Στη Σταδίου το Αττικόν καπνίζει ακόμα. Δίπλα μου στέκεται ένας κλασικός, αμετανόητος λαχειοπώλης (μοιάζουν λίγο οι λαχειοπώλες μεταξύ τους), κρατά την ξύλινη-βάση-όπου-κρεμά-τους-λαχνούς (άντε να την ορίσεις μονολεκτικά), ώσπου κάποια στιγμή λέει σε κάποιον αόρατο συνομιλητή: «Αλίμονό μας. Α-λί-μο-νό μας…».

Ads

 

Ποιος αγοράζει πια λαχεία, αλήθεια; Οι νέοι τζογάρουν τώρα σε ηλεκτρονικά καζίνο και στοιχηματίζουν μέσω μιας εταιρείας στη Μαλαισία για τα ματς β’ κατηγορίας της Σουηδίας (όπου υπάρχει ποδοσφαιρικός σύλλογος που, όπως έμαθα, λέγεται «Καφέ Όπερα» και πρέπει να προσκληθεί για φιλικό προετοιμασίας στην Ελλάδα, ώστε να καταστεί επιτέλους κυριολεξία η φαρμακερή ατάκα «σιγά την ομαδάρα που έχετε, ρίξατε εφτάρα στο καφενείο…;»).

Αν τους μιλήσεις για την καταστροφή του Αττικόν, θα νομίσουν ότι αναφέρεσαι στο «Άττικα» και θα βρεθούν μπροστά σε ενδεχόμενο καταναλωτικό αδιέξοδο. Άσε λοιπόν τις άτιμες φωτιές στα ιστορικά κτήρια και πιάσε τις τιμές-φωτιά στις εκπτώσεις, μήπως συγκινήσεις έτσι το «δυναμικό» (κατά την AGB) κοινό.

Ads

Τι ν’ ακούσουν τα παιδιά για χώρους συνυφασμένους με έργα που σε παρηγορούσαν καθώς μεγάλωνες, όταν πλέον μ’ ένα κλικ κατεβάζουν σε torrents τις χολιγουντιανές με τα λαμπερά εφέ; Τι να τους πεις για τη γλυκιά αίσθηση της σκοτεινής αίθουσας (εδώ χασμουριούνται), τον οικείο θόρυβο από τη γαλαρία και την κοινή εμπειρία του κινηματογράφου, όταν εντυπωσιάζονται μόνο από πολυ-σινεμά με dolby surround και βιντεοπαιχνίδια στο X-box του δωματίου τους;

Νιώθω ήδη μια συμπάθεια ολοκαίνουργια για τους δυο παππούδες του Muppet show καθώς γράφω κάπως παρωχημένα, όμως να, το αγαπημένο Αττικόν είναι παραδομένο στις φλόγες. Η αθωότητα πυρπολημένη προ πολλού. Δεν είναι κενός μελοδραματισμός αυτός δυστυχώς, δεν είναι καν λέξεις – σωσίβια  παραφουσκωμένα απ’ την αντλία του ρομαντισμού, είναι απλώς ρεαλισμός. Αλίμονό μας.

Θα φορέσω ακουστικά και θα στηθώ μπροστά στην τηλεόραση υψηλής ευκρίνειας, να ξεχάσω τις πορφυρές κορδέλες που έγλειφαν την πρόσοψη του Αττικόν. Θα δω μια ταινία-υπερπαραγωγή σ’ ένα multiplex, θα βυθιστώ στο κάθισμα παρέα με τα ποπ-κορν, ωραία σαν ψεύτικα, εντελώς μόνος, μαζί με δεκάδες άλλους – μόνους – θεατές. Με τους τίτλους της αρχής, ένα μικρό κατακόκκινο EXIT θ’ ανάψει στο σκοτάδι της αψεγάδιαστης εγκατάστασης, σαν την παγερή κόκκινη λάμπα που οδηγεί έναντι κάποιων ευρώ κάποιο νεαρό στην εκτόνωση της παρόρμησης, χωρίς το μαγικό σεντόνι του συναισθήματος να τυλίγει τα κορμιά.

Δεν έγινε και τίποτα στην τελική, ο κόσμος εξελίσσεται κι αλλάζει. Αλίμονο σε όσους μένουν πίσω.

Αλίμονό μας.