Μόνο σε δύο από τους τριάντα εννέα άνδρες του Λιμενικού Σώματος που  κατηγορούνταν ότι κατά την παρέλαση της 25ης Μαρτίου 2010 παραβίασαν τον αντιρατσιστικό νόμο 927/1979, φωνάζοντας συνθήματα κατά των Αλβανών, των Σκοπιανών και των Τούρκων, επιβλήθηκαν ποινές, σύμφωνα με τη χθεσινή απόφαση του Ναυτοδικείου Πειραιά.

Ads

Η υπόθεση είχε έρθει στο φως της δημοσιότητας από ρεπορτάζ του Δημήτρη Αγγελίδη. Ο συντάκτης της εφημερίδας «Ελευθεροτυπία» είχε τραβήξει με το κινητό του σε βίντεο τη σκηνή κατά την οποία οι εν λόγω άνδρες του Λιμενικού Σώματος φώναζαν συνθήματα, όπως «Έλληνας γεννιέσαι δεν γίνεσαι ποτέ, το αίμα σου θα χύσουμε γουρούνι Αλβανέ», «Θα γίνει μακελειό, μετά θα εκδικηθώ, όταν θα προσκυνήσετε σημαία και σταυρό» και «Τους λένε Σκοπιανούς, τους λένε Αλβανούς, τα ρούχα μου θα ράψω με δέρματα απ’ αυτούς».

Σύμφωνα με πληροφορίες της “Ελευθεροτυπίας”, το δικαστήριο δέχτηκε ότι τα ρατσιστικά συνθήματα εκφωνούνταν από το άγημα των Μονάδων Υποβρυχίων Καταστροφών του Λιμενικού, αλλά έκρινε ότι δεν μπορεί να επιβάλει ποινή παρά μόνο σε δύο άνδρες, οι οποίοι φαίνονται πιο καθαρά στο βίντεο. Αυτοί οι δύο καταδικάστηκαν σε 3 μήνες και 15 μέρες φυλάκιση με αναστολή, ενώ οι υπόλοιποι απαλλάχτηκαν λόγω αμφιβολιών.

Ο εισαγγελέας είχε ζητήσει την ενοχή όλων των κατηγορουμένων, θεωρώντας ότι σε ένα πειθαρχημένο και καλά εκπαιδευμένο σώμα είναι αδιανόητο να εκφωνεί ο επικεφαλής ένα σύνθημα και να μην το επαναλάβουν όλοι. Στην αγόρευσή του ο εισαγγελέας συνέδεσε την εκφώνηση των συνθημάτων αυτών με το γεγονός ότι τις μέρες εκείνες είχε ψηφιστεί ο ν. 3838/2010 περί ιθαγένειας και υποστήριξε ότι, με τα συνθήματα αυτά, το άγημα του Λιμενικού μετέτρεψε την παρέλαση σε ιδιότυπη διαδήλωση. Και κατέληξε λέγοντας ότι «αυτό που έκαναν ήταν παράβαση του νόμου, ο πατριωτισμός δεν παρέχει ασυλία».

Ads

Η δίκη είχε ξεκινήσει την περασμένη Παρασκευή μέσα σε επεισοδιακό κλίμα, το οποίο είχαν δημιουργήσει έξω από το δικαστήριο, αλλά και μέσα στην αίθουσα του Ναυτοδικείου ομάδες υποστηρικτών των κατηγορουμένων. Ορισμένοι μάλιστα απ’ αυτούς φώναζαν παρόμοια συνθήματα και εμφανίζονταν ως απόστρατοι του ίδιου σώματος. Το δικαστήριο υποχρεώθηκε να διακόψει, όταν κάποιος από το ακροατήριο απείλησε και επιχείρησε να χειροδικήσει εναντίον του εκπροσώπου του Ελληνικού Παρατηρητηρίου των Συμφωνιών του Ελσίνκι (ΕΠΣΕ), Παναγιώτη Δημητρά, και του δικηγόρου Θανάση Τάρτη, οι οποίοι παρίσταντο ως πολιτική αγωγή. Μετά τα επεισόδια αυτά, ο εκπρόσωπος του ΕΠΣΕ και ο συνήγορος αποσύρθηκαν από τη δίκη με δήλωση που κατέθεσαν στο δικαστήριο, θεωρώντας ότι δεν πληρούνται οι συνθήκες μιας δίκαιης δίκης.

Στις απολογίες τους οι κατηγορούμενοι επιχείρησαν να δημιουργήσουν την εντύπωση ότι τα συνθήματα αυτά ακούγονταν από κάποιους θεατές της παρέλασης, αλλά το δικαστήριο δεν πείστηκε, ενώ εμφανείς ήταν και οι αλληλοσυγκρουόμενες τοποθετήσεις τους.

Ως μάρτυρες υπεράσπισης κατέθεσαν πρώτες δύο αλλοδαπές κυρίες, οι οποίες έχουν αρραβωνιαστεί με μέλη του αγήματος, δείγμα κατά τους συνηγόρους υπεράσπισης ότι δεν εμφορείται η ομάδα από ρατσιστικά αισθήματα. Πάντως, ένας από τους συνηγόρους δεν παρέλειψε να εκδηλώσει την πεποίθησή του ότι «είμαστε ανώτερη φυλή εμείς οι Ελληνες». Υπέρ των κατηγορουμένων κατέθεσαν και ο υποναύαρχος ε.α. Ι. Θεοφανίδης, ο αρχιπλοίαρχος ε.α. Β. Πολίτης και ο επίτιμος αρχηγός ΓΕΣ Φράγκος Φραγκούλης. Το δικαστήριο απέρριψε αίτημα του παριστάμενου βουλευτή Πάνου Καμμένου να καταθέσει.