Έχω γεννηθεί στις Γλαφυρές Μαγνησίας, τελείωσα το Α΄ Γυμνάσιο Αρρένων Βόλου, εργάζομαι στο Γυμνάσιο Ιωλκού και είμαι απ΄ αυτούς  που θα ήθελαν να δουν στην Α΄ Εθνική και τον Ολυμπιακό Βόλου και τη Νίκη Βόλου. Πάει να πει, Βολιώτης αναντάμ παπαντάμ.

Ads

Γείτονες έχουμε ένα ζευγάρι με τρία παιδιά από τη Νιγηρία, αγοράζω ψάρια από τον αιγύπτιο Χασάν στις τράτες στο λιμάνι, η μαθήτρια που κέρδισε φέτος τη συμπάθειά μου για την επιμέλειά της είναι η Αμαρίλντα από το Μπεράτι και προσωπικότητα που πριν από λίγα χρόνια γράπωσε τη συγγραφική μου εύνοια ήταν ο Αλφόνς, ένας από τους πολλούς Γερμανο-Αυστριακούς που ζουν στο Πήλιο.

Αυτός και τέτοιος λοιπόν ο πληθυσμός της πόλης σήμερα, μαζί βέβαια με τους απογόνους των παλιών μικρασιατών προσφύγων, αλλά και όσους εγκαταλείπουν την Αθήνα επιλέγοντας τον Βόλο για μόνιμη κατοικία. Ένα πολυπολιτισμικό χαρμάνι με μπόλικη δόση ανεργίας. Τις τελευταίες δεκαετίες αξιωθήκαμε δημάρχους, που τα έργα τους είναι διακριτά στην ποιότητα ζωής των κατοίκων του Βόλου – άλλος με περισσότερη και άλλος με λιγότερη επιτυχία.

Όμως από την Κυριακή το βράδυ ένα σύννεφο έχει σκεπάσει την πόλη : κατήφεια, προβληματισμός, αγωνία για τη δημαρχιακή επιλογή που προτίμησαν οι τρεις στους δέκα συμπολίτες μας. Να εξηγηθεί το φαινόμενο ή να ερμηνευθεί με κριτήρια κοινωνικοπολιτικά και πολύ δύσκολο είναι και ίσως όχι της ώρας. Ούτε, πάλι, μπορώ να κρύψω την αμηχανία και τον εκνευρισμό στα πειράγματα που δέχομαι από φίλους άλλων πόλεων καθώς απορούν :

Ads

“Μα, ο Βόλος! Η πόλη με το πρώτο Εργατικό Κέντρο της Ελλάδας; Η πόλη του ΝτεΚίρικο, του Δελμούζου, του Σαράτση και του Κορδάτου; Εσείς που καμαρώνετε για τον πολιτισμό σας; Και τώρα να ψηφίζετε…” Έτσι έχουν τα πράγματα.

Ωστόσο αυτό που προέχει τώρα είναι τι θα πράξουν οι εφτά στους δέκα από τους συμπολίτες. Θα προτιμήσουν το λευκό ή το άκυρο, υπακούοντας στη γραμμή του κόμματος; Κυριακάτικη εκδρομή στην Τσαγκαράδα ή το Τρίκερι, “τιμωρώντας” τους πολιτικούς με το “Ωχ, αδερφέ! Όλοι το ίδιο είναι”;

Θα θυμηθούν την κομματική τους ταυτότητα, ξεχνώντας  ότι στις συγκεκριμένες εκλογές δεν αποφασίζουμε για πρωθυπουργό, αλλά ποιος θα καθαρίζει την πόλη και πού θα βρεθούν λεφτά για να λειτουργούν οι δημοτικοί σταθμοί και να έχουμε καθαρό νερό να πίνουμε;

Με λίγα λόγια και, δανειζόμενος τη φρασεολογία των ανθρώπων της νύχτας που εποφθαλμιούν τον δημαρχιακό θώκο, το μέλλον του Βόλου παίζεται στη μία ζαριά.

Δεν ξέρω τι πρόκειται να γίνει αν ανατραπεί το αποτέλεσμα της προηγούμενης Κυριακής. Ξέρω μόνο πως, αν παραμείνει το ίδιο σκηνικό, για πέντε χρόνια δεν θα έχουμε κανένα λόγο να υπερηφανευόμαστε για το παρελθόν αυτής της πόλης. Όπως δεν θα έχουμε καμιά δικαιολογία για κριτική ή έστω να γκρινιάζουμε με τα όσα άσχημα και παράλογα θα μας ξημερώσουν.

* Κώστας Ακρίβος, φιλόλογος – συγγραφέας