Είναι η άλλη όψη της ελευθεροτυπίας στον ηλεκτρονικό τύπο: Η ρατσιστική μορφή που παίρνει συχνά ο «διάλογος» μεταξύ των αναγνωστών. Πολλοί από αυτούς εκμεταλλεύονται τις δυνατότητες που προσφέρουν  οι νέες τεχνολογίες – όπως την σε χρόνο μηδέν αποστολή και δημοσίευση σχολίων οποιουδήποτε μεγέθους – για να βγάλουν τα απωθημένα τους, ιδίως εις βάρος των ξένων.

Ads

Ένας οχετός ύβρεων, απειλών και προτροπών σε βία, που αυξάνει καθημερινά. Από το θεραπευτικό «χαλάρωμα», που υποτίθεται ότι προκαλεί τέτοια εκτόνωση, ούτε ίχνος. Υπό την κάλυψη της ανωνυμίας, οι υβριστές «ξεσαλώνουν», κάθε ρατσιστική έξαρση παράγει μια καινούρια.
Μια ματιά στα σχόλια υπέρ του νεαρού κατοίκου της Παιανίας, που πυροβόλησε την Πέμπτη πισώπλατα και σκότωσε έναν Αλβανό, ο οποίος, όπως ισχυρίζεται, είχε επιχειρήσει προηγουμένως να ληστέψει τη μητέρα του, επιβεβαιώνει του λόγου το αληθές. Ο θύτης έγινε αμέσως «cult», «εικόνα», οι θαυμαστές του όχι μόνο επαίνεσαν την πράξη του, ως επιβεβλημένη αυτοδικία, αλλά κάλεσαν και το υπόλοιπο κοινό να τον μιμηθεί. Κάθε Έλληνας και καραμπίνα, κάθε ύποπτος Αλβανός και μια σφαίρα στην πλάτη.

Είναι γεγονός, ότι δεν είναι τα Mέσα Eνημέρωσης που παράγουν τέτοια φαινόμενα. Το αντίθετο μάλιστα. Τα σοβαρότερα από αυτά επιχειρούν να βάλουν με κάθε μέσο φρένο στο ρατσισμό και τη βία. Η ελεύθερη δημοσίευση τέτοιων επιστολών δείχνει πάντως μια απέραντη δημοκρατική μεγαλοθυμία. Αλλά, σε ένα βαθμό, και αφέλεια. Οι πλατφόρμες, που προσφέρουν βήμα στους αναγνώστες, έχουν μετατραπεί, παρά τη θέλησή τους, σε εξέδρες για πολιτικούς χούλιγκανς, σε χώρους προαγωγής φασιζουσών και ρατσιστικών ιδεολογιών.

Οι δυνατότητες περιορισμού του φαινομένου είναι περιορισμένες – πόσω μάλιστα, που η ξενοφοβία έχει μπει στα προγράμματα των περισσότερων κομμάτων (ΝΔ, ΠαΣοΚ, Ανεξάρτητοι Έλληνες, και πάει λέγοντας) και αποτελεί από καιρό κρατική, και όπως δείχνει και η περίπτωση του ανεκδιήγητου δήμαρχου της Παιανίας, και δημοτική πρακτική. Δεν είναι όμως ανύπαρκτες. Αυτό προϋποθέτει όμως, ότι οι ηλεκτρονικές εκδόσεις των εφημερίδων θα καταφύγουν στην εφαρμογή των δοκιμασμένων κριτηρίων των έντυπων μέσων: Επωνυμία (ει δυνατόν με διεύθυνση και αριθμό τηλεφώνου), μη δημοσίευση ρατσιστικών και φασιστικών απόψεων, καθώς και προτροπών σε πράξεις βίας. Έτσι θα μπορέσει να μπει έλεγχος σε κηρύγματα μισαλλοδοξίας, που σε κάθε ευνομούμενο κράτος θα προκαλούσαν την άμεση εισαγγελική παρέμβαση.

Ads

Ειδικά ο ηλεκτρονικός τύπος διαθέτει βέβαια και ένα άλλο «ακτύπητο» μέσο καταστολής του φαινομένου: Το λεγόμενο «paywall», το τείχος πληρωμών, που υποχρεώνει τους πελάτες να πληρώνουν για τη χρήση ορισμένων περιεχομένων, ή υπηρεσιών. Στη Σλοβακία, για παράδειγμα, 50 περίπου εφημερίδες και περιοδικά επιτρέπουν στους χρήστες  μόνο 3 δωρεάν επιστολές μηνιαίως – για κάθε άλλη επιβάλουν μια «τσουχτερή» τιμή. Στις Ηνωμένες Πολιτείες πάλι, ορισμένα ψηφιακά μέσα απαιτούν σχετικά 20 δολάρια ετησίως. Ο λόγος γι’ αυτό, εξηγεί ειδικός, είναι να περιοριστεί στο ελάχιστο η δημοσίευση «ηλίθιων» σχολίων. «Η ιδέα ήταν, ότι και ο πιο ηλίθιος χρήστης δύσκολα πληρώνει για να βλέπει τα σχόλια του δημοσιευμένα» λέει. «Κι αυτό δικαιώθηκε ήδη στην πράξη».

 Τέτοια πληρωμή δεν πονάει μόνο την τσέπη. Προκαλεί και αυτοπειθαρχία. Αυτό θα μπορούσε να περιορίσει και στην Ελλάδα το ρατσιστικό παραλήρημα. Το αποτέλεσμα δεν θα ήταν, αυτοματικά, η πολυπόθητη δημιουργία μιας νέας «κουλτούρας του διαλόγου» μεταξύ των αναγνωστών. Θα προφύλασσε όμως τις ψηφιακές εφημερίδες από εκείνους, που θέλουν να τις μετατρέψουν σε δημοσιογραφικές χαβούζες.

ΤΟ ΒΗΜΑ