Εδώ και περισσότερα από δέκα χρόνια, το νόμισμα του ευρώ έχει εισέλθει στη ζωή κάθε ευρωπαίου πολίτη. Με την έλευσή του, το ευρώ αντικατέστησε πάμπολλα εθνικά νομίσματα, συμπεριλαμβανομένης και της δικής μας δραχμής. Παρ’ όλα αυτά η υιοθέτησή του δεν έγινε από τη μία μέρα στην άλλη, ούτε ήταν μία απλή διαδικασία. Στη Σύνοδο των Ευρωπαίων Ηγετών το 1991 στο Μάαστριχτ της Ολλανδίας, λαμβάνεται η απόφαση για την υιοθέτηση ενός κοινού νομίσματος από τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οκτώ χρόνια αργότερα, το καλοκαίρι του 1999, το νέο κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα παρουσιάζεται αρχικά ως λογιστική μονάδα με την προσωρινή ονομασία ECU. Χωρίς να υφίσταται ακόμα ως νόμισμα, πολλές επιχειρήσεις αρχίζουν να το χρησιμοποιούν για τις συναλλαγές τους «στα χαρτιά». Τον Ιανουάριο του 2002 τα 12 πρώτα κράτη – μέλη της Ε.Ε. υιοθετούν και επισήμως το ευρώ. Η προσπάθεια της Ευρώπης για ομόνοια, μετά από μακροχρόνιους πολέμους που διατάραξαν τις σχέσεις μεταξύ των χωρών στο εσωτερικό, αποτυπώνεται στο κοινό νόμισμα.

Ads

ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΚΑΙ Η ΟΨΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩ

Κρατώντας στα χέρια μας ένα χαρτονόμισμα του ευρώ εύκολα μπορούμε να διακρίνουμε τις γλώσσες στις οποίες είναι γραμμένη η λέξη “ΕΥΡΩ”. Εμφανίζεται λοιπόν στα Λατινικά ως “EURO” και στα Ελληνικά ως “ΕΥΡΩ”. Η εμφάνιση των τραπεζογραμματίων και το όνομα του νομίσματος αποφασίστηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στη Σύνοδο της Μαδρίτης το Δεκέμβριο του 1995.

Τον Ιούλιο του 1999 άρχισε η παραγωγή τραπεζογραμματίων ευρώ. Τα τραπεζογραμμάτια πήραν την όψη τους μετά από διαγωνισμό τον οποίο προκήρυξε το Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ίδρυμα. Νικητής του διαγωνισμού ήταν ο Robert Kalina από την Εθνική Τράπεζα της Αυστρίας, ενώ όσον αφορά τα κέρματα το σχέδιο πρότεινε ο Luc Luycx από το Εθνικό Νομισματοκοπείο Βελγίου.

Ads

Η ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ ΣΤΟ ΕΝΙΑΙΟ ΝΟΜΙΣΜΑ

Το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου βρίσκει την Ευρώπη σε δεινή κατάσταση. Οι σχέσεις μεταξύ των χωρών έχουν διαταραχθεί, 35.000.000 Ευρωπαίοι πεθαίνουν στον πόλεμο είτε από λοιμούς που ξεσπούν το διάστημα εκείνο, ενώ οι υλικές ζημιές είναι και αυτές τεράστιες. Στη Σοβιετική Ένωση είχαν καταστραφεί 6.000.000 σπίτια, στην Πολωνία το 80% της βιομηχανίας, στη Γαλλία είχαν υποστεί σοβαρές ζημιές σχεδόν όλα τα λιμάνια και μεγάλο μέρος του συγκοινωνιακού και σιδηροδρομικού δικτύου, στην Ελλάδα είχαν καεί περίπου 160.000 κτίρια και είχαν πυρποληθεί 1.700 χωριά (Λούβη & Ξιφαράς 2010, σ. 131-140). Πόλεις όπως το Βερολίνο, το Λένινγκραντ (η σημερινή Αγία Πετρούπολη), η Δρέσδη, η Χιροσίμα, το Ναγκασάκι και εκατοντάδες άλλες είχαν ισοπεδωθεί. Η συνολική βιομηχανική παραγωγή της Ευρώπης έφτανε στα τέλη του Β’ Παγκοσμίου πολέμου μόλις το 50% της προπολεμικής. Η Ελλάδα είχε χάσει σχεδόν το 75% της εμπορικής της ναυτιλίας. Τα περισσότερα κράτη είχαν δανειστεί για να προετοιμαστούν για τον πόλεμο, και τώρα υποχρεώνονταν να το ξανακάνουν για να αρχίσουν την ανοικοδόμηση. Το μεγαλύτερο μέρος των δανείων προερχόταν από τις ΗΠΑ.

Η κατάρρευση του βιοτικού επιπέδου ήταν ένα ακόμα αποτέλεσμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Παρ’ όλα αυτά, μεταξύ των χωρών υπήρχε σαφής απόκλιση. Η Βρετανία κατάφερε την τελευταία στιγμή να περισώσει ό,τι είχε απομείνει από το εμπόριο και τη βιομηχανία της, παράλληλα όμως ο ενεργός πληθυσμός αυξανόταν χάρη στη μαζική είσοδο γυναικών στην αγορά εργασίας. Χώρες, όμως, όπως η Αυστρία και η Γερμανία, αντιμετώπιζαν εξαιρετικά δύσκολες καταστάσεις, λόγω της πείνας, της μαύρης αγοράς και των επιδημιών.

Μία ακόμα συνέπεια του πολέμου ήταν η ηθική καταρράκωση. Ο ηθικός απολογισμός της σύγκρουσης ήταν τραγικός. Προκειμένου να αναγκάσουν τον εχθρό να συνθηκολογήσει, οι εμπόλεμοι βομβάρδιζαν ακόμα και μεγάλες πόλεις χωρίς κανέναν οίκτο. Επικρατούσε σύγχυση και η Ευρώπη μετά τον πόλεμο βρέθηκε στη χειρότερή της κατάσταση. ήταν, πλέον, αναγκασμένη να ανασυγκροτηθεί.

Η κατεστραμμένη Ευρώπη που ήταν, τώρα, αντικείμενο ανταγωνισμού των δύο νέων υπερδυνάμεων (ΗΠΑ και Σοβιετική Ένωση), έκανε το πρώτο βήμα για την ενοποίησή της. Η ανάγκη ρύθμισης των διαφορών μεταξύ των κρατών, έφερε το 1945 την ίδρυση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ) με τη συμμετοχή πενήντα κρατών. Η προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η διαφύλαξη της ειρήνης, η φροντίδα για τους πρόσφυγες καθώς και η προστασία του περιβάλλοντος ορίστηκαν ως σκοποί του ΟΗΕ.

Έτσι, όπως ανέφερα και παραπάνω, η ανάγκη ενοποίησης και ομονοίας «γέννησε» το ευρώ. Το όραμα του ευρώ ήταν η δημιουργία μίας κοινής πολιτικής και οικονομικής δομής. Το ευρωπαϊκό νόμισμα θεωρήθηκε ένας ισχυρός μηχανισμός δημοσιονομικής ενοποίησης και η μετάβαση της Ευρώπης σε αυτό καθησύχαζε άπαντες, καθώς ουδείς μπορούσε να αντέξει μία νέα εσωτερική σύγκρουση. Από τη στιγμή που η ιδέα ενός κοινού νομίσματος παρουσιάστηκε, έγιναν ενέργειες έτσι ώστε να επισπευσθεί η υλοποίησή του.

Η ΠΡΟΣΧΩΡΗΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΣΤΟ ΕΥΡΩ

Την 1η Ιανουαρίου 2002, η Ελλάδα, μαζί με τις άλλες 11 χώρες της Ευρωζώνης, αποκτούν κοινό νόμισμα. Η χώρα μας, το 2000, παρουσιάζει στατιστικά στοιχεία προκειμένου να ενταχθεί στο ευρώ. Τελικά, μετά από διαβούλευση των τότε στελεχών της Ε.Ε., εξάγεται το συμπέρασμα ότι η Ελλάδα πληροί τέσσερα από τα πέντε κριτήρια της Συνθήκης του Μάαστριχτ (πληθωρισμός, έλλειμμα γενικής κυβέρνησης, δημόσιο χρέος, μηχανισμός συναλλαγματικών ισοτιμιών, μακροπρόθεσμο επιτόκιο δανεισμού). Το έναυσμα για την ένταξη της Ελλάδος στο ευρώ δίνεται. Η αμετάκλητη ισοτιμία μετατροπής της δραχμής σε ευρώ ορίζεται σε: 1 ευρώ = 340,750 δραχμές.

Κατά την ένταξη της Ελλάδας στο ευρώ αλλά κυρίως μετά από αυτήν, ετέθησαν από πολλές πλευρές ερωτήματα για το κατά πόσον η Ελλάδα ήταν όντως έτοιμη να υποστηρίξει τη νέα λογιστική μονάδα και για το αν τα στοιχεία που παρουσίασε η τότε κυβέρνηση στους ευρωπαίους εταίρους της ήταν ακριβή.

ΔΕΚΑΤΡΙΑ ΧΡΟΝΙΑ ΣΤΟ ΕΥΡΩ: ΜΙΑ ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ

Φέτος συμπληρώνονται 13 χρόνια από την προσχώρηση της Ελλάδας στο ευρώ. Σε αυτό το διάστημα, πολλά άλλαξαν στη χώρα μας. Με την έλευση του νέου νομίσματος, σημειώθηκαν κατ’ αρχάς μεταβολές στις εμπορικές συναλλαγές προς το καλύτερο. Η ευρωπαϊκή ενοποίηση, μεταξύ άλλων σηματοδότησε και μία «μετακίνηση» των συνόρων των κρατών που εμπορεύονται, μία διεύρυνση του εμπορίου και συνεπώς ενδυνάμωση της ελεύθερης αγοράς, καθώς αποτελεί δέσμευση για μελλοντική εναρμόνιση πολλών ζητημάτων που αφορούν στην ρύθμιση κοινωνικών και πολιτικών αρχών. Η συσχέτιση των οικονομικών κύκλων κάθε χώρας που έχει ως νόμισμά της το ευρώ, με την διεύρυνση και ενδυνάμωση του εμπορίου ανάμεσα στα κράτη – μέλη, είναι σημαντικά πλεονεκτήματα τα οποία αποκόμισε και η Ελλάδα από

την προσχώρησή της στον μηχανισμό αυτόν. Έργα υποδομής, πολιτιστικά, οικονομικά και κοινωνικά οφέλη απολαμβάνει η Ελλάδα κατά την παραμονή της στο ευρώ. Είναι βέβαιο ότι η Ελλάδα του 1970 – 1999 δεν μπορεί να συγκριθεί με την Ελλάδα του εικοστού πρώτου αιώνα σε πολιτισμικό επίπεδο.

Το εξαγόμενο συμπέρασμα είναι, λοιπόν, ότι με όποιον τρόπο κι αν επιτεύχθηκε η ένταξη μας στο κοινό νόμισμα, υπήρξαν σημαντικά πλεονεκτήματα που απορροφήσαμε και οι συνέπειες σε καμία περίπτωση δεν επισκιάζουν τα πολλαπλά οφέλη που ακόμα και σήμερα, σε περίοδο βαθιάς οικονομικής ύφεσης, απολαμβάνουμε ως πολίτες.

Στον αντίποδα, δεν μπορεί κανείς να εθελοτυφλεί και να αρνείται να δει ή να αντιμετωπίσει, όσο μπορεί, τα προβλήματα που έχουν δημιουργηθεί στο εσωτερικό της πατρίδας μας. Όπως ανέφερα και παραπάνω, η προσχώρησή μας στη νομισματική περιοχή του ευρώ δεν χαρακτηριζόταν από διαφάνεια. Η παρουσίαση παραποιημένων στοιχείων για την οικονομία μας επί Σημίτη την τετραετία 2000 – 2004 θα είναι κατακριτέο γεγονός και βασικότατος παράγοντας που θα ευθύνεται για την οικονομική κατάσταση στην οποία έχουμε περιέλθει από το 2009 ως χώρα σε περίπτωση που αποδειχθεί νομικά ότι η διαδικασία αυτή εκτελέστηκε παράνομα. Η δημιουργία «στόλων» από ψηφοφόρους που καθένα από τα δύο μεγάλα κόμματα (ΠΑ.ΣΟ.Κ και Νέα Δημοκρατία) προσπαθούσε με κάθε μέσον να δημιουργήσει αντί να ασχολείται με την οικονομία, είχε ολέθριες επιπτώσεις. Η περιβόητη «φούσκα» έφερε τη φοροδιαφυγή (και το αντίστροφο), η οποία σε συνδυασμό με ανεύθυνους πολιτικούς που κερδοσκοπούσαν για παραπάνω από δύο δεκαετίες στην «πλάτη» του ελληνικού λαού γνωρίζοντας για την ψεύτικη πραγματικότητα στην οποία περιχαρείς ζούσαμε, συνεισέφεραν στην τραγική κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε. Η κυβέρνηση του κ. Καραμανλή (2004-2009) που διπλασίασε το χρέος μας και η οποία στηριζόταν σε βάσεις που παλαιότεροι «πράσινοι» πολιτικοί είχαν δημιουργήσει, έφερε με τη σειρά της την καταρράκωση της ελληνικής οικονομίας, μα δεν έφταιγαν μόνο αυτά. Απαθείς πολίτες, οι οποίοι είτε ήταν τελείως αδρανείς ως προς τα κοινά είτε ασκούσαν έμμεσα και όχι έμπρακτα κριτική στα όσα συνέβαιναν, βοήθησαν στο να φανεί γρήγορα η πραγματικότητα.

Εν κατακλείδι, όπως επεσήμανε και ο Dr. Paul Krugman (Βραβείο Νομπέλ Οικονομίας 2008) στην ομιλία του στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών πριν από δύο μήνες, η δημιουργία του ευρώ ήταν εξ αρχής βιαστικά και εσφαλμένα δομημένη, ατελής και χωρίς κάποιο μακροπρόθεσμο σχέδιο. Πολλοί αμερικανοί οικονομολόγοι παρατήρησαν ότι υπάρχει το εξής παράδοξο στη λειτουργία του ευρώ: ένα κοινό νόμισμα αλλά όχι ένα ενιαίο υπουργείο οικονομικών που να το διευθύνει και να το ελέγχει. Επιπροσθέτως, η επιτυχία του ευρώ προϋπέθετε τη σύγκλιση των δομών μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κάτι που δεν συνέβη. Εξάλλου, τα διαφορετικά πολιτειακά και πολιτικά συστήματα των κρατών που συναποτελούν την Ευρωζώνη δεν δημιουργούν πλαίσιο με κοινά χαρακτηριστικά, κατάλληλο για την ευόδωση ενός κοινού νομίσματος. Οπότε παρακολουθούμε σήμερα τις εξελίξεις στην Ευρωζώνη, μία ιστορία με αβέβαιη έκβαση.

*Ο Στέφανος Τσακίρης είναι μαθητής της Α’ Λυκείου.