Οι περισσότεροι άνθρωποι θεωρούν την ιεραρχία στις ανθρώπινες κοινωνίες ως κάτι αναπόφευκτο, ένα φυσικό κομμάτι αυτού που οι άνθρωποι είμαστε. Ωστόσο, αυτή η πεποίθηση έρχεται σε αντίθεση με ένα μεγάλο κομμάτι της ιστορίας των 200.000 χρόνων του Homo Sapiens.

Ads

Στην πραγματικότητα, οι πρόγονοί μας ήταν – ως επί το πλείστον – ισότιμοι και αντίθετοι σε οποιαδήποτε μορφή ανισότητας. Οι κυνηγοί – συλλέκτες δέχονταν ότι οι άνθρωποι είχαν διαφορετικές δεξιότητες, ικανότητες και ιδιότητες, αλλά απέρριπταν πλήρως κάθε προσπάθεια να θεσμοθετηθεί οποιαδήποτε μορφή ιεραρχίας. 

Τι συνέβη λοιπόν και προκλήθηκε μια τόσο βαθιά μετατόπιση από την αρχή της ισότητας; Η ισορροπία των αρχαιολογικών, ανθρωπολογικών και γονιδιωματικών δεδομένων υποδηλώνει ότι η απάντηση έγκειται στην αγροτική επανάσταση, η οποία άρχισε πριν από περίπου 10.000 χρόνια, όπως γράφει ο Τζέιμς Σάζμαν, συγγραφέας του βιβλίου «Ευημερία χωρίς αφθονία», στον Guardian

Η απίστευτη παραγωγικότητα των σύγχρονων γεωργικών τεχνικών σκεπάζει την αστάθεια που χαρακτήριζε τη ζωή των περισσότερων αγροτών από τις πρώτες ημέρες της νεολιθικής επανάστασης αλλά και τη χαρακτηρίζει ακόμη, έως και αυτόν τον αιώνα, όταν μιλάμε για την περίπτωση των αγροτών που παλεύουν για την επιβίωσή τους στις φτωχότερες χώρες του κόσμου. Τόσο οι κυνηγοί όσο και οι πρώτοι αγρότες ήταν ευάλωτοι στην βραχυπρόθεσμη έλλειψη τροφίμων και περιστασιακά στους λιμούς. Αλλά ήταν οι αγροτικές κοινότητες αυτές που αντιμετώπιζαν μεγαλύτερο κίνδυνο για σοβαρούς, επαναλαμβανόμενους και καταστροφικούς λιμούς.

Ads

Δείτε επίσης: «Ανθρώπινη φύση» του Ευτύχη Μπιτσάκη

Το κυνήγι και η αποθήκευση ήταν ένας τρόπος με χαμηλό ρίσκο για να ζήσει κανείς. Οι κυνηγοί – συλλέκτες της Ναμίμπια χρησιμοποιούσαν παραδοσιακά 125 διαφορετικά εδώδιμα φυτικά είδη, καθένα από τα οποία είχε έναν ελαφρώς διαφορετικό εποχικό κύκλο. Επίσης διέφεραν στην ανταπόκρισή τους σε διαφορετικές καιρικές συνθήκες και καταλάμβαναν μια συγκεκριμένη περιβαλλοντική θέση. Όταν ο καιρός ήταν ακατάλληλος για ένα σύνολο ειδών, ήταν πιθανότατα κατάλληλος για ένα άλλο. Αυτό μείωνε κατά πολύ τον κίνδυνο του λιμού. 

Ως αποτέλεσμα, οι κυνηγοί – συλλέκτες θεωρούσαν το περιβάλλον τους αιώνια προνοητικό και εργαζόντουσαν μόνο για να καλύψουν τις άμεσες ανάγκες τους. Δεν επιχειρούσαν να δημιουργήσουν πλεονάσματα, ούτε υπερεκμεταλλευόντουσαν κανέναν φυσικό βασικό πόρο. Η εμπιστοσύνη τους στη βιωσιμότητα του περιβάλλοντος ήταν άκαμπτη.

Αντίθετα, οι αγρότες της νεολιθικής εποχής ανέλαβαν να κάνουν το περιβάλλον τους προνοητικό. Ήταν εξαρτημένοι από λίγες και πολύ ευαίσθητες καλλιέργειες και λίγα είδη ζώων, πράγμα που σήμαινε ότι οποιαδήποτε εποχιακή ανωμαλία, όπως μια ξηρασία ή σε άλλη περίπτωση μια ασθένεια ζώων θα μπορούσε να προκαλέσει χάος. 

Και πράγματι, η επέκταση της γεωργίας σε ολόκληρο τον κόσμο υπονομεύθηκε από καταστροφικές κοινωνικές καταρρεύσεις. Η γονιδιωματική έρευνα για την ιστορία των ευρωπαϊκών πληθυσμών καταδεικνύει μια σειρά έντονων μειώσεων που συνέπεσαν πρώτα με τη νεολιθική επέκταση μέσω της κεντρικής Ευρώπης πριν από περίπου 7.500 χρόνια και στη συνέχεια με την εξάπλωσή τους στη βορειοδυτική Ευρώπη πριν από περίπου 6.000 χρόνια.

Ωστόσο, όταν τα πράγματα ήταν καλά – ο καιρός ευνοϊκός, δεν υπήρχαν παράσιτα, τα εδάφη έβριθαν ακόμη θρεπτικών συστατικών – η γεωργία ήταν πολύ πιο παραγωγική από το κυνήγι και τη συλλογή. Αυτό επέτρεψε στους αγροτικούς πληθυσμούς να αναπτυχθούν πολύ ταχύτερα από ό, τι οι κυνηγοί – συλλέκτες, και να διατηρήσουν τους αυξανόμενους πληθυσμούς τους σε πολύ μικρότερες εκτάσεις.

Όμως οι επιτυχημένοι αγρότες της νεολιθικής εποχής δεν έπαυαν να αντιμετωπίζουν προβλήματα όπως ξηρασίες, παγετούς, παράσιτα, ασθένειες και τελικά λιμούς. Με την πάροδο του χρόνου αυτή η μεγάλη μετατόπιση στον τρόπο με τον οποίο οι κοινωνίες αντιμετώπιζαν τις ελλείψεις προκάλεσαν επίσης φόβους για επιδρομές, πολέμους και τελικά για επιβολή τυράννων και φόρων. 

Όχι ότι οι πρώτοι αγρότες θεωρούσαν ότι είναι αβοήθητοι. Πίστευαν ότι θα μπορούσαν να ελαχιστοποιήσουν τους κινδύνους που έτρεφαν τους φόβους τους. Αυτό σήμαινε περισσότερες τελετές στους θεούς αλλά πάνω από όλα μια ασφάλεια για τη σκληρή δουλειά των αγροτών, δηλαδή τη δημιουργία πλεονασμάτων. 

Οι κυνηγοί – συλλέκτες έβλεπαν τον εαυτό τους απλώς ως μέρος ενός παραγωγικού περιβάλλοντος, όμως οι αγρότες θεωρούσαν το περιβάλλον ως κάτι που εκείνοι διαχειρίζονταν, δάμαζαν και έλεγχαν. Ο έλεγχος ενός περιβάλλοντος απαιτεί πολλή δουλειά. Η παραγωγικότητα ενός τεμαχίου γης είναι άμεσα ανάλογη με την ποσότητα της ενέργειας που κάποιος ξοδεύει σε αυτήν. 

Αυτή η αρχή, ότι δηλαδή η σκληρή δουλειά είναι αρετή και το συμπέρασμα ότι ο ατομικός πλούτος είναι μια αντανάκλαση της αξίας του ατόμου, είναι ίσως η πιο προφανής από τις πολλές κοινωνικές, οικονομικές και πολιτιστικές κληρονομιές της αγροτικής επανάστασης.

Από τη γεωργία στον πόλεμο

Η αποδοχή της σχέσης μεταξύ σκληρής δουλειάς και ευημερίας έπαιξε σημαντικό ρόλο στην αναμόρφωση του ανθρώπινου πεπρωμένου. Συγκεκριμένα, η δυνατότητα τόσο για τη δημιουργία, όσο και για τον έλεγχο της κατανομής των πλεονασμάτων έφερε μια πορεία προς την εξουσία και την επιρροή. Αυτό έθεσε τα θεμέλια για όλα τα βασικά στοιχεία των σύγχρονων οικονομιών και ενδυνάμωσε την ενασχόλησή του ανθρώπου με την ανάπτυξη, την παραγωγικότητα και το εμπόριο.

Τα πλεονάσματα επέτρεψαν μια πολύ μεγάλη διαφοροποίηση των ρόλων στις γεωργικές κοινωνίες, δημιουργώντας χώρο για λιγότερους απευθείας παραγωγικούς ρόλους. Αρχικά, αυτοί ήταν συνδεδεμένοι με τη γεωργία (κατασκευαστές εργαλείων, χτίστες και χασάπηδες), αλλά με την πάροδο του χρόνου εμφανίστηκαν νέοι ρόλοι: ιερείς που προσεύχονταν για βροχές, μαχητές για την προστασία των αγροτών από τα άγρια ζώα και τους εχθρούς – εισβολείς, πολιτικούς για να μετατρέψουν την οικονομική δύναμη σε κοινωνικό κεφάλαιο. 

Μια πρόσφατη μελέτη που εξετάζει τις ανισότητες στις πρώιμες νεολιθικές κοινωνίες επιβεβαιώνει ότι οι ανθρωπολόγοι στις αρχές του 20ου αιώνα γνώριζαν ήδη, βάσει συγκριτικών μελετών των γεωργικών κοινωνιών: ότι όσο μεγαλύτερα είναι τα πλεονάσματα μιας κοινωνίας, τόσο μεγαλύτερα είναι και τα επίπεδα ανισότητας στην κοινωνία αυτή. 

Η νέα έρευνα χαρτογραφεί τα σχετικά μεγέθη των σπιτιών των ανθρώπων σε 63 νεολιθικές κοινωνίες, μεταξύ του 9000 π.Χ. και 1500 μ.Χ. Διαπιστώνει μια σαφή συσχέτιση μεταξύ των επιπέδων της υλικής ανισότητας – που βασίζεται στο μέγεθος των κατοικιών σε κάθε κοινότητα – και στη χρήση των ζώων που επέτρεψαν στους ανθρώπους να εντατικοποιήσουν τις καλλιέργειές τους. 

Φυσικά ακόμη και οι πιο σκληρά εργαζόμενοι, πρώιμοι αγρότες της νεολιθικής εποχής έμαθαν με μεγάλο κόστος ότι το ίδιο κομμάτι εδάφους δεν μπορούσε να παράγει άφθονη συγκομιδή κάθε χρόνο. Η ανάγκη τους για τη συντήρηση όλο και μεγαλύτερων πληθυσμών έθεσε σε κίνηση έναν κύκλο επέκτασης των εδαφών τους μέσω κατακτήσεων και πολέμου. 

Χάρη στις μελέτες των αλληλεπιδράσεων που παρατηρήθηκαν μεταξύ των κυνηγών – συλλεκτών του 20ου αιώνα, στην Αφρική, την Ινδία, την Αμερική και τη Νοτιοανατολική Ασία, γνωρίζουμε πλέον ότι η γεωργία διαδόθηκε μέσω της επιθετικής επέκτασης των αγροτικών πληθυσμών σε βάρος εγκατεστημένων σε συγκεκριμένες περιοχές πληθυσμών – κυνηγών. 

Η αγροτική επανάσταση άλλαξε επίσης τον τρόπο που οι άνθρωποι σκέφτονται για τον χρόνο. Οι σπόροι φυτεύονται την άνοιξη και η συγκομιδή τους γίνεται το φθινόπωρο. Τα χωράφια μπαίνουν σε αγρανάπαυση, ώστε να είναι παραγωγικά την επόμενη χρονιά. Έτσι, οι κοινωνίες που βασίζονταν στην γεωργία δημιούργησαν οικονομίες βασισμένες στην ελπίδα και τη φιλοδοξία, οι οποίες επικεντρώνονταν σχεδόν αποκλειστικά στο μέλλον και σε κάθε καθυστέρηση των καρπών των κόπων τους. 

Δεν είναι όμως μόνο η εργασία μας που είναι προσανατολισμένη στο μέλλον: τόσο μεγάλο κομμάτι της σύγχρονης ζωής είναι ένα μπερδεμένο μείγμα κοινωνικών στόχων και συχνά αδύνατων προσδοκιών που διαμορφώνουν τα πάντα, από την προσωπική μας ζωή έως και την υγεία μας. Οι κυνηγοί-συλλέκτες, αντιθέτως, εργάζονταν μόνο για να καλύψουν τις άμεσες ανάγκες τους. Ούτε ήταν όμηροι μελλοντικών προσδοκιών, ούτε διεκδικούσαν προνόμια βάσει προηγούμενων επιτευγμάτων. 

Η κατανόηση του τρόπου με τον οποίο η αγροτική επανάσταση μεταμόρφωσε τις ανθρώπινες κοινωνίες ήταν κάποτε μόνο θέμα πνευματικής περιέργειας. Τώρα, όμως, έχει αποκτήσει μια πρακτική και επείγουσα πτυχή. Πολλές από τις προκλήσεις που προκάλεσε η γεωργική επανάσταση, όπως το πρόβλημα των ελλείψεων, έχουν επιλυθεί σε μεγάλο βαθμό από την τεχνολογία – ωστόσο, η δική μας ενασχόληση με τη σκληρή εργασία και την ανεξέλεγκτη οικονομική ανάπτυξη παραμένει αδιέξοδη. Όπως σημειώνουν οι ειδικοί της οικονομίας περιβάλλοντος, αυτή η εμμονή κινδυνεύει να καταστρέψει το μέλλον μας και το μέλλον πολλών άλλων ειδών. 

Τα σημερινά κοινωνικά, πολιτικά και οικονομικά μοντέλα δεν αποτελούν μια αναπόφευκτη συνέπεια της ανθρώπινης φύσης, αλλά ένα προϊόν της (πρόσφατης) ιστορίας μας. Αυτή η γνώση θα μπορούσε να μας ελευθερώσει ώστε να χρησιμοποιήσουμε τη φαντασία μας για τον τρόπο που συνδεόμαστε με το περιβάλλον μας και ο ένας με τον άλλο. Έχοντας ξοδέψει το 95% της ιστορίας του Homo sapiens, κυνηγώντας και συλλέγοντας υπάρχει σίγουρα ένα μικρό κομμάτι της ψυχής του κυνηγού – συλλέκτη μέσα μας.