Το μέτωπο στην κίνηση των προσφύγων εντός της Ευρώπης μετατοπίζεται. Η κατάσταση ωστόσο σε πολλές περιπτώσεις, παραμένει η ίδια: η ουγγρικού τύπου αντιμετώπιση, που συνεπάγεται κλείσιμο των συνόρων, μια σύντομη χαλάρωση και ξανά μεγαλύτερο κλείσιμο. Το κλείσιμο των συνόρων με την Κροατία σήμανε μια αναπόφευκτη κίνηση προς τη Σλοβενία, η κυβέρνηση της οποίας έχει ανακοινώσει περιορισμούς  στη διέλευση: 2.500 άτομα την ημέρα.

Ads

Τώρα, περνάμε στο επόμενο στάδιο του προσφυγικού προβλήματος: τη χρήση των προσφύγων ως διαπραγματευτικού όπλου στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή. Ενώ η Γερμανία δεν μπορεί να κατηγορηθεί ότι επιδίωκε να βρει τρόπους μείωσης των τεράστιων αριθμών, ακόμη και όταν άλλα κράτη δεν τηρούσαν τις δεσμεύσεις τους, ήταν αναπόφευκτο ότι η λογική «να τους κρατήσουμε μακριά» θα ερχόταν, αργά ή γρήγορα. Η απουσία ενιαίας πολιτικής για το προσφυγικό στην Ευρώπη κάνει κάθε χώρα να κοιτάζει τα στενά συμφέροντα της.

Ακόμη και οι γερμανικές αρχές σκλήρυναν την στάση τους, αν και αυτή δεν είναι η στάση που ευνοεί η κυβέρνηση Μέρκελ. Ο επικεφαλής της Ένωσης Αστυνομικών, Rainer Wendt, εξέφρασε στην κυριακάτικη Welt την άποψη ότι η Γερμανία θα πρέπει να φτιάξει έναν φράχτη κατά μήκος των συνόρων της με την Αυστρία. «Αν κλείσουμε τα σύνορα με αυτόν τον τρόπο, η Αυστρία επίσης θα κλείσει τα σύνορά της με τη Σλοβενία —  και αυτό ακριβώς χρειαζόμαστε».

Ομοψυχία κρατών, με άλλα λόγια, εις βάρος της απόγνωσης των προσφύγων.

Ads

Η προσέγγιση της καγκελαρίου Άνγκελας Μέρκελ αντιστέκεται στην προοπτική  του κλεισίματος των συνόρων — μέχρι στιγμής. Αντ’ αυτού, για να αντιμετωπίσει της ανησυχία στους κόλπους της κυβέρνησης, δοκιμάζει μια άλλη προσέγγιση: να κρατήσει το πρόβλημα μακριά, δωροδοκώντας την Τουρκία.

Αυτή, φαίνεται να είναι η ώρα της Άγκυρας: καθίσταται βασικός παράγοντας για την αντιμετώπιση των απειλών που δέχεται το ευρωπαϊκό σύστημα ασφαλείας,  συμμετέχει πρόθυμα στις ενταξιακές διαπραγματεύσεις προσχώρησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση και ανακατεύεται στη συριακή σύγκρουση, με στόχο την ανατροπή του καθεστώτος Άσαντ.

Η πρόταση της Μέρκελ είναι ότι η ένταξη της Τουρκίας στην Ε.Ε. μπορεί να επιταχυνθεί, και χρησιμοποιεί τη διαχείριση των προσφύγων ως διαπραγματευτικό χαρτί. «Πώς μπορούμε να οργανώσουμε τη διαδικασία προσχώρησης πιο δυναμικά;» ανέφερε στη συνέντευξη Τύπου στην Κωνσταντινούπολη. «Η Γερμανία είναι έτοιμη να ανοίξει το κεφάλαιο 17 στο τρέχον έτος, και να κάνουμε τις προετοιμασίες για το 23 και  το24. Μπορούμε να συζητήσουμε τις λεπτομέρειες.»[1]

Ο Τούρκος πρωθυπουργός Αχμέτ Νταβούτογλου είναι σίγουρα πρόθυμος να παζαρέψει σκληρά σε αυτό το σημείο, πιέζοντας για επίλυση του συριακού, τη ίδια στιγμή που η σχετική συζήτηση έχει δρομολογηθεί στην Ε.Ε. Την Κυριακή τόνισε την επείγουσα ανάγκη των συνομιλιών, μιλώντας για άλλο ένα πιθανό κύμα προσφύγων που προέρχονται από το Χαλέπι: «Προτεραιότητά μας θα πρέπει να είναι να ληφθούν μέτρα για να αποφευχθεί η αύξηση των προσφύγων από το Χαλέπι, λόγω των επιθέσεων της ιρανικής πολιτοφυλακής, του ISIS και της ρωσικής επέμβασης».  Μέχρι στιγμής, η επίμονη απαίτηση της Άγκυρας για μια «ζώνη ασφαλείας» στα βόρεια της Συρίας, δεν έχει βρει ευήκοα ώτα.

Θα υπάρξουν και άλλα δωράκια σ’ αυτή την προσφορά. Αυτά, για την Τουρκία, πρόκειται να έρθουν μετά την αρχική απόρριψη της πρότασης από τον υπουργό Εξωτερικών, Φεριντούν Σινιρλίογλου. Την Παρασκευή, ο  Σινιρλίογλου ήταν ανένδοτος σχετικά με την έκταση και την αξία του αυτών που προσφέρθηκαν: «Υπάρχει ένα οικονομικό πακέτο που πρότεινε η Ε.Ε.· τους είπαμε ότι είναι απαράδεκτο».

 Ο τόνος άλλαξε τη διάρκεια του Σαββατοκύριακου, τόσο όσον αφορά το ποσό που προσφέρεται, όσο και διάφορες άλλες διαρθρωτικές προσαρμογές στην σχέση της Τουρκίας με την Ευρώπη. Η Γερμανία θα επιμείνει στην προώθηση των ταξιδιών χωρίς βίζα για τους Τούρκους υπηκόους, επιταχύνοντας το χρονοδιάγραμμα μπροστά κατά ένα έτος, τον Ιούλιο του 2016. Αυτή η συζήτηση σχετικά με την κινητικότητα δεν αποτελεί έκπληξη, δεδομένων των προσπαθειών της Τουρκίας να μεταρρυθμίσει το σύστημα μετανάστευσης ώστε να ευθυγραμμίζεται περισσότερο με τα πρότυπα της Ε.Ε.

Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Μεταναστευτικής Πολιτικής (Migration Policy Institute),  «η ικανότητα των τουρκικών αρχών είναι περιορισμένη όσον αφορά τη διαχείριση των εισροών της Συρίας, και, ως εκ τούτου, η διαχείριση της κρίσης έμεινε σε μεγάλο βαθμό στα χέρια των οργανώσεων που εργάζονται επιτόπου, στα στρατόπεδα, χωρίς περαιτέρω πολιτική υποστήριξη».

Όπως αποκάλυψε η Μέρκελ κατά τη διάρκεια του Σαββατοκύριακου, «μια ομάδα εργασίας μεταξύ της Τουρκίας και της Γερμανίας διεξάγει συνομιλίες για αυτά τα θέματα, και πρόκειται συνέλθει εκ νέου τις επόμενες ημέρες. Μπορούμε να διευκολύνουμε την επίλυση ορισμένων θεμάτων με διμερείς συνομιλίες».

Το μήνυμα της Άγκυρας είναι σαφές: θα κρατήσουμε τους πρόσφυγες υπό έλεγχο, και θα διαχειριστούμε τον τρέχον πληθυσμό — αλλά με κάποιο άξιο λόγου αντίτιμο. Τα νούμερα των προσφύγων στην Τουρκία ζαλίζουν. Περισσότερα από 2 εκατομμύρια προσφύγων από τη Συρία και με κόστος της τάξης των 7,5 δισ. δολάρια,  δεδομένου ότι η κρίση αυξάνεται. Μεγάλο μέρος οφείλεται στον λανθασμένο  υπολογισμό, ότι η σύγκρουση στη Συρία θα κρατούσε μικρό χρονικό διάστημα. Τώρα, με την παράτασή της, η γερμανική προσφορά παρέχει 3,4 δις. δολάρια για να πληρωθεί ο λογαριασμός που θα κρατήσει τους πρόσφυγες στη θέση τους.

Ο Andrew Gardner, η έρευνα του οποίου για λογαριασμό της Διεθνούς Αμνηστίας περιλαμβάνει και την Τουρκία, βρίσκει την όλη συζήτηση δυσκολοχώνευτη: «Οι συνομιλίες μεταξύ της Ε.Ε. και της Τουρκίας για “διαχείριση της μετανάστευσης” ενέχουν τον κίνδυνο να βάλουν τα δικαιώματα των προσφύγων σε δεύτερη μοίρα, πριμοδοτώντας την ανάγκη για μέτρα ελέγχου των συνόρων που θα αποτρέπουν τους πρόσφυγες να φτάσουν στην Ε.Ε».

Η εικόνα παραμένει όπως και στην αρχή. Δεν γίνεται λόγος για δικαιώματα, αλλά για παραβάσεις· δεν γίνεται λόγος για την υποχρέωση να βοηθήσουμε στο πλαίσιο του δικαίου των διεθνών συμφώνων, αλλά για την υποχρέωση να προστατευτούν τα κράτη και να μην κατακλυσθούν από πρόσφυγες. Και, τέλος, η δωροδοκία των φτωχότερων κρατών από τα πιο πλούσια έχει γίνει η τυποποιημένη αντιμετώπιση του ζητήματος που υποβιβάζει τα προβλήματα των προσφύγων σε θέματα οικονομικής διαχείρισης και καταμέτρησης αριθμών.

Ο Binoy Kampmark διδάσκει στο RMIT University, στη Μελβούρνη. To άρθρο δημοσιεύθηκε στο www.counterpunch.org, στις 20.10.2015

[1] Κεφάλαια των τομέων του κοινοτικού κεκτημένου με το οποίο θα πρέπει να εναρμονιστεί η Τουρκία, βάσει των διαπραγματεύσεων για την διαδικασία ένταξης της. Το κεφάλαιο 17 αφορά τον τομέα της οικονομικής και νομισματικής πολιτικής, ενώ  τα κεφάλαια 23 και 24 την δικαιοσύνη, την ασφάλεια και τα θεμελιώδη δικαιώματα. (Σ.τ.Μ.)

Μετάφραση: Γιάννης Χατζηδημητράκης

Ενθέματα