Στη Γερμανία και γενικότερα στην Ευρώπη, οι νεότερες γενιές αδιαφορούν για την ιστορία του φασισμού. Αυτός είναι και ο τρόπος που ευδοκιμεί η άκρα δεξιά.

Ads

Στο Aistersheim, ένα χωριό στη βορειοδυτική Αυστρία, ένα υποβλητικό κίτρινο κάστρο στέκεται πάνω από μια παγωμένη λίμνη, σκηνικό που θυμίζει παραμύθι. Μοιάζει σαν να περιμένει βασιλικούς επισκέπτες. Αλλά η πινακίδα στην είσοδο αναφέρει: «Κογκρέσο των Υπερασπιστών της Ευρώπης». Λίγοι είχαν τη δυνατότητα να παραστούν στη σύναξη ακροδεξιών οργανώσεων κυρίως από τη Γερμανία και την Αυστρία που έγινε στις 3 Μαρτίου.

Ανάμεσα στο ακροατήριο των 300 ατόμων, κατάφερε να παρεισφρήσει μια δημοσιογράφος του Guardian. Ο πρώτος ομιλητής είναι ο αντιδήμαρχος του Γκρατς, της δεύτερης σε πληθυσμό αυστριακής πόλης, Mario Eustacchio, από το συγκυβερνών – με το συντηρητικό Λαϊκό Κόμμα του καγκελάριου Σεμπάστιαν Κουρτς – ακροδεξιό εθνικιστικό Κόμμα των Ελευθέρων στην Αυστρία. Η ομιλία του επικεντρώθηκε στα ανθρώπινα δικαιώματα, τα οποία θεωρεί «συνυπεύθυνα» για τις προσφυγικές ροές στην Ευρώπη.

Σύμφωνα με τα δημοσιευμένα αποσπάσματα, στην ομιλία του, τονίζει πως «η απόρριψη και η αντικατάσταση των παλιών πατριωτικών αξιών μέσα από μία θρησκευτική λατρεία απέναντι στα ανθρώπινα δικαιώματα, έχει οδηγήσει σε καταστροφικές καταστάσεις τις οποίες σήμερα ζούμε στην Ευρώπη».

Ads

Ακολούθως, μίλησε ο André Poggenburg, περιφερειακός επικεφαλής του ακροδεξιού, ευρωσκεπτικιστικού κόμματος Εναλλακτική για τη Γερμανία (Alternative für Deutschland – AfD). Ζήτησε ένα Gerxit, την αποχώρηση της Γερμανίας από την Ευρωπαϊκή Ενωση, μια Ευρώπη «φρούριο» που θα συμμαχήσει με τη Ρωσία του Πούτιν – καθεστώς που θαυμάζεται σε αυτούς τους κύκλους. Μια ξανθιά γυναίκα που φορούσε σατέν φόρεμα τραγούδησε γερμανικά και ρωσικά πατριωτικά τραγούδια. Ένα άλλο μέλος του AfD πήρε το λόγο. Χρησιμοποιεί τη λέξη Mitteldeutschland (κεντρική Γερμανία) αντί της πρώην Ανατολικής Γερμανίας – σαν να υπάρχουν περισσότερα γερμανικά εδάφη πέρα ​​από τη γραμμή Oder-Neisse, η οποία σηματοδότησε τα σύνορα με την Πολωνία από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Μετά από αυτόν, ένας εκδότης από την Αυστρία παραπονέθηκε για τη «λογοκρισία» της λέξης Neger (Νέγρος).

image

Ακολούθησαν ομιλίες από εκπροσώπους «εναλλακτικών μέσων ενημέρωσης», οι οποίοι εξηγούν ότι τα διεισδυτικά κοινωνικά δίκτυα βοηθούν να «επηρεάσουν την κοινή γνώμη», για παράδειγμα δημοσιεύοντας προσβολές στις σελίδες Facebook των ιδεολογικά αντίπαλων. Ενας νεαρός, εκλεγμένος πολιτικός από το νότιο Τυρόλο της Ιταλίας κάλεσε, έχοντας το χέρι στο στήθος, να προσαρτηθεί η περιοχή του από την Αυστρία.

Έξω από τη μεγάλη αίθουσα υπήρχαν πάγκοι που παρουσιάζανε διάφορες εκδόσεις, μεταξύ των οποίων και εκείνες της Les Identitaires, μιας ρατσιστικής γαλλικής ομάδας που καλεί για μια «λευκή Ευρώπη». Βιβλία όπως ο Αγών, η Εξέλιξη και η Συμπεριφορά ή ο Νέος Χίτλερ φιγουράρουν μέσα σε πλήθος τίτλων μίσους και ρατσισμού.

«Η οικογένειά μου έχει ναζιστικό παρελθόν»

Η Geraldine Schwarz η δημοσιογράφος που χρησιμοποιώντας ψευδώνυμο μπόρεσε να παρακολουθήσει τη σύναξη είναι Γερμανογαλλίδα, ζει στο Βερολίνο και είναι επίσης συγγραφέας του βιβλίου Les Amnesiques. Στο βιβλίο της προσέγγισε τον μεταπολεμικό μετασχηματισμό της Γερμανίας και τις προσπάθειές της να ασχοληθεί με το ναζιστικό παρελθόν της, μέσα από την ιστορία της δικής της οικογένειας. Είναι η εγγονή ενός Γερμανού μέλους του ναζιστικού κόμματος και ενός Γάλλου χωροφύλακα που υπηρετούσε υπό το καθεστώς του Vichy, το οποίο συνεργάστηκε με τους Ναζί. Όπως γράφει μετά τη σύναξη που αναγκάστηκε να παρακολουθήσει: «Ο Γερμανός παππούς μου δεν ήταν ιδεολόγος εθνικιστής ή εθνικοσοσιαλιστής – εντάχθηκε στο ναζιστικό κόμμα από οπορτουνισμό και για λόγους ευκολίας. Επωφελήθηκε από τις ναζιστικές πολιτικές για να αγοράσει μια εβραϊκή οικογενειακή επιχείρηση σε χαμηλή τιμή. Η γιαγιά μου δεν ήταν ναζίστρια, αλλά γοητεύτηκε από τον Φύρερ. Ανήκε σε αυτήν τη μάζα ανθρώπων που με τις παρωπίδες τους και μικρές πράξεις δειλίας, συνέβαλαν στη δημιουργία των συνθηκών για το Τρίτο Ράιχ και τα εγκλήματά του.

Μετά το 1945, το πιο δύσκολο έργο της Γερμανίας δεν ήταν η ίδρυση νέων θεσμών ή η δίωξη ναζί εγκληματιών – αλλά η «μεταμόρφωσή» τους, η αλλαγή της νοοτροπίας του πληθυσμού, του οποίου η ηθική στάση είχε αντιστραφεί από τον ναζισμό με τρόπους που καθιστούσαν το έγκλημα όχι μόνο νόμιμο αλλά και ηρωικό. Οι παππούδες μου δεν αναγνώρισαν ποτέ τις ευθύνες τους. Αλλά ο γιος τους, ο πατέρας μου, έγινε μέρος μιας γενιάς που έθεσε τους γονείς της προ των ευθυνών τους και ανάγκασαν τους Γερμανούς να αναρωτηθούν: τι έκανα; Τι θα μπορούσα να κάνω; Πώς ενεργώ τώρα;».

image

Μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις που είχε να αντιμετωπίσει η Γερμανία από τη δεκαετία του 1960 είναι να εμπνεύσει και να μεταδώσει στους πολίτες της μια ιστορική συνείδηση ​​με μια αίσθηση υποχρέωσης προς τη δημοκρατία, καθώς και μια κριτική στάση απέναντι στον λαϊκισμό και τον εξτρεμισμό τόσο από τα δεξιά, αλλά κι από τα αριστερά.

Στη Γαλλία, στην Ιταλία, την Αυστρία και την Ανατολική Ευρώπη, το ταμπού για τη συμμαχία με τους Ναζί ήταν πολύ ισχυρό και δυσκόλεψε την δημοκρατική «εκπαίδευση» των πολιτών και κυρίως τη συνειδητοποίηση της ευθύνης. Δεν είναι τυχαίο ότι πρόκειται για χώρες όπου έχουν επιστρέψει τα σχέδια του ακροδεξιού εξτρεμισμού.

Αντίθετα τώρα, η Γερμανία με τη σειρά της επηρεάζεται. Τον περασμένο Σεπτέμβριο, το 12,6% των ψηφοφόρων ψήφισε το AfD, επιτρέποντας σε ένα ακροδεξιό κόμμα, με απόλυτη ρητορική μίσους και ρατσισμού να εξασφαλίσει μια ισχυρή θέση στο κοινοβούλιο για πρώτη φορά μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.

«Αυτό που με ανησυχεί περισσότερο είναι ότι οι νεότερες γενιές στη Γερμανία και αλλού στην Ευρώπη δεν γνωρίζουν και αδιαφορούν για την ιστορία του φασισμού και, επομένως, κινδυνεύουν να γίνουν αδιάφορες για τις νέες απειλές. Αυτό είναι ακριβώς που επιχειρεί το AfD όταν λέει ότι θέλει μια «στροφή 180 μοιρών» από την παράδοση της εξιλέωσης για το ναζισμό και προτείνει να κλείσει το μνημείο του Ολοκαυτώματος στο Βερολίνο και να αποκατασταθούν οι στρατιώτες της Wehrmacht. Είναι επίσης αυτό που το αυστριακό FPÖ έχει κατά νου όταν οι βουλευτές του αρνούνται να επικροτήσουν μια ομιλία που τιμά τη σφαγή του 1938, την αποκληθείσα «νύχτα των κρυστάλλων», το πρώτο μαζικό πογκρόμ εναντίον των Εβραίων στη Γερμανία.

Τα σημερινά ακροδεξιά κόμματα θέλουν να μειώσουν τα ναζιστικά εγκλήματα ως ένα πρώτο βήμα για την αναζωογόνηση ιδεών από την εποχή αυτή. Ιδεών όπως η ανάγκη μιας ιεραρχίας μεταξύ των ανθρώπων ανάλογα με τη φυλή ή τη θρησκεία τους, η αποδοχή βίας και μίσους, η αφοσίωση σε έναν ισχυρό ηγέτη. «Η αυτοσυγκράτηση είναι μια αδυναμία» ήταν το σύνθημα των SS.

Έντονη κριτική στην ακροδεξιά σύναξη είχε ασκηθεί παραμονές της πραγματοποίησης της από σειρά οργανώσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων και από οργανώσεις της Κοινωνίας Πολιτών στην ‘Ανω Αυστρία που συμμετείχαν το Σάββατο στη μεγάλη διαδήλωση μπροστά στο κτίριο της ακροδεξιάς σύναξης, καταγγέλλοντας πως η ξενοφοβία, ο ρατσισμός και ο αντισημιτισμός εξαπλώνονται πάλι στην Ευρώπη, και πως σήμερα βιώνει κανείς ότι αυτό γίνεται όχι μόνον σιωπηρά αποδεκτό, αλλά και κοινωνικά ανεκτό.

Αξιοσημείωτο θεωρείται το γεγονός πως πριν από δύο χρόνια, σε παρόμοια ακροδεξιά σύναξη από τους «Υπερασπιστές της Ευρώπης» στην πόλη Λιντς, πρωτεύουσα του ομόσπονδου κρατιδίου της ΄Ανω Αυστρίας, στους ομιλητές συγκαταλέγονταν και ο γενικός γραμματέας του Κόμματος των Ελευθέρων Χέρμπερτ Κικλ.

Ο Κικλ ήταν τότε συντονιστής του προεκλογικού αγώνα του υποψηφίου των Ελευθέρων στις προπέρσινες αυστριακές προεδρικές εκλογές, Νόρμπερτ Χόφερ, και σήμερα διατελεί υπουργός Εσωτερικών στην νέα αυστριακή κυβέρνηση συνασπισμού του Λαϊκού Κόμματος και του Κόμματος των Ελευθέρων.

Η ακροδεξιά, νεοναζί αφήγηση

«Η οικονομική κρίση στην Ευρώπη έχει μεταφραστεί σε μια πολιτική κρίση μεταξύ και εντός των κρατών μελών» υποστηρίζει ο Marc Botenga, Βέλγος, μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωτικής Αριστεράς (GUE), στο περιοδικό Catalyst. Και εξηγεί: «Εντός των κρατών μελών, δύο ρεύματα αναδύθηκαν από τη διαφορά μεταξύ του κατεστημένου και της πλειοψηφίας του πολιτών. Από τη μία πλευρά, ένα ρεύμα φόβου: η άνοδος των νεοσυντηρητικών και του ξενοφοβικού εθνικισμού. Η αυταρχική λιτότητα και η μισαλλοδοξία έχουν αποδειχτεί οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Αρνούμενη να πάρει πίσω  τα προνόμια των πλουσίων, η λιτότητα ωθεί τους ανθρώπους να κατηγορούν εκείνους που τα βγάζουν πέρα δυσκολότερα. Χωρίς χρήματα για κοινωνική στέγαση, εκείνοι που βρίσκονται από κάτω πρέπει να πολεμήσουν μεταξύ τους. Χωρίς επενδύσεις στην παιδεία, οι άνθρωποι θα ανταγωνιστούν για τις λίγες διαθέσιμες θέσεις εργασίας. Ως εκ τούτου, οι οικονομικές ανισότητες εντός και μεταξύ των χωρών αύξησαν τις εντάσεις, διευκολύνοντας την άνοδο των εθνικών- συντηρητικών ή ακροδεξιών κομμάτων».

Στη Γαλλία, η άκρα δεξιά με το Front National έφτασε στο δεύτερο γύρο της προεδρικής εκλογής. Η Ιταλία, η Αυστρία και η Τσεχία δεν κομίζουν καλύτερη εικόνα. Η εκστρατεία εξόδου από το ευρώ στη Μεγάλη Βρετανία δεν κέρδισε ακριβώς ως μια αριστερή πλατφόρμα. Στα νεότερα κράτη μέλη οι δεξιοί συντηρητικοί επωφελούνται από τη δυσπιστία προς την Αριστερά.

«Οι οικονομικές αποκλίσεις, ο αυξανόμενος ανταγωνισμός και η εμμονή στην τυφλή λιτότητα έχουν δημιουργήσει κλιμακούμενες τριβές και μεταξύ των κρατών μελών» επισημαίνει ο Marc Botenga. «Αυτός ο τύπος ολοκλήρωσης καταλήγει να υπονομεύει τη συνοχή μεταξύ των λαών της Ευρώπης. Οι αυξανόμενες αποκλίσεις μεταξύ των κρατών μελών εξίσου τροφοδοτούν το δυναμικό του ρατσισμού. Ο χαρακτηρισμός των Ελλήνων ως τεμπέληδων που εκμεταλλεύονται τους σκληρά εργαζόμενους Γερμανούς από τη Bild είναι ένα συγκεκριμένο παράδειγμα. Οι αναπαραστάσεις της Μέρκελ ως Χίτλερ στη Νότια Ευρώπη  είναι ακόμα μια απόδειξη. Η εκμετάλλευση των Ρουμάνων οδηγών φορτηγών στην Ολλανδία ή των Πολωνών εργαζόμενων στις κατασκευές στο Βέλγιο θα μπορούσε να οδηγήσει σε παρόμοιες ξενοφοβικές εκστρατείες. Και τούτο δεν οδηγεί αναγκαστικά σε περισσότερη  αλληλεγγύη μεταξύ των νότιων χωρών. Οι σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις της Γαλλίας και της Ιταλίας, για παράδειγμα, υποστήριξαν σε μεγάλο βαθμό τη γερμανική λιτότητα που επιβλήθηκε στην Ελλάδα, ενώ αργότερα διαπραγματεύονταν μια κάποια δημοσιονομική ευελιξία για τις δικές τους οικονομίες. Οι εντάσεις λόγω του οπορτουνισμού της γερμανικής κυβέρνησης που προσπαθεί να απορροφήσει τους πιο καλά καταρτισμένους πρόσφυγες και λόγω του συντηρητισμού της Ουγγρικής και πολωνικής κυβέρνησης, στρέφουν την Ανατολή ενάντια στη Δύση σε σχέση με το σχέδιο της ευρωπαϊκής διανομής για τους πρόσφυγες και τους μετανάστες».

image

Ωστόσο, η ακροδεξιά αφήγηση του φόβου δεν είναι η μόνη που αναπτύχθηκε. Συγκροτήθηκε ένα δεύτερο κύμα που αρνιόταν τη νεοφιλελεύθερη αφήγηση. Μια δεκαετία πριν το φαινόμενο του Jeremy Corbyn που προκάλεσε το κατεστημένο θα ήταν αδιανόητο στη Μεγάλη Βρετανία. Στην Ισπανία ο δεκαετής δικομματισμός του κομματικού συστήματος κατέρρευσε υπό το βάρος των αριστερών Ποδέμος. Στη Γαλλία ο αριστερός προεδρικός υποψήφιος Jean-Luc Mélenchon έλαβε το 2017 έναν αριθμό ψήφων που συνιστά ρεκόρ, κερδίζοντας κάποιες ψήφους από την άκρα δεξιά, ενώ σχεδόν το 43% του γαλλικού εκλογικού σώματος ψήφισε στον αποφασιστικό γύρο των κοινοβουλευτικών εκλογών. Αναπτύσσεται ένα κύμα «από τους κάτω» που θυμούνται και γνωρίζουν πως η ελευθερία και η δημοκρατία στην Ευρώπη χτίζεται, αφού πριν χύθηκε πολύ αίμα.