Οι σπασμωδικές αντιδράσεις της κυβέρνησης να ποινικοποιήσει τις φοιτητικές αντιδράσεις υπέρ της δημόσιας και δωρεάν Ανώτατης Εκπαίδευσης, δείχνουν τα πρώτα δείγματα ηττοπάθειας και αδυναμίας της να αντιμετωπίσει με επιχειρήματα και με διάλογο το κίνημα που διογκώνεται στα πανεπιστήμια.

Ads

Η επιλογή της να επιστρατεύσει τις εισαγγελικές αρχές με σκοπό να ασκηθούν διώξεις κατά των φοιτητών και κατά των πανεπιστημιακών που αγωνίζονται για το δικαίωμα κάθε Έλληνα η Παιδεία να παραμείνει δημόσια και δωρεάν, εκτός από έλλειψη επιχειρημάτων δείχνει και πανικό.

Επιπλέον όμως δείχνει τον αντιδημοκρατικό, τον αυταρχικό και τον ολοκληρωτικό χαρακτήρα μιας κυβέρνησης που προσπαθεί με εισαγγελικές διώξεις να επιβάλει ένα αντισυνταγματικό, δηλαδή εκτός νομιμότητας, νομοθέτημα.

Συγχρόνως η κυβερνητική προπαγάνδα, ελλείψει επιχειρημάτων και διάθεσης διαλόγου με την πανεπιστημιακή κοινότητα, η οποία την κατηγορεί για σκόπιμη υποχρηματοδότηση, υποστελέχωση και υποβάθμιση των δημόσιων πανεπιστημίων προκειμένου να αναδειχθεί επικοινωνιακά μια τεχνητή ανάγκη για ίδρυση ιδιωτικών, αναδεικνύει σε μείζον ζήτημα όχι τις αιτίες, αλλά τις αντιδράσεις στη δική της αβελτηρία.

Ads

Προτάσσοντας τις καταλήψεις ως κεντρικό ζήτημα, η κυβέρνηση προσπαθεί αφενός να εξαφανίσει κάθε συζήτηση για δημόσια και δωρεάν Ανώτατη Εκπαίδευση και αφετέρου να στοχοποιήσει και να διώξει τους υπερασπιστές αυτού του θεμελιώδους Συνταγματικού δικαιώματος.

Η κυβερνητική προπαγάνδα υποβαθμίζει σκοπίμως τις αιτίες του ξεσηκωμού της πανεπιστημιακής κοινότητας και αναδεικνύει σε πρώτιστο ζήτημα τις συνέπειες της αντίστασης στη δική της αντισυνταγματική, αντιεκπαιδευτική και αντικοινωνική πολιτική.

Σαν να μην έφταναν αυτά ο υπουργός Παιδείας, σε μια πρωτοφανή κίνηση σε απεργοσπαστική κατεύθυνση σε βάρος των αγωνιζόμενων φοιτητών, ζητά από τα πανεπιστήμια να εφαρμόσουν μεθόδους τηλεδιάσκεψης για να προχωρήσουν σε εξετάσεις, ακυρώνοντας τις φοιτητικές καταλήψεις.

Η σπασμωδική αυτή κίνηση του υπουργού Παιδείας δείχνει πρώτα από όλα ότι η κυβέρνηση παραγνωρίζει την αυτονομία του φοιτητικού κινήματος να αποφασίζει εκείνο τις μορφές του αγώνα του.

Δεύτερον δείχνει τον αυταρχισμό της κυβέρνησης, να προσπαθεί να καταργήσει την ακαδημαϊκή αυτοδιοίκηση των πανεπιστημίων, επιβάλλοντας με νομοθετικές πράξεις ακόμη και το πως θα διενεργηθούν οι εξετάσεις.

Μια απόφαση που ανήκει στα ίδια τα πανεπιστήμια και εντέλει στους ίδιους τους καθηγητές.

Τρίτον, με την κίνηση αυτή δείχνει να αγνοεί τους δημοκρατικούς κανόνες με τους οποίους οι πλειοψηφίες στα αμφιθέατρα αποφασίζουν υπέρ των καταλήψεων. 

Αν, όπως λέει η κυβερνητική προπαγάνδα, αυτοί που αποφασίζουν για τις κινητοποιήσεις στα πανεπιστήμια είναι πράγματι μειοψηφίες, τότε που είναι οι φιλοκυβερνητικές πλειοψηφίες να αποφασίσουν τον τερματισμό των καταλήψεων;

Και γιατί η κυβέρνηση αναγκάζεται να επιστρατεύσει εισαγγελείς και απεργοσπαστικούς μηχανισμούς απέναντι σε μια υποτιθέμενη μειοψηφική, δηλαδή μικρής έκτασης, αντίδραση;

Και τέταρτο, ο υπουργός Παιδείας, αν και επιστήμονας Πληροφορικής ο ίδιος, κάνει ότι αγνοεί τους κινδύνους που ενέχει η εφαρμογή μεθόδων τηλεδιάσκεψης για το αδιάβλητο των εξετάσεων.

Ειδικά σήμερα, που τα εργαλεία τύπου Chat GPT μπορούν να οδηγήσουν σε εκτεταμένη αντιγραφή στις εξετάσεις και μάλιστα χωρίς κανείς να μπορεί να το αντιληφθεί…

Είναι τουλάχιστον περίεργη η απόφαση της κυβέρνησης να γίνουν οι εξετάσεις με τηλεδιάσκεψη, όταν 2-3 χρόνια πριν, παρά τον τότε κίνδυνο της πανδημίας, οι διαδικτυακές εξετάσεις απαγορεύτηκαν από την ίδια κυβέρνηση στα πανεπιστήμια, ακριβώς επειδή δεν διασφάλιζαν το αδιάβλητο της εξεταστικής διαδικασίας.

Το υπουργείο Παιδείας, δηλαδή, που υποτίθεται είναι ο εγγυητής του αδιάβλητου των εκπαιδευτικών διαδικασιών, προτιμά να διαλύσει τις φοιτητικές κινητοποιήσεις, έστω και μέσα από μεθόδους που το ακυρώνουν.

Μόνη λύση για να επανέλθουν τα πανεπιστήμια σε κανονική λειτουργία με νόμιμο και δημοκρατικό τρόπο, είναι η κυβέρνηση να αναγνωρίσει τη Συνταγματική νομιμότητα και να δηλώσει ότι δεν θα καταργήσει τον δημόσιο και δωρεάν χαρακτήρα της Ανώτατης Εκπαίδευσης.

Και επιπλέον, αναγνωρίζοντας την προτεραιότητα της δημόσιας και δωρεάν Παιδείας, να προχωρήσει σε γενναία αύξηση της ετήσιας δημόσιας χρηματοδότησης των πανεπιστημίων στο ύψος των ευρωπαϊκών δεδομένων. Κι ακόμη, να προχωρήσει σε γενναία ενίσχυση και της στελέχωσης των ιδρυμάτων με νέες θέσεις ακαδημαϊκού, ερευνητικού, τεχνικού και διοικητικού προσωπικού, έτσι ώστε να αναπληρωθούν τα μεγάλα κενά που δημιουργήθηκαν από τα χρόνια της κρίσης μέχρι και σήμερα, για να  φτάσει η στελέχωση στο ίδιο ύψος με εκείνο των ευρωπαϊκών πανεπιστημίων.

Η κυβέρνηση δεν δείχνει να διδάχθηκε από τις πρόσφατες πανεπιστημιακές κινητοποιήσεις τόσο το 2006 – 2007, απέναντι στην τότε προσπάθεια ιδιωτικοποίησης των πανεπιστημίων, όσο και το 2010 – 2012, απέναντι στον αντίστοιχης κατεύθυνσης νόμο Διαμαντοπούλου. Ο οποίος, αν και συγκέντρωσε 260 ψήφους στη Βουλή, δεν κατάφερε να εφαρμοστεί, κάτω από το βάρος της ομόθυμης αντίστασης των πανεπιστημίων.

Όπως φαίνεται να μη διδάχθηκε και από την πρωτοφανή στα παγκόσμια πανεπιστημιακά χρονικά, όσο και αντίθετη με τις αρχές της ακαδημαϊκής ελευθερίας και της αυτοδιοίκησης, επιλογή της στην προηγούμενη τετραετία, να ιδρύσει πανεπιστημιακή αστυνομία.

Μια αυταρχική πρωτοβουλία που κατέρρευσε κάτω από το βάρος της δυσαρέσκειας και της καθημερινής αντίστασης της πανεπιστημιακής κοινότητας.

 Ουδέποτε και σε καμία κυβέρνηση ο αυταρχισμός, η καταστολή των φοιτητικών κινητοποιήσεων και η ποινικοποίηση της πανεπιστημιακής ζωής έφεραν αποτέλεσμα. 

Αντίθετα, στα πανεπιστήμια πάντοτε έφερνε αποτέλεσμα ο ορθός λόγος και ο ελεύθερος και δημοκρατικός διάλογος. 

Ο ορθός λόγος, άλλωστε, αποτελεί τη βάση της επιστημονικής σκέψης. 

Όσο για την δημοκρατία και τον διάλογο, συνιστούν θεμελιακές προϋποθέσεις για την εκπαίδευση των φοιτητών ως ελεύθερων και δημοκρατικών πολιτών.

Η τρομοκρατία και ο αυταρχισμός της κυβέρνησης στα πανεπιστήμια, για μια ακόμη φορά, δεν θα περάσουν…

 

  • Καθηγητής, πρώην Πρύτανης ΑΠΘ – Περιφερειακός Σύμβουλος, επικεφαλής της παράταξης «ΑΛΛΑΓΗ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ Κ. ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ»