Δεν πρέπει να τα λέμε «Ελγίνεια». Του κάνουμε χάρη του λόρδου άρπαγα και  διαιωνίζουμε τη δόξα του εις τον αιώνα τον άπαντα.

Ads

Να πάρουμε τα πράγματα όμως, από την αρχή. Εν αρχή ην η αρχαιοκαπηλία.  Στ’ αλήθεια, μια αρχαία πληγή είναι. Δεν ξεκίνησε βέβαια με τον εν λόγω λόρδο. Ούτε καν λίγο πριν την ίδρυση του νεώτερου Ελληνικού κράτους. Οι εθνικοί μας θησαυροί, ταξίδευαν αιώνες τώρα από τον Ελλαδικό χώρο, προς τις πατρίδες των εισβολέων και κατακτητών μας, από τα ρωμαϊκά ακόμη χρόνια. Πόσα και πόσα αγάλματα, γλυπτά, έργα τέχνης μεταφέρθηκαν στην Ρώμη εκείνης της εποχής. Είναι λοιπόν η αρχαιοκαπηλία, το ξερίζωμα από το κοινό μας σώμα πολύτιμων κομματιών, που έχει γίνει η καθημερινότητά μας. Ζούμε με αυτήν και σχεδόν την έχουμε συνηθίσει. Έχει περάσει και  στην τέχνη μας.

image

Ο Σουρής στις «Αρχαιολογικές ανασκαφές» σχολιάζει σκωπτικά μέσω του Φασουλή και του Περικλέτου. Κορυφαίο δείγμα αποτύπωσης του προβλήματος κατά την μετεπαναστατική Ελλάδα, αποτελεί και το κωμικό μονόπρακτο του Νικολάου Λάσκαρη «Η πώλησις της Αθηνάς». Εδώ, η γεροντοκόρη και προχωρημένης ηλικίας  Αθηνά, ζει με την αδελφή και τον γαμπρό της. Το ζευγάρι συζητά χαμηλόφωνα για το πώς θα την παντρέψουν. «Πώς θα ξοδέψουμε αυτήν την αρχαιότητα. Την Αθηνά» αναρωτώνται. Ο κουτοπόνηρος υπηρέτης που ακούει, νομίζει πως υπάρχει κάποιο αρχαίο άγαλμα της Αθηνάς για πούλημα. Εξαφανίζεται και σε λίγο επιστρέφει με κάποιον νέο και ωραίο ευρωπαίο αρχαιοκάπηλο.  Αυτός, ζητά από το ζευγάρι την Αθηνά, τους λέει πως λαχταρά να την δει, και πως δεν μπορεί να ζήσει χωρίς αυτήν!  Το ζευγάρι νομίζει πως μιλά για την γεροντοκόρη και η κωμωδία εξελίσσεται με πολύ γέλιο. Απεικονίζεται εδώ, η  καθημερινότητα για το πώς ο καθένας θα μπορούσε να κατέχει μια αρχαιότητα. Είτε σκαλίζοντας τον κήπο ή το χωράφι του, είτε ψηλαφώντας τους τοίχους των παλιών σπιτιών όπου υπήρχαν αρχαία αντικείμενα εντοιχισμένα που είχαν χρησιμοποιηθεί ως απλό οικοδομικό υλικό! Και ακόμα, πώς κυκλοφορούσαν άνετα μέσα στην κοινωνία  οι αρχαιοκάπηλοι. Μόνο κατάστημα με ταμπέλα δεν  διατηρούσαν.

Ads

image

Από εκείνα τα χρόνια, αρχίζει και ο σισύφειος αγώνας για την πάταξη αυτής της πληγής. Αγώνας για κάθε κομμάτι που αποτελεί εθνικό θησαυρό, με προτεραιότητα στην αποκατάσταση του μνημείου του Παρθενώνα.  Το 1842 λοιπόν, ο Αλέξανδρος Ραγκαβής, ως γραμματέας της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας, κάνει την πρώτη επίσημη κίνηση. Ζητά  από τον Έλγιν την επιστροφή των κλαπέντων γλυπτών. Εις μάτην βέβαια. Το αίτημα επαναλήφθηκε το 1924 με την ευκαιρία της συμπλήρωσης εκατό χρόνων από τον θάνατο  του λόρδου Βύρωνα. Δύο λόρδοι με χάος να τους χωρίζει, όσον αφορά το ήθος και την αίσθηση δικαίου.

Το αίτημα επανέρχεται ξανά το 1961 από τον Δήμο της Αθήνας και την Ακαδημία Αθηνών, για να φτάσουμε στο 1982, όπου παίρνει τη σκυτάλη ως Υπουργός Πολιτισμού, η Μελίνα Μερκούρη, αναζωπυρώνοντας το θέμα και δίνοντάς του διεθνή διάσταση. Ξεπέρασε εμπόδια και δρομολόγησε το υπέροχο Μουσείο της Ακρόπολης,  καταρρίπτοντας το προσβλητικό επιχείρημα των Βρετανών περί ανυπαρξίας κατάλληλου χώρου να φιλοξενήσει τα διαρπαχθέντα.

Στη ζωή μας μπήκε  επί κυβέρνησης  Σαμαρά και η κυρία Αμάλ Αλαμπουντίν – Κλούνεϊ. Αφού ασχολήθηκε νομικά με το θέμα επ’ολίγον και αφού αμείφθηκε εξαιρετικά αδρά,  μας αποχαιρέτησε. Σε πρόσφατη έρευνα της εταιρείας  «Άποψις»  για το αν ο πολιτισμός μπορεί να βοηθήσει για την έξοδο από την κρίση, έξι στους δέκα  πολίτες πιστεύουν ότι δεν βοήθησε η κ. Αλαμουντίν  στην ελληνική εκστρατεία για την επιστροφή των κλεμμένων του Παρθενώνα.

Σήμερα, το θέμα είναι πάντα ζωντανό και επείγον. Το ίδιο το Μουσείο της Ακρόπολης διεκδικεί δυναμικά τα  κλεμμένα  μέλη του Παρθενώνα . Οι βρετανοί  στο μουσείο τους, χάνοντας καθημερινά οποιοδήποτε ηθικό πλεονέκτημα που καμώνονταν πως είχαν,  μοιράζουν στους επισκέπτες τους φυλλάδια, προπαγανδίζοντας τις θέσεις τους, ευρισκόμενοι αναμφισβήτητα σε θέση  δυσχερή. Χωρίς να έχουμε απεμπολήσει το δικαίωμα της δικαστικής οδού, αγωνιζόμαστε σε πολιτικό επίπεδο να φθάσουμε στο πολυπόθητο τέλος αυτής της μεγάλης περιπέτειας.
  Όλοι λαχταράμε τη στιγμή που ο Παρθενώνας θα είναι εκεί, με όλα τα κομμάτια του, αρτιμελής και  υπερήφανος . Είθε!

*Ο Πάνος Σκουρολιάκος είναι μέλος της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ και βουλευτής Περιφέρειας Αττικής.