Αναμενόμενο το ενδιαφέρον δημοσιογράφων και κοινού για τα πρόσφατα ντοκουμέντα της αμερικανικής πρεσβείας που διέρρευσαν στον ιστότοπο Wiki-Leaks κι από εκεί στον Σκάι και την «Καθημερινή».

Ads

Πιο φρέσκα από τους επίσημους αποχαρακτηρισμούς που συνήθως λαμβάνουν χώρα ύστερα από δεκαετίες, κι ως εκ τούτου πιο πιπεράτα, έχουν επιπλέον το προσόν να μην είναι λογοκριμένα όσον αφορά τα πρόσωπα των συνομιλητών των υπερατλαντικών διπλωματών. Εστω κι αν στο μεγαλύτερο μέρος τους περιγράφουν πράγματα που είναι ήδη γνωστά από το καθημερινό ρεπορτάζ ή, το πολύ πολύ, επιβεβαιώνουν εικασίες κι εκτιμήσεις που δεν αποτελούν έκπληξη για κανέναν.

Τυπικό παράδειγμα: όσα ο (νυν) αντιπρόεδρος της κυβέρνησης είπε το Φεβρουάριο του 2008 στον αμερικανό πρέσβη σχετικά με το «Σκοπιανό» δεν αποκλίνουν σε τίποτα απ’ τις απόψεις που ο ίδιος έχει κατά καιρούς εκφράσει σε συνεντεύξεις του στα ελληνικά ΜΜΕ. Οσο για τον εξωθεσμικό ρόλο του Αλεξ Ρόντος, που «αποκάλυψε» στον Σπέκχαρντ η κυρία Λάμψα, ο αμερικανός πρέσβης θα μπορούσε να τον πληροφορηθεί -μεταξύ άλλων- και από τα άφθονα σχετικά ρεπορτάζ των αθηναϊκών εφημερίδων…

Η υπηρεσιακή αναμετάδοση πασίγνωστων γεγονότων κι εκτιμήσεων δεν σημαίνει, βέβαια, πως οι αποκαλύψεις του WikiLeaks δεν περιέχουν και κάποιες ενδιαφέρουσες πληροφορίες για τη στάση της πρεσβείας απέναντι στα εγχώρια πράγματα ή τη διαπλοκή του ντόπιου πολιτικού προσωπικού με τον υπερατλαντικό παράγοντα. Διαβάζοντας τα πρωτότυπα κείμενα των αναφορών που έχουν αναρτηθεί στο σάιτ των «Φακέλων», διαπιστώνουμε μάλιστα πως ορισμένα από τα πιο ενδιαφέροντα σημεία δεν έτυχαν της δέουσας προσοχής και ερμηνείας. Δυστυχώς, τα ντοκουμέντα που είναι προσβάσιμα στην αυθεντική τους μορφή αντιστοιχούν σε μικρό μόνο τμήμα του χρησιμοποιηθέντος υλικού: απουσιάζει π.χ. μεγάλο μέρος των εγγράφων για το «Σκοπιανό», το σύνολο της αλληλογραφίας για τους πετρελαϊκούς αγωγούς αλλά και η -εκτενής απ’ ό,τι φαίνεται- έκθεση της πρεσβείας τον Ιανουάριο του 2009 για τον «φιλοαμερικανό» Αντώνη Σαμαρά.

Ads

Σε αντίθεση προς την «εθνικοπατριωτική» και φιλοκαραμανλική χροιά που απέκτησε στην πορεία η αξιοποίηση της όλης διαρροής, τα διαθέσιμα ντοκουμέντα διαψεύδουν μια σειρά από προπαγανδιστικά αξιώματα και θεωρίες που εξυφάνθηκαν τα τελευταία χρόνια από το λεγόμενο «πατριωτικό χώρο».

*Οσον αφορά π.χ. τη νεανική εξέγερση του Δεκέμβρη του 2008, η εκτενής σχετική έκθεση Σπέκχαρντ (18.12.08) διαψεύδει πανηγυρικά όλη τη μυθολογία που στήθηκε για να την παρουσιάσει περίπου σαν προϊόν αμερικανικής συνωμοσίας κατά του «εθνικά υπερήφανου» Καραμανλή. Ενημερώνοντας τους προϊσταμένους του, ο αμερικανός πρέσβης καυτηριάζει την «ενθάρρυνση» της εξέγερσης απ’ τα ελληνικά ΜΜΕ, που καταδίκασαν το φόνο του Γρηγορόπουλου και «απέρριψαν με χλευασμό τις εξηγήσεις της αστυνομίας, ότι ο πυροβολισμός μπορεί να ήταν ατύχημα». Καταγγέλλει επίσης τον «οπορτουνισμό» της ελληνικής αριστεράς που «υποστήριξε τις διαμαρτυρίες», ισχυρίζεται μάλιστα ότι τα αριστερά κόμματα «χρησιμεύουν ως χώρος απόσυρσης πολλών γηραλέων αναρχικών». Ανησυχεί ότι η εξέγερση μπορεί να εξελιχθεί σε φυτώριο μιας νέας γενιάς τρομοκρατών, το πιο ενδιαφέρον είναι ωστόσο οι εκτιμήσεις του για τις πολιτικές επιπτώσεις της στην κυβερνητική πολιτική απέναντι στις ΗΠΑ: «Τα συμφέροντα των ΗΠΑ θα θιγούν», εκτιμά, καθώς «η κυβέρνηση Καραμανλή θα είναι απρόθυμη ή ανίκανη να προβεί σε τολμηρές ενέργειες ή να έρθει σε αντίθεση με το δημόσιο αίσθημα σε κρίσιμα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής. […] Μάλλον θα αποφύγει κάθε ανάπτυξη στρατιωτικών δυνάμεων που θα την εξέθετε σε επικρίσεις, όπως η αποστολή σημαντικά αυξημένων στρατευμάτων στο Αφγανιστάν». Θεωρεί επίσης ότι, μετά το τσαλάκωμα της κυβέρνησης Καραμανλή από την εξέγερση, «η ελληνική γραφειοκρατία, ενόψει πολιτικής αβεβαιότητας, θα είναι δυσκολότερο να ανταποκριθεί σε άλλα ζητήματα της ατζέντας μας, όπως εμπορικά ή ζητήματα ασφαλείας και ανθρωπίνων δικαιωμάτων». Ακριβώς το αντίθετο απ’ όσα διέδιδαν δηλαδή τα παπαγαλάκια του καραμανλισμού σε όλο το μήκος και πλάτος των εγχώριων ΜΜΕ!

*Εξαιρετικά εύγλωττη είναι επίσης η ανάλυση του Πέτρου Μολυβιάτη προς τον διπλωμάτη Τομ Κάντριμαν, για τα χαρακτηριστικά του εθνικόφρονος ρεαλισμού: «Εχουμε συνηθίσει να μας … ένα μεγάλο κράτος σαν την Τουρκία, είναι όμως αδιανόητο να υποστούμε την ίδια μεταχείριση από ένα μικρό τυχάρπαστο σαν τα Σκόπια». Η ενδιάμεση λέξη απουσιάζει, είναι όμως προφανής.

*Από τη συζήτηση του Νίκολα Γκρούεφσκι
με τον εκεί αμερικανό πρέσβη (6.2.08) αναμεταδόθηκε μόνο η εκτίμησή του πως, «αν ήταν Καραμανλής και δεν έβαζε βέτο, θα είχε υποβάλει την παραίτησή του». Δίνεται έτσι η εντύπωση της αναγνώρισης πατριωτικών ευσήμων στον έλληνα πρωθυπουργό απ’ τον αντίπαλό του. Στην πραγματικότητα, ο Γκρούεφσκι εξηγούσε πως ο Καραμανλής και οι λοιποί έλληνες πολιτικοί «έχουν στριμώξει τους εαυτούς τους σε μια γωνιά που δεν τους δίνει περιθώρια για συμβιβασμό».

*Σχετικά με τη 17Ν, δημοσιότητα δόθηκε στις (απλές) εκτιμήσεις ενός στελέχους της πρεσβείας, ότι υπολείμματα της οργάνωσης παραμένουν ακόμη ενεργά. Στο ντούκου πέρασε, αντίθετα, η πληροφορία ότι η πρεσβεία φέρεται να γνωρίζει τι περίπου συζητούν μεταξύ τους οι φυλακισμένοι στον Κορυδαλλό.

*Ακόμη διακριτικότερη είναι η ειδησεογραφική διαχείριση της αποκάλυψης ότι, στις 22 Ιουλίου 2009, η εθνικά υπερήφανη κυβέρνηση Καραμανλή παρέδωσε στις δωσιλογικές υπηρεσίες ασφαλείας του Ιράκ τον Αμπού Σατζάντ, ιρακινό σιίτη αντιστασιακό που, σύμφωνα με την πρεσβεία, θεωρούνταν «υπεύθυνος για επιθέσεις με αυτοσχέδιους εκρηκτικούς μηχανισμούς» κατά του στρατού κατοχής. Η ΕΛ.ΑΣ., πληροφορούμαστε, «συνεργάστηκε στενά με την κυβέρνηση των ΗΠΑ» σ’ αυτή τη «νομικά περίπλοκη» υπόθεση -την κατάφωρη παραβίαση, με άλλα λόγια, του ελληνικού Συντάγματος, που απαγορεύει ρητά την έκδοση «αλλοδαπού διωκόμενου για τη δράση του υπέρ της ελευθερίας». Εξ ου και, όπως εξηγεί στα κεντρικά ο πρέσβης, «οι έλληνες αξιωματούχοι προτιμούν ιδιωτική και χαμηλών τόνων επιβράβευση [από τις ΗΠΑ] αντί για δημόσια αναγνώριση».

*Εντελώς στα ψιλά πέρασε και μια άλλη,
παρεμφερής αποκάλυψη: η έκδοση στην Τουρκία, πάλι επί Καραμανλή, δύο κούρδων μαχητών της οργάνωσης KGK (διαδόχου του ΡΚΚ). Από το σχετικό δημοσίευμα πληροφορούμαστε επιπλέον πως ο τότε αρχηγός της ΕΥΠ (και σημερινός βουλευτής του ΛΑΟΣ) Ιωάννης Κοραντής διατηρούσε, σύμφωνα με τον τότε πολιτικό προϊστάμενό του Προκόπη Παυλόπουλο, «στενή σχέση» με ανώτερο στέλεχος της τουρκικής ΜΙΤ που «υπηρετεί στην Αθήνα», για τη συντονισμένη καταδίωξη των κούρδων «τρομοκρατών». Δυστυχώς, το αυθεντικό έγγραφο δεν είναι ακόμη προσβάσιμο.

*Η σημαντικότερη όμως είδηση που πέρασε στο ντούκου, αφορά τις παρεμβάσεις της πρεσβείας στο έργο των ελληνικών ΜΜΕ. Η επτασέλιδη έκθεση του πρέσβη Ράις για τα ελληνικά ΜΜΕ (2006) αναδημοσιεύθηκε εκτενώς όσον αφορά το γαργαλιστικό μέρος της, αν και με κάποιες σεμνότυφες παραποιήσεις: ο Ράις υποστηρίζει πως μεγιστάνες της οικονομίας, εκδότες, καναλάρχες και πολιτικοί «συνδέονται μεταξύ τους εξ αίματος, με γάμους και μοιχείες», οι έλληνες δημοσιογράφοι προτίμησαν όμως μια πιο κόσμια διατύπωση περί γάμων και «αγχιστείας». Ολα όμως τα δημοσιεύματα αγνόησαν την παράγραφο 17, που φέρει τον αποκαλυπτικό τίτλο «Πώς διαχειριζόμαστε τα ΜΜΕ». Το περιεχόμενό της έχει επί λέξει ως εξής:

«Η πλειοψηφία των ΜΜΕ ερμηνεύει με προκατάληψη
εναντίον του Μπους και των ΗΠΑ κάθε ιστορία με διεθνή διάσταση, συμπεριλαμβανομένης της φτώχειας, του περιβάλλοντος, των γενετικά μεταλλαγμένων οργανισμών και του ελέγχου του Ιντερνετ. Καταφέραμε να σπρώξουμε συνεντεύξεις, επώνυμα άρθρα γνώμης τοπικής παραγωγής και προϊόντα του Γραφείου Προγραμμάτων Διεθνούς Πληροφόρησης του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για καίρια ζητήματα διεθνούς πολιτικής. Επιχειρούμε να αντικρούσουμε πραγματολογικά λάθη και παραλείψεις με τηλεφωνήματα, επιστολές προς το διευθυντή και τακτικές συναντήσεις με δημοσιογράφους, διευθυντές κι εκδότες. Διαθέτουμε επίσης περισσότερους πόρους στις δοσοληψίες μας με σχολές και φοιτητές δημοσιογραφίας, ελπίζοντας πως η νέα γενιά δημοσιογράφων θα είναι περισσότερο απαλλαγμένη απ’ τις προκαταλήψεις που χαρακτηρίζουν την τρέχουσα και τις προηγούμενες γενιές. Οι συνομιλητές μας στις δημοσιογραφικές σχολές μας λένε πως έτσι όντως έχουν τα πράγματα, μολονότι φοβούνται επίσης πως οι αλλαγές στη βιομηχανία των ΜΜΕ σημαίνουν ότι οι φοιτητές τους δεν θα βρουν τελικά και πολλές θέσεις εργασίας στη δημοσιογραφία όταν αποφοιτήσουν».

Του Τάσου Κωστόπουλου από την Ελευθεροτυπία της 3/4/2011