώρα μας.

Ads

Ανάμεσα σε 20 μεσογειακές χώρες, οι οποίες όπως είναι φυσικό υφίστανται τις ίδιες συνέπειες της κλιματικής κρίσης και γίνονται θύματα των ίδιων ακραίων φυσικών φαινομένων, αφού ανήκουν στην ίδια γεωγραφική λεκάνη και στην ίδια κλιματική ζώνη, η Ελλάδα κατατάχθηκε για το 2023 πρώτη και με απόσταση ως προς τις καμένες δασικές εκτάσεις.

Σύμφωνα με τα διεθνή στοιχεία, η Ελλάδα το 2023 είχε 1.700.000 στρέμματα καμένων δασικών εκτάσεων, με δεύτερη την Ισπανία με 843.150 στρέμματα, με τις μισές δηλαδή περίπου καμένες δασικές εκτάσεις σε σχέση με εμάς και τρίτη την Ιταλία, με 630.610 στρέμματα καμένων εκτάσεων.

Που σημαίνει ότι ενώ οι καύσωνες και οι ξηρασίες που φέρνει η κλιματική κρίση πλήττουν με την ίδια ένταση όλες τις μεσογειακές ευρωπαϊκές χώρες, οι καταστροφές που προκαλούν στην Ελλάδα τα ίδια αυτά ακραία φαινόμενα είναι πολλαπλάσιες των γειτονικών της χωρών, αν λάβουμε μάλιστα και υπόψη μας ότι η χώρα μας έχει πολύ μικρότερη έκταση σε σχέση με την Ισπανία και την Ιταλία.

Ads

Συγκεκριμένα, το 2023 κάηκε το 1,09% της συνολικής έκτασης της χώρας, ενώ ο μέσος όρος των προηγούμενων ετών ήταν 0,33%.

Με την πυρκαγιά στη Δαδιά του Έβρου, που κατέκαψε 946.000 στρέμματα δασικής γης, να είναι η μεγαλύτερη που έχει καταγραφεί από το 2020 στην ΕΕ.

Προφανώς για τις μεγάλες δασικές πυρκαγιές που καίνε τα δάση στον ευρωπαϊκό νότο ευθύνεται η κλιματική κρίση. Η οποία, με τους παρατεταμένους καύσωνες και τις περιόδους ξηρασίας τα καλοκαίρια, τα οποία έπονται θερμών και ξηρών χειμώνων, ευνοεί τη γρήγορη και μεγάλη επέκταση των δασικών πυρκαγιών που έτσι κι αλλιώς προϋπήρχαν και εμφανίζονταν πάντοτε στα μεσογειακά δάση κατά τους θερινούς μήνες.

Το ιδιαίτερο φαινόμενο της Ελλάδας όμως, η οποία με τα ίδια ακραία φυσικά φαινόμενα με τους γείτονές της εμφανίζει πολύ μεγαλύτερες φυσικές καταστροφές από αυτούς, δεν οφείλεται στην κλιματική κρίση. Οφείλεται στην πολιτική που ακολουθεί ή που καλύτερα δεν ακολουθεί η κυβέρνηση της χώρας για την προσαρμογή της στις συνθήκες της κλιματικής κρίσης και ειδικότερα για την αντιπυρική της προστασία.

Πρώτο μεγάλο έλλειμμα της πολιτικής της ελληνικής κυβέρνησης τα τελευταία χρόνια που ευθύνεται για τις μεγάλες δασικές καταστροφές, είναι ασφαλώς η πλημμελής έμφαση στην πολιτική πρόληψης των πυρκαγιών και η επικέντρωση του ενδιαφέροντος αποκλειστικά και μόνο στην εκ των υστέρων επέμβαση και κατάσβεσή της.

Μια πολιτική που δεν μπορεί να είναι επιτυχής σε συνθήκες κλιματικής κρίσης. Καθώς είναι γνωστό στους παροικούντες την περιβαλλοντική Ιερουσαλήμ ότι οι φωτιές σβήνουν την άνοιξη, πριν ακόμη ανάψουν. Αφού η εύφλεκτη ύλη από τα ξερά φύλλα και τα κλαδιά που συγκεντρώνεται στα δάση αν αυτά δεν καθαριστούν εγκαίρως, όταν αναφλεγεί από οποιαδήποτε αιτία, φυσική η τεχνητή, είναι εξαιρετικά δύσκολο, αν όχι αδύνατον να σβήσει εκ των υστέρων, δεδομένων των υψηλών θερμοκρασιών και των ισχυρών ανέμων που πνέουν το καλοκαίρι.

Τρανή απόδειξη ότι παρά τις τεράστιες πυροσβεστικές προσπάθειες, τα τελευταία χρόνια οι περισσότερες πυρκαγιές σβήνουν από μόνες τους, μετά από πολλές μέρες, όταν πια έχουν φτάσει στη θάλασσα.

Η υποβάθμιση του ρόλου της δασικής υπηρεσίας στην αντιπυρική προστασία και η ανάδειξη της πυροσβεστικής ως της κατά κύριο λόγο δύναμης κρούσης σε εποχή κλιματικής κρίσης, είναι χαρακτηριστική ένδειξη μιας λανθασμένης πολιτικής που υποβαθμίζει την πρόληψη και ανάγει σε προτεραιότητα την εκ των υστέρων κατάσβεση των πυρκαγιών.

Είναι ενδεικτικό για το περσινό καλοκαίρι ότι ακόμη και στα μέσα Ιουλίου, με τις πρώτες μεγάλες πυρκαγιές να έχουν ήδη ξεκινήσει, ο καθαρισμός των δασών και η συντήρηση δασικών δρόμων και αντιπυρικών ζωνών δεν είχαν ακόμη αρχίσει.

Με τον ίδιο τρόπο φέτος, μια ακόμη θερμότερη και ξηρότερη χρονιά από την περσινή, κατά την οποία κάθε μήνας μέχρι τώρα θεωρείται ο θερμότερος που καταγράφηκε ποτέ, ενώ οι πρώτες δασικές πυρκαγιές έχουν αρχίσει να καίνε τα δάση στην Πιερία και στην Κρήτη ήδη από τις αρχές Απριλίου, η αντιπυρική περίοδος εξακολουθεί να αρχίζει επίσημα τον Μάιο. Και επιπλέον, τα κονδύλια για τους καθαρισμούς των δασών δεν έχουν καν δοθεί στις δασικές υπηρεσίες.

Τι περιμένουν, αλήθεια; Αν καεί όπως πέρσι η Ελλάδα, τι ανάγκη καθαρισμού θα υπάρχει στην καμένη γη;

Το δεύτερο εξ ίσου με το πρώτο εγκληματικό λάθος της πολιτικής της ελληνικής κυβέρνησης για τη δασοπροστασία και την προσαρμογή της χώρας στις συνθήκες της κλιματικής κρίσης, είναι η ιδιωτικοποίηση των δασών.

Καθώς αυτή είναι ο πλέον ασφαλής τρόπος για την κερδοσκοπική εκμετάλλευση και εντέλει την καταστροφή τους.

Δεν είναι τυχαίο ότι οι αρχές της βιώσιμης ανάπτυξης, στην οποία ομνύουν υποκριτικά οι κυβερνώντες οπαδοί του άκρατου νεοφιλελευθερισμού, προϋποθέτουν την ύπαρξη Κοινών Αγαθών, Common Goods όπως αποκαλούνται από τους διεθνείς οργανισμούς, για την επίτευξη των στόχων της αειφορίας, (SDGs σύμφωνα με τον ΟΗΕ).

Η εκμετάλλευση των δασών με σκοπό το κέρδος ιδιωτικών συμφερόντων, όπως και η εκμετάλλευσή τους για εγκατάσταση αιολικών πάρκων, οδηγούν μονόδρομα στην καταστροφή τους.

Η απαγόρευση οποιασδήποτε δραστηριότητας και έργου στα δάση και ιδίως στις καμένες δασικές εκτάσεις, είναι εκ των ων ουκ άνευ σε μια χώρα που κάθε καλοκαίρι χάνει ένα σημαντικό κομμάτι του φυσικού της περιβάλλοντος λόγω πυρκαγιών.

Καμία «πράσινη» ανάπτυξη δεν μπορεί να γίνει άλλοθι για την καταστροφή τα φύσης. Γιατί καμία πολιτική και κανένα έργο, έστω κι αν είναι έργο που παράγει ΑΠΕ, δεν είναι πιο πράσινο από το πράσινο της ίδιας της φύσης.