Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν στήριξε την υποψηφιότητα του καθηγητή Δημήτρη Χριστόπουλου για τον δήμο της Αθήνας, με αποτέλεσμα να χαθεί μια πολύτιμη ευκαιρία συσπείρωσης δυνάμεων από αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ έως το κέντρο, για τη διεκδίκηση του μεγαλύτερου δήμου της χώρας, που ασφυκτιά όσο ποτέ άλλοτε, με τη δημαρχία Μπακογιάννη.

Ads

Όλα ήταν έτοιμα για την παρουσίαση της υποψηφιότητας. Ο χώρος, οι διαδικασίες για την ανεύρεση πόρων αλλά κυρίως τα πρόσωπα που δημόσια θα στήριζαν την υποψηφιότητα αυτή.

Σύμφωνα με πληροφορίες του tvxs στην παρουσίαση θα ήταν μεταξύ άλλων ο καθηγητής Νίκος Αλιβιζάτος, ο πρώην δήμαρχος Γιώργος Καμίνης, ο Γαβριήλ Σακελλαρίδης ενώ θετικά είχαν εκφραστεί μέλη της Ανοιχτής Πόλης (δημοτική παράταξη ΣΥΡΙΖΑ) αλλά και ο Π. Γερουλάνος από την πλευρά του ΚΙΝΑΛ ο οποίος θα στήριζε επίσης αν το κόμμα του έδινε το χρίσμα.

Θετικά όμως είχαν εκφραστεί και προσωπικότητες αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ όπως ο δικηγόρος Δ. Καμπαγιάννης αλλά και πρόσωπα από το κίνημα της Οικολογίας.

Ads

Ο Νίκος Ανδρουλάκης δεν προχώρησε στην στήριξη της υποψηφιότητας. Πηγές από το ΚΙΝΑΛ λένε, πως το επιχείρημα του ήταν, πως ο κ. Χριστόπουλος γνωστός για την δραστηριότητα του στο θέμα των δικαιωμάτων, έχει συνδεθεί με το προσφυγικό και αυτό ενδεχομένως να έσπρωχνε τον Κ. Μπακογιάννη στην υιοθέτηση μιας ακροδεξιάς ατζέντας.

Παρά τον δισταγμό του κ. Ανδρουλάκη, ο Δ. Χριστόπουλος θα διεκδικούσε τον δήμο, αν τον στήριζε ο ΣΥΡΙΖΑ, μου λένε άνθρωποι που έζησαν από μέσα την όλη προσπάθεια.

Ένα άρθρο του Γιάννη Παντελάκη στη Lifo, μιλάει για βέτο Τσίπρα, χωρίς ωστόσο να κατονομάζει τον Δ. Χριστόπουλο. Ο ίδιος όμως ο πρώην πρωθυπουργός, το διαψεύδει μιλώντας στο tvxs και μάλιστα κατηγορηματικά. Ο επικεφαλής της Ανοιχτής Πόλης Νάσος Ηλιόπουλος, αρνείται να σχολιάσει το θέμα.

Ωστόσο, άνθρωποι που είχαν εμπλακεί στη δημιουργία δικτύου γύρω από τον Δ. Χριστόπουλο, επιμένουν πως ο Ν.Ηλιόπουλος υποχώρησε μετά από παρέμβαση του Αλ. Τσίπρα κι έτσι η υποψηφιότητα δεν έφτασε ποτέ στην Κεντρική Επιτροπή.

Την ώρα που ενόψει των Αυτοδιοικητικών, στην Αθήνα χάνεται μια ευκαιρία ευρέους συνασπισμού απέναντι στη δεξιά και την ακροδεξιά, ενόψει των ευρωεκλογών του Ιουνίου 2024, το Γερμανικό Αριστερό Κόμμα πρότεινε την υποψηφιότητα της Κάρολα Ρακέτε, ακτιβίστριας για τα ανθρώπινα δικαιώματα και αρχηγού της Sea Watch, της ΜΚΟ που επιχειρεί στη Μεσόγειο για τη διάσωση μεταναστών. Ήταν η καπετάνισσα που είχε στοχοποιηθεί και συλληφθεί από τον Σαλβίνι, ο οποίος παρέα με την ακροδεξιά πρωθυπουργό Μελόνι, αντέδρασαν έντονα στην υποψηφιότητα της ακτιβίστριας.

Για να φέρουμε την πρωτοβουλία του Die Linke πιο κοντά στην Ελλάδα, είναι σαν να επέλεγε ένα αριστερό κόμμα τον διασώστη Ιάσονα Αποστολόπουλο ως υποψήφιο στο ευρωψηφοδέλτιο του. Ο Ιάσονας και η Κ. Ρακέτε, είναι στοχοποιημένοι από τη δεξιά και την ακροδεξιά, γιατί επιμένουν στην τήρηση των διεθνών συμβάσεων και τις αρχές του ανθρωπισμού.

Αν όμως δεν εκτιμάται η υποψηφιότητα Χριστόπουλου που έχει διατελέσει Πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, αντιπρόεδρος της Διεθνούς Ομοσπονδίας Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, που τον στηρίζουν προσωπικότητες από αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ έως το κέντρο, μέχρι να φτάσουμε στον Αποστολόπουλο έχουμε ακόμα δρόμο.

Εξάλλου, υπάρχει και το επιχείρημα «ας μην πολυμπλέκουμε με τα δικαιώματα και το προσφυγικό, γιατί ο εχθρός υπερέχει εκεί» και «ποιος έχει όρεξη να βγει ο ακροδεξιός εσμός και να κατηγορεί την αριστερά για εθνοπροδοσία». Επιχειρήματα που δεν επικαλούνται μόνο στελέχη του ΚΙΝΑΛ, αλλά φτάνουν μέχρι το κόμμα του Περισσού.

Αυτό είναι με έναν τρόπο όμως υποχώρηση από ένα μεγάλο μέρος της Αριστεράς, μπροστά στη φόρα της κανονικοποίησης της ακροδεξιάς ρητορικής. Και η πρόταση του γερμανικού αριστερού κόμματος είναι σε συμβολικό επίπεδο ο ορισμός της άρνησης κανονικοποίησης ακροδεξιών πρακτικών και ρητορικής. Διαλέγουμε και παίρνουμε.

Κι αν ακούγεται πολύ ριζοσπαστικό το δίλλημα για κόμματα που διεκδικούν την εξουσία, υπάρχει και το ερώτημα: για ποιες συμμαχίες του δημοκρατικού κόσμου απέναντι στην άγρια δεξιά και ακροδεξιά μιλάμε, αν όταν συγκροτούνται δεν στηρίζονται στην πράξη ώστε να δημιουργήσουν δυναμική στο πεδίο και να εμφυσήσουν μια ελπίδα.