Στις 15 Οκτωβρίου του 2013, μια ομάδα από 113 άνδρες, γυναίκες και παιδιά ξεκίνησαν από τον Νίγηρα με προορισμό την Ευρώπη, όπου ήλπιζαν να βρουν μια καλύτερη τύχη. Στην ομάδα βρισκόταν ο Σαμάνι, ένας 25χρονος από τον Νίγηρα, που ως στόχο είχε να φτάσει στις ακτές της Μεσογείου, που βρίσκονταν 2.500 χιλιόμετρα μακριά του. Επιμέλεια: Μαρία Αγγελοπούλου

Ads

Ο Σαμάνι ταξίδευε μόνος του. Ήταν ένα χρόνο παντρεμένος με μια γυναίκα, που την είχε επιλέξει ένας φίλος του πατέρα του. Στην αρχή η σύζυγος του ήταν ξένη γι’ αυτόν, όμως με τον καιρό άρχισε να την αγαπάει. Εκείνη όμως δεν έδειχνε το ίδιο. Έτσι, ο Σαμάνι αποφάσισε να διεκδικήσει μια ζωή στην Ευρώπη, που θα του έδινε κύρος με την επιστροφή του στο χωριό και ίσως έκανε έτσι τη σύζυγο του να τον αγαπήσει. 

image

Για να φτάσει στην Ευρώπη έπρεπε να περάσει μέσα από την Σαχάρα, την οποία οι Άραβες την ονομάζουν «θάλασσα χωρίς νερό». 

Ads

Η βοήθεια που στέλνει η Ευρώπη προς τις αναπτυσσόμενες χώρες της Αφρικής έχει ως στόχο να εμποδίζουν τους ανεπιθύμητους μετανάστες. Η Αλγερία και το Μαρόκο χρηματοδοτούνται από την ΕΕ για να λαμβάνουν αυστηρότερα μέτρα κατά των προσφύγων. Επομένως άνθρωποι σαν τον Σαμάνι, δεν ταξιδεύουν από κεντρικές οδούς όπου γίνεται έλεγχος, αλλά μέσα από τη Σαχάρα. 

Ο Σαμάνι και οι συνεπιβάτες του ξεκίνησαν το ταξίδι τους από μια πόλη του Βόρειου Νίγηρα. Μετά τη διαπραγμάτευση των τιμών με τους διακινητές, φόρτωσαν τα υπάρχοντα τους (δοχεία νερού, ρούχα, και κάποια τρόφιμα) σε δύο φορτηγά. Στις 4 το πρωί, λίγο πριν την πρωινή τους προσευχή, ξεκίνησαν. Επιβιβάστηκαν 29 άτομα σε ένα φορτηγό Nissan και 89 σε ένα μεγαλύτερο φορτηγό. Πρώτος σταθμός ήταν η Ταμανρασέτ, μια πόλη στην έρημο της Νότιας Αλγερίας. Πολλοί από τους επιβάτες ήλπιζαν να μείνουν προσωρινά εκεί, προκειμένου να βρουν εργασία και να κερδίσουν κάποια χρήματα για να πληρώσουν το επόμενο ταξίδι τους. Άλλοι είχαν προγραμματίσει να συνεχίσουν απευθείας προς τον βορρά.

Ο Σαμάνι είχε ένα δοχείο 18 λίτρων με νερό και κρατούσε μια τσάντα με τρία πουκάμισα και τρία παντελόνια. Είχε πληρώσει 46 ευρώ για τον χώρο του στο φορτηγό. Είχε αγοράσει επίσης κάποια εσώρουχα με θήκη με φερμουάρ για να μπορεί να κρύβει εκεί τα χρήματα του ταξιδιού. Το ταξίδι από την πόλη του μέχρι το Ταμανρεσέτ συνήθων διαρκεί δύο μέρες. Ο Σαμάνι είχε πάρει μαζί του ζαχαροκάλαμο, κουσκούς και δύο συσκευασίες γάλα σε σκόνη. 

Οι επιβάτες, όταν έφτασαν στη Σαχάρα, ήρθαν αντιμέτωποι με θερμοκρασίες από 50 έως 55 βαθμούς Κελσίου, με αποτέλεσμα να δυσκολεύονται ακόμα και να αναπνεύσουν. Το απόγευμα της πρώτης μέρας ένα κοριτσάκι 4 ετών είχε πεθάνει.  Ήταν η πρώτη φορά που ταξίδευε με αυτοκίνητο και ο εμετός της δεν σταματούσε. 

Μετά από δύο ώρες το λάστιχο του φορτηγού έσκασε σπαταλώντας έτσι πολύτιμο χρόνο μέχρι να το επιδιορθώσουν. Οι επιβάτες είχαν περιορισμένη παροχή νερού και αναρωτιόντουσαν τι θα συνέβαινε αν υπήρχε κι άλλη τέτοια καθυστέρηση. 

Το βράδυ οι επιβάτες έφαγαν και κοιμήθηκαν. Η πρώτη μέρα είχε τελειώσει. Το επόμενο πρωί, τα δύο φορτηγά είχαν σκασμένα λάστιχα. Ο Αλί Σάνη ένας επιβάτης με ελονοσία, αν και έκαιγε από τον πυρετό, βοήθησε τους άνδρες να αλλάξουν τα λάστιχα διότι φοβόταν ότι ήδη έχουν χάσει πολύ χρόνο. 

Τελικά, τα δύο φορτηγά διέσχισαν τα σύνορα της Αλγερίας διερχόμενα από άγνωστα μονοπάτια για ώρες. Μόνο το μεγάλο φορτηγό είχε Αλγερινές πινακίδες. Επομένως, οι οδηγοί προσπαθούν να μπουν στην Αλγερία από τα ανατολικά σύνορα, που δεν θα τους έλεγχαν. Επιπλέον, κανείς από τους επιβάτες δεν είχε χαρτιά θεωρημένα για ήταν Αλγερία. Όταν οι οδηγοί εντόπισαν όμως φύλακες στα σύνορα, αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στο Νίγηρα και να περιμένουν. 

Προσπάθησαν ξανά το επόμενο πρωί της τρίτης ημέρας αλλά πάλι αναγκάστηκαν να γυρίσουν. Το νερό άρχισε να λιγοστεύει. Μια γυναίκα από το μεγάλο φορτηγό πέθανε το απόγευμα της τρίτης μέρας. Ενώ νύχτωνε τα πίσω ελαστικά του Nissan έσκασαν. Όλοι κατάλαβαν ότι αυτό σήμαινε το τέλος της διαδρομής τους. Αποφάσισαν ότι οι άνδρες θα πάνε να βρουν νερό με το μεγάλο φορτηγό και οι γυναίκες με τα παιδιά θα έμεναν στο Nissan. Από εκείνη τη στιγμή ο στόχος τους πλέον δεν ήταν να βγουν έξω από τα σύνορα, αλλά ήταν να επιβιώσουν.

image
 
Όταν το μεγάλο φορτηγό επέστρεψε το μεσημέρι της επόμενης μέρας, 13 γυναίκες ήταν νεκρές. Οι άνδρες ήταν εξαντλημένοι για να σκάψουν τάφους επομένως κάλυψαν τα νεκρά σώματα με άμμο. 

Την επόμενη μέρα στις 18 Οκτωβρίου, οι 100 επιζώντες συγκεντρώθηκαν γύρω από τα συντρίμμια του Nissan. Δεν υπήρχε ούτε ένα δέντρο στον ορίζοντα, ο κοντινότερος δρόμος ήταν πολλά χιλιόμετρα μακριά και ο ήλιος ήταν ψηλά στον ουρανό. Η ομάδα προσπαθούσε να αποφασίσει τι θα έκαναν στη συνέχεια. 

Ένας από τους οδηγούς έκανε μια πρόταση: Να μαζέψουν χρήματα από τον καθένα, να τους πει τι θέλει να αγοράσουν με αυτά και στη συνέχει να ταξιδέψουν με το μεγάλο φορτηγό στην κοντινότερη πόλη, όπου θα αγοράσουν νερό και τρόφιμα. Δεν ήταν μια απόφαση, ήταν η δήλωση της απόφασης τους. 

Οι οδηγοί καθ’ όλη τη διάρκεια του ταξιδιού είχαν περίεργη συμπεριφορά. Τελικά πήραν το μεγάλο φορτηγό και μαζί τους τέσσερα άτομα, που είχαν καταβληθεί περισσότερο από τους άλλους.

Λιγότεροι από 100 έμειναν πίσω και ήξεραν ότι έπρεπε να πάρουν μια απόφαση. Ακόμη κι αν πράγματι οι οδηγοί επέστρεφαν δεν είχαν καμία ελπίδα να επιβιώσουν μέχρι τότε χωρίς νερό. Άνδρες, γυναίκες και παιδιά άρχισαν τελικά να περπατάνε. Παρέμειναν μαζί όσο το μονοπάτι ήταν επίπεδο. Όταν όμως έφτασαν στους αμμόλοφους ήταν δύσκολο για τους περισσότερους να τους ανέβουν. Σύντομα έχασαν την οπτική επαφή μεταξύ τους. 

image

Μια νεαρή κοπέλα ήταν η πρώτη που πέθανε. Κάθισε απλά κάτω στην άμμο και πέθανε. Σύμφωνα με τον Αλί Σάνη, πολλές γυναίκες και παιδιά έπεφταν στην άμμο κλαίγοντας, χωρίς τελικά να ξανασηκωθούν. 

Την Πέμπτη μέρα τα πρώτα μέλη της ομάδας έφθασαν στο φρεάτιο. Ο Αλί Σάνη είχε ακόμα πυρετό και δεν θυμόταν πως διασώθηκε. Στο τέλος μόνο 17 άνθρωποι έφτασαν ζωντανοί. Μεταξύ των διασωθέντων ήταν ο Σαμάνι και ο Αλί Σάνη με την ελονοσία. Οι επιζώντες παρέμειναν στο φρεάτιο για τέσσερις ημέρες. Σύμφωνα με τον Σαμάνι ένα αμάξι εμφανίστηκε τη νύχτα. Είχε φέρει μαζί του τρόφιμα, νερό και μια κουζίνα γκαζιού. Ο οδηγός πήγε τους επιζώντες έξω από το Ταμανρασέτ, αφήνοντας τους να περπατήσουν λίγα χιλιόμετρα. Η ομάδα συνελήφθηκε από την αστυνομία, η οποία τους διέταξε να φύγουν από την Αλγερία μέσα σε 10 μέρες. Όταν πήγαν να φύγουν από την πόλη νέοι Άραβες τους πέταξαν πέτρες. Επέστρεψαν στον νότιο Νίγηρα ακλουθώντας την ίδια διαδρομή, που είχαν πάρει κατά την έξοδο τους. 

Η κυβέρνηση του Νίγηρα ξεκίνησε έρευνα. Οι οδηγοί μαζί με την γυναίκα που είχε οργανώσει το ταξίδι συνελήφθησαν. Όμως, πολλά ερωτήματα παραμένουν αναπάντητα. 
Οι άνθρωποι στον τόπο τους, τους θρηνούσαν για νεκρούς. Ο Σαμάνι, που ήλπιζε να κερδίσει την αγάπη της γυναίκας του ταξιδεύοντας στην Ευρώπη, στέκεται τώρα μπροστά από την καλύβα του. Αυτή που είχε κατασκευάσει ο ίδιος με τη βοήθεια των γειτόνων του. Στο χωριό του για να επιτραπεί σε κάποιον να παντρευτεί θα πρέπει να έχει δικό του σπίτι. Η σύζυγος του είχε ακούσει για την τραγωδία στη Σαχάρα και πίστευε ότι ο σύζυγος της δεν είχε επιβιώσει. Σύμφωνα με τους κανόνες της φυλής τους: μια σύζυγος είναι ελεύθερη να ξαναπαντρευτεί όταν περάσουν οι 40 μέρες του πένθους της και ο Σαμάνι δεν ήταν σίγουρος ότι η γυναίκα του θα ήθελε να τον ξαναδεί. 

Ο Σαμάνι ρωτήθηκε μετά το τέλος της περιπέτειας του αν θα έκανε ξανά αυτό το ταξίδι. Κοιτάζοντας τον διερμηνέα κάνει μια παύση και απαντάει καταφατικά «Ναι».