Με την τοποθέτηση του ΓΓ του ΚΚΕ κ. Κουτσούμπα, ότι αυτή τη στιγμή η έξοδος από τη ζώνη του ευρώ θα είχε συνέπειες χειρότερες από αυτές του τρίτου μνημονίου – του ειρωνικώς αποκαλούμενου «αριστερού» – έμεινε μόνη η «Χρυσή Αυγή» να υποστηρίζει την εδώ και τώρα έξοδο προς εθνικό νόμισμα.  

Ads

Και η «Αριστερή Πλατφόρμα» βεβαίως, αλλά αυτή μιλάει για «πολλές εναλλακτικές», οπότε υποθέτω ότι το εθνικό νόμισμα είναι απλώς μία από αυτές. 

Όλοι οι υπόλοιποι, όσο κι αν προσποιούνται τους φανατικούς ευρωπαϊστές, έχουν πλέον καταλάβει τόσο ότι η παραμονή σ’ αυτήν την κατ’ ευφημισμόν ένωση είναι αναγκαστική, όσο και αδιέξοδη. 

Το γεγονός ότι επί της ουσίας αξιωματική αντιπολίτευση στη χώρα είναι ακριβώς η «Αριστερή Πλατφόρμα» και κάποιες ακόμη τάσεις του ΣΥΡΙΖΑ, οπουδήποτε αλλού θα ήταν αξιοπερίεργο.

Ads

Στα μέρη μας, είναι απολύτως φυσιολογικό.

Η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, όσο κι αν προσπαθούν, μετά τη διαπραγματευτική ήττα της κυβέρνησης, να καθαγιάσουν το πρόσφατο παρελθόν τους, κατά τη λαϊκή μας έκφραση δεν έχουν μούτρα να κυκλοφορήσουν. Το «Ποτάμι» είναι φανερό ότι πολύ θα ήθελε ένα… «ευρωπαϊκό τόξο» μαζί τους, οπότε όσο κι αν θέλει να κρυφτεί, η χαρά δεν το αφήνει που λένε.

Το ΚΚΕ έχει την πολύ καθαρή θέση πως οποιαδήποτε πολιτική εντός του συστήματος δεν έχει νόημα, οπότε περιμένει τις κατάλληλες συνθήκες για τη μεγάλη ανατροπή ή κάτι τέτοιο.

Η συνέπεια των ΑΝΕΛ στη στήριξη των επιλογών της κυβέρνησης είναι, προς έκπληξή μου, δεδομένη μέχρι στιγμής τουλάχιστον. 

Οπότε μένει η εσωτερική αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ. 

Την οποία εγώ δεν θα εγκαλέσω για ασάφεια των προτάσεών της, για υπονόμευση της κυβέρνησης και όλη την υπόλοιπη εύκολη κριτική που της γίνεται.

Από τη στιγμή που επέλεξε να τοποθετηθεί απέναντι σε μια βασική επιλογή της κυβέρνησης, το ιδεολογικό κίνητρο που επικαλείται μου αρκεί. 

Επέλεξε θέση αντιπολίτευσης, δεν είναι υποχρεωμένη να παρουσιάσει αναλυτικό σχέδιο. Αυτή την υποχρέωση την έχει η κυβέρνηση.

Της οποίας η ευθύνη είναι τεράστια, χωρίς αμφιβολία. Επειδή δεν είχε, όπως αποδείχθηκε, κάποιο ολοκληρωμένο σχέδιο για το πολύ κακό σενάριο που προέκυψε.

Τα περί προδοσίας του λαού και της Αριστεράς είναι ευκολίες – με τις οποίες έχω μια αλλεργία γενικώς – και, επιτρέψτε μου, είναι επίσης γελοιότητες.

Έχει και η κυβέρνηση το εγγενές ελάττωμα όλης της Αριστεράς: την επιθυμιοκρατία στην αντίληψή της. Θέλω κάτι, έχω δίκιο, άρα θα γίνει.

Όσο καλό είναι αυτό όταν διεκδικείς την εξουσία, τόσο προβληματικό γίνεται όταν την έχεις.

Γιατί τη στιγμή που αναλαμβάνεις την κυβέρνηση, αυτομάτως είσαι υπεύθυνος για οτιδήποτε συμβεί, αναμενόμενο ή όχι, ανεξάρτητα από την ιδεολογία ή το πρόγραμμά σου. Είναι μάλλον απίθανο να πέσει ας πούμε μετεωρίτης πάνω στην Ακρόπολη. 

Αλλά αν είσαι κυβέρνηση, πρέπει κάποια στιγμή να έχεις ένα σχέδιο και γι’ αυτό. Πολύ περισσότερο, όταν έχεις μια περίπου αναμενόμενη αντίδραση σε μια σκληρή διαπραγμάτευση, δεν γίνεται να μην έχεις περισσότερα του ενός εναλλακτικά σχέδια. Δεν είχε – γι’ αυτό εισέπραξε μια διπλωματική ήττα. Αλλά όχι πλήρη ήττα.

Τα περί πιθανής αναδιάρθρωσης του χρέους, η δυνατότητα να χτυπηθεί η διαφθορά κλπ, είναι επίσης τα εύκολα επιχειρήματα υπέρ της κυβέρνησης, δεν με απασχολούν.

Αυτό που στην πραγματικότητα πέτυχε η διαπραγμάτευση είναι ότι επέφερε ένα τεράστιο ρήγμα στο όραμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το όραμα. Γιατί Ευρωπαϊκή Ένωση ποτέ δεν υπήρξε. Η συζήτηση που πανευρωπαϊκά άνοιξε, ίσως ανοίξει το δρόμο για μια μεγάλη αλλαγή στην Ευρώπη.

Υπήρχε περίπτωση να συμβεί αυτό αν δεν είχε αναδειχθεί μια κυβέρνηση με κορμό την Αριστερά;

Το τίμημα βέβαια για τον ελληνικό λαό, αυτή τη στιγμή φαντάζει βαρύτατο.

Άξιζε τον κόπο; Η απορία είναι εύλογη – γι’ αυτό άλλωστε η ίδια η κυβέρνηση περιγράφει ως ήττα και συνθηκολόγηση το αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης.

Ας αντιπαρέλθουμε το ότι τα πράγματα ακόμα εξελίσσονται – το φθινόπωρο έρχονται εκλογές στην Ισπανία και την Πορτογαλία, ίσως και εδώ ακόμη, έπειτα στη Γαλλία, ακολουθεί το δημοψήφισμα στο Ηνωμένο Βασίλειο και μπορεί να προκύψουν άλλες ισορροπίες.

Ας θέσουμε το ερώτημα που κυρίως εντός της Αριστεράς τίθεται: Τι να κάναμε μετά τη χαμένη μάχη; Να πηγαίναμε σ’ αυτό που και από υπέρμαχους της εξόδου περιγράφεται ως πλήρης κατάρρευση – ή να αποχωρούσε η κυβέρνηση και να άφηνε άλλους να βγάλουν το φίδι απ’ την τρύπα; Θα μπορούσα να πω ότι αυτή ακριβώς ήταν η επιθυμία όλων των «εταίρων». Αλλά, αν πραγματικά το επιλέγαμε, ας τους κάναμε τη χάρη.

Η άλλη επιλογή είναι να μείνεις, να διαχειριστείς ο ίδιος την ήττα που προκάλεσες.

Γιατί καμιά φορά, όταν έχεις δίκιο, αυτό που θέλεις γίνεται. Αλλά όχι αφ’ εαυτού.
 
Με ιδρώτα και αίμα, δικό σου. Ενίοτε και με οριστική αποτυχία. Αλλά δεν τα παρατάς.

Όχι όσο είσαι όρθιος.  

* Νίκος Καζαντζάκης

** Ο Κώστας Αποστόλου είναι Μέλος του Συντονιστικού της «Κοινωνία Πρώτα»