Η διήμερη σύνοδος κορυφής της ΕΕ έδωσε παράταση χρόνου στο Brexit και στην Τερέζα Μέι. Οι ανησυχίες για το ενδεχόμενο μιας μη συμφωνημένης εξόδου του Ηνωμένου Βασιλείου στις 29 Μαρτίου 2019 αυξάνονται. Η πρωθυπουργός της Βρετανίας κέρδισε χρόνο ώστε να επιτευχθεί μια προσέγγιση με τους Ευρωπαίους, ωστόσο την ίδια ώρα, απομακρύνεται ακόμη πιο πολύ από το κόμμα της.

Ads

Η συνάντηση των 27 ηγετών με την πρωθυπουργό του Ηνωμένου Βασιλείου Τερέζα Μέι μπορεί να έγινε σε καλύτερο κλίμα σε σχέση με την τελευταία συζήτηση που είχε γίνει για το Βrexit στις 20 Σεπτεμβρίου στο Σάσλμπουργκ της Αυστρίας, ωστόσο αυτό δεν ήταν αρκετό για να επιτευχθεί μια συμφωνία ή έστω μια πρόοδος στις διαπραγματεύσεις. Χρειάζονται αμοιβαίες υποχωρήσεις, οι οποίες και πάλι δεν έγιναν. Για παράδειγμα, το ιρλανδικό ζήτημα, δηλαδή η διατήρηση των ανοικτών συνόρων της Βόρειας Ιρλανδίας (μέρος του Ηνωμένου Βασιλείου) με τη Δημοκρατία της Ιρλανδίας, μετά το Βrexit αποδεικνύεται πολύ πιο δύσκολο, αλλά και κρίσιμο, από όσο αρχικά είχε εκτιμηθεί.

Κατά τη σύντομη παρουσίασή της στους ηγέτες της ΕΕ και σε μια μακρύτερη σε χρόνο συνάντηση με τον Πρόεδρο του Συμβουλίου, Ντόναλντ Τουσκ, η Μέι προσπάθησε να δώσει θετικό πρόσημο στα πρόσφατα γεγονότα. Τόνισε την πρόοδο που σημειώθηκε όσον αφορά την εδαφική εφαρμογή της συμφωνίας απόσυρσης από το Γιβραλτάρ και τις στρατιωτικές βάσεις του Ηνωμένου Βασιλείου στην Κύπρο. Επί της ουσίας όμως η Τερέζα Μέι, επανέλαβε τις γνωστές θέσεις της χώρας της για το ακανθώδες «ιρλανδικό θέμα», χωρίς να προσθέσει κάτι νέο που θα μπορούσε να άρει το αδιέξοδο.

«Μια συμφωνία είναι εφικτή», ανέφερε παρόλα αυτά, σύμφωνα με αξιωματούχους. Όμως το γενικό αίσθημα μεταξύ των ηγετών της ΕΕ ήταν απογοήτευση. «Κανείς δεν μοιράστηκε την αισιοδοξία της», δήλωσε χαρακτηριστικά μια ευρωπαϊκή πηγή. «Δεν υπήρχε νέα πρόταση». «Το κλίμα είναι πολύ καλύτερο από το Σάλτσμπουργκ. Είμαστε πιο κοντά σε τελικές λύσεις και μια συμφωνία για το Brexit, αν και μάλλον αυτό το συμπέρασμα είναι περισσότερο συναισθηματικό απ’ ό,τι λογικό», ισχυρίστηκε από την πλευρά του ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Ντόναλντ Τουσκ κατά τη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε μετά το πέρας των εργασιών της Συνόδου Κορυφής στις Βρυξέλλες.

Ads

Ο Ντ. Τουσκ δήλωσε ακόμη «έτοιμος» να συγκαλέσει έκτακτη Σύνοδο Κορυφής για την έξοδο του Ηνωμένου Βασιλείου μόλις ο επικεφαλής διαπραγματευτής της ΕΕ, Μισέλ Μπαρνιέ επιβεβαιώσει πως έχει σημειωθεί «αποφασιστική πρόοδος», σημειώνοντας όμως ότι αυτή η πρόοδος δεν υπάρχει ακόμα. Σε ό,τι αφορά το ζήτημα της παράτασης της μεταβατικής περιόδου, ανέφερε ότι δεν συζητήθηκε μεταξύ των 27 ηγετών, ωστόσο εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι εφόσον έρθει το αίτημα αυτό από τη βρετανική πλευρά, οι Ευρωπαίοι θα το δεχθούν προκειμένου να υπάρξει συμφωνία.

Από την πλευρά του, ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ προειδοποίησε ότι το ενδεχόμενο της «μη συμφωνίας» είναι «επικίνδυνο» τόσο για το Ηνωμένο Βασίλειο όσο και για την ΕΕ, προσθέτοντας ότι η παράταση της μεταβατικής περιόδου θα εφαρμοστεί προκειμένου να δοθεί το απαραίτητο χρονικό περιθώριο για την επίτευξη συμφωνίας για τη μελλοντική σχέση με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.

Η μεταβατική περίοδος, κατά τη διάρκεια της οποίας θα υπάρξει μεταξύ των δύο πλευρών μια τελωνειακή ένωση, έχει προγραμματιστεί να λήξει στο τέλος του 2020. Πάντως, η μεταβατική περίοδος για το Ηνωμένο Βασίλειο και την ΕΕ αναμένεται να τεθεί σε ισχύ μόνο εάν υπάρξει κάποια μορφή προκαταρκτικής συμφωνίας πριν από την προγραμματισμένη έξοδο του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ στα τέλη Μαρτίου. Σε περίπτωση «μη-συμφωνίας Brexit», οποιαδήποτε σχέδια μεταβατικής περιόδου είναι πιθανό να ακυρωθούν. Παρά το μέχρι τώρα αδιέξοδο και οι δυο πλευρές τονίζουν ότι προτιμούν μια συμφωνία. Μια συμφωνία θα περιελάμβανε μια περίοδο προσαρμογής δυο ετών, συμπεφωνημένα δικαιώματα για βρετανούς πολίτες στην ΕΕ και ευρωπαίους πολίτες στη Μ. Βρετανία καθώς και ένα «λογαριασμό εξόδου» ύψους 39 δις ευρώ.

image

Όλα του Brexit δύσκολα για την Μέι

Εκτός από το να συμφωνήσει με την ΕΕ, τεράστιες δυσκολίες αντιμετωπίζει η Βρετανή Πρωθυπουργός και για να συμβιβάσει τους σκληρούς οπαδούς του Brexit. Από τη μια προσπαθεί να πείσει τους σκληρούς οπαδούς του Brexit στο υπουργικό συμβούλιο να συμβιβαστούν και να την στηρίξουν, από την άλλη έχει την αδιάλλακτη στάση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο συνοριακό καθεστώς στην Ιρλανδία και προς το παρόν δεν φαίνεται να συγκεντρώνει την απαραίτητη πλειοψηφία για καμία εκδοχή συμφωνίας Brexit. Το μόνο που είναι σίγουρο είναι η ημερομηνία εξόδου: η 29η Μαρτίου 2019.

Σε άτυπη συνάντηση οκτώ υπουργών τις δυο μέρες πριν τη Σύνοδο Κορυφής, στην «Συνάντηση της Πίτσας» όπως ονομάστηκε από το έδεσμα που τους πρόσφερε η οικοδέσποινα ´Αντρια Λέτσομ, δεν φαίνεται να συμφωνήθηκε κάποια κοινή στάση έναντι της Πρωθυπουργού. Σύμφωνα με πληροφορίες των βρετανικών ΜΜΕ, δεν αναμένονται άμεσες παραιτήσεις υπουργών αλλά θα είναι άθλος για την Τερέζα Μέι να πείσει τους σκληρούς Brexiteers  υπουργούς να αποδεχθούν την αντιπρότασή της για παραμονή όλου του Ηνωμένου Βασιλείου στην Τελωνειακή Ένωση έως ότου βρεθεί μια λύση στο θέμα των συνόρων στην Ιρλανδία.

Οι Βrexiteers απαιτούν να υπάρξει στη συμφωνία ακριβής ημερομηνία αποχώρησης από την Τελωνειακή Ένωση. Από την πλευρά τους οι Βρυξέλλες επιμένουν ότι η παραμονή της Βόρειας Ιρλανδίας στην Τελωνειακή Ένωση και την Ενιαία Αγορά είναι αδιαπραγμάτευτη και δεν επιδέχεται ημερομηνία λήξεως. Ο διαπραγματευτής Μισέλ Μπαρνιέ ανακοίνωσε πως η αντιπρόταση του Λονδίνου απαιτεί επεξεργασία εβδομάδων ενώ αντιθέτως ο Πρωθυπουργός της Ιρλανδίας Λίο Βαράτκαρ, τόνισε ότι θα πρέπει να δοθεί παράταση στην επίτευξη συμφωνίας έως τον Δεκέμβριο. Ούτως ή άλλως δεν υπήρχαν τα χρονικά περιθώρια για να τεθεί το θέμα στην Σύνοδο Κορυφής, έτσι και αυτό είναι στον αέρα.

Μετά τη Σύνοδο Κορυφής, η πρωθυπουργός της Βρετανίας δήλωσε ότι σκοπεύει να προτρέψει το βρετανικό κοινοβούλιο να θυμηθεί ότι οι Βρετανοί ψήφισαν υπέρ της αποχώρησης της χώρας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, όταν εκείνη θα καλέσει τους βουλευτές να εγκρίνουν όποια συμφωνία καταφέρει να πετύχει με τις Βρυξέλλες. Όταν ρωτήθηκε, σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε στις Βρυξέλλες, τι θα μπορούσε να κάνει για να καθησυχάσει τις ανησυχίες ότι το κοινοβούλιο μπορεί να «μπλοκάρει» μια συμφωνία, η Μέι απάντησε: «Θα ζητήσω από τα μέλη του κοινοβούλιου κατ’ αρχάς να θυμηθούν ότι εκπληρώνουμε την ψήφο του βρετανικού λαού». «Θα τους ζητήσω επίσης να αναλογιστούν πόσο σημαντική είναι η προστασία των θέσεων εργασίας και των μέσων επιβίωσης, η προστασία της ασφάλειας στο Ηνωμένο Βασίλειο και η προστασία της ενότητας του Ηνωμένου Βασιλείου», πρόσθεσε.

Αναφερόμενη στο ζήτημα της παράτασης της μεταβατικής περιόδου, η Μέι είπε ότι το Λονδίνο δεν έχει προτείνει κάτι τέτοιο, όμως αυτή η επιλογή θα μπορούσε να βοηθήσει να επιλυθεί το ζήτημα των συνόρων μεταξύ Βόρειας Ιρλανδίας και Δημοκρατίας της Ιρλανδίας. «Αυτό που αναδύθηκε είναι η ιδέα ότι μια επιλογή παράτασης της περιόδου εφαρμογής για μερικούς μήνες θα μπορούσε να αποτελέσει μια λύση σε αυτό το ζήτημα. Εμείς εδώ δεν προτείνουμε την παράταση. Αυτό που κάνουμε είναι να εργαζόμαστε για να διασφαλίσουμε ότι έχουμε μια λύση», κατέληξε.

Νωρίτερα, ευρωσκεπτικιστές βουλευτές του κόμματος της Μέι απέρριψαν την ιδέα της παράτασης της μεταβατικής περιόδου. Ο Τζέικομπ Ρις-Μογκ, που ηγείται μιας ομάδας περίπου 60 Συντηρητικών ευρωσκεπτικιστών, μιλώντας στο βρετανικό δίκτυο BBC χαρακτήρισε την πρόταση αυτή «λάθος και δυνητικά δαπανηρή». Η βουλευτής και στέλεχος των Συντηρητικών, Ναντίν Ντόρις, από την πλευρά της, κάλεσε ευθέως την πρωθυπουργό να «παραδώσει την ηγεσία» εξηγώντας ότι «αν η Τερέζα Μέι ζητά μια μεγαλύτερη μεταβατική περίοδο, τότε κωλυσιεργεί». Η Αντρέα Τζένκινς υπενθύμισε ότι τον περασμένο Ιούνιο 33 Συντηρητικοί βουλευτές είχαν θέσει τις «κόκκινες γραμμές» τους για το Brexit, με επιστολή που είχαν απευθύνει τότε στην πρωθυπουργό. «Μία από αυτές (τις κόκκινες γραμμές) ήταν ότι δεν θα δεχόμασταν καμία παράταση της μεταβατικής περιόδου», εξήγησε.

Η εφημερίδα Telegraph φιλοξενεί μια «ανοιχτή επιστολή» του Ρις-Μογκ, του πρώην υπουργού Brexit Ντέβιντ Ντέιβις, του πρώην υπουργού Εξωτερικών Μπόρις Τζόνσον και άλλων τριών ευρωσκεπτικιστών πολιτικών που απευθύνεται στη Μέι. Το σχέδιο της πρωθυπουργού έχει «ελάχιστους υποστηρικτές» στη Βρετανία και «απορρίφθηκε επισήμως από την ΕΕ», τονίζουν οι συντάκτες, ζητώντας να επικεντρωθούν οι διαπραγματεύσεις στην επίτευξη μιας συμφωνίας ελευθέρου εμπορίου την οποία θα στήριξε η πλειοψηφία του κοινοβουλίου «σε αντίθεση με το αντιδημοφιλές σχέδιο Τσέκερς».