Μετασεισμούς πολλών… ρίχτερ συνεχίζει να προκαλεί η αναγόρευση του Γερμανού καθηγητή Χάιντς Ρίχτερ σε επίτιμο διδάκτορα του τμήματος Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Κρήτης, η οποία έγινε «στα κρυφά», μια μέρα μετά την αναβολή της εξαιτίας των έντονων αντιδράσεων της τοπικής κοινωνίας,  για τις υποτιμητικές απόψεις του για την κρητική αντίσταση. Η επίμαχη αναγόρευση έχει ξεσηκώσει μία νέα «μάχη της Κρήτης» με τους πανεπιστημιακούς να ανταλλάσσουν ιστορικές απόψεις αλλά κι ευθύνες, την κοινωνία να διαμαρτύρεται, τα θύματα των ολοκαυτωμάτων της Κρήτης να μην δέχονται την προσβολή, το Εθνικό Συμβούλιο Διεκδίκησης των Γερμανικών Οφειλών να επισημαίνει σκοπιμότητες και τον εισαγγελέα να παρεμβαίνει σε ρόλο διαιτητή.

Ads

Κρητική α-φιλοξενία

Η τελετή απόδοσης της ύψιστης τιμής που ένα πανεπιστήμιο μπορεί να αποδώσει σε έναν καθηγητή ήταν προγραμματισμένη για την 19η Νοεμβρίου, στο Ωδείο Ρεθύμνου. Συγγενείς των θυμάτων της ναζιστικής θηριωδίας στην Κρήτη είχαν από νωρίς συγκεντρωθεί στο σημείο με σκοπό όχι να δείξουν στον καθηγητή Ρίχτερ την πατροπαράδοτη «κρητική φιλοξενία», αλλά να καταστήσουν σαφές ότι η απόδοση τιμών στον συγκεκριμένο επιστήμονα δεν είναι αποδεκτή. Αιτία το γεγονός ότι στο βιβλίο του «Επιχείρηση Ερμής: η κατάκτηση της νήσου Κρήτης τον Μάιο του 1941» χαρακτηρίζει «στρατιωτικό μύθο»  τη συμβολή της «Μάχης της Κρήτης» στην εξέλιξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου κι επικρίνει την κρητική αντίσταση κατά του κατακτητή ως «βρόμικο κι ανέντιμο πόλεμο» – δικαιολογώντας μάλιστα τη λογική των αντιποίνων- την ίδια στιγμή που αναγνωρίζει ιδεαλισμό και ιπποτικά κίνητρα στους ναζί αλεξιπτωτιστές του Χίτλερ, που έπεσαν το 1941 στο νησί.

Οι διαμαρτυρίες που κατέδειξαν ως ανεπιθύμητο τον Χάιντς Ρίχτερ εμπόδισαν τελικά την διεξαγωγή της τελετής, η οποία όμως αναβλήθηκε και δεν ματαιώθηκε. «Την ημέρα της αναβολής της αναγόρευσης ο κ. Ρίχτερ είπε ότι δεν καταλαβαίνει όλοι αυτοί με τα μαύρα πουκάμισα για ποιό λόγο βρίσκονται εκεί και πολύ φοβάται ότι ούτε οι ίδιοι καταλαβαίνουν», μεταφέρει στο tvxs.gr ο Κρητικός δημοσιογράφος Γιώργος Σαχίνης. «Του διευκρινίσαμε ότι τα μαύρα πουκάμισα δεν ταυτίζονται με ακροδεξιά μορφώματα αλλά είναι ένδειξη διαχρονικού πένθους στην Κρήτη», συνεχίζει. «Στη συνέχεια, ο κ. Ρίχτερ υπεραμύνθηκε του έργου του λέγοντας πως θεωρεί ότι δεν έχει γράψει τίποτα ανήθικο για την Μάχη της Κρήτης και τους αγωνιστές της κι όλα αυτά του θυμίζουν την περίοδο του ’68 στην Ελλάδα», λέει.

Ads

Μία μόλις μέρα μετά κι ενώ το πανεπιστήμιο τελούσε υπό κατάληψη, υπό άκρα μυστικότητα, κεκλεισμένων των θυρών και με την παρουσία μόλις 10 ατόμων, ο Γερμανός καθηγητής αναγορεύτηκε τελικά «επίτιμος», ξεσηκώνοντας νέο κύκλο αντιδράσεων. Παρόντες στην τελετή-φιάσκο ήταν μόνο ο εισηγητής της πρότασης αναγόρευσης του Χάιντς Ρίχτερ σε επίτιμο, κ. Ανδρέας Στεργίου, 4 καθηγητές του τμήματος, 3 διοικητικοί υπάλληλοι και δύο μέλη από το συντονιστικό της κατάληψης. «Χωρίς να μπορούμε να το διασταυρώσουμε μάθαμε ότι ο Γερμανός καθηγητής δεν έκανε ομιλία, παρά αρκέστηκε να πει ότι αν είχε εφαρμοστεί σε άλλη χώρα το μνημόνιο κι όχι σε αυτή με αυτούς τους ανθρώπους ενδεχομένως και να είχε πετύχει το σκοπό του», λέει ο Κρητικός δημοσιογράφος. «Αμφίσημη δήλωση. Κατά κάποιους ελήφθη ως ότι είμαστε άχρηστοι και δεν γίνεται τίποτα, κατά άλλους ως ότι είμαστε ανυπότακτοι», θα σημειώσει ο Γιώργος Σαχίνης.

«Ιστορική διαμάχη»

Το χορό των αντιδράσεων ξεκίνησε με επιστολή του στην Πρυτανία του Πανεπιστημίου Κρήτης, ο στρατηγός κι επίτιμος αρχηγός ΓΕΕΘΑ, Μανούσος Παραγιουδάκης, ο  οποίος γνωστοποίησε στο πανεπιστήμιο επιστολή που είχε στείλει το 2011 -όταν κι εκδόθηκε το επίμαχο βιβλιο- στον Γερμανό καθηγητή, επισημαίνοντας την αντίθεση του στα όσα γράφει. Ο κ. Παραγιουδάκης στις 8 Ιουνίου του 2011, είχε προσκληθεί και παραβρεθεί στην παρουσίαση του βιβλίου του  Χάιντς Ρίχτερ στο Ιστορικό Μουσείο Κρήτης στο Ηράκλειο, λαμβάνοντας θέση στα όσα ελέχθησαν και τελικά αποχωρώντας. Στην επιστολή που του απέστειλε εφόσον διάβασε το βιβλίο επεσήμανε τις αντιθέσεις του στα σημεία που είχαν να κάνουν με την άποψη του κ. Ρίχτερ για την κρητική αντίσταση και κατέληγε μάλιστα ζητώντας του να του επιστρέψει ένα προσωπικό αναμνηστικό που του έδωσε πριν την παρουσίαση. Ο Χάιντς Ρίχτερ όχι μόνο δεν επέστρεψε το δώρο αλλά δεν απάντησε και ποτέ σύμφωνα με τον κ. Παραγιουδάκη.

Άμεση ήταν η απάντηση του εισηγητή της πρότασης για την αναγόρευση Ρίχτερ και πρώην φοιτητή του Γερμανού καθηγητή. Ο επίκουρος καθηγητής του τμήματος Πολιτικής Επιστήμης, Αντρέας Στεργίου, σε δημόσια επιστολή του  υπεραμύνθηκε του έργου Ρίχτερ τονίζοντας πως για το επιστημονικό του έργο τιμήθηκε το 2000 από την Ελληνική Δημοκρατία δια χειρός του Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας Κωνσταντίνου Στεφανόπουλου με τον Χρυσό Σταυρό του Τάγματος του Φοίνικα. Είπε επίσης ότι στο βιβλίο που έχει καταστεί «πέτρα του σκανδάλου» για την κοινωνία της Κρήτης ο Ρίχτερ «έπειτα από εκτεταμένη έρευνα καθώς και με απολύτως τεκμηριωμένο επιστημονικό τρόπο καταρρίπτει διάφορες δοξασίες και μυθοπλασίες» γύρω από το ζήτημα της «Μάχης της Κρήτης». Εξαπέλυσε τέλος, επίθεση εναντίον του Μανούσου Παραγιουδάκη γράφοντας πως «δυστυχώς τόσο για τον κύριο Παραγιουδάκη, όσο και για τους ομοϊδεάτες του η στρατιωτική επιτροπεία των πανεπιστημίων έχει παρέλθει εδώ και 40 χρόνια, αφού βέβαια κάποιοι έπρεπε πρώτα να πεθάνουν γι’ αυτό».

Τη σκυτάλη των αντιδράσεων πήρε ο καθηγητής Σύγχρονης Ιστορίας του ΑΠΘ Γιώργος Μαργαρίτης ο οποίος σε επιστολή που απηύθυνε στο Εθνικό Συμβούλιο Διεκδίκησης των Οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα επιχείρησε μία ψύχραιμη ανάκρουση κι αποτίμηση των θέσεων Ρίχτερ. Ο καθηγητής Μαργαρίτης εστίασε στο χαρακτήρα της λαϊκής εξέγερσης της «Μάχης της Κρήτης» και στην παγίωση αλλά και την «γερμανική δικαίωση» της  λογικής των αντιποίνων έπειτα από αυτή, τονίζοντας πως ο καθηγητής Ρίχτερ ανήκει σε μία ομάδα ιστορικών που «αναζητούν κυρίως το “πολιτικά ορθό” περισσότερο ίσως από αυτήν την ίδια την ιστορική ακρίβεια». «Το “πολιτικά ορθό” αρθρώνεται πάνω στην έκδηλη προσπάθεια “καταμερισμού” ευθυνών – ακροτήτων κλπ. – ανάμεσα σε αντιμαχόμενους που τότε ήσαν εχθροί, σήμερα είναι “σύμμαχοι και φίλοι”.Τα παραπάνω είναι ενοχλητικά για την επιστήμη της ιστορίας και ίσως περισσότερα ενοχλητικά για την πολιτική – σε τελευταία ανάλυση – αποτίμηση των γεγονότων του χθες», σημειώνει στην επιστολή του ο Γιώργος Μαργαρίτης, ο οποίος καταλήγει λέγοντας πως «είναι πολύ δύσκολο να είσαι “πολιτικά ουδέτερος” σε υποθέσεις κατάκτησης, λεηλασίας, υποδούλωσης και αιματοκυλίσματος λαών. Ο Ρίχτερ είναι Γερμανός. Δεν είναι κακό αυτό, κάθε άλλο. Αλλά να δικαιώνει τον ναζισμό και τις πρακτικές του επειδή είναι Γερμανός είναι κακό, πολύ κακό. […] Σημαίνει ότι δεν κατάλαβαν τίποτε από την ιστορία».

Συνέχεια στο θέμα έδωσε ο Αριστομένης Συγγελάκης, Μέλος του Εθνικού Συμβουλίου Διεκδίκησης των Οφειλών της Γερμανίας  προς την Ελλάδα και της Ένωσης Θυμάτων Ολοκαυτώματος Δήμου Βιάννου, ο οποίος σε άρθρο του- παρέμβαση επισήμανε ότι «αναμφίβολα, ο κ. Ρίχτερ και ο κάθε ιστορικός έχει το δικαίωμα να καταθέτει την άποψή του – αποτέλεσμα της επιστημονικής του έρευνας. Δεν μπορεί όμως να ξεφύγει της δημόσιας  κριτικής όταν, χωρίς επαρκή τεκμηρίωση, επιχειρεί να υποτιμήσει ή και να αμαυρώσει τις κορυφαίες στιγμές Αντίστασης και Θυσίας του ελληνικού λαού». «Η Μάχη της Κρήτης, η σπουδαιότερη, ίσως, στιγμή της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας και η μεγαλειώδης Αντίσταση του κρητικού και του ελληνικού λαού στο σύνολό του απέναντι στον φασισμό αξίζει κάθε τιμής κι αποτελεί παράδειγμα για τις νεότερες γενιές σε όλο τον κόσμο αυτοθυσίας για την ελευθερία!  Χωρίς υποσημειώσεις και επιφυλάξεις» έγραψε ο κ. Συγγελάκης, εκφράζοντας παράλληλα την ελπίδα «το Πανεπιστήμιο Κρήτης να βρει το θάρρος να επανεξετάσει και να αναθεωρήσει την απόφασή του».

«Επιχειρούν να ξαναγράψουν την ιστορία. Οι αναφορές και οι χαρακτηρισμοί για τον αγώνα του κρητικού λαού που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας είναι ανεπίτρεπτοι. Είναι προσβολή και πρόκληση στις θυσίες ενός λαού με τόσα θύματα», ήταν η τοποθέτηση του Στέλιου Περράκη, καθηγητή Διεθνών και Ευρωπαϊκών Θεσμών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, ο οποίος αναφερόμενος στον Χάιντς Ρίχτερ διευκρίνισε ότι πρόκειται για έναν από τους πλέον αξιόλογους σύγχρονους Γερμανούς ιστορικούς, ο οποίος όμως « μας έστησε στον τοίχο για τη Μάχη της Κρήτης». Και από την πλευρά του ο κ. Περράκης κάλεσε το Πανεπιστήμιο της Κρήτης έστω και την ύστατη στιγμή να επανεξετάσει την απόφασή του.

Πίστευε αλλά πρώτα ερεύνα

Η τελετή που έγινε σε κλειστό ακαδημαϊκό κύκλο ξεσήκωσε δεύτερο γύρο αντιδράσεων με την πανεπιστημιακή κοινότητα της Κρήτης να βρίσκεται σε αναβρασμό, το θέμα να τίθεται στη Βουλή και τον εισαγγελέα να παρεμβαίνει για να διαπιστώσει τι έχει συμβεί.

Η Πρυτανεία του Πανεπιστημίου Κρήτης σε ανακοίνωση της με αφορμή τη θύελλα αντιδράσεων που έχει ξεσπάσει, διευκρίνισε ότι  η απόφαση αναγόρευσης επίτιμων είναι ευθύνη του κάθε αρμόδιου τμήματος, την οποία οφείλει να σεβαστεί, «έστω και να δεν συμμετέχει στη διαδικασία». Μιλώντας σε τοπικά μέσα ο Πρύτανης κ. Ευριπίδης Στεφάνου «άδειασε» άλλωστε την απόφαση του τμήματος Πολιτικής Επιστήμης επικρίνοντας τις θέσεις Ρίχτερ και αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο να διενεργηθεί έρευνα σε επίπεδο Πανεπιστημίου.

Ήδη κάποιοι καθηγητές στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης ζητούν έκτακτη Γενική Συνέλευση για να συζητηθεί ο έκτακτος τρόπος με τον οποίον έγινε τελικά η τελετή της αναγόρευσης του Χάιντς Ρίχτερ, ενώ κάποιοι ζητούν και συνέλευση για την επαναξιολόγηση της ίδιας της απόφασης της αναγόρευσης, με την πιθανότητα ανάκλησης της να είναι ανοιχτή. Το τμήμα δέχτηκε ομοφώνως την εισήγηση για την επίμαχη αναγόρευση τον Ιανουάριο του 2014, ύστερα όμως τουλάχιστον 6 μέλη του τμήματος δηλώνουν ότι «καλή τη πίστει» έδωσαν την έγκριση τους, χωρίς να γνωρίζουν για την ύπαρξη του επίμαχου βιβλίου και τις αντιδράσεις που αυτό είχε εγείρει.

Το θέμα έφτασε και στη Βουλή από τον βουλευτή Ηρακλείου της ΝΔ Λευτέρη Αυγενάκη, με παρέμβασή του να επιχειρεί να εκθέσει στον υπουργό Παιδείας Ανδρέα Λοβέρδο τα στοιχεία της υπόθεσης, χαρακτηρίζοντας την «ντροπή».

Κατόπιν αυτών, προκαταρκτική εξέταση  για όσα συνέβησαν και αφορούν στην αναγόρευση ως επίτιμου διδάκτορα στο Πανεπιστήμιο Κρήτης του Γερμανού Καθηγητή Χάινς Ρίχτερ διέταξε ο αντιεισαγγελέας Πρωτοδικών Ρεθύμνου κ. Πατεράκης, με τον Λευτέρη Αυγενάκη, τον Μανούσο Παραγιουδάκη αλλά και μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας να καλούνται να εκθέσουν τις απόψεις τους για το θέμα.

Η εισαγγελική παρέμβαση εκτιμάται πως γίνεται κυρίως για ηθικά αίτια καθώς δεν φαίνεται να προκύπτει κάποια αξιόποινη πράξη στην ιστορία, και ότι στηρίζεται νομικά στη λογική της διερεύνησης του αν τηρήθηκαν οι τυπικές διαδικασίες της αναγόρευσης αλλά και στη διερεύνηση των συγκεντρώσεων διαμαρτυρίας που οργανώθηκαν. Ωστόσο αν κάτι τέτοιο ευσταθεί, πιθανόν να εγείρει νέο κύμα αντιδράσεων που θα σχετίζεται με την παρέμβαση της Δικαιοσύνης στο αυτοδιοίκητο του Πανεπιστημίου, γεγονός που ίσως να αποτραβήξει τα φώτα από την ουσία της υπόθεσης που είναι η μάχη ενάντια στην παραχάραξη της Ιστορίας και να μετακυλήσει το ενδιαφέρον σε μία διαμάχη εξουσιών.

Αστοχία ή σκόπιμη παραχάραξη;

Την ίδια στιγμή που ο αγώνας για τη δικαίωση των θυμάτων της ναζιστικής θηριωδίας στην Ελλάδα και για την απόδοση των γερμανικών κατοχικών οφειλών είναι πιο ζωντανός από ποτέ, η αναγόρευση του Γερμανού καθηγητή Χάιντς Ρίχτερ, ο οποίος αναγνωρίζει τους ναζί που αιματοκύλισαν την Ελλάδα ως ιδεολόγους, σε επίτιμο διδάκτορα του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης δε θα μπορούσε παρά να προκαλέσει αλγεινή εντύπωση.

Σε ανακοίνωση της  η Ένωση Θυμάτων του Ολοκαυτώματος της Βιάννου, εκφράζει την οργή της για την απόφαση αυτή διαμηνύοντας ότι δεν δέχεται καμία προσβολή της «Μάχης της Κρήτης» και της «Εθνικής Αντίστασης», που όπως αναφέρει «αποτέλεσαν ορόσημα της πάλης του ανθρώπου για ελευθερία και αξιοπρέπεια, ενάντια στον ναζισμό, το φασισμό και την βαρβαρότητα».

Στην ανακοίνωση της η Ένωση Θυμάτων Βιάννου χαιρετίζει «όσους αγωνίστηκαν και αγωνίζονται εναντίον της παραχάραξης της Ιστορίας και εναντίον της γερμανικής προέλασης στην Ελλάδα». «Από τα μαρτυρικά χωριά της Βιάννου καλούμε όλους να στηρίξουν ενεργά τον αγώνα του Εθνικού Συμβουλίου Διεκδίκησης των Γερμανικών Οφειλών, των Αντιστασιακών Οργανώσεων, των Ενώσεων Θυμάτων, των Μαρτυρικών Δήμων, των αντιφασιστών στη Γερμανία, των δημοκρατών όπου γης, όλων όσων πασχίζουν για Δικαιοσύνη! Έναν αγώνα για την έμπρακτη καταδίκη των ναζιστικών εγκλημάτων, έναν αγώνα για εθνική ανεξαρτησία και αξιοπρέπεια, ένα ισχυρό και διαρκές διάβημα εναντίον του ναζισμού και του φασισμού και των όψιμων ζηλωτών του. Καλούμε επίσης την κυβέρνηση να αναλάβει, επιτέλους, τις ευθύνες της, προχωρώντας, χωρίς άλλη κωλυσιεργία, στη διεκδίκηση των γερμανικών οφειλών. Αυτονόητα σ’ αυτόν τον αγώνα θέλουμε κοντά μας και το Πανεπιστήμιο Κρήτης», τονίζει.

Θέση στο ζήτημα παίρνει και το Εθνικό Συμβούλιο Διεκδίκησης των Οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα, το οποίο  εξέφρασε εγγράφως τη διαμαρτυρία του προς το Πανεπιστήμιο Κρήτης.

«Ο κ. Ρίχτερ προσβάλλει την Μάχη της Κρήτης και την Εθνική μας Αντίσταση. Ο λαϊκός ξεσηκωμός, ο πρωτόγνωρος στα παγκόσμια χρονικά πάνδημος συναγερμός, η απαράμιλλη γενναιότητα στο πεδίο της μάχης των Κρητικών αλλά και η γενναιοψυχία των προγόνων μας, που βρήκαν τη δύναμη να τιμήσουν και να θάψουν τους νεκρούς εισβολείς και να περιθάλψουν τους τραυματίες της Βέρμαχτ, δεν επιδέχονται αμφισβήτηση. Ούτε, άλλωστε, μπορεί κανείς να αμφισβητήσει, και πολύ περισσότερο να δικαιολογήσει, τα μαζικά εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, που διέπραξε το Γ´ Ράιχ στην Ελλάδα και την Κρήτη, όπου για πρώτη φορά στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο εφαρμόστηκε το αποτρόπαιο ναζιστικό δόγμα της συλλογικής ευθύνης», λέει στο tvxs.gr το μέλος του Συμβουλίου, Αριστομένης Συγγελάκης.

«Παρά την πίκρα μας για όσα υποφέραμε, παρά την οργή μας για την αδιάλλακτη στάση του γερμανικού κράτους, δεν διαπνεόμαστε από αισθήματα μίσους κι εκδίκησης, αλλά, αντίθετα, αισθανόμαστε αλληλέγγυοι με τον γερμανικό λαό όπως και με κάθε λαό. Μέσα μας όμως καίει η φλόγα για δικαίωση», θα διευκρινίσει ο κ. Συγγελάκης.

Άλλωστε είχε γράψει και ο πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου, κ. Μανώλης Γλέζος στη γερμανική εφημερίδα Die Welt για τις σχέσεις των δύο λαών: «Όταν η Μάχη της Κρήτης τέλειωσε, ο στρατός είχε νικήσει. Μα οι γυναίκες των ηττημένων που είχαν χάσει παιδιά, αδέρφια, πατεράδες ή συζύγους, κατέβηκαν στο γιαλό,  σκαρφάλωσαν στα βουνά και, όπου βρήκαν νεκρό σώμα εχθρού, το τίμησαν:  το έπλυναν και το έθαψαν, όπως του έπρεπε. Ο νεκρός δεν ήταν πια εχθρός. Ήταν ο άταφος αδελφός. Κι αυτές ήταν οι εγγονές της Αντιγόνης, που έκαναν το χρέος τους απέναντι στους νεκρούς. Την ίδια ώρα, οι νικητές έμπαιναν στην Κάνδανο».

Όπως σε πολλές περιπτώσεις το Εθνικό Συμβούλιο Διεκδίκησης των Οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα έχει επισημάνει, μόνο τυχαίες δεν θεωρεί τις  γενικότερες  μεθοδεύσεις της γερμανικής πλευράς  να «ξαναγράψει» την ιστορία από την αρχή. Στο βάθος, το Συμβούλιο βλέπει να υπάρχει πάντα η πρόθεσή  να απαλλαγούν οι σύγχρονοι Γερμανοί από το στίγμα των εγκλημάτων του Γ´ Ράιχ στην Ελλάδα, χωρίς ανάληψη ευθυνών, μέσω μία ήπιας στρατηγικής φιλικού «διακανονισμού» που δε θα ενέχει την έμπρακτη αποζημίωση των θυμάτων.

«Λυπούμαστε διότι η φωνή της κοινωνίας, των αντιστασιακών, των θυμάτων της ναζιστικής θηριωδίας, των δημοκρατών στρατιωτικών, διαπρεπών καθηγητών και επιστημόνων δεν εισακούστηκε από το Πανεπιστήμιο Κρήτης, όπως και η εύλογη ανησυχία ότι στόχος αυτών των μεθοδεύσεων είναι η εξίσωση θύματος και θύτη και η αποδυνάμωση της διεκδίκησης των γερμανικών οφειλών. Αυτό δεν πρέπει να το επιτρέψουμε», αναφέρει στην επίσημη ανακοίνωση του το Συμβούλιο.

Αξίζει να σημειωθεί άλλωστε ότι ο κ. Ρίχτερ αν και αναγνωρισμένος ιστορικός δεν τιμήθηκε από το τμήμα Ιστορίας του Πανεπιστημίου Κρήτης, αλλά από το τμήμα Πολιτικής Επιστήμης. Επιβραβεύτηκε για το ιστορικό του έργο ή για τις πολιτικές απόψεις που εκφράζει μέσα από αυτό, θα αναρωτηθεί λοιπόν κανείς εύλογα.

«Επαναστατική πράξη σήμερα είναι η αντίσταση, με όποιο κόστος, στη γερμανική ιμπεριαλιστική προέλαση στην Ελλάδα∙ η αντίσταση στο μνημόνιο και την καταστροφική πολιτική της λιτότητας∙ η αντίσταση στον άξονα Βερολίνου – Βρυξελλών, που καταδυναστεύει τους λαούς της Ευρώπης. Είναι, τελικά, η διεκδίκηση των γερμανικών οφειλών  – ένας αγώνας για δικαιοσύνη και εθνική ανεξαρτησία, που ενώνει τους Έλληνες και συσπειρώνει μαζί μας όλο και περισσότερους Γερμανούς δημοκράτες και αντιφασίστες. Ένας αγώνας για την οριστική συντριβή του ναζισμού και των όψιμων ζηλωτών του, ένας αγώνας για ειρήνη και δημοκρατία», θα καταλήξει ο Αριστομένης Συγγελάκης.

Διαβάστε επίσης στο tvxs.gr: