“…Όλοι αυτοί της συγκυβέρνησης, οι 156, πόσοι είναι, δεν υπάρχει ένας που να μη μπορεί να κοιμηθεί το βράδυ, απ’ αυτό που συμβαίνει; Πώς κοιμούνται ήσυχοι; Δεν μπορώ να το διανοηθώ! Δεν υπάρχει ένας, που να βγει και να πει «Φτάνει!»;…” Η ηθοποιός Νένα Μεντή, μιλάει στην Κρυσταλία Πατούλη με αφορμή τον 4ο χρόνο της Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου αλλά και «το χάλι μας!», συμμετέχοντας στην ακτιβιστική Έρευνα για την Κρίση που δημοσιεύεται από το 2010 στο tvxs.gr, με βάση το ερώτημα “Ποιές αιτίες μας έφεραν ως εδώ, και κυρίως τί πρέπει να κάνουμε;”.

Ads

N.M.: Είναι τόσο άσχημα τα πράγματα… Τώρα, τί να πω και γω, τί να πει κι ο καθένας, δηλαδή, πια;

Εδώ πρόκειται, περί μιας χοντροειδέστατης φάρσας, ενός χοντρού δουλέματος που μας κάνουνε, μιας αθλιότητας, και χωρίς να υπολογίζει ουδείς ότι υπάρχουν τόσοι χιλιάδες άνθρωποι, εκατομμύρια πια, οι οποίοι πεινάνε! Tί να πεις;
 
Κρ.Π.: Και μπορεί να είμαστε και εμείς ένας από αυτούς…
 
Ν.Μ.: … αύριο. Να ‘μαστε αύριο! Εγώ παίζω αυτή τη στιγμή στο θέατρο, και έχω τη μεγάλη τύχη να δουλεύει τόσο καλά η παράσταση. Αλλά δουλεύει, επειδή έρχεται ο κόσμος!

Αν αύριο, κάποιος κόσμος δεν έχει να φάει –γιατί έτσι θα γίνει!- δεν θα έρχεται. Άρα, ούτε αυτοί θα έρχονται, και ούτε εγώ θα έχω δουλειά. Είναι τόσο απλό πια.

Ads

Κρ.Π.: Ποιές είναι οι αιτίες που μας έφεραν ως εδώ, πιστεύετε;

Ν.Μ.: Δεν είμαι αναλύτρια, ούτε πολιτικός, ούτε κοινωνιολόγος, ούτε τίποτα. Είμαι ένας απλός πολίτης. Το πώς φτάσαμε ως εδώ, είναι μια πολύ παλιά ιστορία, δεν είναι κάτι πρόσφατο. Πιάνει από τη μεταπολίτευση… και το καταλαβαίνουμε όλοι όσοι ζούμε σ’ αυτό τον τόπο και είμαστε και πιο μεγάλοι σε ηλικία.
 
Κρ.Π.: Κάποιοι έχουν πει ότι πιάνει από τον εμφύλιο και μετά ή και από το 1821
 
Ν.Μ.: Εντάξει, δεν είμαι τόσο μελετημένη, κι ούτε μπορώ να κάνω αυτούς τους συσχετισμούς. Σίγουρα ξεκινάει από μια… όχι μεταφυσική κατάρα των Ελλήνων, αλλά από το ότι εμείς οι ίδιοι ως άνθρωποι έχουμε τόσες πολλές αντιφάσεις… Είμαστε ένας λαός, τόσο περίεργος! Ένας λαός, τόσο με θετικά αλλά και τόσα πολλά αρνητικά…

Δηλαδή, το πιο απλό θα πω και το πιο κοινότοπο, όχι καμιά πρωτοτυπία:

Όταν τόσο καιρό, τόσα χρόνια -τουλάχιστον 40 κοντεύουμε τώρα- ψηφίζουμε -βλέποντας το χάλι μας!- τους ίδιους και τους ίδιους, και εναλλάσσουμε μία εξουσία, η οποία εδώ και χρόνια μας έχει χτυπήσει μέσα στ’ αυτιά μας τα καμπανάκια; Όμως εμείς εξακολουθούμε να είμαστε, εκεί, κολλημένοι!

Από λόγους βολέματος, φόβων, ανασφάλειας, βλακείας, αμορφωσιάς; Όλα παίζουν!

Αυτό το πρώτο επίπεδο, που το καταλαβαίνει πάρα πολύς κόσμος είναι, πιστεύω, ότι φταίμε πάρα πολύ εμείς! Όχι, γιατί μαζί τα φάγαμε.

Υπάρχουν, βέβαια, και αυτοί που μαζί τα φάγανε, αλλά αυτούς δεν τους βάζω στο λαό και στον κόσμο, τους βάζω μέσα στα παιχνίδια της εξουσίας.

Δηλαδή, αν ένας άνθρωπος, και πολλοί άνθρωποι, χιλιάδες στην Ελλάδα, που μας κατατρέχει όλη αυτή η μικροαστική αντίληψη του Δημόσιου και του… να βάλω το παιδί στο δημόσιο, να το τακτοποιήσω, να το σιγουρέψω… Αν αυτό λέγεται, όλοι μαζί τα φάγαμε, οκ τότε, είμαστε και πάρα πολύς κόσμος απ’ το λαό που έχει βολευτεί, και όλοι μαζί τα φάγαμε.

Αλλά όταν ένας Έλληνας μικροαστός, ο οποίος εκεί του φτάνει το μυαλό του, θέλει να σιγουρέψει το παιδί του και να το τοποθετήσει στο δημόσιο, και γι’ αυτό το λόγο μπλέκει στο γρανάζι αυτού του πελατειακού συστήματος, όπου ψηφίζω και μετά μου τοποθετείς το παιδί μου και μετά το παιδί του παιδιού μου… Αν αυτό, λέγεται «όλοι μαζί τα φάγαμε», τότε οκ, όλοι μαζί τα φάγαμε!

Αλλά, εγώ δεν τους βάζω μέσα αυτούς. Αυτούς τους θεωρώ, λίγο χαμένες περιπτώσεις ανθρώπων, και ελπίζω μόνο στα παιδιά των παιδιών των παιδιών τους.

Δηλαδή, όλες αυτές οι γενιές των Ελλήνων, που είναι οι γονείς μου, οι οποίοι σκεφτόντουσαν έτσι, και που ακόμα σκέφτονται έτσι, δεν έχουν αντιληφθεί όλο αυτό το παιχνίδι που γίνεται, κι όλη αυτή την εξάρτηση που δημιουργούν με όλους αυτούς που μας κυβερνούν και μας φέραν σιγά σιγά σ’ αυτό το τεράστιο χάλι και σ’ αυτή την εξαθλίωση, δεν μπορεί να γίνει τίποτα!

Γι’ αυτό και δεν βλέπω φως…
 
Κρ.Π.: Κι αυτή η νοοτροπία του βολέματος δεν έχει τις ρίζες της από τον εμφύλιο και μετά, που υπήρξε κατά κόρον το «σύνθημα», κοιτάτε το σπίτι σας γιατί “νά τι θα πάθετε”;
 
Ν.Μ: Βεβαίως!
 
Κρ.Π.: Ναι, αλλά αυτή η νοοτροπία πέρασε με κάποιον παρόμοιο τρόπο και σε άλλα κόμματα εξουσίας…
 
Ν.Μ.: Και από την τουρκοκρατία υπάρχει αυτό. Αλλά ούτε το γνωρίζω, ούτε το έχω βιώσει. Κάποια πράγματα έχω διαβάσει, κάποια αντιλαμβάνομαι λόγω της σκέψης μου και του σπιτιού που μεγάλωσα, και των διαβασμάτων που έχω κάνει, των πολύ περιορισμένων. Δεν κάνω τη μορφωμένη, τη διανοούμενη, ούτε τη σκεπτόμενη. Απλά, πράγματα. Όμως, γι’ αυτά τα χρόνια που μιλάω, τα έχω ζήσει. Και τα έχω ζήσει μέσ’ την παραγωγή, δουλεύοντας ως ηθοποιός, από το 1966.
 
Κρ.Π.: Πόσο οι πολίτες αυτά τα χρόνια, μετά τη μεταπολίτευση, ελέγχανε την εξουσία, και πόσο μετείχαν στα κοινά; Γιατί τα τελευταία χρόνια η πλειοψηφία έφτασε να πηγαίνει μόνο κάθε 4 χρόνια να ψηφίζει…

Ν.Μ.: Αυτό! Όπως υπήρχε και μια απίστευτη αδιαφορία για το τι συνέβαινε στη διπλανή πόρτα. Απόλυτη αδιαφορία. Δηλαδή, αν εμείς είμαστε βολεμένοι, και λειτουργούσε καλά το δικό μας το κλειδί που έμπαινε στην πόρτα, και το ψυγείο, και το εξοχικό, και το φουσκωτό, και τα δάνεια, και όλο αυτό το πακέτο, δεν μας ενδιέφερε τίποτε άλλο.

Και ξαφνικά, όλη αυτή η φούσκα, γιατί περί φούσκας επρόκειτο…

Κανείς δεν κατάλαβε τι γίνεται; Απ’ τον κόσμο εννοώ, γιατί οι άλλοι το κάνανε με σύστημα… 

Όλα αυτά τα δάνεια που έπαιρνε ο κόσμος… Εγώ δόξα το Θεό, με ευλόγησε το σπίτι μου με ένα μυαλό -τόσο δα, δεν έχω κανένα φοβερό μυαλό- να μη θέλω ποτέ να μπω σ’ αυτό το γρανάζι του δανείου.

Και δεν εννοώ μόνο τη διανειοδότηση για τη στέγη, που στο κάτω κάτω λες ότι είναι και απαραίτητη… Διακοποδάνεια, εορτοδάνεια, χιλιάδες κάρτες μέσ’ τα πορτοφόλια… Όλο αυτό, δεν καταλάβαινε κανείς απ’ αυτόν τον κόσμο, πού μπορεί να οδηγήσει; Ες αεί θα πήγαινε έτσι;

Είναι καταπληκτική η βλακεία μας και η αδιαφορία μας! Γιατί είναι ένας συνδυασμός αυτών των δύο για μένα.  Και δεν βλέπω να βγαίνουμε από αυτή την ιστορία, ούτε και σε χρόνια… πολλά.  Βλέπω το χειρότερο, παρά το… φως, που λένε…

Κρ.Π.: Και παρόλο που υπάρχουν άνθρωποι στην Ελλάδα που αγωνίζονται αυτή τη στιγμή, για τον τόπο τους, να μη χαθούν τα δάση, τα βουνά, οι θάλασσές, που δημιουργούν συλλογικότηες για αλληλέγγυα οικονομία, ή προγράμματα για τους πιο αδύναμους, γενικώς για κάτι καλύτερο, βλέπουμε ότι κανείς δεν κάνει τον κόπο να κάνει γνωστή την προσπάθειά τους, ειδικά από τα μεγάλα ΜΜΕ.
 
Ν.Μ.: Μα τα κανάλια διαμόρφωσαν την ιδεολογία που έχει ο Έλληνας, χρόνια τώρα! Αν θυμηθείτε, δεν ξέρω, γιατί εγώ σας περνάω και 20 χρόνια…

Κρ.Π.: Παρεμπιπτόντως, να θυμηθώ να σας ρωτήσω αργότερα, και για το ελιξήριο της νεότητας, που διαθέτετε…

Ν.Μ.: Μια ενέργεια και μια βαθύτερη ανάγκη για τη ζωή είναι αυτό. Δεν ξέρω. Αυτό νομίζω ότι είναι. Δεν είναι θέμα εξωτερικό. Ποτέ δεν το πίστευα. Η ηλικία δεν είναι θέμα του εξωτερικού… χτενίσματος! Αλλά του πόσο αγαπάς… Εγώ αγαπάω πάρα πολύ τη δουλειά μου, πάρα πολύ. Δηλαδή, έχω πάρα πολύ όρεξη γι’ αυτό που κάνω… Πάντα. Όχι μόνο τώρα.

Κρ.Π.: Έχετε κάτι συνεχώς να σας εμπνέει…
 
Ν.Μ.: Ναι, και έχω αυτή την – ας το πούμε- μια υγιή ψυχοσύνθεση, μάλλον, που μου την έδωσε ίσως το σπίτι μου, το μεγάλωμά μου -νομίζω ότι από εκεί ξεκινάνε όλα- η παιδική μου ηλικία, που θεωρώ, ότι γερνώντας ο άνθρωπος πρέπει πιο πολύ να αγαπάει αυτά που τον κρατάνε στη ζωή, που είναι, για παράδειγμα, η δουλειά του.

Αν την έχει, βέβαια! Εγώ έχω ακόμα και τρώω. Οπότε, δεν μπορώ να μιλάω εκ του ασφαλούς. Δεν είμαι από αυτούς που ακόμα έχουν πληγεί. Δηλαδή, είμαι και λίγο, αν θέλετε, παρατηρητής σ’ αυτήν την εξαθλίωση.

Εδώ και χρόνια, και όχι δύο και τρία πριν, αλλά τέσσερα και πέντε, βλέπω κάτω από το σπίτι μου -επειδή μένω σε μια υποβαθμισμένη γωνιά της Αθήνας, στο κέντρο- ανθρώπους να τρώνε απ’ τα σκουπίδια! Δεν είναι τώρα που το είδα και έχω πέσει από τα σύννεφα. Είναι χρόνια αυτή η ιστορία.

Και είναι έλληνες. Δεν εννοώ τους μετανάστες, που έτσι κι αλλιώς ξέρουμε ότι πάρα πολλοί δεν έχουν να φάνε.

Υπήρχε μια φτωχοποίηση πολύ πιο νωρίς.
 
Κρ.Π.: Και δεν ασχολείτο κανείς με αυτούς τους ανθρώπους. Γινόταν ένα πάρτι που δεν τους έδινε το δικαίωμα να μιλήσουν για το πρόβλημά τους;
 
Ν.Μ.: Ακριβώς. Γιατί ντρέπονταν πρώτα πρώτα. Υπάρχει και ένα τέτοιο θέμα στον Έλληνα. Ότι ντρέπεται. Αλλά τώρα είναι πάρα πολλοί αυτοί. Είναι πάρα πολλοί.

Άκουγα σήμερα στο ραδιόφωνο ότι σε ένα νησί, όχι από τα κοσμικά, ότι έχουν 140 άτομα που τα ταϊζουν! Και στα σχολεία πάνε τα παιδιά νηστικά…

Κρ.Π.: Τί πιστεύετε ότι πρέπει να κάνουμε απέναντι σε όλα αυτά που συμβαίνουν;

Ν.Μ.: Δεν βλέπω τίποτα. Δηλαδή, αν δεν ξεσηκωθούμε εμείς οι άνθρωποι να αλλάξουμε τα πράγματα με όλο το ρίσκο που εμπεριέχει αυτό, για κάτι καλύτερο -τουλάχιστον καλύτερο- δηλαδή με οφέλη για τον πεινασμένο κόσμο… τον άνεργο κόσμο, τον κόσμο που ξενιτεύεται, τους νέους που φεύγουν, δεν νομίζω ότι μπορεί να γίνει τίποτε.

Κρ.Π.: Δεν χρειάζεται η συνεργασία για κάτι τέτοιο; Από τους φορείς κλπ;
 
Ν.Μ.: Νομίζω ότι αυτή πρέπει να είναι μια κινητοποίηση από πολλούς, όπως και από τα κόμματα της αντιπολίτευσης, που εκεί μέσα όμως είναι και επικίνδυνα τα πράγματα, γιατί υπάρχει και η Χρυσή Αυγή, και μπορεί να γίνει και σφαγή… και δεν ξέρουμε αυτοί οι άνθρωποι τι μυαλά κουβαλάνε. Ή μάλλον, ξέρουμε. Είναι πολύ επικίνδυνο!

Απ’ την άλλη, είναι οι φορείς, οι οργανώσεις, οι σύλλογοι, οι γειτονιές… Μα δεν κουνιέται φύλλο!
 
Κρ.Π.: Το Σαββατο, στις 19 του μήνα, έχει προγραμματιστεί μεγάλη αντιφασιστική εκδήλωση…
 
Ν.Μ.: Και προχτές που συνέβη αυτό με τις βίλλες και τα παιδιά που τα πετάξαν έξω, άνευ λόγου, έγινε μία πολύ μεγάλη πορεία, με πάρα πολύ κόσμο, κοντά στις 10 χιλιάδες.

Και δεν είναι οι αναρχικοί! Μην τρελαθούμε τώρα! Μας έχουμε ψήσει ότι είναι αναρχικοί και οι κουκουλοφόροι και οι αντιεξουσιαστές, μόνο… Εμένα είναι στη γειτονιά μου η Βίλλα Καραγιάννη, εδώ και 20 χρόνια! Τι τους πείραξαν τα παιδιά; Εγώ νομίζω ότι πρέπει να γίνουν χιλιάδες καταλήψεις για να μπει ο άστεγος κόσμος μέσα! Όχι να βγάζουνε! Ή η εκκλησία, που κάνει αυτά τα συσσίτια, δεν έχει άπειρα κτίρια, σπίτια, εγκαταλειμμένα δικά της, περιουσία της, όχι μόνο στην Αθήνα, αλλά σε όλη την Ελλάδα; Γιατί δε βάζει μέσα τους άστεγους; Για πείτε μου, τι κάνει;

Κρ.Π.: Γίνονται συσσίτια από κάποιες ενορίες, απ’ όσο γνωρίζω, και υπάρχει και ένα κέντρο στη Μεσογείων που γίνονται δωρεάν εξετάσεις σε απόρους. Αλλά όλα αυτά που γίνονται, όχι μόνο από την εκκλησία, μοιάζει να γίνονται μεμονωμένα και αυτόνομα από κάποιους… ή από κάποιες μικρές ομάδες.
 
Ν.Μ.: Τελείως αυτόνομα. Τελείως! Εγώ ξέρω μια φίλη στην Κέρκυρα, που εδώ και χρόνια ήταν μαζί με 14 γυναίκες, και είχαν κάνει μόνες τους ένα συσσίτιο για να ταΐζουν μετανάστες, που τους βλέπανε πεσμένους κάτω…

Εμένα, πείτε μου, πώς κοιμούνται το βράδυ; Όλοι αυτοί της συγκυβέρνησης, οι 156, πόσοι είναι, δεν υπάρχει ένας που να μη μπορεί να κοιμηθεί το βράδυ, απ’ αυτό που συμβαίνει; Πώς κοιμούνται ήσυχοι; Δεν μπορώ να το διανοηθώ! Δεν υπάρχει ένας, που να βγει και να πει «Φτάνει!»;

Άκουγα πάλι σήμερα –γιατί ακούω πολύ ραδιόφωνο- για τους φόρους στα σπίτια, ότι βάζουν δεν ξέρω πόσους φόρους –έλεγε ένα νούμερο που δεν το θυμάμαι γιατί είναι αστρονομικό. Ο άνεργος, για παράδειγμα, που μπορεί να έχει ένα σπίτι, είτε γιατί το κληρονόμησε, είτε οτιδήποτε, θα πρέπει να πληρώσει φόρους. Από πού;

Κρ.Π.: Ας το πουλήσει σου λέει, ή ας το πάρει το κράτος…
 
Ν.Μ.: Μα ποιός θα το αγοράσει; Έχω φίλο που πουλάει σπίτι στη μισή τιμή -γιατί χρωστάει πολλά- και μάλιστα σε γειτονιά πολύ καλή, και δεν αγοράζεται!
 
Κρ.Π.: Θα τα πάρει το κράτος…
 
Ν.Μ.: Και τι να τα κάνει; Τούβλα και σοβάδες; Ας τα πάρει, λοιπόν, όλα!
 
Κρ.Π.: Για τον εκφασισμό –που παρατηρείται- της κοινωνίας, τί έχετε να πείτε; Για την αδιαφορία του πολύ κόσμου, και την ενασχόλησή του μόνο με τα του οίκου του, κάτι το οποίο επίσης είναι ένα είδος φασισμού κι αυτό;

Ν.Μ.: Ναι! Όλη η βία αυτή, της εξουσίας… Και δεν είναι μόνο οι βουλευτές. Είναι και από κει και κάτω. Όλο αυτό το σύστημα που έχει φάει με τα χρυσά κουτάλια, και έχει βγάλει τα εκατομμύρια έξω… Οι διευθυντάδες, οι υποδιευθυντάδες, οι γραμματείς τους, τα τσιράκια τους, όλοι αυτοί… Τί είναι αυτοί; Αυτοί δεν είναι η απόλυτη βία; Αλλά εγώ μιλάω και για την κοινωνία. Στη γειτονιά, οι άνθρωποι, που μισούν τους μετανάστες… Μίσος. Χρόνια τώρα.

Κρ.Π.: Είναι η λογική, του «τα φταίνε όλα οι… βάρβαροι». Τραγική κατάσταση;

 
Ν.Μ.: Τραγική! Το πρόβλημα, δηλαδή, είναι πολύ σύνθετο. Δεν είναι μόνο οικονομικό. Το λένε κι άλλοι, δεν το λέω εγώ. Είναι γενικότερο πρόβλημα. Είναι πρόβλημα ηθικής. Πώς να το πω. Καταλαβαίνετε τι εννοώ. Είναι ηθικό πρόβλημα. Δικό μας. Των ανθρώπων.

Κρ.Π.: Πιστεύετε και εσείς ότι… η πλειοψηφία γύρω μας, φασίστες είναι;
 
Ν.Μ.: Βέβαια! Η καθημερινότητα είναι φασιστική.
 
Κρ.Π.: Ο άνθρωπος που κακοποιεί τον οποιονδήποτε που μπορεί να μπαίνει στον δρόμο του, και ενδιαφέρεται μόνο για τον εαυτό του, και είναι γενικά αδιάφορος για την κοινωνία, τι είναι αν όχι φασίστας; Οπότε είναι λογικό που αναπτύχθηκε και… έσκασε μύτη η Χρυσή Αυγή; Τουλάχιστον κάποιοι την ανεχτήκανε, αν όχι τίποτε άλλο;
 
Ν.Μ.: Φυσικά! Αυτό το αυγό του φιδιού, εκκολάπτεται πολύ καιρό τώρα… Πάρα πολύ καιρό! Και το συζητάγαμε, με παρέες χρόνια τώρα… Μη σας πω και προ του ’90.
 
Κρ.Π.: Οπότε εσείς αυτό που προτείνεται είναι να ξεσηκωθούμε, όπως αναφέρατε νωρίτερα;
 
Ν.Μ.: Ούτε και μ’ αυτό έχω να πω κάτι, ότι μπορεί κάτι να πετύχουμε. Εξαρτάται και πώς θα γίνει. Δηλαδή από πού θα κινητοποιηθεί όλο αυτό. Θα κινητοποιηθεί ο κόσμος ο πεινασμένος; Ο κόσμος ο αγανακτισμένος; Ο κόσμος ο απελπισμένος, χωρίς διέξοδο;

Γιατί, υπάρχει και ένας κόσμος που ακόμα μπορεί να ζει, δηλαδή, έχει τη δουλίτσα του, και ψιλοβολεύεται, όπως εγώ που μιλάω αυτή τη στιγμή, που έχει φτάσει ως εδώ… απ’ αυτά που συμβαίνουν! Θέλω να πω, όλο αυτό, είναι μια σύνθεση του κόσμου, που δεν ξέρω πώς μπορεί να κινητοποιηθεί. Δηλαδή, λέω και γω κάτι που μπορεί να είναι παρορμητικό, είναι συναισθηματικό πιο πολύ, με την επαναστατικότητα που με διακρίνει σαν χαρακτήρα πιο πολύ και σαν ιδεολογία, σε όλο αυτό που ζούμε, χρόνια τώρα…

Κρ.Π.: Τουλάχιστον για την αξιοπρέπειά μας όμως…

Ν.Μ.: Αυτό το ‘χουμε ξεχάσει! Την ταπείνωση που υφιστάμεθα, την έχουμε ξεχάσει.

Κρ.Π.: Επίσης, δεν βγαίνει και… φωνή προς το εξωτερικό… Αυτό που είπατε πριν. Να βγει κάποιος να πει, φτάνει!
 
Ν.Μ.: Δεν βγαίνει. Ναι. Και επίσης, εγώ θα περίμενα μια κίνηση, να φύγουν για παράδειγμα, κάποιοι από τη βουλή. Να φύγουν τελείως…
 
Κρ.Π.: Χρειάζεται δηλαδή να γίνει κάτι “εξτρεμιστικό”;

Ν.Μ.: Κάποιοι που αρθρώνουν έναν λόγο, ότι στέκονται πλάι στο λαό, ότι κατανοούν αυτό που ζει, ότι θέλουν να το αλλάξουν.. Ναι! Κάτι εξτρεμιστικό. Δεν μπορεί να γίνει κάτι άλλο.

Και επίσης, να πω και κάτι, έχω μια προσωπική εμπειρία από τη Θεσσαλονίκη που έπαιζα δυο μήνες, ερχόταν ο κόσμος στα καμαρίνια, κι αφού λέγαμε δυο τρία πράγματα για την παράσταση, μετά πιάναμε και λέγαμε για την κατάσταση!

Οι πιο πολλοί άνθρωποι, λοιπόν, πιστεύω εγώ, είναι μεν στα όριά τους, αλλά αυτό το κύριο συναίσθημα που τους διακατέχει είναι ο φόβος.
Φόβος και ανασφάλεια. Γιατί δεν υπάρχει αύριο. Γιατί δεν υπάρχει τρόπος για να διεκδικήσουμε το αύριο. Για μένα, αυτό είναι το κυρίαρχο, ότι ο κόσμος δεν έχει καμία ελπίδα και καμία διάθεση για ελπίδα. Είναι σα να είναι παρατημένος ο κόσμος…

Κρ.Π.: Διαχειρίζεται τις απώλειές του που είναι τεράστιες… Είναι σαν να πενθεί.
 
Ν.Μ.: Κι όμως πρέπει να γίνει υπέρβαση. Δεν μπορεί να μη γίνει υπέρβαση. Και στο θάνατο γίνεται υπέρβαση. Επειδή έχω χάσει πολύ δικούς μου, πολύ νέους ανθρώπους, και ήμουν και εγώ πολύ νέα, είτε φεύγεις και συ μαζί, φουντάρεις –δηλαδή- εκείνη την ώρα, γιατί δεν το αντέχεις (δεν το πιάνει το μυαλό σου, ούτε το σώμα σου, ούτε το αίμα σου!), και ή φουντάρεις, ή λες όχι θα ζήσω! Θα ζήσω για να τον έχω μέσα μου αυτόν τον άνθρωπο!

Έτσι είναι και τώρα. Αν παραιτηθούμε… Κατ’ αρχήν θα πάνε χειρότερα τα πράγματα. Δεν υπάρχει περίπτωση. Ήδη από σήμερα, έχουν αρχίσει και λένε ότι το πρόγραμμα δε βγαίνει, ότι όλες οι κρατικοποιήσεις έχουν πάει πίσω… Δεν ξέρω αν το ακούσατε. Γιατί εγώ, είμαι σαδομαζοχίστρια! Είμαι άρρωστη με το να ακούω τι μας λένε! Λοιπόν, έχουν αρχίσει ένα σιγανό μοιρολόι, ότι δεν βγαίνει το θέμα, έφυγε ο Κατάρ, έφυγε ο… μανάρ, και άρα, λένε τώρα αυτοί απ’ έξω, ότι δεν πάμε καλά… και αυτό σημαίνει νέα μέτρα!

Κρ.Π.: Πώς η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου, μια γυναίκα που έζησε τόσο σκληρή ζωή, και έκανε δημιουργία ότι φρικτό έζησε…
 
Ν.Μ.: …γι’ αυτό η παράσταση πάει ακόμα τόσο καλά, ύστερα από τόσα χρόνια. Ο κόσμος έρχεται και το ξαναβλέπει, μη έχοντας χρήματα, προχτές μάλιστα ήρθαν παιδιά νέα που το είχαν δει πριν δυο χρόνια, και ήρθαν και μου είπαν ότι δεν έχουμε λεφτά κυρία Μεντή, αλλά βρήκαμε για να έρθουμε να το ξαναδούμε…

Αυτό κάτι σημαίνει. Και τους ρώτησα: Γιατί παιδιά; Και μου απάντησαν: Είναι ότι μας δίνει μια ελπίδα, ότι μπορεί να επιβιώσουμε!

Κρ.Π.: Γιατί αν επιβίωσε αυτή η γυναίκα, με τη μετανάστευση, με τη φτώχεια, κλπ…

Ν.Μ.: …με Μικρασιατικές καταστροφές… Δε μιλάμε τώρα… Μιλάμε για τραγωδίες! Αλλά αυτή η γυναίκα είναι μια γυναίκα ορόσημο! Δηλαδή, είναι σύμβολο, πια, μιας δυναμικής γενιάς. Με ένα ταλέντο τεράστιο… Δεν μπορείς να το ξαναβρείς.

Απλώς η παράσταση, βγάζει αυτό το αίσθημα, ότι μπορεί ν’ αντέξει ο άνθρωπος. Δεν είναι τα λεφτά το παν, και μπορείς ν’ αντέξεις, και να βρεις και πράγματα που σου αρέσουν να κάνεις, παιδί μου… Αυτό.

Κρ.Π.: Κι ήταν επαναστατικός τύπος…
 
Ν.Μ.: Η ευτυχία ήταν για μένα φοβερά επαναστατικός άνθρωπος. Όχι με την έννοια του μαρξισμού και του Λένιν, αλλά ότι στην προσωπική της ζωή, έκανε μόνο αυτό που ήθελε αυτή! Ήταν δηλαδή, ο απόλυτα ελεύθερος άνθρωπος, με όλες τις συνέπειες.

Αυτό για μένα, η ελευθερία, δηλαδή, του ατόμου, είναι η μεγαλύτερη κατάκτηση!

Κρ.Π.: Δεν την ενδιέφερε ποιος θα πάρει τους στίχους της, δεν την ενδιέφερε κανένα βόλεμα…
 
Ν.Μ.: Κανένα βόλεμα! Το αντίθετο την ενδιέφερε!
 
Κρ.Π.: …και κανένας συμβιβασμός.

Ν.Μ.: Κανένας! Ήταν η πιο ασυμβίβαστη! Από προσωπικότητες λέω, γιατί υπάρχουν και απλοί άνθρωποι που δεν τους ξέρουμε. Αλλά αυτή η γυναίκα, είναι νομίζω μοναδική! Σ’ όλο αυτό το άναρχο που είχε, το αντισυμβατικό… το χιούμορ το φοβερό, τη ζωή, ρε παιδί μου! Αυτό το σπαρταριστό πράγμα…

Κρ.Π.: Και την προσανατόλιζε η ψυχή της…
 
Ν.Μ.: …και το μυαλό της. Ήταν άνθρωπος, να το λέμε κι αυτό… Επειδή ήταν λαϊκή στιχουργός, με την καλή έννοια το λέω αυτό, η Ευτυχία ήταν και διανοούμενη. Ήταν πολύ διαβασμένος άνθρωπος.

Η Ευτυχία είναι ένας συνδυασμός διανοούμενης και λαϊκιάς, και αλήτισας. Και αυτός ο συνδυασμός είναι ο φοβερός, που κάνει αυτό το μείγμα το μοναδικό. Όπως μου έχει πει ο εγγονός της, που τον ξέρω πια και είμαστε φίλοι, και η μία της κόρη που ζει, μιλούσε πολύ για ποίηση, διάβαζε ποιητές, ήξερε τα πάντα! Και ήταν και ηθοποιός 20 χρόνια, η Ευτυχία. Και μάλιστα, ειδικά εκείνη την εποχή, αυτό ήταν μία Παιδεία.

Κρ.Π.: Που είναι και ένα μεγάλο “όπλο” για τη ζωή μας; Κάποιοι θεωρούν ότι είναι “όπλο” τα χρήματα, τα αυτοκίνητα, ή και τα όπλα αμιγώς… αλλά το μεγαλύτερο “όπλο” μας δεν είναι το μυαλό μας και η ψυχή μας;
 
Ν.Μ.: Ε, βέβαια! Και η ανθρωπιά μας!
 
Κρ.Π.: Και η αυθεντικότητα;

Ν.Μ.: Η αυθεντικότητα, η ανθρωπιά… και να νιάζεσαι για τον διπλανό σου! Αυτό δεν είναι το σημαντικό;

Δηλαδή, δεν είναι δυνατόν, να υπάρχει τώρα αυτή η καραμέλα περί αλληλεγγύης, που σημαίνει ότι ακόμα και αυτοί που τη λένε, ξέρουνε, λοιπόν, ότι την είχαμε χάσει την αλληλεγγύη! Αλληλεγγύη… Τί είναι αυτό; Κάτι που φοριέται; Παίρνω ένα παλτό και το βάζω από πάνω; Αυτό είναι μια στάση ζωής ολόκληρης! Είναι μια ιδεολογία ο ανθρωπισμός! Και είναι πολλές γενιές που μεγαλώσαν έτσι, χωρίς να νοιάζονται…

Κρ.Π.: Θέλετε να κλείσετε με ένα στίχο της Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου;
 
Ν.Μ.: Ενώ μ’ αρέσουν πάρα πολλά τραγούδια της Ευτυχίας, και πολλά άγνωστα, που δεν έχουν γίνει σουξέ, θα ‘θελα να πω αυτούς τους στίχους που μ’ αρέσουν πάρα πολύ:

«Απ’ τα ψηλά στα χαμηλά
κι απ’ τα πολλά στα λίγα
αχ πώς κατάντησα στη ζωή
κι από το πρώτο το σκαλί
στο τελευταίο πήγα

Μα κανένας δε μου φταίει
για το χάλι μου
σπάσιμο θέλει το κεφάλι μου»

Νομίζω ότι είναι καταπληκτικό αυτό.
 
Κρ.Π.: Μουσική, Καλδάρας…

Ν.Μ.:  Καλδάρας… Και το λέω και στην παράσταση. Και είναι εξαιρετικό, και είναι για σήμερα, για τώρα: Μα κανένας δε μου φταίει για το χάλι μου, σπάσιμο θέλει το κεφάλι μου!-