Νομίζω ότι ο δρόμος που πρέπει να ακολουθήσω δεν είναι αυτός του WikiLeaks, που εξέθεσε σε μεγάλους κινδύνους ανθρώπους που σήμαναν το συναγερμό, όπως ο Ρούντολφ Έλμερ, πρώην τραπεζίτης που το 2007 δημοσιοποίησε τα εμπιστευτικά αρχεία για τις offshore επενδύσεις της ελβετικής τράπεζας Julius Bär, ή o Μπράντλεϊ Μάνινγκ, αναλυτής των υπηρεσιών πληροφοριών, που έβγαλε στο φως στρατιωτικά και διπλωματικά ντοκουμέντα των ΗΠΑ που προορίζονταν να παραμείνουν απόρρητα.

Ads

Ο ίδιος ο Τζούλιαν Ασάνζ εκτέθηκε υπέρμετρα χωρίς να κατορθώσει να αλλάξει πολύ τα πράγματα. Μετά το «Cablegate», όπως έγινε παγκοσμίως γνωστή η υπόθεση, όταν δηλαδή το WikiLeaks άφησε να διαρρεύσουν χιλιάδες εμπιστευτικά τηλεγραφήματα μεταξύ των αμερικανικών πρεσβειών ανά τον κόσμο και του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, οι ΗΠΑ αποχαρακτηρίζουν λιγότερα ντοκουμέντα απ’ ό,τι παλαιότερα. Πολλά αρχεία αντίθετα που διέρρευσαν από το WikiLeaks ήταν ήδη προσβάσιμα στο κοινό.

Τα διαθέσιμα στοιχεία είναι πολλά: το πρόβλημα είναι ότι δεν τα συμβουλεύεται κανείς, γιατί κανείς δεν ξέρει ότι μπορεί να έχει πρόσβαση σε αυτά.

Όταν ξεκίνησε η επιχείρηση HSBC, διάφορα πρόσωπα με τα οποία συνεργαζόμουν μου υπέδειξαν να παραδώσω στο WikiLeaks το υλικό που είχα συγκεντρώσει για την τράπεζα. Ακόμα και μερικοί πράκτορες της γαλλικής κυβέρνησης άρχισαν να κλίνουν υπέρ αυτής της λύσης, μη βλέποντας άλλους προσπελάσιμους δρόμους.

Ads

Αλλά η δική μου προτεραιότητα ήταν η εμπλοκή της Δικαιοσύνης και των φορολογικών αρχών και δευτερευόντως ο Τύπος. Γι’ αυτό αρνήθηκα. Εάν το υλικό για την HSBC παραδιδόταν στο WikiLeaks, δε θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σε δικαστικό επίπεδο στην Ευρώπη. Η δημοσίευση θα είχε σίγουρα τεράστια απήχηση στην κοινή γνώμη, αλλά κανένα αποτέλεσμα από νομική πλευρά.

Χάρη σε ένα repository, ένα αποθηκευτικό αρχείο, είναι δυνατόν να κοινοποιούνται τα δεδομένα, τα μέσα προστασίας των πληροφοριοδοτών και οι έρευνες που θα προκύψουν. Για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο, είναι αναγκαίο να μετατρέψουμε την οργάνωση από ιεραρχική σε κάθετη. Αυτό είναι που λείπει σήμερα από τη δημόσια διοίκηση.

Ένα τέτοιο σύστημα θα χρησίμευε και για να προστατευτούν από τις μυστικές υπηρεσίες όσοι επιθυμούν να δημοσιοποιήσουν στοιχεία. Ποιος μπορεί να πει με βεβαιότητα πόσοι μάρτυρες έχουν εξαφανιστεί; Μια κάθετη οργάνωση, μέσω μιας συγκεκριμένης σταδιακής δράσης και με μεγαλύτερο έλεγχο, θα συνέβαλλε στην αποφυγή τόσο σοβαρών συνεπειών. Αντίθετα, αν απευθυνθεί κανείς στο WikiLeaks, είναι σαν να βάζει στοίχημα: δεν υπάρχει καμιά προστασία ούτε γι’ αυτόν που καταγγέλλει ούτε για την οικογένειά του.

Οι δικηγόροι που υπερασπίζονται τον Σνόουντεν ασχολούνται μόνο με τη νομική πλευρά της υπόθεσης, παραβλέποντας όλα τα υπόλοιπα. Για να στηριχτούν και να ενισχυθούν οικονομικά οι whistleblowers, είναι απαραίτητη η συνδρομή των μη κυβερνητικών οργανώσεων. Προκειμένου να λειτουργήσει αυτό το σύστημα, είναι απαραίτητη η συνεργασία όλων, αφού οι αντίπαλες δυνάμεις είναι πολύ ισχυρές και για να νικηθούν χρειάζεται να γίνουν συμμαχίες.

Ο Μπράντλεϊ Μπίρκενφελντ, πρώην υπάλληλος της τράπεζας UBS, ο οποίος αποκάλυψε στις αμερικανικές φορολογικές αρχές με ποιο τρόπο η ελβετική τράπεζα βοηθούσε τους Αμερικανούς πελάτες της να φοροδιαφύγουν, βγήκε από τη φυλακή και ζει στις ΗΠΑ. Έλαβε 104 εκατ. δολάρια ως αποζημίωση και θα πάρει ακόμα πολύ περισσότερα. Και εκείνος, όπως εγώ, πέρασε πολλά και σήμερα τον κατατρέχει η ιδέα της εκδίκησης. Είναι ένας απομονωμένος άνθρωπος, γιατί έχει μόνο αυτό το στόχο στο μυαλό του και δεν προσπαθεί να δημοσιοποιήσει την εμπειρία του, ώστε να βοηθήσει τους άλλους που βρίσκονται στην ίδια θέση. Αυτό το παράδειγμα δείχνει πόσο εύθραυστοι είμαστε. Οφείλουμε να μάθουμε να ενεργούμε συλλογικά, να προστατεύουμε ο ένας τον άλλο και να μοιραζόμαστε κοινά σχέδια και πρακτικές.

* Απόσπασμα από το βιβλίο των Ερβέ Φαλσιανί και Άντζελο Μινκούτσι «Το χρηματοκιβώτιο των φοροφυγάδων», εκδόσεις Λιβάνη 

image

Το όνομα του Ερβέ Φαλτσιανί κάνει την εμφάνισή του στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων περί τα τέλη του 2009, όταν ο ευρωπαϊκός Τύπος τον κατονομάζει ως συντάκτη του καταλόγου με τους πιθανούς φοροφυγάδες της τράπεζας HSBC της Γενεύης, της αποκαλούμενης «Λίστα Φαλτσιανί». Το ενδιαφέρον των ΜΜΕ επικεντρώνεται από την αρχή στα ονόματα των πλουσίων που μετέφεραν τις περιουσίες τους στην Ελβετία, χωρίς οι περισσότεροι από αυτούς να τις δηλώσουν στις φορολογικές αρχές των χωρών τους. Ωστόσο, κανείς δεν αντιλαμβάνεται σε όλη τους την έκταση τις συγκλονιστικές διαστάσεις του γεγονότος.

Οι χιλιάδες πληροφορίες που κατέληξαν στα χέρια των φορολογικών και δικαστικών αρχών της Γαλλίας –και στη συνέχεια παραδόθηκαν, τουλάχιστον ένα μέρος αυτών, στις αρχές άλλων κρατών– συνιστούν καίριο πλήγμα στο τραπεζικό απόρρητο της Ελβετίας. Ποτέ στο παρελθόν δεν είχε συμβεί κάτι ανάλογο, δηλαδή να υποκλαπεί ολόκληρο το αρχείο μιας τράπεζας και να αποκαλυφθεί στην κοινή γνώμη.

Το εγχείρημα του Φαλτσιανί είναι ένα ηχηρό χαστούκι για τον πομπώδη κόσμο των ιδιωτικών τραπεζών και την Ελβετική Συνομοσπονδία, που σίγουρα δυσκολεύονται να το χωνέψουν. Ο νεαρός Γαλλοϊταλός μηχανικός πληροφορικής αποκαλύπτει στον κόσμο ότι στα ταμεία των τραπεζών τα καθαρά χρήματα αναμειγνύονται με το χρήμα των φοροφυγάδων, των εμπόρων ναρκωτικών, των μαφιόζων και των εγκληματιών κάθε είδους. Άνθρωποι με ριγέ κοστούμια και αφεντικά με πολυβόλα πλάι πλάι, χωρίς διακρίσεις!

Ερβέ Φαλσιανί 

Ο Ερβέ Φαλτσιανί (1972) είναι μηχανικός ηλεκτρονικών υπολογιστών, ιταλογαλλικής καταγωγής. Από το 2009 άρχισε να συνεργάζεται με τις αστυνομίες διαφόρων χωρών, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να αποκτήσουν πρόσβαση στο πληροφορικό σύστημα της ιδιωτικής τράπεζας HSBC, ενός διεθνούς κολοσσού με έδρα στη Γενεύη, όπου εργαζόταν από το 2001.

Καταζητούμενος από την ελβετική αστυνομία, ο Φαλτσιανί κατέφυγε στη Γαλλία και το 2012 συνελήφθη στην Ισπανία. Η ονομαζόμενη Λίστα Φαλτσιανί (130.000 ονόματα) κατέστησε δυνατή την επιστροφή εκατομμυρίων ευρώ που δεν καταβλήθηκαν ως φόρος κυρίως από Γάλλους και Ισπανούς πολίτες. Στις 11 Δεκεμβρίου 2014 ο Φαλτσιανί παραπέμφθηκε στην ελβετική δικαιοσύνη ως οικονομικός κατάσκοπος, έχοντας αποκαλύψει το τραπεζικό απόρρητο. Μερικές μέρες νωρίτερα οι γαλλικές και ελβετικές αρχές, χάρη στα στοιχεία που τους είχε παράσχει ο Φαλτσιανί, είχαν θέσει υπό έρευνα την τράπεζα HSBC για οργανωμένη φορολογική απάτη, ξέπλυμα μαύρου χρήματος, οργανωμένα παράνομα κυκλώματα και παράνομη χρηματοπιστωτική διαμεσολάβηση, που προκάλεσαν έντονη διπλωματική αμηχανία με την Ελβετία.

Τα στοιχεία των Ιταλών πελατών έφτασαν στην Ιταλία το 2010. Αλλά και η Αργεντινή είχε καταγγείλει πρόσφατα την HSBC ότι είχε βοηθήσει 4.000 δικούς της πολίτες να φοροδιαφύγουν. Τέλος, οι αμερικανικές, αγγλικές και ελβετικές αρχές επέβαλαν στην τράπεζα τεράστια πρόστιμα για χειραγώγηση της αγοράς συναλλάγματος. Το 2014 ο Φαλτσιανί ήταν υποψήφιος για τις ευρωεκλογές με το ισπανικό κόμμα Partido Χ.