Στα επείγοντα των δημοσίων νοσοκομείων που εφημερεύουν.

Ads

Έχει τύχει να βρεθείτε πρόσφατα; Έχετε εικόνα του τι επικρατεί;

Μεσούσης της πανδημίας, άνθρωποι κάθε ηλικίας, φύλου, φυλής και με διαφορετικά συμπτώματα από χαίνοντα τραύματα έως κολικούς κι από κρίσεις πανικού μέχρι εγκεφαλικά και εμφράγματα συνωστίζονται μαζί με τους συνοδούς τους, αν έχουν, σε έναν χώρο αναμονής με αποπνικτική ατμόσφαιρα, συνήθως έξω από το παθολογικό, αφού οι περισσότεροι περνούν από εδώ.

Με λίγες θέσεις και πολλούς καταπονημένους ανθρώπους που είτε ασθενείς είτε συνοδοί, με δυσκολία στέκονται στα πόδια τους μετά από πέντε, δέκα ή και περισσότερες ώρες που περιμένουν. Σε μερικά εφημερεύοντα νοσοκομεία, ασθενείς κάθονται κάτω στο πάτωμα, για τους συνοδούς δεν το συζητάμε, ποιος νοιάζεται; Στα επείγοντα δημόσιου νοσοκομείου που εφημερεύει, το να βρεις μια θέση να καθίσεις είναι από μόνο του ένα μικρό θαύμα.

Ads

Τα ασθενοφόρα φέρνουν διαρκώς νέους ασθενείς, οι τραυματιοφορείς πηγαινοέρχονται ενώ τα μεγάφωνα καλούν διαρκώς: τραυματιοφορέα στο ορθοπεδικό /καρδιολογικό /ακτινολογικό. Στην είσοδο εμφανίζονται κάθε τόσο, κι άλλοι αλαφιασμένοι άνθρωποι που κοιτούν δεξιά-αριστερά, ρωτούν συνήθως τον φύλακα ώσπου να πάρουν σειρά στο γραφείο στην είσοδο για ΑΜΚΑ και λοιπά στοιχεία. Μετά το ΑΜΚΑ αρχίζει η αναμονή.

Έξω από το παθολογικό, υπάρχει ένα ηλεκτρονικό πινακάκι που δείχνει – υποτίθεται – τον αριθμό που εξυπηρετείται. Συνήθως δείχνει 141. Κανείς δεν ξέρει γιατί. Ίσως επειδή είναι ένας αριθμός κατάλληλος για ηλεκτρονικό πίνακα. Ούτε μικρός ούτε μεγάλος. Στον χώρο περνούν κάποιοι όχι βέβαια με τη σειρά τους αλλά με το θράσος τους, με την απόγνωσή τους αν πονάει κάποιος δικός τους, με την άγνοιά τους…Με ό,τι έχει ο καθένας.

Στον εσωτερικό χώρο, πέντε-έξι κρεβάτια παράλληλα το ένα δίπλα στο άλλο, δεν κάνουν διακρίσεις σε άντρες ή γυναίκες, ο ένας είναι ξαπλωμένος δίπλα στον άλλον, άλλοι ντυμένοι, άλλοι γυμνοί, άλλοι σκεπασμένοι άλλοι ξεσκέπαστοι, με ό,τι έχει ο καθένας, κι αυτοί. Δύο το πολύ τρεις γιατροί, όχι πάνω από τριάντα ή τριανταπέντε ετών, με κρεμασμένο το στηθοσκόπιο, εξετάζουν, γράφουν εξετάσεις αίματος, αξιολογούν αποτελέσματα εξετάσεων, βλέπουν ακτινογραφίες, απαντούν σε ερωτήσεις συνοδών, σηκώνουν τα τηλέφωνα, όλα αυτά ταυτόχρονα. Νοσοκόμες τρυπούν και βάζουν πεταλούδες και κρεμούν ορούς. Συνοδοί ρωτούν. Ασθενείς βογκούν. Ή σωπαίνουν και κοιτούν με τεράστια μάτια.

Έξω από το καρδιολογικό, στέκονται τρεις-τέσσερεις που περιμένουν γιατί μέσα είναι ο άνθρωπός τους που τον εξετάζουν οι καρδιολόγοι.

Στον διάδρομο, τρέχει ένας συνοδός σπρώχνοντας ένα καροτσάκι με τον υπερήλικα πατέρα του: “πού είναι το ακτινολογικό”; Μια ηλικιωμένη που έχει πιάσει θέση από ώρες σε ράντζο και περιμένει να γίνει εισαγωγή, του δείχνει με τον δεξί αντίχειρα σαν να κάνει οτοστόπ. Μια κυρία έξω από το παθολογικό ρωτά: “μα ακόμη το 141 εξετάζουν; Εσείς τι αριθμό έχετε;” Δεν ξέρεις πώς να της το πεις, ποιο 141 καλή μου; Μια κόρη ξεγελάει την ηλικιωμένη μητέρα της: “Κάνε λίγη υπομονή, τώρα, έρχονται οι γιατροί…”. Μια μάνα έξω από την αίθουσα γύψου παρηγορεί τον έφηβο γιο με το σπασμένο πόδι: “θα περάσει, δεν είναι τίποτα”. Όχι, δεν είναι. Θα περάσει.

Σε έναν τέτοιο χώρο, στα επείγοντα δημόσιου νοσοκομείου, ο άνθρωπος έπιασε μια καρέκλα και πέθανε ήσυχα-ήσυχα. Δεν ενόχλησε κανέναν. Ένας 43χρονος άνδρας ήταν. Τον εξέτασαν, του περιποιήθηκαν κάποιες πληγές στο πόδι και του είπαν να φύγει. Ο άνθρωπος αρνήθηκε να φύγει. Δεν ένιωθε καλά. Πού να πήγαινε; Έπιασε μια καρέκλα κι έμεινε εκεί. Κάπου έντεκα ώρες αργότερα κατάλαβαν πως ήταν νεκρός.

Μερικά Μέσα, όχι όλα, ανέφεραν το γεγονός και μερικοί το σχολίασαν με απορία…Πώς έγινε; Ο ιατροδικαστής τεχνικός σύμβουλος της οικογένειας, είπε πως “από τη νεκροτομή δεν έχει κάποιο σημείο που να δείχνει ότι έγινε κάποια εξέταση, ακόμα και λήψη αίματος…. κι αν ξεκινούσε θεραπευτική αντιμετώπιση, οι πιθανότητες να φύγει, θα μειώνονταν στο μίνιμουμ. Αν η πνευμονική εμβολή είναι θανατηφόρος στο 40% χωρίς θεραπεία, με θεραπεία αυτό το ποσοστό πέφτει στο 5%-7%”. Η μάνα του 43χρονου δεν μπορεί να το πιστέψει πώς χάθηκε ο Μενέλαος από έναν πόνο στο πόδι, μόνος του, στα επείγοντα.

Τελικά το να πεθάνεις στην καρέκλα στα επείγοντα γιατί κανείς δεν σου πήρε το οξυγόνο, γιατί κανείς δεν σου έκανε καρδιογράφημα [καλά, για σπινθηρογράφημα ούτε λόγος], γιατί δεν είχες μαζί σου κάποιον συνοδό να μπει με γαλιφιές και τσιριμόνιες ή με τσαμπουκά στο παθολογικό να τραβήξει τον γιατρό πάνω από έναν άλλο ασθενή για να τον φέρει σε εσένα, δεν είναι απίθανο. Το ότι βρήκες καρέκλα στα επείγοντα, αυτό, ναι, είναι απίθανο.

* Tο άγαλμα «Μελαγχολία» είναι του Albert Gyorgy