Η διαφθορά είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο. Πλαστά διαβατήρια, ξένοι τραπεζικοί λογαριασμοί και διάφορα άλλα μικρά παραθυράκια στους νόμους σχετικά με τη μετανάστευση «διευκολύνουν» καθημερινά το ξέπλυμα χρήματατος. Μια σειρά ερευνών που δημοσιεύτηκαν από το OCCRP (Organized Crime and Corruption Reporting Project) έδειξαν ότι τα προγράμματα για απόδοση υπηκοότητας, μέσω αγοράς ακινήτων, που ονομάζονται «Χρυσές Βίζες» (Golden Visa), χρησιμοποιούνται για «σκοτεινούς» σκοπούς και υπονομεύουν την καταπολέμηση της διαφθοράς στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τις περιφερειακές χώρες.

Ads

Τι ακριβώς είναι οι «Χρυσές Βίζες»

Οι χρυσές βίζες, δημιουργήθηκαν για πρώτη φορά πριν από 30 περίπου χρόνια, ως μια μυστική παγκόσμια βιομηχανία πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων που περιλαμβάνει περισσότερες από 20 χώρες. Οι κανόνες για τη χορήγηση της διαφέρουν από χώρα σε χώρα και οι περισσότερες κυβερνήσεις προσπαθούν να κρατήσουν κρυφές τις λεπτομέρειες. Αλλά η βασική ιδέα είναι απλή: Οι κυβερνήσεις εμπορεύονται τα δικαιώματα υπηκοότητας και διαμονής, μέσω αγοράς ακινήτων, που αποτελεί προϋπόθεση για την απόκτηση της υπηκοότητας, ενώ είναι και ένας γνωστός τρόπος για ξέπλυμα χρήματος.

Οι υποστηρικτές επικαλούνται την «αυγή μιας πραγματικά παγκόσμιας κοινωνίας», με τους «παγκόσμιους πολίτες» της, να απολαμβάνουν απόλυτη ελευθερία επιλογής τόπου διαβίωσης, μετακίνησης και «επενδύσεων». Πίσω όμως από αυτούς τους ισχυρισμούς κρύβεται η ανάπτυξη ενός συστήματος διαφθοράς και εξωφρενικής αδικίας, που προσφέρει στους πλούσιους μια ελευθερία κινήσεων, στην οποία δεν έχουν πρόσβαση εκατομμύρια πρόσφυγες οι οποίοι ζουν σε άθλιες συνθήκες. Πόσο μάλλον όταν οι προσφυγικές κρίσεις προκαλούνται από τους ίδιους αυταρχικούς ηγέτες και τους διεφθαρμένους αξιωματούχους που χρησιμοποιούν τα προγράμματα «χρυσής βίζας».

Αποκαλυπτικές έρευνες από τον OCCRP

Ειδικότερα, οι ερευνητές του OCCRP εξέτασαν τα προγράμματα «Golden Visa» οκτώ κρατών μελών της Ερωπαϊκής Ένωσης – Αυστρία, Βουλγαρία, Κύπρος, Ουγγαρία, Λετονία, Λιθουανία, Μάλτα και Πορτογαλία – καθώς και αντίστοιχα προγράμματα σε Αρμενία και Μαυροβούνιο. Αξίζει όμως να σημειωθεί, πως «χρυσές βίζες» δίνονται σε πάνω από 20 χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, η Ολλανδία, η Βρετανία και η Ιρλανδία. Η αγορά ακίνητης περιουσίας που αποτελέι προϋπόθεση για να λάβει κάποιος «χρυσή βίζα» κυμαίνεται από 250.000 ως ένα εκατομμύριο ευρώ.

Ads

Σύμφωνα με τα ευρήματα ερευνών της Διεθνούς Διαφάνειας (Transparency International -ΤΙ), οι ευρωπαϊκές χώρες που ερευνήθηκαν από τον OCCRP, προσφέρουν μέσω αυτής της διαδικασίας, πρόσβαση στον χώρο Σένγκεν, ακόμη και την ιθαγένεια της ΕΕ, σε εύπορους εκτός ΕΕ με ελάχιστο έλεγχο, διαφάνεια ή δέουσα επιμέλεια (due diligence). Μάλιστα η TI αναφέρει ότι δεν τηρούνται ούτε οι ελάχιστοι έλεγχοι που διενεργούν οι εμπορικές τράπεζες στους πλούσιους πελάτες.

Ελλείψει δημόσιου ελέγχου ή ελέγχου από τα μέσα ενημέρωσης, τα προγράμματα «Golden Visa» δημιουργούν ευκαιρίες για διαφυγή από διώξες και την εισαγωγή παράνομων κεφαλαίων στην ΕΕ, σύμφωνα με τα όσα λέει η οργάνωση. Η Rachel Owens, εκ μέρους του οργανισμού, ζήτησε ήδη από την Κομισιόν να εκδώσει συστάσεις προς τα κράτη μέλη για το θέμα, κάνοντας λόγο για «εγκληματίες που έχουν το δικαίωμα να κυκλοφορούν ελεύθερα στην ΕΕ».

Η λίστα με τους «νέους πολίτες» της Ευρωπαϊκής Ένωσης που συμμετέχουν σε αυτές τις απάτες, περιλαμβάνει ακόμη και πρόσωπα από την «λίστα του Κρεμλίνου», δηλαδή Ρώσους πολίτες, που συνδέονται με τον Ρώσο Πρόεδρο Βλαντιμιρ Πούτιν και στους οποίους έχουν επιβληθεί κυρώσεις από την ΕΕ στο πλαίσιο αντιποίνων για τη στάση της Ρωσίας στην κρίση της Ουκρανίας. Πρόκειται για άτομα που φέρονται να έχουν πάρει χρυσή βίζα σε Μάλτα και Αυστρία. Στην λίστα με τους κατόχους «χρυσής βίζας» μπορεί κανείς να συναντήσει και αρκετά μέλη της άρχουσας τάξης της Αγκόλα, που φαίνεται να τρέφουν ιδιαίτερη «αγάπη» για ακίνητα στην Πορτογαλία.

«Η περίπτωση της Ουγγαρίας είναι ακόμα πιο περίπλοκη, καθώς τα κέρδη από το πρόγραμμα «Golden Visa» δεν φαίνεται να ωφελούν τη χώρα, αλλά μάλλον βρίσκουν το δρόμο τους σε άγνωστες τσέπες μέσω εταιριών που εδρεύουν σε παράκτιους φορολογικούς παραδείσους και εμπορεύονται τα ομόλογα της Ουγγαρίας» δήλωσε ο Miklós Ligeti, επικεφαλής νομικών υποθέσεων της Transparency International Hungary.

«Το ξέπλυμα χρήματος μέσω ακίνητης περιουσίας δεν είναι ένα νέο φαινόμενο, αλλά το πρόγραμμα Golden Visa το διευκολύνει πολύ», προειδοποίησε η Susana Coroado, αντιπρόεδρος της Transparency International Portugal. «Είναι σαφές ότι οι διαδικασίες σε ορισμένες χώρες της ΕΕ, δεν ήταν αρκετά αυστηρές», δήλωσε ο Casey Kelso διευθυντής της Transparency International.

Σημειώνεται, ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είχε προειδοποιήσει για τους κινδύνους που ελλοχεύουν από τις απάτες με τις «χρυσές βίζες» τον Ιανουάριο του 2014 στο κοινό ψήφισμά του σχετικά με την εξαγορά της ιθαγένειας χωρών της ΕΕ. Μάλιστα, η Κομισιόν οφείλει να δημοσιεύσει έκθεση με πορίσματα σχετικά με τον αντίκτυπο των «χρυσών» προγραμμάτων, κατά τη διάρκεια του τρέχοντος έτους.

Σύμφωνα με την TI, τα προγράμματα σε όλες τις χώρες της ΕΕ διατηρούν μυστικότητα ως προς τους αποδέκτες των χρυσών θεωρήσεων, ενώ παράλληλα η προέλευση του πλούτου των δικαιούχων δεν ελέγχεται επαρκώς και δεν υπάρχει διαφάνεια σχετικά με τις επενδύσεις και που θα οφελήσουν αυτές. 

Ο ΟCCRP και η TI αναφέρονται επίσης σε ένα ρεπορτάζ του Guardian από τον περασμένο Σεπτέμβριο, σχετικά με την χορήγηση υπηκοότητας μέσω των επίμαχων προγραμμάτων από την Κύπρο σε Ρώσους ολιγάρχες, όπως ο Oleg Deripaska και ο Viktor Vekselberg, που συνδέονται με τον Paul Manafort, πρώην επικεφαλής της προεκλογικής εκστρατείας του Ντόναλντ Τραμπ, και τις έρευνες για τις υπόγειες σχέσεις με το Κρεμλίνο. Όπως επισημαίνει ο OCCRP «τα έγγραφα περιλαμβάνουν εκατοντάδες άτομα που έχουν επωφεληθεί από τα προγράμματα, έχοντας αποκτήσει νέα ιθαγένεια και ταυτόχρονα το δικαίωμα ελεύθερου ταξιδιού, εργασίας και εγκατάστασης στην Ευρωπαϊκή Ένωση».

Η Transparency International καλεί την Ευρωπαϊκή Ένωση να παρακολουθεί στενά αυτά τα συστήματα και να δράσει κατάλληλα, ώστε να διατηρηθεί η ακεραιότητα των ευρωπαϊκών συνόρων κατά των διεφθαρμένων και των περιουσιακών τους στοιχείων.