Δεν χρειάζεται να είσαι υποστηρικτής του Γερμανού ποδοσφαιριστή Μεσούτ Οζίλ. Και είναι κατανοητό γιατί πολλοί επικρίνουνε τη φωτογραφία του με τον αυταρχικό Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ή την επιστολή που έγραψε για να αποχωρήσει οριστικά από τη γερμανική εθνική ομάδα, λίγες μέρες μετά το Μουντιάλ. Αλλά οι κατηγορίες του Οζίλ για «ρατσισμό και ασέβεια» λένε πολλά για την αποδοχή των μεταναστών από τη Γερμανία.

Ads

Ο 29χρονος Οζίλ έγινε στόχος κριτικής για την απόδοσή του μετά τον αποκλεισμό της Γερμανίας από το Παγκόσμιο Κύπελλο της Ρωσίας, αλλά και για τη συνάντησή του με τον Ερντογάν, λόγω της άγριας κατασταλτικής πολιτικής που ακολουθεί στο εσωτερικό της Τουρκίας, καταπατώντας ανθρώπινα δικαιώματα. Ο επιτελικός μέσος της Άρσεναλ και βασικός στέλεχος της εθνικής Γερμανίας, υπερασπίστηκε τις ενέργειές του με μια μακρά δήλωση.

«Για μένα, το να έχω μια φωτογραφία με τον Πρόεδρο Ερντογάν δεν ήταν για την πολιτική ή τις εκλογές, ήταν για το σεβασμό στον ανώτατο θεσμό της χώρας της οικογένειάς μου. Η δουλειά μου είναι ποδοσφαιριστής και όχι πολιτικός και η συνάντησή μας δεν αποτελεί επικύρωση οποιασδήποτε πολιτικής. Η συμπεριφορά που εισέπραξα από την DFB (Γερμανική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία) αλλά και πολλές άλλες (συμπεριφορές) με κάνει να μη θέλω πλέον να φορέσω τη γερμανική φανέλα. Αισθάνομαι ανεπιθύμητος και νομίζω, ότι όσα έχω πετύχει από το διεθνές ντεμπούτο μου το 2009, έχει ξεχαστεί», δήλωσε.

Η γερμανική ποδοσφαιρική ομοσπονδία (DFB) απέρριψε με ανακοίνωση τις εναντίον της κατηγορίες από τον Μεσούτ Οζίλ ενώ υπάρχουν αρκετοί που πίσω από την κίνηση του «βλέπουν» περισσότερο «πεζές» αιτιάσεις και κύριο λόγο την κακή απόδοσή του.

Ads

image

Ωστόσο, δεν είναι τυχαίο που η αποχώρηση του τουρκικής καταγωγής Γερμανού ποδοσφαιριστή Μεσούτ Οζίλ από την Εθνική Γερμανίας έχει λάβει πολιτικές διαστάσεις στη χώρα. Το ερώτημα που τίθεται αφορά τον ρατσισμό στο ποδόσφαιρο και την κοινωνία.

«Η Γερμανία είναι μια χώρα ανοιχτή στον κόσμο» υπογράμμισε η εκπρόσωπος τύπου της γερμανικής κυβέρνησης Ουλρίκε Ντέμερ στο εβδομαδιαίο κυβερνητικό μπρίφινγκ συμπληρώνοντας: «Η ένταξη των ανθρώπων με μεταναστευτική βιογραφία αποτελεί πρωταρχικό καθήκον της γερμανικής κυβέρνησης».

Ωστόσο αναφορικά με την αποχώρηση του ποδοσφαιριστή Μεσούτ Οζίλ από την Εθνική Γερμανίας μετά από κατηγορίες για ρατσιστική συμπεριφορά σε βάρος του, η εκπρόσωπος της γερμανικής κυβέρνησης επέλεξε να μη λάβει ευθέως θέση. Αρκέστηκε στο ότι «η καγκελάριος εκτιμά πολύ τον Μεσούτ Οζίλ» και ότι «είναι ένας εξαιρετικός ποδοσφαιριστής, που έχει προσφέρει πολλά στην εθνική ομάδα της Γερμανίας». Σύμφωνα πάντως με την Ουλρίκε Ντέμερ, η περίπτωση Οζίλ δεν πλήττει την πολιτική κοινωνικής ένταξης στη Γερμανία, ενώ η ίδια δεν βλέπει ευθύνες στη Γερμανική Ομοσπονδία Ποδοσφαίρου (DFB). Μάλιστα είπε ότι «η DFB αναλαμβάνει πολυάριθμες πρωτοβουλίες, καμπάνιες και προγράμματα για την στήριξη της ένταξης και της συνοχής στην κοινωνία μας».

Από την πλευρά ο Γερμανός υπ. Εξωτερικών Χάικο Μάας, δήλωσε στο ίδιο κλίμα: «Δεν πιστεύω ότι η περίπτωση ενός πολυεκατομμυριούχου ποδοσφαιριστή που ζει και εργάζεται στην Αγγλία είναι ενδεικτική για την ικανότητα κοινωνικής ενσωμάτωσης στη Γερμανία».

Πέρα όμως από την επίμαχη φωτογραφία με τον Ερντογάν, πολλοί Γερμανοί πολιτικοί ασκούν κριτική στην DFB για τη στάση της στην υπόθεση Οζίλ. «Σε γενικές γραμμές ρίχνει μια βαριά σκιά στο γερμανικό ποδόσφαιρο» δήλωσε στην DW o Φρανκ Στέφελ, εκπρόσωπος του CDU για θέματα αθλητισμού. Ο Έρχαρντ Γκρουντλ, εντεταλμένος για θέματα αθλητισμού των Πρασίνων δήλωσε επίσης στην DW ότι «λυπάται που εν έτει 2018 ένας νικητής της εθνικής ομάδας αποχωρεί από αυτή λόγω ρατσισμού», ενώ παράλληλα βλέπει ευθύνες στη Γερμανική Ομοσπονδία Ποδοσφαίρου και ειδικότερα στον πρόεδρό της Ράινχαρντ Γκρίντελ, αλλά και στον μάνατζερ της Εθνικής Γερμανίας Όλιβερ Μπίρχοφ, για την επίθεση στον Μεσούτ Οζίλ μετά την ήττα της Γερμανίας στο Μουντιάλ της Ρωσίας.

Από την πλευρά του το Κεντρικό Συμβούλιο Μουσουλμάνων της Γερμανίας ανέφερε ότι η υπόθεση Οζίλ ανέδειξε μια «βαθύτερη κοινωνική πληγή», τον ρατσισμό.

Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Οζίλ γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Γκεζελκίρχεν της Β. Ρηνανίας-Βεστφαλίας, ενώ οι παππούδες του είχαν πάει ως μετανάστες στη Γερμανία από την Τουρκία. Ο ίδιος απέκτησε (σ.σ. επέλεξε) το 2007 τη γερμανική υπηκοότητα, χάνοντας την τουρκική.

image

«Η παραίτηση του Οζίλ είναι κάτι περισσότερο από το μέλλον του γερμανικού ποδοσφαιρικού συλλόγου (DFB) ή της εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου. Η παραίτηση του Οζίλ είναι ενδεικτική για την κατάσταση της Γερμανίας το καλοκαίρι του 2018» λέει η Raniah Salloum, δημοσιογράφος του Spiegel, η οποία γεννήθηκε στη Γερμανία το 1984 και έχει καταγωγή από τη Συρία.

«Ο Οζίλ και πολλοί άλλοι Γερμανοί με περίεργα ονόματα για άλλη μια φορά βρισκόμαστε σε θέση να υπερασπιστούμε τη γερμανική ταυτότητά μας. Υπήρξε μια εποχή που φάνηκε ότι η Γερμανία είχε σημειώσει σημαντική πρόοδο. Αλλά τα τελευταία χρόνια, αυτή η τάση φαίνεται να αντιστρέφεται. Το βλέπω και σε μηνύματα που δέχομαι από αναγνώστες» υποστηρίζει στο άρθρο της.

«Συνήθως θυμώνω όταν συμβαίνει αυτό, όταν οι άνθρωποι προσπαθούν να μου στερήσουν τη γερμανική μου ταυτότητα. Για κάποιους ίσως ακούγεται σαν να κλαψουρίζω. Μπορώ να ακούσω ήδη ανθρώπους να λένε: “Γράφει για την Der Spiegel, τι περισσότερο θα μπορούσε να θέλει;”.

«Και αυτό είναι επίσης αλήθεια» εξηγεί η Raniah Salloum, αφού, όπως λέει, θεωρεί ότι είναι τυχερή που γεννήθηκε και μεγάλωσε σε μια χώρα όπου το φαινομενικά απειλητικό-ηχητικά όνομά της δεν μπόρεσε ποτέ να σταθεί εμπόδιο στο δρόμο της. Μάλιστα, όπως γράφει, μπορεί να την βοήθησε μερικές φορές.

Ίσως επίσης να παίζει ρόλο θετικό ότι είναι γυναίκα, γυναίκα που δεν φορούσε μαντίλα. Υποψιάζεται, λέει, ότι τα πράγματα θα ήταν πιο δύσκολα με ένα τέτοιο όνομα εάν ήταν άνδρας – ή μια γυναίκα που φορούσε μια μαντίλα.

«Από την άλλη, ταυτόχρονα, δεν είναι αυτονόητο ότι ένα άτομο σαν εμένα, με ξένο όνομα, μπορεί να ταξιδέψει και να ζήσει στη Γερμανία χωρίς κανένα πρόβλημα. Όταν ζούσα στη Γαλλία, για παράδειγμα, έπρεπε να στέλνω κάποιον άλλο με ένα λιγότερο απειλητικό-ηχητικά όνομα ως πληρεξούσιό μου όταν έψαχνα για σπίτι. Τα ξένα ονόματα ήταν ανεκτά στη Γαλλία, εφόσον δεν ήταν αραβικά.

Προς το παρόν, η Raniah Salloum ανησυχεί ότι όλα όσα έχει επιτύχει η Γερμανία ως πολυπολιτισμικό έθνος βρίσκονται σε κίνδυνο. Πολλοί είναι αυτοί που καταγγέλλουν τους «αχάριστους μετανάστες» που στρέφονται εναντίον των «ρατσιστών». «Όταν ήμουν νεαρή κοπέλα, ο πατέρας μου με προειδοποίησε ότι «εμείς», τα παιδιά με τα παράξενα ονόματα δεν θα γίνουμε ποτέ αποδεκτοί ως Γερμανοί. Τότε γέλασα γι ‘αυτό. Για μένα, αυτές τότε ήταν οι ευαισθησίες της πρώτης γενιάς μεταναστών – και δεν είχαν καμία σχέση με τη ζωή μου. Φυσικά, και είμαι Γερμανίδα. Τι περισσότερο θα έπρεπε να θέλω;».

Και καταλήγει η δημοσιογράφος: «Ναι σήμερα θέλω κάτι περισσότερο. Θέλω να σταματήσουν οι άνθρωποι να πιστεύουν ότι μπορούν να αποφασίσουν πού ανήκουν οι άλλοι. Θέλω και οι Γερμανοί που φαίνονται διαφορετικοί ή έχουν διαφορετικά ονόματα, να σταματήσουν να πρέπει να υπερασπίζονται συνεχώς τη γερμανική τους ταυτότητα».