Χρειάστηκε μια αφαίρεση πινακίδων από το αυτοκίνητο μου για να ζήσω από κοντά και σε πρώτο χέρι την μοναδική οργανωτική λογική της δημόσιας δίοικησης και την «ευρωπαϊκού τύπου» σχέση του κράτους με τον πολίτη. Δεν είναι, εννοείται, η πρώτη μου τέτοια εμπειρία,  ούτε και η χειρότερη για να πω την αλήθεια, είναι όμως η πιο πρόσφατη και – κυρίως – μια εμπειρία που επιβεβαιώνει με λαμπρό τρόπο ότι είμαστε πλέον πιο ευρωπαίοι από ποτέ, ότι μετά την θητεία της εθνοσωτήριας κυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου ο κρατικός μηχανισμός έχει εκσυγχρονιστεί τόσο που η δαιδαλώδης γραφειοκρατία και οι άκαμπτες ή παράλογες διαδικασίες που μας βασάνιζαν τόσα χρόνια έχουν εξαλειφθεί εντελώς, οδηγώντας την χώρα στην ανάπτυξη και στη δημιουργία αμοιβαίας εμπιστοσύνης μεταξύ του Δημοσίου και των πολιτών. Ιδού πως έχει το θέμα…

Ads

Σου παίρνουν λοιπόν τις πινακίδες γιατί το κράτος έχει ανάγκη να εισπράξει χρήματα από παντού. Σου τις παίρνουν με αυξανόμενο ρυθμό τώρα τελευταία για να εξασφαλίσουν την πληρωμή των προστίμων που φαίνεται ότι κανείς δεν πληρώνει. Και σου λένε ότι αν έχεις κάποια ένσταση για αυτήν την αφαίρεση των πινακίδων πρέπει να πας στην Υποδιεύθυνση της Τροχαίας για να κάνεις αίτηση, να πάρεις αριθμό πρωτοκόλλου, να φύγεις, να ξαναπάς σε λίγες μέρες να σου πουν αν μελετήθηκε η ενστασή σου και ποιό είναι το πόρισμα και μετά να επανέλθεις για να πάρεις τις πινακίδες σου. Απαιτούνται τρεις μέρες τουλάχιστον άδεια ή απουσία από την εργασία σου για να ολοκληρωθεί μια ακόμα εμπνευσμένη διαδικασία που προωθεί την ανάπτυξη και την παραγωγικότητα της χώρας. Φτάνει λοιπόν ο «ευρωπαίος» (όπως τον θέλει η κυβέρνηση) πολίτης στην υπηρεσία και του λένε «τρίτος όροφος, γραφείο 5», για παράδειγμα, χωρίς καμμία άλλη διευκρίνηση. Ανεβαίνει στον όροφο και βλέπει μια ουρά που φτάνει μέχρι το ασανσέρ σε ένα στενό διάδρομο ενός τεράστιου κατά τα άλλα κτιρίου μπροστά από μια κλειστή πόρτα με το νούμερο 5 κολλημένο απέξω. Απελπισία πρώτον γιατί ξέρει ότι η μέρα του χάθηκε ολοκληρωτικά και δεύτερον γιατι φαίνεται ήδη από τα πρόσωπα των ανθρώπων που περιμένουν στην ουρά πριν από αυτόν ότι ούτε ο Κάφκα δεν θα μπορούσε να περιγράψει τον παραλογισμό που τον περιμένει.

Κάπου πεταμένες σε ένα τραπέζι κοντα στο ασανσερ ειναι οι αιτήσεις που πρέπει να συμπληρώσει και που, καθώς δεν υπάρχει κανένας υπεύθυνος να του δώσει σωστές πληροφορίες για τη διαδικασία (μόνο 3 ώρες μετά και αφου φτάσει μπροστά στη πόρτα βλέπει το κολλημένο χαρτί που απαριθμεί τα απαραίτητα «δικαιολογητικά») ανακαλύπτει σταδιακά την αλήθεια περιεργαζομένος τα χαρτιά που κρατάνε στα χέρια αυτοί που προηγούνται. «Που το βρήκατε αυτό;» «Χρειάζεται αυτή η αίτηση;» «Ναι πηγαίνετε εκεί πίσω και πάρτε μια γιατί μόλις βγήκε ένας κύριος από μέσα και του είπαν ότι έπρεπε να την έχει συμπληρώσει». «Πληρώσατε την κλήση»; «Οχι, έπρεπε»; «Ετσι λένε». «Α και να κάνετε και φωτοτυπία της κλήσης γιατί την κρατάνε στο ταμείο». «Στο ταμείο; Και που είναι το ταμείο»; «Θα βγείτε έξω και θα πάτε στο διπλανό κτίριο στο ισόγειο». «Για φωτοτυπίες στρίψετε αριστερά και είναι δυό πόρτες πιο κάτω».

Την μέρα που πήγα εγώ η ουρά έμοιαζε κολλημένη και αμείωτη. Αντίθετα μάλιστα ο αριθός των ατόμων που περίμενε έξω από το γραφείο αυξανόταν συνεχώς μέχρι που είχε δημιουργηθεί το απόλυτο αδιαχώρητο. Άλλοι περνούσαν μπροστά στην ουρά γιατί είχαν δήθεν έρθει για άλλη δουλειά ή για να καταθέσουν όντως κάποια έγγραφα ή για να παραλάβουν αντίστοιχα κάποια εγγραφα, άλλοι πάλι περνούσαν μπροστά γιατι – ορθώς όπως αποδειχτηκε – θεωρούσαν ότι είχαν κάποιο δικαιωματικό προνόμιο λόγω κουμπαριάς, συγγένειας ή συνάφειας με κάποιον που είχε «μιλήσει» για λογαριασμό τους στη σχετική υπηρεσία. Άνοιγε που και που η πόρτα του περίφημου γραφείου 5 έμπαινε κάποιος είτε από την ουρά είτε από το υπόλοιπο μπουλούκι των «ευνοημένων» μέσα και χανόταν για αρκετή ώρα. Η υπεύθυνη του ανοιγοκλεισίματος της πόρτας προσπαθούσε να κατευνάσει τον κόσμο του διαδρόμου που πλέον είχε χάσει την Ιώβια υπομονή του. «Είναι μόνο ένας άνθρωπος που ασχολείται με όλα»…τι θέλαμε ακριβώς, οι αχάριστοι, να κάνει; Να βάζανε κάποιον υπεύθυνο να παραλαμβάνει τα χαρτιά μήπως; Κάποιον άλλον να παραδίδει τα εγγραφα επίσης; Και ίσως, λέω, ΙΣΩΣ, καποιον ακόμα να δίνει σωστές πληροφορίες ώστε να μην μπαινοβγαίνει άσκοπα ο κόσμος από το γραφείο – καθυστερόντας την ήδη δυσάρεστη για όλους διαδικασία  – μια για φωτοτυπίες, μια για παράβολα και μια για όλα τα συναφή που τόσο αγαπάνε οι κρατικές υπηρεσίες; Ή και να μην αναγκαζόταν να μιλάει συνέχεια στο τηλέφωνο ο ταλαίπωρος μοναχικός διοικητής της Τροχαίας που έπρεπε συγχρόνως να επιλύει προφορικά και τα θέματα που παρεμβάλονταν διαδοχικά και ακατάπαυστα στην βασική του ενασχόληση με τις αιτήσεις των πολιτών; Να γινόταν πλεόν ηλεκτρονικά η επαφή του πολίτη με την Τροχαία όπως και με άλλες δημόσιες υπηρεσίες ώστε να μειωνόταν η εντελώς άλογη και δυσνόητη γραφειοκρατία που επιβαρύνει παράλογα τόσο τον κρατικό μηχανισμό όσο και τους πολίτες; Αναρωτιέμαι  σε τι αποσκοπεί όλη αυτή η διαδικασία αφού δεν έχουν τον μηχανισμό που θα αντιμετωπίσει ορθολογικά αυτό το χάος; Αφου αυτή η μέθοδος επιβολής του νόμου, όπως και τόσες άλλες, δεν μοιάζει να λειτουργεί ούτε να είναι αποτελεσματική προς τι ο υπερβάλλον ζήλος;

Ads

Να σκεφτεί κανείς ότι ενώ ήμουν από τους σχετικά τυχερούς – γιατί κάποιος μου είχε ήδη περιγράψει την διαδικασία και ήμουν κάπως προτοιμασμένη – δεν κατάφερα να αποφύγω το συναίσθημα της απόλυτης κόπωσης, του εκνευρισμού, του πονοκεφάλου, του να θέλω να τα βροντήξω όλα κάτω και να μην ξαναπάρω ποτέ πίσω τις πινακιδές μου. Αυτά δηλαδή που αντιμετωπίζει κανείς κάθε φορά που αναγκάζεται να έρθει σε επαφή με το κράτος ή τις δημόσιες υπηρεσίες – και μάλιστα για πολύ σοβαρότερους λόγους από την αφαίρεση πινακίδων. Ενός κράτους και των υπηρεσιών του που μοιάζουν πάντα εχθρικές προς τον πολίτη και  απόλυτα αδιάφορες για την ταλαιπωρία του μέσα στον εφιαλτικό αυτό λαβύρινθο που του επιβάλλουν.