Αναμφισβήτητα το σύστημα υπηρεσιών προστασίας των παιδιών στην χώρα μας σήμερα πάσχει πολλαπλώς.

Ads

Έχει πολλές ελλείψεις, έχει λίγους πόρους ανθρώπινους και υλικούς, σε πολλά σημεία είναι απαρχαιωμένο, άναρχο και ασυντόνιστο, οδηγώντας έτσι συχνά τα παιδιά – θύματα αντί προστασίας και φροντίδας να επαναθυματοποιούνται. Συνακόλουθα, η ανάγκη για μια άμεση «αλλαγή Παραδείγματος» στην παιδική προστασία στην Ελλάδα είναι επιτακτική και επιβεβλημένη.

Αλλαγή Παραδείγματος

Μια τέτοια ριζική αναμόρφωση του συστήματος ανάμεσα στα άλλα θα έπρεπε ως άμεσες προτεραιότητές της να θέσει:

Ads
  • Την συγκρότηση ενός ενιαίου ολοκληρωμένου δικτύου πρωτοβάθμιων κοινωνικών υπηρεσιών στήριξης της οικογένειας και των παιδιών σε επίπεδο κοινότητας, γειτονιάς, σχολείου, στο επίπεδο δηλαδή εκείνο που τα προβλήματα μπορούν να εντοπίζονται έγκαιρα και να αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά πριν χειροτερέψουν δραματικά και καταστούν έτσι αναγκαίες πιο ριζικές και επώδυνες παρεμβάσεις.
  • Την αλλαγή προτεραιοτήτων με έμφαση αντί στις διωκτικές και κατασταλτικές στις προληπτικές λειτουργίες στήριξης των οικογενειών που βρίσκονται σε κρίση, την ενεργητική δηλαδή παρέμβαση του κοινωνικού συνόλου για την συνδρομή των ευάλωτων οικογενειών και των παιδιών τους έτσι ώστε να μπορούν να μεγαλώσουν τα παιδιά τους παρά τις όποιες συγκυριακές ή μη δυσκολίες.
  • Την εφαρμογή καθολικών προγραμμάτων πρώιμης ανίχνευσης προβλημάτων για ηλικιακές ομάδες ή κατηγορίες πληθυσμού που γνωρίζουμε πως συχνότερα από άλλους βρίσκονται σε κίνδυνο θυματοποίησης παιδιών.
  • Τον αναπροσανατολισμό των παρεχόμενων υπηρεσιών από την κλειστού τύπου ιδρυματική φροντίδα των παιδιών στις εναλλακτικές μορφές φιλοξενίας (αναδοχή, υιοθεσία, μικρού μεγέθους οικογενειακόμορφες μονάδες) των όποιων παιδιών τελικά θα έχουν ανάγκη απομάκρυνσης από την βιολογική τους οικογένεια για μικρότερα ή μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα.
  • Τον συντονισμό των δομών και υπηρεσιών ώστε να αποφεύγονται οι αντιφατικές καταστάσεις, οι επαναλήψεις και οι συγκρουόμενοι ή αλληλοαναιρούμενοι προσανατολισμοί των ενεργειών τους.
  • Την ανασύνταξη του τρόπου λειτουργίας όλων των λειτουργών του συστήματος στην βάση τεκμηριωμένων εργαλείων και τεχνικών και το ξεπέρασμα της υποκειμενικότητας, της τυχαιότητας ή και της συνήθειας που ακόμα και σήμερα δυστυχώς κρίνουν τις ζωές των πιο ευάλωτων συνανθρώπων μας.
  • Την αναθεμελίωση όλων των υπηρεσιών προστασίας των παιδιών με γνώμονα την δική τους πρώτα από όλα ενεργητική συμμετοχή στα ζητήματα και στις αποφάσεις που τα αφορούν.

Για να μπορέσουν όλοι αυτοί οι βασικοί στόχοι να υλοποιηθούν χρειάζεται πρώτα από όλα να φτιαχτούν κοινωνικές υπηρεσίες παιδικής προστασίας στην κοινότητα. Η κοινωνία πλέον σήμερα δεν χρειάζεται καλύτερα, πιο εξωραϊσμένα ιδρύματα, χρειάζεται αντιθέτως τις δομές εκείνες που θα αποτρέπουν παιδιά να πρέπει να απομακρυνθούν από τα σπίτια τους εντοπίζοντας έγκαιρα και παρεμβαίνοντας πρώιμα. Αλλά και για όσα παιδιά τελικά αυτό θα είναι απαραίτητο να απομακρυνθούν από τις βιολογικές τους οικογένειες χρειαζόμαστε εκείνο το πλέγμα υπηρεσιών που θα φροντίσουν τα παιδιά αυτά χωρίς να τα επαναθυματοποιούν, σε περιβάλλοντα όσο τον δυνατόν πλησιέστερα στο οικογενειακό και με εναργή προσπάθεια βελτίωσης των συνθηκών στις βιολογικές τους οικογένειες έτσι ώστε τα παιδιά να μπορέσουν κατά το δυνατόν να επιστρέψουν πίσω σε αυτές με ασφάλεια.

Μια ελπιδοφόρα συνάντηση

Στην γενική αυτή κατεύθυνση, μια σημαντική συνάντηση διοργανώθηκε την Τετάρτη 17/02/2016 σε αίθουσα του Ευρωκοινοβουλίου. Με πρωτοβουλία του Βρετανικού Οργανισμού Lumos πραγματοποιήθηκε στρογγυλό τραπέζι για την προοπτική του μετασχηματισμού της παιδικής προστασίας στην Ελλάδα και συγκεκριμένα της μετάβασής της από το σημερινό εν πολλοίς ιδρυματικό μοντέλο στην κατεύθυνση των κοινοτικών υποστηρικτικών κοινωνικών υπηρεσιών και των εναλλακτικών μορφών παιδικής φροντίδας. Το στρογγυλό τραπέζι συντόνισαν ο Έλληνας Ευρωβουλευτής Στέλιος Κούλογλου και η Βρετανίδα συνάδελφός του Τζιν Λάμπερτ, εκλεγμένη με το ψηφοδέλτιο των Πρασίνων, η οποία είναι και αντιπρόεδρος της Διακομματικής Ομάδας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τα Δικαιώματα του Παιδιού. Στο στρογγυλό αυτό τραπέζι έλαβαν μέρος εκπρόσωποι της πολιτικής ηγεσίας των Υπουργείων Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Δικαιοσύνης, εκπρόσωποι συναρμόδιων υπηρεσιών της Ε.Ε. για την κοινωνική προστασία, της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τα ανθρώπινα δικαιώματα, άλλοι Ευρωβουλευτές, εκπρόσωποι διακρατικών φορέων συνηγορίας των δικαιωμάτων των παιδιών κ.α.

Ελλείμματα του σήμερα

Στο στρογγυλό αυτό τραπέζι παρουσιάστηκαν και τα βασικά ευρήματα της έρευνας-δράσης που υλοποιεί ο Βρετανικός Οργανισμός Lumos στην Ελλάδα σε συνεργασία με την Διεύθυνση Ψυχικής Υγείας και Κοινωνικής Πρόνοιας του Ινστιτούτου Υγείας του Παιδιού. Σύμφωνα με τα ευρήματα αυτά – που έρχονται να επιβεβαιώσουν και διαπιστώσεις όλων των ερευνών της προηγούμενης δεκαετίας – στο σύστημα προστασίας των παιδιών από στην Ελλάδα, παρουσιάζονται ελλείμματα και υστερήσεις όπως τα παρακάτω:

  • Στην Ελλάδα υπάρχουν δραματικές ελλείψεις πρωτοβάθμιων κοινωνικών υπηρεσιών ενώ το όλο σύστημα εμφανώς ανεπαρκεί ως προς την πρόληψη καταστάσεων.
  • Για πάνω από τα μισά από τα περίπου 3000 παιδιά που διαβιούν σήμερα σε ιδρύματα στην χώρα δεν υπήρξε πριν την απομάκρυνσή τους από τις βιολογικές τους οικογένειες καμία προηγούμενη κοινωνική παρέμβαση με στόχο την αποτροπή της επιδείνωσης των κινδύνων που οδήγησαν στην απομάκρυνση αυτή.
  • Συγκριτικά τις άλλες Ευρωπαϊκές χώρες το σύστημα παιδικής φιλοξενίας στην χώρα χαρακτηρίζεται από μεγάλο μέγεθος ιδρυμάτων που όμως σε ελάχιστες περιπτώσεις διαθέτουν υπηρεσίες ψυχοκοινωνικής συνδρομής στα παιδιά αυτά.
  • Ένα πέμπτο περίπου των παιδιών που τοποθετούνται σε ιδρύματα στην χώρα μας έχει πάνω από 7 χρόνια παραμονής σε αυτά.
  • Αν και μερικά ακόμα ονομάζονται «ορφανοτροφεία», τα ιδρύματα αυτά σε λίγες μόνο περιπτώσεις φιλοξενούν παιδιά που δεν έχουν τους γονείς τους στην ζωή ή στην χώρα, ενώ σε σημαντικό ποσοστό τα παιδιά διατηρούν επαφή με έναν τουλάχιστον από τους δυο γονείς τους (και άρα με την κατάλληλη υποστήριξη και επίβλεψη θα μπορούσαν να μεγαλώσουν εκείνοι τα παιδιά τους).
  • Τα ποσοστά επανασύνδεσης παιδιών με τις βιολογικές τους οικογένειες είναι εξαιρετικά χαμηλά.
  • Ένα τρίτο περίπου των παιδιών αυτών φιλοξενούνται σε κρατικά ιδρύματα, ένα περίπου τρίτο σε ιδρύματα ιδιωτικού δικαίου μεγάλων κοινωφελών οργανώσεων παιδικής προστασίας και ένα τρίτο σε μια πλειάδα μικρών μονάδων που όμως στερούνται ποιοτικών προδιαγραφών – μερικές φορές ακόμα και νόμιμης άδειας.

Προκλήσεις για το παρακάτω

Στόχος της διοργάνωσης αυτής ήταν να ψηλαφηθούν οι όροι και η κατεύθυνση μιας ευρύτερης συμμαχίας για την προστασία των παιδιών στην χώρα μας. Έτσι ώστε να διασφαλιστούν οι πόροι μιας αναγκαίας όσο ποτέ μετάβασης σε ένα σύγχρονο, αποτελεσματικό και φιλικό προς τα παιδιά σύστημα. Έτσι ώστε να δημιουργηθεί μια «ομπρέλα προστασίας» για τα παιδιά, ώστε να διαφυλαχθούν και επαυξηθούν οι απαραίτητες προς τούτου δομές και υπηρεσίες. Στην συνάντηση πολλά ειπώθηκαν, αρκετά δε εξ αυτών πολύ θετικά και μεγαλόπνοα. Για να γίνει όμως μια πραγματική αλλαγή στην πράξη που να κάνει την διαφορά στην ποιότητα ζωής των παιδιών σε κίνδυνο και των οικογενειών σε κρίση χρειάζεται κάτι παραπάνω: χρειάζεται όλοι πέρα από λόγια, ευχές ή διακηρύξεις να αναλάβουν στην πράξη τις ευθύνες που τους αναλογούν.

  • Η κυβέρνηση: οφείλει πλέον να πάρει σαφείς δεσμεύσεις στην κατεύθυνση της ποιοτικής, κοινοτικής αναμόρφωσης του συστήματος παιδικής προστασίας στην χώρα, να συντονίσει τις συναρμόδιες, συχνά ασυντόνιστες σήμερα, υπηρεσίες των διαφόρων υπουργείων που εμπλέκονται, να εγκαταλείψει την λογική των αποσπασματικών μέτρων και να εκπονήσει ένα τεκμηριωμένο, σύγχρονο σχέδιο εθνικής εμβέλειας με συγκεκριμένους και μετρήσιμους στόχους και χρονοδιαγράμματα – το οποίο και να ξεκινήσει να υλοποιείται άμεσα αξιοποιώντας τους διαθέσιμους πόρους χωρίς εικονικές πραγματικότητες, ημετέρους και διασπάθισή τους για έργα βιτρίνας
  • Οι διάφοροι φορείς παιδικής προστασίας: οφείλουν – και πέρα από τις όποιες νομοθετικές πρωτοβουλίες μπορεί η κυβέρνηση να πάρει και αφήνοντας κατά μέρος πάγιες συνήθειες και προσκολλήσεις – να ξεκινήσουν από σήμερα τον μετασχηματισμό των υπηρεσιών τους σε μια «από τα κάτω» κίνηση, να αντιληφθούν ότι ακόμα και στις καλύτερες ποιοτικά υπάρχει σοβαρό περιθώριο περαιτέρω ποιοτικής αναβάθμισης και αναπροσανατολισμού τους στην κατεύθυνση της κοινοτικής προστασίας των παιδιών στην χώρα μας και της αποτροπής της ιδρυματικής τοποθέτησής τους.
  • Οι Ευρωπαϊκοί θεσμοί: οφείλουν να αντιληφθούν πως η παιδική προστασία στην Ελλάδα χρειάζεται περισσότερους πόρους, νέο εξειδικευμένο δυναμικό, καινούργιες δομές και υπηρεσίες με διαφορετικό από τον μέχρι σήμερα προσανατολισμό των «κλασσικών» ιδρυματικού ή γραφειοκρατικού τύπου φορέων και πως όλα αυτά δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν εντός του ασφυκτικού πλαισίου των μνημονιακών δεσμεύσεων της χώρας. Και άρα πως αν θέλουν να δείξουν συνέπεια ως προς τις γενικές ανθρωπιστικές διακηρύξεις της ΕΕ για την ανάγκη προστασίας των παιδιών σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, οφείλουν να δώσουν την δυνατότητα στην κοινωνία να δημιουργήσει τέτοιες καινούργιες μονάδες, να τις στελεχώσει και να τις λειτουργήσει στα πλαίσια ενός οργανωμένου εθνικού σχεδίου που θα υλοποιείται με διαφάνεια και αποτελεσματικότητα έτσι ώστε σε σύντομο χρονικό διάστημα να πάψουν τα ιδρύματα να έχουν λόγο ύπαρξης στην χώρα μας.
  • Η κοινωνία, τέλος: πρέπει κι αυτή να αλλάξει αντίληψη και να αντικαταστήσει μια παλαιότερη μεταπολεμική αντίληψη που ήθελε την παιδική προστασία να σημαίνει «μεγαλώνω τα παιδιά κάποιου άλλου που αδυνατεί ή είναι ακατάλληλος» με μια σύγχρονη αντίληψη στα πλαίσια της οποίας παιδική προστασία σημαίνει στηρίζω τους πιο ευάλωτους, εκείνους που είναι σε κρίση ή δυσκολία να μεγαλώσουν εκείνοι τα παιδιά τους.

Μια τέτοια συνολική μεταστροφή είναι και κοινωνικά αναγκαία και όσο ποτέ επίκαιρη. Και σε ετούτη την συγκυρία, παρά τις δυσκολίες της μνημονιακής εποχής, μοιάζει να υπάρχει η δυνατότητα και να ξεκινήσει ένα τέτοιο εγχείρημα που δεν θα είναι ούτε εύκολο ούτε βραχύ. Αλλά σίγουρα αξίζει τον κόπο να το προσπαθήσουμε.


Διαβάστε επίσης: 

 

Επόμενο: Είναι εφικτή και αναγκαία μια μεταρρύθμιση της παιδικής προστασίας στην εποχή των μνημονίων;