Διακηρυγμένη επιδίωξη των εκπαιδευτικών πολιτικών σε παγκόσμια κλίμακα είναι η βελτίωση του σχολείου, με στόχο την επίτευξη καλύτερων εκπαιδευτικών αποτελεσμάτων, τη βέλτιστη γνωστική, κοινωνική και συναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών αλλά και τη διαμόρφωση υπεύθυνων και ενεργών πολιτών. Για την επίτευξη των παραπάνω στόχων όλες οι σύγχρονες εκπαιδευτικές πολιτικές διακηρύσσουν σε επίπεδο γενικών αρχών τη διασφάλιση του δημοκρατικού και ενταξιακού χαρακτήρα του σχολείου και των συνθηκών ισότιμης πρόσβασης για «όλα ανεξαιρέτως τα παιδιά» στην εκπαίδευση. Σε επίπεδο παιδαγωγικής πράξης υπόσχονται την εφαρμογή καινοτόμων διδακτικών μεθόδων που προωθούν την ενεργό και διερευνητική μάθηση, την αυτενέργεια και συμμετοχή όλων των μαθητών και μαθητριών, τη βιωματική, την ομαδοσυνεργατική και τη διαφοροποιημένη διδασκαλία.

Ads

Ηχηρές λέξεις που η λάμψη τους στρογγυλεύει και λειαίνει το κενό που αποσιωπάται στην αθέατη όψη των κειμένων. Όμως, καμιά εκπαιδευτική πολιτική δεν προσφέρεται σε πλαίσιο τεχνοκρατικής ουδετερότητας και ιδεολογικού κενού. Ακόμα και αν χρησιμοποιεί εκφράσεις που πληρούν κριτήρια πολιτικής ορθότητας τελικά κρίνεται από τις προτεραιότητές της στη διαμόρφωση της σχολικής καθημερινότητας. Π.χ. στην παρούσα πολιτική συγκυρία η αύξηση του ανταγωνιστικού χαρακτήρα του σχολείου δεν συμβαδίζει με την εξαγγελία για διαμόρφωση ενταξιακής σχολικής κουλτούρας, αντίθετα υποθάλπει τη σχολική αποτυχία και αναπαράγει την κοινωνική ανισότητα. Επιπλέον, το χάσμα μεταξύ των νομοθετικών προθέσεων και των εφαρμοζόμενων εκπαιδευτικών πρακτικών ολοένα αυξάνεται.

Για να επιτευχθεί η μετακίνηση από ένα δασκαλοκεντρικό στυλ διδασκαλίας σε έναν τρόπο οργάνωσης και διαχείρισης της τάξης με στόχο την εφαρμογή καινοτόμων εκπαιδευτικών πρακτικών και την ενεργό και ισότιμη συμμετοχή όλων των παιδιών στη μαθησιακή διαδικασία και στην οικοδόμηση της γνώσης, δεν αρκεί μια επιμόρφωση, ακόμα κι αν είναι καλά σχεδιασμένη, πόσο μάλλον αν έχει τα γκροτέσκο χαρακτηριστικά των «επιμορφωτικών δράσεων»  που παρακολουθήσαμε τις τελευταίες ημέρες.

Η αλλαγή διδακτικού παραδείγματος, από επαγγελματίες που αφενός έχουν εκπαιδευτεί και υποστηριχτεί ελλειμματικά, ως προς αυτό, και αφετέρου, πιθανόν, εμπειρικά και ασυνείδητα να έχουν διαμορφώσει παραδοχές και πεποιθήσεις για τον τρόπο που δρουν συλλογικά και ατομικά στο σχολείο, απαιτεί την εφαρμογή ενός σχεδίου διαρκούς επαγγελματικής ανάπτυξης των εκπαιδευτικών, τόσο σε περιφερειακό επίπεδο όσο και σε επίπεδο σχολείου. Όμως, πώς θα υλοποιηθεί ένα τέτοιο σχέδιο όταν τα υπεύθυνα στελέχη για την εφαρμογή του απαξιώνονται εφόσον έχουν ως κυρίαρχο ταυτοτικό στοιχείο τον ρόλο του αξιολογητή; Με απομειωμένη τη δυναμική αποδοχής, πώς θα επιτελέσουν την οικοδόμηση κλίματος εμπιστοσύνης και παιδαγωγικής ελευθερίας; Πώς θα συμβάλλουν στη διαμόρφωση ποιοτικών συνεργατικών σχέσεων για την ανάπτυξη διαλόγου ανταλλαγής εκπαιδευτικών πρακτικών;

Ads

Εκπαιδευτική διαδικασία, στοχοθεσία και αξιολόγηση είναι έννοιες αλληλένδετες και αλληλοϋποστηριζόμενες. Όμως, επειδή ουδέν υλοποιείται σε πολιτικό κενό και οι μνήμες του επιθεωρητισμού αναβιώνουν, η επιμονή εφαρμογής ενός μέτρου που τα υποκείμενα δεν έχουν πεισθεί για την ορθότητά του, σε συνδυασμό με την έλλειψη αξιολόγησης όλων των άλλων παραμέτρων που διέπουν τη λειτουργία του εκπαιδευτικού συστήματος, υποδηλώνει τη θέση ότι οι εκπαιδευτικοί είναι οι μοναδικοί υπεύθυνοι για την επιτυχία ή όχι των στόχων της εκπαίδευσης.

Είναι, λοιπόν, βέβαιο ότι η, διά της βίας προσπάθεια εφαρμογής της καταρρακωμένης στη συνείδηση των εκπαιδευτικών, αξιολόγηση δεν θα εφαρμοστεί και όπου κι αν αποσπασματικά εφαρμοστεί θα απέχει από τον επιστημονικό προσδιορισμό της. Θα διενεργηθεί δε μέσα σε ένα κλίμα έντασης και αναταραχής, ανασφάλειας και αναστάτωσης, δηλαδή σε μια συνθήκη που δεν συμβάλλει στην επίτευξη ποιοτικών μαθησιακών εμπειριών και αποτελεσμάτων. Είναι επίσης βέβαιο ότι η κατάργηση του συλλογικού και συνεργατικού χαρακτήρα των δομών υποστήριξης του εκπαιδευτικού έργου θα δημιουργήσει συνθήκες οπισθοδρόμησης.

Οι απλοϊκές νεοφιλελεύθερες οπτικές, όπως η επαναφορά του ρόλου του μονοπρόσωπου παντογνώστη αξιολογητή, ως συντονιστή ενός πανοπτικού γραφειοκρατικού συστήματος, επιδεινώνουν την ήδη επιβαρυμένη κατάσταση στα σχολεία.

Η πολλαπλότητα και η πολυπλοκότητα των εκπαιδευτικών ζητημάτων απαιτεί διεπιστημονική και διεπαγγελματική προσέγγιση και στελέχη παιδαγωγικής υποστήριξης με ρόλο υποστηρικτή, συνοδοιπόρου και συνδιαμορφωτή κοινού οράματος και κοινών στόχων για τη βελτίωση του σχολείου.

  • Ο Παναγιώτης  Κασσιανός είναι εκπαιδευτικός κι ένας εκ των ομιλητών και ομιλητριών της ημερίδας που διοργανώνει το Eteron – Ινστιτούτο για την Έρευνα και την Κοινωνική Αλλαγή, με θέμα «#Λύκειο | Μετά την πανδημία τι; Συζητάμε για το μέλλον του σχολείου». Η ημερίδα θα πραγματοποιηθεί το Σάββατο 4 Μαρτίου στον χώρο του Ινστιτούτου (Λεωκορίου 38-40, Ψυρρή) – ώρα έναρξης 11.00.