Ενώ το Ισλαμικό Κράτος συνεχίζει να κερδίζει έδαφος από το Ιράκ και τη Συρία, ταυτόχρονα και αθόρυβα η ομάδα δημιουργεί μια αποτελεσματική δομή διαχείρισης -υπό την επίβλεψη μεσήλικων Ιρακινών κυρίως- της τοπικής αυτοδιοίκησης, των στρατιωτικών επιχειρήσεων, τις υπηρεσίες χρηματοδότησης και των υποστηριχτών τους. Επιμέλεια: Μάρθα Βασίλη

Ads

Στην κορυφή της οργάνωσης είναι ο αυτοαποκαλούμενος «ηγέτης όλων των μουσουλμάνων» Αμπού Μπακρ Αλ-Μπαγκνταντί. Ο ίδιος επέλεξε τους συνεργάτες του ανάμεσα από άντρες, συγκρατούμενούς του, που γνώρισε όταν ήταν φυλακισμένος στο αμερικανικό Καμπ Μπούκα, πριν από μια δεκαετία.

Είχε μια προτίμηση στους άνδρες με στρατιωτική εκπαίδευση, με αποτέλεσμα η ομάδα της ηγεσίας του να αποτελείται από στελέχη του διαλυμένου στρατού του Σαντάμ Χουσείν.

Περιλαμβάνει πρώην Ιρακινούς αξιωματικούς, όπως ο Φαντέλ αλ Χαγιαλί, που είναι ένας εκ των κορυφαίων στην οργάνωση του Μπαγκντάντι, ο οποίος υπηρέτησε κάποτε τον Χουσεΐν ως αντισυνταγματάρχης, και ο Αντάν αλ Σουεντάουι, πρώην αντισυνταγματάρχης ο οποίος ηγείται τώρα στρατιωτικό συμβούλιο της ομάδας.

Ads

Η γενεαλογία της ηγεσίας του, όπως περιγράφεται από έναν Ιρακινό με γνώση εγγράφων που κατασχέθηκαν από τον ιρακινό στρατό, καθώς και από τις αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών, βοηθάει στην κατανόηση των επιτυχιών στις μάχες. Οι ηγέτες διαθέτουν επαυξημένη στρατιωτική ικανότητα με τρομοκρατικές τεχνικές που έχουν τελειοποιηθεί μέσα από χρόνιους πολέμους κατά αμερικανικών στρατευμάτων, ενώ έχουν επίσης τη βαθιά γνώση των τοπικών συνθηκών και πολύ καλές επαφές. Το Ισλαμικό Κράτος είναι στην πραγματικότητα ένα υβρίδιο τρομοκρατών και στρατού.

Οι επιθέσεις διεξάγονται από ένα δίκτυο σχετικά αυτόνομων περιφερειακών διοικητών οι οποίοι έχουν τις δικούς τους υφισταμένους.

Το Ισλαμικό Κράτος είναι η τρέχουσα ενσάρκωση της Αλ Κάιντα στο Ιράκ, μια ομάδα ανθρώπων που ήρθε αντιμέτωπη με αμερικανικές δυνάμεις υπό την ηγεσία του Αμπού Μουσάμπ Αλ-Ζαρκάουι, πριν από το θάνατό του το 2006 από αμερικανικά πυρά.

Σύμφωνα με ένα οργανόγραμμα της ομάδας που φτιάχτηκε από τον  αλ Χασίμι, έναν  ιρακινό εμπειρογνώμονα, ο Μπαγκντάντι έχει 25 υπαρχηγούς σε ολόκληρο το Ιράκ και τη Συρία. Περίπου το ένα τρίτο από αυτούς ήταν αξιωματικοί του στρατού του Χουσεΐν, και σχεδόν όλοι είχαν φυλακιστεί από τους Αμερικάνους.

Οι τελευταίοι δύο ηγέτες του στρατιωτικού συμβουλίου του Ισλαμικού Κράτους ήταν πρώην αξιωματικοί του Ιρακινού στρατού: ένας συνταγματάρχης και ένας λοχαγός. Μετά τον θάνατό τους αντικαταστάθηκαν από τον πρώην αντισυνταγματάρχη, τον Αντάν αλ Σουεντάουι.

O Αχμάντ Αλ-Νουλάϊμι, ο κυβερνήτης της επαρχίας Ανμπάρ, η οποία ελέγχεται πλέον σε μεγάλο βαθμό από το Ισλαμικό Κράτος, δήλωσε στους New York Times ότι οι τρεις άνδρες αποφοίτησαν από την ίδια στρατιωτική ακαδημία. Ο Νουλάϊμι είπε ότι είχε διδάξει έναν από αυτούς, τον Αντνάν Νιζιμ, ο οποίος αποφοίτησε το 1993 για να γίνει αξιωματικός πεζικού.

«Δεν φαινόταν ότι θα είχε αυτήν την εξέλιξη» είπε ο Νουλάϊμι. «Ήταν από μια απλή οικογένεια, με υψηλό ήθος. Και όμως, και τα αδέρφια του είχαν την ίδια κατεύθυνση, γίναν τζιχαντιστές. Αφού οι Ηνωμένες Πολιτείες εισέβαλαν στο Ιράκ το 2003, ο Νιζιμ εντάχθηκε στην Αλ Κάιντα στο Ιράκ και κρατήθηκε από τις αμερικανικές δυνάμεις το 2005» λέει ο Νουλάϊμι.

«Αυτoί οι άνθρωποι προσηλυτίστηκαν μετά το 2003» είπε ο Νουλάϊμι. «Σίγουρα το Ισλαμικό Κράτος ωφελείται από αυτό. Ο βασικός αναπληρωτής του Μπαγκντάντι στη Συρία, ο Σαμίς αλ Κλιφάουι, ήταν συνταγματάρχης».

O Ντέρεκ Χάρβεϊ, πρώην αξιωματικός των μυστικών υπηρεσιών του Στρατού και ειδικός για το Ιράκ, ο οποίος διευθύνει τώρα το Πανεπιστήμιο της Παγκόσμιας Πρωτοβουλίας της Νότιας Φλόριντα για την Κοινωνία των Πολιτών και των Συγκρούσεων, είπε ότι πρώην αξιωματικοί είχαν, επίσης, επαγγελματικές, φυλετικές και προσωπικές σχέσεις που ενισχύθηκαν με τον συνασπισμό του Ισλαμικού Κράτους.

Ο Χασάν Αμπού Χανέχ, ένας Ιορδανός εμπειρογνώμονας σε ισλαμιστικές ομάδες, είπε ότι ενώ ο Μπαγκντάντι έχει στηριχθεί κυρίως σε Ιρακινούς, έχει αφήσει τομείς όπως η θρησκευτική καθοδήγηση και η παραγωγή ψηφιακού υλικού σε ξένους.

Πολλοί από αυτούς, όπως ο επικεφαλής του τμήματος των μίντια του Ισλαμικού Κράτους, είναι Σαουδάραβες. Αυτό κάνει, τουλάχιστον εν μέρει, το Ισλαμικού Κράτους να φαίνεται «παγκοσμιοποιημένο», κατά τον Χανέχ. «Θέλουν να απευθύνουν έκκληση σε διεθνείς τζιχαντιστές έτσι ώστε ενταχθούν στην μάχη», εξήγησε.

Υπάρχουν κάποια παραδείγματα: Ο επικεφαλής εκπρόσωπος του Μπαγκντάντι είναι Σύρος. Και μια ομάδα ξένων μαχητών οδηγείται από έναν τσετσενικής καταγωγής, τον Ομάρ αλ Σισάνι.

Ο Μάικλ Νάιτς, αναλυτής στο Ινστιτούτο της Ουάσιγκτον για την Πολιτική στην Εγγύς Ανατολή και το Ιράκ, δήλωσε ότι δεν ήταν έκπληξη το γεγονός ότι τόσοι πολλοί αξιωματικοί από την εποχή του Χουσεΐν έχουν ενταχθεί στο Ισλαμικό Κράτος. «Λίγο πριν την πτώση του η δυσαρέσκεια στον στρατό ήταν διαδεδομένη και έτσι τα ισλαμιστικά κινήματα αποκτούσαν δύναμη υπογείως, ακόμα και στο εσωτερικό του στρατού», είπε.

Οι πολιτικές αλλαγές μετά την αμερικανική εισβολή πέτυχαν την άνοδο τους. Μέλη του κόμματος Μπάαθ του Χουσεΐν ήταν αποκλεισμένοι από τις κυβερνητικές θέσεις, και η πολιτική κυριαρχία της σιιτικής πλειοψηφίας στο Ιράκ έκανε πολλούς σουνίτες να αισθάνονται ότι στερούνται πολιτικών δικαιωμάτων.

Για όσους είχαν υπηρετήσει πιστά τον στρατό του Χουσεΐν, ο μετασχηματισμός ήταν πλήρης από τη στιγμή που εντάχθηκαν στο Ισλαμικό Κράτος. «Δεν υπάρχει κανείς υπό τον Μπαγκντάντι ο οποίος δεν είναι πιστός», είπε ο αλ Χασίμι.