Η υπέρμετρη φορολόγηση και η παντελής έλλειψη ρευστότητας (θα) αναγκάζει ολοένα και περισσότερες επιχειρήσεις να εγκαταλείπουν την Ελλάδα, δηλώνει στο tvxs.gr ο πρόεδρος του ΕΒΕΑ Κώστας Μίχαλος, λίγο μετά τη «μετανάστευση» της ΦΑΓΕ και της Coca Cola. Το Βιομηχανικό Επιμελητήριο υποστηρίζει ότι τίθεται ζήτημα βιωσιμότητας ακόμη και για επιχειρήσεις οι οποίες κερδοφορούσαν τα προηγούμενα χρόνια. Ο κ. Μίχαλος ζητά σκληρή διαπραγμάτευση από την κυβέρνηση με στόχο ένα άλλο Μνημόνιο. Παράλληλα, τονίζει την ανάγκη να αποφασιστεί ο δανεισμός και του ελληνικού τραπεζικού συστήματος απευθείας από τον ευρωπαϊκό μηχανισμό στήριξης, καθώς και να επιταχυνθεί η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, προκειμένου να ενισχυθεί η ρευστότητα στην ελληνική αγορά.

Ads

Ποιες συνθήκες οδήγησαν κατά τη γνώμη σας στην αποχώρηση από την ελληνική αγορά μεγάλων επιχειρήσεων, όπως η ΦΑΓΕ και η Coca Cola;

Προσωπικά θεωρώ ότι ήταν ένα ατύχημα το οποίο κάποια στιγμή θα συνέβαινε. Από τον Ιούλιο του 2010, έρευνα του κέντρο μελετών και ερευνών του ΕΒΕΑ σε ικανό δείγμα επιχειρήσεων (περισσότερων από χιλίων) καταδείκνυε ότι 2 στις 10 επιχειρήσεις, δηλαδή το 20%, εξέταζαν τις διαδικασίες για να μεταφέρουν τη φορολογική τους έδρα. Είχαμε επισημάνει τότε στην κυβέρνηση τις θέσεις του επιχειρηματικού κόσμου, με έμφαση στο θέμα της υπερφορολόγησης. Αυτό που δυστυχώς δεν καταβαίνουν ούτε στη σημερινή κυβέρνηση είναι το γεγονός ότι οι επιχειρήσεις οι οποίες έχουν τη φοροδοτική ικανότητα, είτε είναι μεγάλες είτε μικρές, είναι ΑΥΤΕΣ οι εταιρείες οι οποίες θα εξερευνήσουν τελικά τη δυνατότητα μεταφοράς της φορολογικής τους έδρας, καθώς έχουν να κερδίσουν από την τεράστια διαφορά στους φορολογικούς συντελεστές. Εμείς μιλούσαμε τότε για τη Βουλγαρία, τη Ρουμανία και την Κύπρο, χώρες της ΕΕ με φορολογικά ποσοστά που κυμαίνονται από 10 έως 16%. Πού να συγκριθούν αυτά τα ποσοστά με το 52% στο οποίο ανερχόταν εκείνη την εποχή το σύνολο των φορολογικών υποχρεώσεων μιας επιχείρησης (βασικό φόρος, μερισματικός φόρος, έκτακτες εισφορές που βεβαίως στην Ελλάδα έχουν μόνιμο χαρακτήρα). Όμως, από το 2010 μέχρι σήμερα έχει προστεθεί και ένας άλλος σημαντικός παράγοντας: η έλλειψη ρευστότητας. Η Coca Cola δεν «μετανάστευσε» απλώς για φορολογικούς λόγους. Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η άντληση κεφαλαίων, ακόμα και για τους μεγάλους «παίκτες», διότι από τη στιγμή που είναι αποκλεισμένο το ελληνικό τραπεζικό σύστημα από τις διεθνείς αγορές, μία επιχείρηση του βεληνεκούς της Coca Cola δεν μπορεί να δανείζεται με 8, 9, 10 ή 11%.

Όλη αυτή η συζήτηση διεξάγεται την ώρα που, αντίθετα, διακαής πόθος της κυβέρνησης είναι η προσέλκυση επενδύσεων.

Ads

Ακριβώς. Και γι’ αυτό λέμε ότι αν δεν αλλάξει το μείγμα της οικονομικής πολιτικής, αν δεν υπάρξει μια σκληρή διαπραγμάτευση -μην παρεξηγούμαι εγώ είμαι αντίθετος με τη συγκεκριμένη μορφή του Μνημονίου- δεν είναι δυνατόν αυτά τα μέτρα, με τις οριζόντιες αυτές περικοπές και τη χρονική παράμετρο που έχει θέσει η τρόικα, να ικανοποιηθούν.

Θεωρείτε λοιπόν ως απάντηση τη χαμηλή φορολόγηση και την ενίσχυση της ρευστότητας.

Ακριβώς. Ενίσχυση όμως της ρευστότητας δεν θα υπάρξει αν δεν ολοκληρωθεί η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Με τους δικούς μας υπολογισμούς, η ανακεφαλαιοποίηση δυστυχώς θα πάρει μέχρι το τέλος του πρώτου 3μηνου του 2013. Και αν φτάσουμε μέχρι εκεί, θα θρηνούμε -πάλι σύμφωνα με έρευνα του ΕΒΕΑ- ακόμη 36.00 λουκέτα.

Μπορεί να τονώσει τη ρευστότητα η ανακεφαλαιοποίηση;

Είναι σαφές πως δεν αρκεί για να κλείσουν οι μαύρες τρύπες. Άρα από πού θα βρεθούν κεφάλαια; Γι’ αυτό, ενόψει της Συνόδου Κορυφής θα πρέπει να πειστούν οι Ευρωπαίοι εταίροι να ενταχθεί και το ελληνικό τραπεζικό σύστημα στον απευθείας μηχανισμό στήριξης -τον οποίο βέβαια δεν έχουμε δει ακόμη από τον κ. Ντράγκι- του τραπεζικού συστήματος της Ιταλίας και της Ισπανίας. Μόνο με αυτόν τον τρόπο θα μπορέσουμε να προχωρήσουμε εκ νέου σε δανειοδοτήσεις.

Πώς σχολιάζετε την άποψη σύμφωνα με την οποία επιχειρήσεις οι οποίες ήταν κερδοφόρες τα προηγούμενα χρόνια θα πρέπει σε αυτήν τη συγκυρία να επιμείνουν, στηρίζοντας την εγχώρια οικονομία;

Ως Έλληνας πολίτης θλίβομαι που στην ουσία οδηγούνται αυτές οι εταιρείες σε αυτήν τη λύση κάτω από ένα σύστημα παγκοσμιοποιημένου σκληρού ανταγωνισμού. Αν κάποιος ενδιαφέρεται για τη βιωσιμότητα της επιχείρησής του, δεν έχει άλλη εναλλακτική υπό αυτές τις συνθήκες. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο πρέπει να αλλάξουν οι όροι και οι συνθήκες της ελληνικής αγοράς, όπως και το οικονομικό μείγμα. Αν δεν αλλάξουν αυτά, φοβάμαι ότι θα ακολουθήσουν και άλλα επιχειρηματικά σχήματα, όχι μόνο μεγάλα αλλά και μικρομεσαία. Και η ζημιά είναι διπλή, καθώς αυτοί οι οποίοι μέχρι πέρυσι εισέφεραν στα φορολογικά έσοδα, πλέον δεν θα το κάνουν.