Όπως εξελίσσονται τα πράγματα με την διαπραγμάτευση, το δίλημμα του πρωθυπουργού είναι μεγάλο. Εάν καταλήξει σε  συμφωνία είναι σαφές ότι θα δεχθεί μέρος των απαιτήσεων του Brussels Group, δηλαδή ευελιξία στις απολύσεις, αλλαγές στο ασφαλιστικό, αύξηση του ΦΠΑ σε νησιά και επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων. Μια τέτοια συμφωνία όμως θα τον φέρει αντιμέτωπο με τον ίδιο τον Συριζα.

Ads

Εάν δεν υποχωρήσει, τότε είναι σαφές ότι θα πρέπει να αναβάλει εκταμιεύσεις προς το ΔΝΤ και την ΕΚΤ. Το γεγονός αυτό θα είναι πιθανόν και η απαρχή για μια συμφωνημένη έξοδο της χώρας από το ευρώ. Η έξοδος αυτή θα μπορούσε να συνοδευτεί από ένα μεγάλο κούρεμα του χρέους και από μια βοήθεια στο ζήτημα της χρηματοδότησης δημοσίων επενδύσεων, ενόσω η χώρα θα ετοιμάζεται για την εισαγωγή του νέου νομίσματος. Δηλαδή: σας αδειάζουμε τη γωνιά, εφόσον διασφαλιστεί η επιβίωση της χώρας. Μια τέτοια ιδέα θα ήταν αποδεκτή από την ευρωζώνη.

Αυτές είναι οι δύο πιθανότερες λύσεις. Και οι δύο όμως οδηγούν σε πολιτικό πρόβλημα. Διότι και στις δύο περιπτώσεις θα απαιτηθεί δημοψήφισμα ή εκλογές, με αβέβαιο αυτή τη στιγμή αποτέλεσμα. Τρίτη λύση, δηλαδή ένας έντιμος συμβιβασμός στη βάση του 70-30, δεν είναι ορατή αυτή τη στιγμή, χωρίς βεβαίως να αποκλείεται εντελώς. Παραμένει ως το ενδεχόμενο με τις μικρότερες πιθανότητες, αλλά και σ’ αυτήν την περίπτωση η προσφυγή σε δημοψήφισμα θα είναι και πάλι αναγκαία.

Κατόπιν όλων αυτών και με δεδομένες τις ρητές θέσεις όλων των εμπλεκομένων – ΗΠΑ, ΔΝΤ, ΕΚΤ και Κομισιόν – ο πρωθυπουργός θα πρέπει να επιλέξει άμεσα έναν οδηγό χάρτη, να καταστρώσει ένα επιτελικό σχέδιο για τους επόμενους μήνες, έτσι ώστε να μην βρεθεί η χώρα μπροστά σε ατύχημα στις αρχές του καλοκαιριού. Τα κλειστά χαρτιά άνοιξαν.

Ads

Το δίλημμα, όπως είπαμε, είναι μεγάλο. Και ο Αλέξης Τσίπρας θα πρέπει να αναλάβει το ρίσκο της μιας ή της άλλης επιλογής. Επειδή όμως δεν είναι πλέον μόνον ο πρόεδρος του Συριζα, αλλά και ο πρωθυπουργός της χώρας, η λογικότερη επιλογή αυτή τη στιγμή είναι η συνέχιση της προσπάθειας για έναν συμβιβασμό και ταυτόχρονα ο σχεδιασμός της πολιτικής διαχείρισης της συμφωνίας.

Ο λαός δείχνει να έχει κουραστεί, παρότι εκτιμά την διαπραγματευτική προσπάθεια της κυβέρνησης. Επομένως είναι βέβαιον ότι θα εγκρίνει την όποια συμφωνία. Ακόμη και μια επέμβαση στο ζήτημα των εργασιακών σχέσεων, των συντάξεων, του ΦΠΑ σε μερικά νησιά και η ολοκλήρωση κάποιων ιδιωτικοποιήσεων, θα μπορούσαν να γίνουν αποδεκτές. Θα πρέπει όμως να συνοδεύονται από μια γενναία ρύθμιση του ιδιωτικού χρέους προς τις τράπεζες, από κούρεμα αυτού του χρέους και ταυτόχρονα από μια εγγύηση ρευστότητας του τραπεζικού συστήματος.

Εάν όλα αυτά διασφαλιστούν, ο Τσίπρας δεν πρέπει καθόλου να διστάσει. Θα πρέπει ανοιχτά να θέσει το θέμα: «έκανα όσες προσπάθειες μπορούσα. Και πέτυχα αυτά που πέτυχα. Εμμονή στη λογική της ρήξης οδηγεί τη χώρα σε μεγάλη ήττα». Αν θέσει απλά το ζήτημα, θα έχει τη μέγιστη στήριξη, θα κερδίσει το δημοψήφισμα και θα κυβερνήσει αδιατάρακτα.

Εάν ακολουθήσει την άλλη οδό, την έξοδο της χώρας από τα ευρώ, είναι βέβαιον ότι η μεν Ελλάδα θα μπει σε μεγάλη περιπέτεια, η δε κυβέρνηση θα βρεθεί σε αδιέξοδο. Είναι βεβαίως γεγονός ότι η επαναφορά της δραχμής συνιστά μια συγκεκριμένη λύση, με επώδυνη μεν αφετηρία, αλλά ελπιδοφόρο συνέχεια. Πλην όμως η μείωση των εισοδημάτων θα είναι μεγάλης εκτάσεως αρχικά και οι αλλαγές ιδιαίτερα βίαιες, ώστε δεν γνωρίζουμε ακριβώς τον χρονικό ορίζοντα εξόδου από την περιπέτεια αυτή.

Αυτό όμως που γνωρίζουμε μετά βεβαιότητος είναι πως, στην περίπτωση αυτή, η κυβέρνηση Συριζα- ΑΝΕΛ θα παραδώσει τη σκυτάλη. Άλλες πολιτικές δυνάμεις θα διαχειριστούν αυτήν την δύσκολη πορεία, καθώς η παρούσα κυβέρνηση θα έχει εισπράξει το τεράστιο πολιτικό κόστος της εξόδου από το ευρώ.

Επομένως, το δίλημμα του πρωθυπουργού είναι μεν σκληρό, αλλά έχει απάντηση: αποφασιστική πολιτική διαχείριση μιας άμεσης συμφωνίας με τους εταίρους, για την παραμονή της Ελλάδας εντός τη ευρωζώνης.