Είναι η μεγαλύτερη διαδικτυακή πλατφόρμα πωλήσεων, όμως η Amazon έχει επανειλημμένα βρεθεί στο επίκεντρο για τις συνθήκες εργασίας που επικρατούν στο εσωτερικό της, και κυρίως στα κέντρα υποδοχής και χειρισμού των παραγγελιών. Τελευταία αποκάλυψη αυτή των New York Times, που σε δημοσίευμά τους αναφέρονται στις ασφυκτικές συνθήκες εργασίας, όπως τις παρουσιάζουν οι ίδιοι οι εργαζόμενοι.

Ads

Πάνω από 100 υπάλληλοι της Amazon μίλησαν ανώνυμα στους New York Times κάνοντας λόγο για απάνθρωπες συνθήκες που σπρώχνουν τους υπαλλήλους στο όριο της κατάρρευσης. Όσοι αντέχουν, έχοντας εναρμονιστεί πλήρως με το εργασιακό περιβάλλον στην Amazon, φέρουν το ψευδώνυμο «Amabots».

Όπως αναφέρουν οι εργαζόμενοι στην εφημερίδα οι πιο πολλοί εργαζόμενοι δουλεύουν περισσότερες από 80 ώρες την εβδομάδα, μένοντας μέχρι αργά τα μεσάνυχτα στο γραφείο τους. Αυτό, σύμφωνα με τους New York Times, επιβεβαιώνεται και από τα email των εργαζομένων. Πολλοί βάζουν συχνά τα κλάματα λόγω της πίεσης, ενώ άλλοι ταλαιπωρούνται από αρρώστιες, καθώς ο χρόνος ανάρρωσης που δίνεται δεν είναι αρκετός. 

Ο αμερικανικός κολοσσός του ηλεκτρονικού εμπορίου πειραματίζεται «για να δει μέχρι πού μπορεί να πιέσει τους εργαζόμενους» αναφέρει η εφημερίδα, που μετά την έρευνά της διαπίστωσε ότι υπάρχει ένα εργασιακό περιβάλλον στον οποίο οι υπάλληλοι ανταγωνίζονται μεταξύ τους για να αυξηθεί η παραγωγικότητα. «Σχεδόν όλους τους ανθρώπους με τους οποίους δουλεύω τους έχω δει να κλαίνε στο γραφείο τους» αφηγήθηκε ένας από αυτούς στην εφημερίδα.

Ads

Ο ιδιοκτήτης και ιδρυτής της Amazon Τζεφ Μπέζος, ένας από τους πλουσιότερους ανθρώπους στον κόσμο σύμφωνα με τη λίστα του Forbes, διέψευσε τις καταγγελίες, λέγοντας ότι το άρθρο «δεν περιγράφει την Amazon» που ξέρει ο ίδιος. Σημειώνεται πως πριν από δύο χρόνια ο Μπέζος αγόρασε την εφημερίδα Washington Post, την μεγαλύτερη ανταγωνίστρια των New York Times στις ΗΠΑ.

Οι New York Times, ανέφερε ο Μπέζος σε υπόμνημα που απευθύνεται στους εργαζομένους του και αναρτήθηκε σε πολλούς ιστοτόπους, υποστηρίζει πως «η σκόπιμη προσέγγισή μας συνίσταται στη δημιουργία ενός χώρου εργασίας χωρίς ψυχή, δυστοπικού, όπου δεν διασκεδάζουμε και δεν ακούγονται γέλια». «Δεν αναγνωρίζω αυτήν την Amazon και ελπίζω πραγματικά να μην την αναγνωρίζετε κι εσείς. Γενικότερα, δεν πιστεύω ότι μια εταιρεία που υιοθετεί την περιγραφόμενη προσέγγιση θα μπορούσε να επιβιώσει —ακόμη περισσότερο, να ευημερήσει— στην έντονα ανταγωνιστική αγορά στον τομέα της τεχνολογίας» τονίζεται στο κείμενο.

Ένας εργαζόμενος, ο Νικ Τσιομπουτάριου, διέψευσε επίσης τις πληροφορίες του άρθρου μέσω του ιστοτόπου κοινωνικής δικτύωσης LinkedIn. «Δουλεύουμε σκληρά και διασκεδάζουμε» σημειώνει, λέγοντας πάντως ότι έχει ακούσει «όλες τις φρικτές ιστορίες του παρελθόντος». Ο Τσιομπουτάριου γράφει: «Στους 18 μήνες που βρίσκομαι στην Amazon, ποτέ δεν δούλεψα ένα Σαββατοκύριακο χωρίς να το θέλω. Κανείς δεν μου είπε να δουλέψω τη νύχτα. Κανείς δεν με ανάγκασε να απαντώ σε μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου τη νύχτα. Κανείς δεν μου έστειλε μήνυμα (στο κινητό) για να με ρωτήσει γιατί έμειναν αναπάντητα τα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου».