Ξυπνήσαμε στο σπίτι από τα εμβατήρια. Το « Ξημερώνει ο Γράμμος με τραγούδια» έδινε τον τόνο και δεν άφηνε καμμία αμφιβολία για την ιδεολογική προέλευση των πραξικοπηματιών. Το πατρικό μου ήταν στην γωνία Γεωργίου Δράκου και Γρίβα Γαρδικιώτη στο Νεο Φάληρο, κολλητά στο Στάδιο ( τότε) Καραϊσκάκη. Η έδρα του Ολυμπιακού, του Εθνικού και της Προοδευτικής ήταν, μετά τον Ιππόδρομο στις Τζιτζιφιές, ο δεύτερος, βοηθητικός χώρος συγκέντρωσης κρατουμένων.

Ads

Ο στρατός ήταν κυριολεκτικά γύρω από το σπίτι μας για ημέρες. Πέρασα τις γραμμές του τραίνου, πήγα στην άλλη μεριά του Φαληρου προς την θάλασσα και βρήκα τους φίλους μου, σκασμένους και αυτούς από την στενοχώρια. Μας πήρε η ώρα, μας έπιασε η απαγόρευση κυκλοφορίας και όταν γύριζα με σταμάτησε μια περίπολος με επικεφαλής ένα βαθμοφόρο. Τους έδειξα το σπίτι με την μάνα μου στο μπαλκόνι να πηγαινοέρχεται όλο αγωνία, μου είπαν να προσέχω, να μην το ξαναργήσω και με συνόδευσαν σπίτι.

Η μάνα μου η Χριστίνα και η μητέρα της, η γιαγιά Κατίνα, δεν είχαν πάρει βαριά το πραξικόπημα όπως ο πατέρας μου και εγώ. Αντιθέτως. Είχαν τους λόγους τους βέβαια. Ο αδελφός και γιός, ο θείος μου ο Γιώργος ήταν συνταγματάρχης, στο ίδιο γραφείο με τον Ιωαννιδη στο ΓΕΣ. Και το βασικότερο, σε μάχη στον Γράμμο οι δικοί μας τον είχαν τραυματίσει τόσο σοβαρά ώστε για ημέρες ήταν αμφίβολο αν θα ζούσε. Αυτά τους είχαν σημαδέψει. Είναι βιώματα που μόνο με αντίστροφα βιώματα σε κοντινό σου άνθρωπο ισοφαρίζονται.

Η μαμά και η γιαγιά το βίωσαν και ήρθαν στα ίσα τους. Η  κορυφαία αντιδικτατορική πράξη της γιαγιάς Κατίνας έλαβε χώραν όταν η ΕΣΑ μπούκαρε στο σπίτι και με έψαχνε. Η γιαγιά, ενώ οι γονείς μου, ο Μιχάλης και η Χριστίνα, είχαν παραλύσει στάθηκε μπροστά στον λοχαγό και με άγνοια κινδύνου του είπε το ιστορικό – με το οποίο γέλαγε όλη η οικογένεια, μαζί και ο θείος Γιώργος, τα επόμενα χρόνια- : ξέρεις ποιανού μάνα είμαι εγώ; Α, παράτα μας κυρά μου, της είπε ο λοχαγός και τα τελευταία υπολείμματα συμπάθειας της γιαγιάς μου προς το στράτευμα εξανεμίστηκαν.

Ads

Στην Γρίβα Γαρδικιώτη, εκατό μέτρα από το σπίτι μας έμενε ο Δημήτρης Μουρτζίκος, κορυφαίος συνδικαλιστής και στέλεχος του ΚΚΕ. Μαζί με την γυναίκα του -συντρόφισσα και αυτή-  και τις δυο κόρες τους. Ήδη πριν την χούντα η Ασφάλεια Πειραιά τον μάζευε κάθε λίγο και λιγάκι. Η μητέρα μου σχολίαζε: «Γιατί δεν κάθεται ήσυχα; Δεν σκέφτεται την οικογένεια του;»

Μεγάλη μπουκιά να φας, μεγάλη κουβέντα να μην πεις. Σε τρία χρόνια τα έλεγε σε εμένα με την γνωστή επωδό: «εσυ θα βγάλεις το φίδι από την τρύπα;» Όταν, λοιπόν, συναντούσαμε τον Δημήτρη στον δρόμο, εγώ τον χαιρετούσα με ανυπόκριτο θαυμασμό και ενθουσιασμό, ο πατέρας μου με τον σεβασμό του προοδευτικού κεντρώου προς τον αγωνιστή αριστερό και η μητέρα μου τυπικά για λόγους καλής γειτονίας.

Όταν τον συλλάβανε ο πατέρας μου ανακοίνωσε -κοιτώντας λίγο αυστηρά την μητέρα μου- την γραμμή έμπρακτης αλληλεγγύης: « Από σήμερα και για όσο πάει, είμαστε δίπλα τους με κάθε τρόπο». Μετά από έξη χρόνια, με το χτύπημα της Άνοιξης του 73 στο αναπτυσσόμενο φοιτητικό  κίνημα, η μητέρα μου κατάλαβε πόσο σημαντική είναι αυτή η ζεστασιά της αλληλεγγύης. Και με την μεταπολίτευση δεν απορούσε – χωρίς βέβαια και  να ενθουσιάζεται – που με έβλεπε μαζί με τον Μουρτζίκο να ξεκινάμε το πρωί για τα γραφεία του κόμματος στον Πειραιά.

Κάπως έτσι πέρασα, 15 χρόνων παιδί, την πρώτη ημέρα της επτάχρονης νύχτας. Επτά δύσκολα αλλά και συναρπαστικά χρόνια  τα καλύτερα μας χρόνια από μια άποψη. Όλα τα άλλα είναι ιστορία. Μεταπολίτευση, δημοκρατία, ο αγώνας δικαιώνεται αλλά και συνεχίζεται. Ας κλείσουμε αυτή το σημείωμα με την πάντα επίκαιρη κραυγή «Ποτέ πια φασισμός». Επίκαιρη γιατί σε όλη την Ευρώπη και την χωρα μας σκοτεινές δυνάμεις είτε μόνες τους είτε συστεγαζόμενες με άλλες συντηρητικές σηκώνουν πάλι κεφάλι. Να το κόψουμε όσο είναι καιρός. 

  • Ο Νίκος Μπίστης είναι μέλος της Πολιτικής Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ Προοδευτική Συμμαχία και Συντονιστής Πολιτικού Σχεδιασμού του κόμματος.