Αν βγω περίπατο με τις νεκρές μου φίλες θα πλημμυρίσει η πόλη με βουβά κορίτσια ο αέρας με στιφή ευωδιά θανάτου/… /Αν βγω περίπατο με τις νεκρές μου φίλες θα ιδούν κατάπληκτα τα πλήθη πως φάλαγγα πιο ανάλαφρη δεν πάτησε τη γη πως λιτανεία πιο ιερή δεν έχει παρελάσει ανάσταση πιο ένδοξη και ματωμένη…Ρίττα Μπούμη Παππά.

Ads

Ποια ήταν η άγνωστη ηλικιωμένη κυρία που, επί δεκαετίες εξόριστη και τώρα πια εγκατεστημένη, πλησίασε έναν νέο Έλληνα στη Μόσχα σε ένα ραντεβού με την ιστορία τόσο μακριά από την πατρίδα, τόσα χρόνια μετά τον θάνατο της μητέρας της; Ποια ήταν η  μητέρα που δεν τιμήθηκε ποτέ όπως έπρεπε από το γλοιώδες ακροδεξιό μετεμφυλιακό κράτος που άλωσε κι εκμαύλισε το φρόνιμα ενός ολόκληρου λαού μέσα από το δίπολο όποιος γλύφει διορίζεται κι όποιος μιλάει εξορίζεται; Ποια αρνούνται να τιμήσουν όπως πρέπει ακόμη και καλοενταγμένες στο σύστημα παρά την ‘επαναστατική” ρητορική τους συσσωματώσεις εντός της αριστεράς; 

1942. Αύγουστος. Τμήμα Μεταγωγών. Ακούγεται το γέλιο της μικρής Αγνής, που παίζει κρυφτό με τη μάνα της, την τριαντάχρονη Ηλέκτρα. επισημαίνει η Μαρώ Δούκα παρουσιάζοντας το βιβλίο της Διδώς Σωτηρίου για την Ηλέκτρα Αποστόλου, η κορη της οποίας βρέθηκε ενώπια ενωπίω με τον Αλέξη Τσίπρα μόλις σήμερα στη Μόσχα. Και συνεχίζει η Δούκα:
Από ευκατάστατη, λένε οι μάρτυρες, οικογένεια η Ηλέκτρα. Γι’ αυτό και ο υπότιτλος: από την άνετη ζωή στην υπέρτατη θυσία για τον λαό και την πατρίδα.  Κι εδώ ο χρόνος συμπυκνώνεται: Μεθοδικά, από την οικογενειακή στην αγωνιστική ζωή, σκιαγραφείται αδρά η Ηλέκτρα, τυπική, υποδειγματική αγωνίστρια της εποχής της, πάνω απ’ όλες τις αξίες, η αγάπη της για τον λαό, η άνευ όρων αφοσίωση στην ιδεολογία της.

Κι όσο προχωράμε στην ανάγνωση αντιλαμβανόμαστε ότι η ζωή και το μαρτύριο της Ηλέκτρας Αποστόλου θα μπορούσε να είναι το όχημα για ένα χρονικό της Κατοχής.
… Εικόνες ολοζώντανες από τον αγώνα για την επιβίωση ενάντια στην πείνα, την απεργία των δημοσίων υπαλλήλων, τους εμπόρους χρυσού, τους μαυραγορίτες, εικόνες βίας και φρίκης αλλά και εικόνες απερίγραπτου μεγαλείου.

Ads

Ναι, όχημα η μονογραφία για την Αποστόλου, προκειμένου να αναδειχτεί ο αγώνας του ελληνικού λαού στα χρόνια της γερμανικής Κατοχής. Αλλά και όχημα ή και πρόσχημα, θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς, η ανάπλαση εκείνων των χρόνων προκειμένου να αναδειχτεί ανάγλυφα η προσωπικότητα, η αξιοσύνη, η αντοχή, το ηθικό σθένος, η επιμονή και το πείσμα της Ηλέκτρας, που προχωρούσε με σταθερά βήματα στον μεγάλο δρόμο της αντίστασης και της κοινωνικής δικαιοσύνης, όταν οι ελπίδες ήταν ακόμη ολόκληρες και τα ραγίσματα δυσδιάκριτα, όπως η Δούκα τονίζει συνεχίζοντας:.
8 Σεπτεμβρίου 1942. Η Ηλέκτρα θα εμπιστευτεί τη μικρή Αγνή σε συντρόφους. Και εξουσιοδοτεί, θα λέγαμε, τη φίλη της Διδώ να μας περιγράψει με τον στέρεο λόγο της τις δύσκολες στιγμές του αποχωρισμού μιας μάνας από το παιδί της.

Την επομένη, 9 Σεπτεμβρίου, η Ηλέκτρα θα αποδράσει. Με μια ρόμπα καθαρίστριας και με μια καραβάνα στο χέρι, έξω στους δρόμους, τους απέραντους δρόμους, χάρη στη δική της μεγάλη απόφαση. Ύμνος στην αντίσταση, στα νιάτα, στη ζωή που επιμένει. Το ζευγαράκι, ο Κωστής και η Βαγγελιώ, με το χωνί. Σκοτώνεται ο Κωστής. Συνεχίζει με το χωνί η Βαγγελιώ. Τούτες οι ηρωικές πράξεις είναι το ψωμοτύρι του αγώνα. Η Ηλέκτρα έχει ξανασυνδεθεί με όλες τις παλιές γνωριμίες της και πιάνει χιλιάδες καινούργιες.

Ο αγώνας είναι εθνικός, μας επισημαίνει, (σσ όπως σε κάθε μεγάλη ώρα της αριστεράς όσο κι αν ενοχλούνται κάποιοι παραδίδοντας στον εθνικισμό την άδολη αγάπη για την γη σου, δλδ για τα παιδικάτα σου, δεν είναι σκέτα ταξικός.)

“1943. Πρωτοχρονιά. Μικρές παράγραφοι, μια – δυο σελίδες κέντημα, μιλώντας η Διδώ εδώ για τις απλές, τις οικογενειακές, τις μετρημένες και πολύτιμες στιγμές της Ηλέκτρας με την κόρη της, τη μικρή Αγνή. Κι έπειτα πάλι ο αγώνας.

Το 1943 είναι η χρονιά που η αντίσταση φουντώνει. Τα τυπογραφεία δουλεύουν νύχτα – μέρα, οι τοίχοι ζωγραφίζονται, τα χωνιά δεν σταματούν. Από το μεγάλο συλλαλητήριο στις 5 Μαρτίου, ενάντια στην πολιτική επιστράτευση και τα κάτεργα της Γερμανίας, στον εορτασμό της 25ης Μαρτίου. Για να βροντοφωνάξει η σκλαβωμένη Ελλάδα πως ξαναζεί το ’21 της.
 
“Σ
τις 23 Ιουλίου νέο ξεσήκωμα που συγκλονίζει την Αθήνα. Τετρακόσιες χιλιάδες στους δρόμους. Σύνθημα: Να φύγουν οι Βούλγαροι φασίστες από τα ελληνικά χώματα. Με ξεδιπλωμένη την ελληνική σημαία μπροστά στο τανκ η θρυλική δεκαοχτάχρονη Παναγιώτα Σταθοπούλου. Το τανκ θα περάσει από πάνω της.
 
“Κτήνη, κτήνη, κτήνη”, φωνάζει ο λαός. Μια άλλη κοπελίτσα, η Κούλα Λίλη, σκαρφαλώνει στο τανκ και χτυπά με το παπούτσι της τον Γερμανό. Μια ριπή από δεκάδες σφαίρες, γράφει η Διδώ, την ξαπλώνει νεκρή. Τριάντα οι νεκροί σ’ αυτή τη διαδήλωση και τριακόσιοι οι τραυματίες. Τούτη τη φορά όμως ο λαός νίκησε. Ματαιώθηκε η βουλγαρική κάθοδος. Και συνεχίζει η Διδώ, υμνώντας την Ηλέκτρα, τον ύμνο της για τον ελληνικό λαό. Δεν ξέρουμε, γράφει, αν άλλοι λαοί στην Κατοχή έμαθαν τόσο καλά τα θέματα της διεθνούς πολιτικής όπως τα έμαθε ο δικός μας λαός.
Και συνεχίζει το χρονικό της για την ξεσηκωμένη Αθήνα, υπονοώντας ότι πίσω από όλο αυτό το θαύμα του μαχόμενου, ενημερωμένου, αποφασισμένου λαού υπάρχει πάντα δραστήρια, επινοητική, ακάματη και  η Ηλέκτρα Αποστόλου.
 
Τα σκοτεινά παρασκήνια στην Ελλάδα συνεδριάζουν. Πού τραβάει ο λαός; Ποιος θα σταματήσει την αδάμαστη μαχητικότητά του; Πώς θα δεχτεί να ξαναγυρίσει στην παλιά στρούγκα του; Πρέπει να σπάσει το ηθικό του. Πρέπει να θρυμματιστούν τα όνειρά του. Ιερή συμμαχία λοιπόν εναντίον του. Όσοι πιστοί προσέλθετε… Τόσο τραγικά επίκαιρα όλα αυτά… Τόσο επίκαιρα… Οι διαβόητοι γερμανοτσολιάδες θα συνεργαστούν με τα Ες Ες επιδεικνύοντας, μάλιστα, απίστευτη αγριότητα. Επιβάλλεται η ποινή της συλλογικής ευθύνης. Για κάθε Γερμανό που θα σκοτώνεται θα εκτελούνται πενήντα όμηροι. Ο βούρδουλας, το συρματόσχοινο, η γροθιά, ο αναπτήρας, το κρέμασμα, η ατίμωση, η σχισμένη σάρκα, τα βγαλμένα νύχια, τα ξεριζωμένα μαλλιά, τα χυμένα μυαλά, οι ανακρίσεις πρώτου και δεύτερου βαθμού…

Ο λαός όμως δεν λυγίζει… Το κίνημα φουντώνει συνεχώς, ανοίγει φτερούγες αετού… Οι γειτονιές της Αθήνας στα όπλα. Κοκκινιά, Καισαριανή, Βύρωνας, Κυψέλη, Γκύζη. Κώστας Φολτόπουλος, Θάνος Κιοκμενίδης, Δημήτρης Αυγέρης. Τα τρία παιδιά – θρύλος στο μικρό σπιτάκι του Υμηττού.

Απερίγραπτες σκηνές βαρβαρότητας. Αλλά και θαυμαστές πράξεις ηρωισμού. Στους τοίχους, στην άσφαλτο, παντού, τα παιδιά της Ηλέκτρας ζωγραφίζουν πελώρια ρολόγια που σημειώνουν τη μεγάλη στιγμή της Ιστορίας. Δώδεκα παρά πέντε.

“25 Ιουλίου του 1944. Σε όλες τις συνοικίες της Αθήνας θα γίνονταν συνεδριάσεις με θέμα τη λαϊκή διαφώτιση. Η Ηλέκτρα έχει πάρει πάλι, ανάλαφρη, με άκρα προσοχή, από νωρίς τους δρόμους. Κι εκεί, στην οδό Καλύμνου, αντικρίζεται μ’ έναν δεσμοφύλακα, γνωστό της από το Τμήμα Μεταγωγών πριν από δύο χρόνια. Και η Διδώ θα κλείσει τη μονογραφία – χρονικό της αποτυπώνοντας με τον μοναδικό, δικό της τρόπο, μέσα σε δεκαεφτά σελίδες, το μαρτύριο της Ηλέκτρας.”

Σας διαβάζω λέει η Δούκα: “Να είσαι έτοιμη, κόρη”, της έλεγε. “Μην ξαφνιαστείς και σε πάρει το παράπονο, αν λάχει και φύγεις πάνω στα νιάτα σου. Δεν θα ξαφνιαστώ, Χάρε, και δεν θα με πάρει κανένα παράπονο. Είμ’ έτοιμη από καιρό. Η ζωή δεν είναι για χόρταση. Κάποτε θα ‘ρθει το τέλος. Αν δεν το λασπώσεις αυτό το τέλος… αν, όπως όμορφα έζησες, πεθάνεις κι όμορφα…”, γράφει η Διδώ (κι επιλκέγει η Δούκα) γι αυτήν που, προσθέτουμε, όταν την ρωτούσαν πώς σε λένε έλεγε Ελλάδα τι είσσαι έλεγε Ελληνίδα… Τον αγώνα αυτόν δεν τίμησαν ποτέ όσοι δεν έκαναν αίτηση για αποζημιώσεις βάζοντας αργύρια στην προσωπική τους τσέπη.

“Αρχετυπική η συνομιλία της Ηλέκτρας Αποστόλου με τον Χάρο. Αρχετυπική και η γραφή της Διδώς Σωτηρίου. Το παραμορφωμένο από τα βασανιστήρια κορμί της Ηλέκτρας με τον αριθμό 59953, που πετάχτηκε στις 26 Ιουλίου στον δρόμο από το ξενοδοχείο Κρυστάλ, δεν είναι, γράφει και κλείνει η Διδώ την αφήγησή της, η Ηλέκτρα που θέλουμε να κρατήσουμε στη μνήμη μας. “
 
Την 26 Ιουλίου, να ορίσουμε “Ημέρα των ηρωίδων του αγώνα μας”.

Να συγκεντρώνουνται αυτήν τη μέρα κάθε χρόνο οι Ελληνίδες. Να γονατίζουν μπροστά στις νεκρές του αγώνα μας. Να παραδίνει η μία γενεά στην άλλη γενεά, σαν λαμπάδα αναμμένη, τη φοβερή ανάμνηση απ’ τα εγκλήματα του φασισμού. Και μ’ όποια μάσκα κι αν μας ξεγελά, να μην τον ξαναφήσουν οι άνθρωποι ποτέ πια να φυτρώσει στο χώμα του πλανήτη μας! Συμπλήρωσε η Μέλπω Αξιώτη προτείνοντας μια ημερομηνία σύμβολο για το γυναικείο και όχι μόνο κίνημα στην Ελλάδα.
   
Απρίλιος 2015 Μια ηλικιωμένη κυρία, η κόρη της Ηλέκτρας Αποστόλου, πλησιάζει τον νέον Έλληνα πρωθυπουργό. Δεν είναι ραντεβού μεταξύ αρχηγών κρατών. Είναι κάτι σημαντικότερο. Είναι οι γενεές που περνούν, σαν λαμπάδα αναμμένη, το μήνυμα της πανανθρώπινης αντίστασης, από την μια γενεά στην άλλη.
 
Επιλογικό

Ένας ακτιβιστής που δεν σκέφτεται κριτικά δεν πράττει τίποτε που να αξίζει να γίνει. Kι ένας θεωρητικός που δεν δρα ριζοσπαστικά δεν λέει τίποτε που να αξίζει να λεχθεί. Κι  Το γνωστό αυτό γνωμικό του Faun που ξεχνούν διαρκώς τόσο οι γραβατωμένοι φετιχιστές του καναπέ όσο κι οι κουκουλοφόροι φετιχιστές της αντίστασης ταιριάζει πολύ στην ζωή και στον θάνατο της Ηλέκτρας Αποστόλου. Γι αυτό και δεν χρησιμοποιήθηκε από το φαύλο σύστημα ποτέ. Γιατί ήταν πραγματικά επικίνδυνη. Επαναστάτρια και όχι επαναστατημένη. Συνδικαλίστρια και όχι εκμαυλισμένη. Όπως θα ταιριάζει, θέλω να ελπίζω, και στην συνολική πολιτική διαδρομή του Αλέξη Τσίπρα.
   
Το ραντεβού των δυο αυτών ανθρώπων στην παγωμένη Μόσχα, η συνομιλία και το κράτημα των χεριών καθώς προσπαθούσαν ίσως ν αντλήσουν δύναμη ο ένας από τον άλλον, θύμισαν παρά την άφιλη καρριερίστικη “αντρική” σχολή του Σαμαροβενιζελισμού, ότι η παράμετρος της ήττας (του θανάτου) δεν σημαίνει πάντοτε παράδοση. Μπορεί, σε βάθος χρονου, να σημαίνει και νίκη. Και θύμισαν, ακόμη, πως η παράμετρος του ηρωϊσμού δεν είναι η μοναδική σχέση του ανθρώπου με την αντίσταση, δεν είναι η μοναδική σχέση της γυναίκας με τον ηρωϊσμό. Η Ομορφιά, δλδ η τρυφερότητα, η Αλληλεγγύη, είναι μια άλλο εξίσου σημαντικό και ηρωϊκό χαρακτηριστικό. Πολλές οι ιστορικές καταγραφές. Χαρακτηριστικό είναι το περιστατικό που καταγράφεται στην  έρευνα της Τασούλας Δερβενιώτη: Σ’ ένα ορεινό χωριό όπου η “γραμματιζούμενη” δασκάλα είχε συνασπίσει τις γυναίκες και βοηθούσαν αντάρτες, μετά από μια ενέδρα κλείστηκαν όλες από τους Ναζί στο σχολείο του χωριού. Οι Γερμανοί πληροφορημένοι από προδότες την έψαχναν. Όταν μπήκε το απόσπασμα τους στο σχολειό ρωτώντας μ’ επίταση και μ’ απειλές για μαζική σφαγή “ποια είναι η δασκάλα;”  σηκώθηκε μια γιαγιά αγρότισσα και αντί να πλησιάσει τους ναζί σώζωντας το τομάρι της, πλησίασε την δασκάλα βάζοντας της ένα κομμάτι σβουρνά στον χέρι. “Τρίψε τα χέρια σου” της είπε, “αν μας ψάξουν, να σε πάρουν για μια από μας κι εσένα…”

Αν βγω περίπατο με τις νεκρές μου φίλες, θα ιδούν κατάπληκτα τα πλήθη πως φάλαγγα πιο ανάλαφρη δεν πάτησε τη γη, πως λιτανεία πιο ιερή δεν έχει παρελάσει, ανάσταση πιο ένδοξη και ματωμένη – αν βγω περίπατο με τις νεκρές μου φίλες”.