Όταν οι αξιωματούχοι του ΝΑΤΟ σήμερα βλέπουν τον χάρτη της Ευρώπης αντικρύζουν αριστερά τη Δυτική Ευρώπη, χωρισμένη σε μικρά, πολύχρωμα μπαλώματα, και δεξιά, έναν κολοσσό που είναι η Ρωσία.

Ads

Διαβάστε επίσης: Το ΝΑΤΟ στις επιχειρήσεις σε Ιράκ και Συρία

Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, η κατάσταση ήταν τέτοια που τα έθνη/μέλη του ΝΑΤΟ και του Συμφώνου της Βαρσοβίας, βρίσκονταν αντιμέτωπα στα σύνορα μεταξύ Δυτικής Γερμανίας και Ανατολικής Γερμανίας / Τσεχοσλοβακίας. Ήταν μια σχετικά μικρή γραμμή. 

Όπως αναλύει στο δημοσίευμά του το Spiegel, η κατάσταση σήμερα είναι εντελώς διαφορετική. Οι αξιωματούχοι του ΝΑΤΟ δείχνουν στη βόρεια Νορβηγία στην κορυφή του χάρτη και στη συνέχεια μετακινούνται προς τα δεξιά, στις χώρες της Βαλτικής, στην Πολωνία και, τελικά, στη Ρουμανία, τη Βουλγαρία και την Τουρκία.

Ads

Πρόκειται για μια τεράστια γραμμή που εκτείνεται από τον Αρκτικό Κύκλο μέχρι τις ανατολικές ακτές της Μαύρης Θάλασσας. Αυτά είναι τα εξωτερικά σύνορα της συμμαχίας του ΝΑΤΟ σήμερα – και είναι πραγματικά δύσκολο να τα υπερασπιστεί.

image

Η συμμαχία έχει ετοιμάσει αρκετά σχέδια ανάπτυξης. Υπάρχει ένα για την περιοχή της Βαλτικής, σε περίπτωση που η Ρωσία προσπαθήσει να επαναλάβει την εμπλοκή της στην Ουκρανία. Υπάρχει επίσης ένα για τη Ρουμανία και τη Βουλγαρία, σε περίπτωση που η επίθεση αναπτυχθεί ως τον Εύξεινο Πόντο ενώ σχέδια διαμορφώνονται για την Τουρκία και τη βόρεια Νορβηγία.

Τα καλά νέα, σύμφωνα με το αρχηγείο του ΝΑΤΟ, είναι ότι τα μέλη του Βορειοατλαντικού Συμφώνου συμφωνούν ότι πρέπει να δαπανηθούν περισσότερα χρήματα για την αντιμετώπιση της νέας κατάστασης απειλών. Στην πράξη, όμως, μόνο πέντε από τα 28 κράτη μέλη του ΝΑΤΟ έχουν τη δέσμευση να διαθέσουν το 2% του ΑΕΠ τους στις αμυντικές δαπάνες.

Ως εκ τούτου, τα χρήματα θα αποτελέσουν πρωταρχικό στόχο της άτυπης συνόδου του ΝΑΤΟ που πραγματοποιείται στις Βρυξέλλες. Και αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό σε έναν άνθρωπο που θα συμμετάσχει σε αυτήν τη συνάντηση για πρώτη φορά: τον Ντόναλντ Τραμπ.

Ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ είναι πιο επίμονος και «θυμωμένος» από οποιονδήποτε από τους προκάτοχούς του, σε σχέση με τα κράτη του ΝΑΤΟ που αναλαμβάνουν μεγαλύτερο βάρος και τελικά καταφέρνουν να επιτύχουν τη δέσμευσή τους κατά 2%. «Δεν είναι δίκαιο να καταβάλλουμε το 4% και άλλες χώρες που πλήττονται άμεσα να πληρώνουν 1%, όταν υποτίθεται ότι πρέπει να πληρώνουν 2%», δήλωσε ο Τραμπ σε συνέντευξή του τον προηγούμενο μήνα.

Παράδειγμα η Γερμανία. Η ισχυρότερη οικονομία της Ευρώπης είχε πλεόνασμα προϋπολογισμού πολλών δισεκατομμυρίων ευρώ μετά από σημαντική αύξηση των φορολογικών εσόδων. Ωστόσο, οι αμυντικές δαπάνες παρέμειναν στο 1,2% του ΑΕΠ της.

Το Βερολίνο αντιμετωπίζει σήμερα ένα δίλημμα. Ενώ δεσμεύτηκε στους συμμάχους της να αυξήσει σημαντικά τις αμυντικές δαπάνες, ταυτόχρονα πολλοί αμφισβητούν το αν αυτό είναι η σωστή απάντηση στην κρίση. Πολλοί Γερμανοί δε βρίσκονται αντιμέτωποι και με μια άλλη ερώτηση: Είναι ή όχι στ’ αλήθεια ο Βλαντιμίρ Πούτιν το γεωπολιτικό φάντασμα που δημιούργησε το ΝΑΤΟ;

Πόσο πραγματική είναι η ρωσική απειλή;

Τα τελευταία τρία χρόνια, η Rand Corporation (αμερικανική μη κερδοσκοπική ομάδα σκέψης για την παγκόσμια πολιτική που προσφέρει έρευνα και ανάλυση στις ένοπλες δυνάμεις των Ηνωμένων Πολιτειών) έχει παρουσιάσει περισσότερα από 20 σενάρια για πιθανή ρωσική επίθεση στις βαλτικές χώρες. Στις αρχές Μαρτίου, εμπειρογνώμονες παρουσίασαν τα ευρήματά τους στο Κογκρέσο των ΗΠΑ.

Σε κανένα από τα σενάρια δεν ήταν δυνατόν να υπερασπιστούνε το Ταλίν και τη Ρίγα, τις πρωτεύουσες της Εσθονίας και της Λετονίας αντίστοιχα, για περισσότερο από 60 ώρες. «Σε ορισμένες περιπτώσεις, για την ήττα του ΝΑΤΟ αρκεί μια ημέρα», δήλωσε ο ερευνητής του Rand, David Shlapak, ενώπιον της Βουλής των Αντιπροσώπων.

Η Δύση θα είναι ο ηττημένος, λέει. Η Ρωσία θα εδραιωθεί για άλλη μια φορά ως κυρίαρχος στρατηγικός παράγοντας στην Κεντρική Ευρώπη, το ΝΑΤΟ θα καταρρεύσει και οι διατλαντικές δομές ασφαλείας θα μείνουν ερείπια, δήλωσε ο Shlapak. Γι’ αυτό, υποστηρίζει, η Δύση πρέπει να διασφαλίσει ότι αυτές οι συγκρούσεις μπορούν να αποφευχθούν με ένα συνδυασμό δύναμης και ισορροπίας.

Οι ερευνητές βέβαια δεν επιχείρησαν να προσδιορίσουν εάν η Ρωσία θα εισέβαλε στα κράτη της Βαλτικής – απλώς ήθελαν να δουν τι θα συνέβαινε αν εισέβαλε. Όταν όλοι οι συμμετέχοντες γνωρίζουν ότι μια εισβολή θα είναι επιτυχής, αλλάζει τους πολιτικούς υπολογισμούς. Εάν μια χώρα μπορεί αξιόπιστα να αποδείξει ότι είναι ικανή να εισβάλει με επιτυχία σε μια άλλη χώρα, τότε είναι ήδη σε θέση ισχύος. Έχει τη δύναμη να απαιτήσει παραχωρήσεις.

Πριν από χρόνια, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν περιέγραψε την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης ως «τη μεγαλύτερη γεωπολιτική καταστροφή του αιώνα». Από τότε, έχει επανειλημμένα αποδείξει ότι είναι έτοιμος να εκμεταλλευτεί την αδυναμία των άλλων. Λόγω της γεωγραφικής τους θέσης, οι τρεις χώρες της Βαλτικής είναι η Αχίλλειος πτέρνα του ΝΑΤΟ, ο τόπος όπου η Δυτική συμμαχία μπορεί να δοκιμαστεί.

image

Και ακόμα κι αν ορισμένες από τις θεμελιώδεις υποθέσεις που χρησιμοποιούνται στις πολεμικές προσομοιώσεις της Rand είναι αμφιλεγόμενες, οι περισσότεροι δυτικοί εμπειρογνώμονες της άμυνας πιστεύουν τώρα ότι ο Πούτιν είναι στρατιωτικά ικανός να εισβάλει.

Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, η Δυτική συμμαχία κατάφερε να εξισορροπήσει την ποσοτική υπεροχή των κρατών του Συμφώνου της Βαρσοβίας μέσω καλύτερων συστημάτων όπλων. Αλλά εκείνοι οι χρόνοι έχουν περάσει. Η Ρωσία φαίνεται ότι κατάφερε τα τελευταία χρόνια να μειώσει το χάσμα ποιότητας με τη Δύση, ακόμη και αν η Μόσχα είναι τώρα αριθμητικά κατώτερη από το ΝΑΤΟ στις περισσότερες περιοχές. Η Δύση είναι σαφώς μπροστά, όταν πρόκειται για τον αριθμό των στρατιωτών, των ελικοπτέρων, των πολεμικών πλοίων και των υποβρυχίων που έχει στη διάθεσή της.

Η Μόσχα εκσυγχρονίζεται ενώ η Ευρώπη παραμένει ένα συνονθύλευμα

Αλλά οι αριθμοί είναι παραπλανητικοί. Τη μερίδα του λέοντος στα όπλα της συμμαχίας την έχουν οι Αμερικανοί, οι στρατιωτικοί των οποίων λειτουργούν κυρίως εκτός της Ευρώπης. Οι Ευρωπαίοι, από την πλευρά τους, διατηρούν μια «συλλογή» από διαφορετικά οπλικά συστήματα, μερικά από τα οποία, στα ανατολικά κράτη μέλη, είναι υπολείμματα της σοβιετικής εποχής.

Δεκαεπτά διαφορετικά μοντέλα τανκς χρησιμοποιούνται σήμερα από ευρωπαϊκούς στρατούς, 13 ποικιλίες βλημάτων αέρα-αέρα και 29 μοντέλα φρεγάτας. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι το ΝΑΤΟ αποτελείται από 28 στρατούς των οποίων οι δομές και οι εξοπλισμοί δεν είναι πάντα συμβατοί. Όταν όμως πρόκειται για τον στρατό, η ποικιλομορφία μπορεί συχνά να είναι μια κατάρα.

Τα στοιχεία του προϋπολογισμού είναι επίσης παραπλανητικά. Τα ευρωπαϊκά κράτη μέλη του ΝΑΤΟ δαπανούν ετησίως 241 δισεκατομμύρια δολάρια σε σχέση με τα 66 δισεκατομμύρια δολάρια της Ρωσίας. Ακόμα κι αν εστιάζετε στους πολυάριθμους σκιώδεις προϋπολογισμούς της Ρωσίας, το χάσμα είναι τεράστιο.

image

Ωστόσο, η Μόσχα παίρνει δυσανάλογα περισσότερο «bang for the buck», όπως λένε οι Αμερικανοί. Ένα ρωσικό τάγμα τανκς κοστίζει μόνο ένα κλάσμα από αυτό που κοστίζει ένα γερμανικό, διότι ο εξοπλισμός και ιδιαίτερα το προσωπικό είναι πολύ φθηνότερα. Ένας Ρώσος υπολοχαγός κερδίζει μόνο ένα μικρό κλάσμα από αυτό που κερδίζει ο Γερμανός ομόλογός του.

Επιπλέον, η Ρωσία είναι μια στρατιωτικοποιημένη κοινωνία και η Μόσχα επιβλέπει ένα στρατιωτικό-βιομηχανικό σύμπλεγμα που λειτουργεί σύμφωνα με τις εντολές του Πούτιν και όχι με οικονομικά κριτήρια.

Το Κρεμλίνο έχει επενδύσει τεράστια χρηματικά ποσά για τον εκσυγχρονισμό του στρατού του από την πόλεμο στη Γεωργία το 2008. Σε περίπτωση κρίσης, τα εξαιρετικά εξελιγμένα συστήματα αντιπυραυλικής άμυνας της Ρωσίας θα μπορούσαν να περιορίσουν σοβαρά την ελευθερία κίνησης του ΝΑΤΟ στην επικράτειά του. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι η ρωσική ηγεσία του στρατού διενεργεί τακτικά εκτενείς στρατιωτικές ασκήσεις που περιλαμβάνουν τουλάχιστον 70.000 στρατιώτες για να δοκιμάσουν την ετοιμότητα και την ολοκλήρωση των διαφόρων οπλικών συστημάτων.

Υπάρχει, φυσικά, και ο παράγοντας της υπερβολής της ρωσικής κυβέρνησης και στρατιωτικής ηγεσίας γαι την υπεροχή τους, η οποία απευθύνεται στο εγχώριο ακροατήριο.

Είναι επίσης πιθανό τα αποτελέσματα των στρατιωτικών επιθεωρήσεων να ενισχύονται συστηματικά και τα στοιχεία της αμυντικής βιομηχανίας να υπερεκτιμούνται. Υποστηρίχθηκε μάλιστα ότι τα ρώσικα συστήματα όπλων που είναι νέα και υψηλής ποιότητας είναι συχνά μόνο παλαιότερα συστήματα που έχουν αναδιοργανωθεί.

image

Ωστόσο, πρόσφατη μελέτη που δημοσίευσε το Ίδρυμα Carnegie, υποστηρίζει ότι η Ρωσία εξακολουθεί να έχει το πάνω χέρι. Παρόλο που η Μόσχα μπορεί να μην είναι σε θέση να εκτελέσει μεγάλης κλίμακας στρατιωτικές επιχειρήσεις έξω από την άμεση μετασοβιετική περιοχή, σε ένα «σενάριο της Βαλτικής-Ανατολικής Ευρώπης», το Κρεμλίνο θα μπορούσε να αναπτύξει στρατεύματα που είναι από τα πιο εξελιγμένα και καλύτερα εκπαιδευμένα στη χώρα. Το ΝΑΤΟ θα δυσκολευόταν να αντιμετωπίσει μια τέτοια επίθεση. Πολλά από τα στρατεύματα ενίσχυσης του ΝΑΤΟ προέρχονται από μικρότερα κράτη μέλη και είναι κατώτερα από τους καλύτερα οργανωμένους, καλύτερα εκπαιδευμένους και καλύτερα εξοπλισμένους Ρώσους.

image

Υπάρχει όμως πραγματική απειλή ρωσικής επίθεσης; Λίγοι πιστεύουν πραγματικά ότι συμβαίνει αυτό. Εάν έφτανε σε σύγκρουση, η Ρωσία θα είχε να αντιταχθεί σε τρεις πυρηνικές δυνάμεις του ΝΑΤΟ και οι κίνδυνοι θα ήταν ανυπολόγιστοι. Στη Συρία, η Μόσχα και η Ουάσινγκτον έχουν δείξει ότι κάνουν ό, τι μπορούν για να απομακρυνθούν ο ένας από τον άλλο.

Ακόμη και κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, το ΝΑΤΟ δεν βασιζόταν απλώς στις πυρηνικές του κεφαλές – η αποτροπή βασίστηκε επίσης στην ικανότητα να αποτρέψει μια συμβατική επίθεση χρησιμοποιώντας συμβατικά μέσα. Προς το παρόν, η δύναμη του Πούτιν βρίσκεται στην ικανότητά του να απειλεί με αξιοπιστία. Ο Ψυχρός Πόλεμος δεν επιστρέφει. Η εποχή κατά την οποία οι μαζικοί στρατοί αντιμετώπισαν ο ένας τον άλλον, με τα όπλα, έχει περάσει και ξεπεραστεί. Καμία χώρα δεν πρόκειται να επιτεθεί σε άλλη με τεράστιους στρατούς σε ένα ευρύ μέτωπο. Αυτό είναι σίγουρο.

Για παράδειγμα, οι συμβατικές ένοπλες δυνάμεις του αντιπάλου θα μπορούν να «ενσωματωθούν σε μια εξαιρετικά ευέλικτη, υβριδική συνολική στρατηγική». Με όρους απλούς, αυτό σημαίνει ότι μια περιορισμένη ένοπλη επίθεση θα συνδυάζεται με κυβερνοεπιθέσεις και με μαζικές καμπάνιες παραπληροφόρησης. Τι μπορεί να κάνει η Δύση για να αμυνθεί από μια τέτοια επίθεση;

Αυτή η νέα πολυπλοκότητα απαιτεί νέες δυνατότητες. Οι στρατοί πρέπει να έχουν επαρκή ευελιξία ώστε να επιτρέπουν την ταχεία ανάπτυξη, πρέπει να είναι ευέλικτοι, ισχυροί και να μπορούν να αντιμετωπίζουν όλα τα επίπεδα στρατιωτικής κλιμάκωσης. Στο ερώτημα εάν τα τανκς ή οι κυβερνοεπιθέσεις θα είναι καθοριστικές σε μελλοντικές συγκρούσεις, η απάντηση είναι και τα δύο.

Σίγουρα θα ήταν ευκολότερο, λοιπόν, να επιτευχθεί μια πολιτική συμφωνία με τη Ρωσία. Αυτό, όμως, μπορεί να συμβεί μόνο εάν και ο Πούτιν και το ΝΑΤΟ είναι σοβαροί γι ‘αυτό. Το 1967, ο τότε βέλγος υπουργός Εξωτερικών Pierre Harmel συνέταξε ένα έγγραφο για το ΝΑΤΟ στο οποίο ζήτησε από όλα τα κράτη μέλη να βελτιώσουν τις σχέσεις τους με τη Μόσχα. Ωστόσο, σημείωσε επίσης ότι αυτό θα μπορούσε να λειτουργήσει μόνο εάν η συμμαχία ήταν σε θέση να επιδείξει ταυτόχρονα τη στρατιωτική της δύναμη. Σήμερα, το έγγραφο/πρόταση θεωρείται ως πρότυπο για το είδος της ανανέωσης που είναι σήμερα απαραίτητο μεταξύ της Ανατολής και της Δύσης.